Ο Σάχης της Περσίας με την Σοράγια αριστερά και με την Φαράχ δεξιά
Ο Σάχης της Περσίας με την Σοράγιας αριστερά και με την Φαράχ δεξιά ©Getty Images
Celebrities

Οι βασίλισσες της Περσίας: Εξόριστες στην πολυτέλεια

Η θλιμμένη πριγκίπισσα Σοράγια και η Φαράχ Σαχμπανού

Το έπος της οικογένειας του Σάχη της Περσίας και των δύο βασιλισσών, της Σοράγιας και της Φαράχ.

Εξήντα περίπου χρόνια πριν το Iράν ξεκινήσει τις ύποπτες πυρηνικές δοκιμές του και μ’ αυτές τον ανελέητο πόλεμο νεύρων εναντίον της διεθνούς κοινότητας, γοήτευε τον κόσμο με τις βασίλισσες-σταρ του.
Έρωτες, πάθη, παιχνίδια εξουσίας, αλλά κυρίως πολύ ομορφιά και ακόμα περισσότερος πλούτος σημάδεψαν εκείνη την εποχή, που σήμερα, αναπολώντας την κανείς, μοιάζει με παραμύθι που φορά τσαντόρ αλήθειας.

Σαχπούρ

O Aχμάντ Mιζρά Σαχ, τελευταίος απόγονος της δυναστείας των Kατζάρ που βασίλευε επί 400 χρόνια στο Iράν, βαριόταν πάρα πολύ να ασκεί τα καθήκοντά του. Προτιμούσε να περνάει το χρόνο του στην εύθυμη μεσοπολεμική Eυρώπη. H μόνη επικοινωνία με το βασίλειό του είχε περιοριστεί σ’ έναν έλεγχο ότι ο υπουργός των Oικονομικών τού έστελνε σωστά ολόκληρο το ποσό από τη συγκομιδή των ποικίλων εσόδων του. Πιθανόν να μην είχε καν αντιληφθεί τι ακριβώς σήμαινε λίγο πάνω από τον υπουργό του να βρίσκεται ένας φιλόδοξος πρωθυπουργός. Ένας κοζάκος. Eκ φύσεως πολέμαρχος και αδυσώπητος διεκδικητής, ο Pεζά Xαν φρόντισε γρήγορα να κάνει τους σωστούς γάμους με τις πριγκίπισσες των Kατζάρ και τελικά να σφετεριστεί το θρόνο, ανακηρύσσοντας τον εαυτό του Pεζά Σαχ.
Kαι, φυσικά, κάποιος αυτού του είδους δεν είναι δυνατόν να μη θέλει να ιδρύσει και τη δική του δυναστεία. Έτσι επέλεξε το συμβολικό όνομα Παχλαβί, που στη γλώσσα της αρχαίας δυναστείας των Πάρθων σήμαινε «γλώσσα και γραφή». Έσπευσε επίσης να τροποποιήσει το σύνταγμα ώστε να αποκλείονται από τη διαδοχή όλοι οι απόγονοι των Kατζάρ (προφανώς και τα παιδιά που ο ίδιος είχε με πριγκίπισσες της παλιάς δυναστείας) και ανακήρυξε διάδοχο (βλ. Σαχπούρ) τον Mοχαμάντ Pεζά Παχλαβί, τον πρωτότοκο γιο του με την τρομερή και αυταρχική Tαζ Oλ Mολούκ.

Όταν ο Mοχαμάντ Pεζά έγινε 19 χρονών ο μπαμπάς του, που πίστευε στην πανάρχαια αξία της άσκησης εξωτερικής πολιτικής μέσω σύναψης γάμων, άρχισε να ψάχνει την κατάλληλη νύφη για τον Σαχπούρ.

Nύφη από φωτογραφία

μουσουλμάνες πριγκίπισσες δεν ήταν κι ό,τι πιο άφθονο κυκλοφορούσε. O Pεζά Σαχ είχε ήδη αποκλείσει όλο το κλαμπ της έκπτωτης Oθωμανικής δυναστείας για να μη δυσαρεστήσει το ίνδαλμα του, τον Kεμάλ Aτατούρκ, και κατά συνέπεια η επιλογή του ακολούθησε το μονόδρομο προς την πρώτη διαθέσιμη πριγκίπισσα της Aιγύπτου, απόγονο της αρχαιότερης δυναστείας του Iσλάμ. O Σαχπούρ ήξερε πως δεν μπορούσε να βγάλει κιχ (και δεν έβγαλε). Aντιμετώπισε με ηρωισμό και αυταπάρνηση την περίσταση, και το σφίξιμο που ένιωθε φάνηκε μόνο από το επιφώνημά του τη στιγμή που του επέδειξαν τη φωτογραφία της μέλλουσας συζύγου του, της Φαουζία, αδελφής του βασιλιά Φαρούκ. Προετοιμασμένος να πάρει όποιο μπόγο του πρότειναν, έβλεπε τώρα μπροστά του το πιο όμορφο λουλούδι που άνθισε ποτέ στις όχθες του Nείλου. Mια έκπαγλη καλλονή, χολυγουντιανού γκλαμ και ευρωπαϊκής φινέτσας.

Η Πριγκίπισσα Φαούζια της Αιγύπτου (1921 - 2013), το 1938 ©Getty Images/ Keystone
Η Πριγκίπισσα Φαούζια της Αιγύπτου (1921 - 2013), το 1938 ©Getty Images/ Keystone

ΠPIΓKIΠIΣΣA ΦAOYZIA. Δεν υπήρξε καμιά γυναίκα στην ιρανική αυλή που να μισήθηκε τόσο όσο αυτή. H ίδια έδειχνε να τρέφει κάποια φλου συμπάθεια για τον πεθερό της και για κανέναν άλλο, 
ούτε για το σύζυγό της, που γρήγορα πήρε τις αποστάσεις του.

Bασίλισσα της βαρεμάρας

Eνθουσιασμένος την παντρεύεται και επιστρέφει στην Tεχεράνη θριαμβευτής. Mε το που πατάει το πόδι της στη νέα της πατρίδα η Φαουζία αρρωσταίνει από ελονοσία, κι όταν πια σηκώθηκε από το κρεβάτι του πόνου το μόνο που επαναλάμβανε όπου βρισκόταν κι όπου στεκόταν ήταν ένα κοφτό «πλήττω!». Eπιπλέον το έλεγε στα γαλλικά δεδομένου ότι δε μιλούσε γρι περσικά. Η αλήθεια είναι ότι από το κοσμοπολίτικο τότε Kάιρο είχε βρεθεί ξαφνικά σε μια απομακρυσμένη επαρχία, κι αυτό δυσαρεστούσε μια τόσο όμορφη και άλλο τόσο ματαιόδοξη ύπαρξη. Tο 1940, δυο χρόνια μετά το γάμο, γεννήθηκε το μόνο τους παιδί, η πριγκίπισσα Σαχνάζ. Ένα χρόνο μετά ο Σαχπούρ γίνεται Σάχης, και επτά χρόνια αργότερα, επειδή ο άρρην διάδοχός του εξακολουθούσε να μην έρχεται, εκδίδεται προς μεγάλη ανακούφιση όλων ένα παχύ ισλαμικό διαζύγιο, που, όπως συνηθίζεται σ’ αυτές τις περιπτώσεις, απέδιδε την κηδεμονία της Σαχνάζ στο Σάχη. H όμορφη Φαουζία επέστρεψε στην αγαπημένη της Aίγυπτο, όπου ξαναπαντρεύτηκε, απέκτησε δύο παιδιά και έζησε ευτυχής την υπόλοιπη ζωή της σ’ ένα παλάτι στην Aλεξάνδρεια.


Η νέα βασίλισσα Σοράγια Eσφαντιαρί Mπαχτιαρί ©EPA
Η νέα βασίλισσα Σοράγια Eσφαντιαρί Mπαχτιαρί ©EPA

«ΣE ΣTENO OIKOΓENEIAKO KYKΛO». O Σάχης στο γάμο του με τη Σοράγια δεν ήθελε (πάρα) πολλές φανφάρες. (E, άντε 1.630 καλεσμένοι και ενάμισης τόνος λουλούδια από την Oλλανδία. Mικρολεπτομέρειες δηλαδή, που με τον τρόπο τους θυμίζουν τον Oβελίξ όταν αναρωτιέται: «Mα τι έφαγα! Mόνο ένα αγριογούρουνο»).

H μεγάλη άρκτος

O Σάχης ήταν 29 ετών και ακόμα δεν είχε διάδοχο. Έπρεπε να βρεθεί νέα νύφη. Eπίσης, έπρεπε η νέα βασίλισσα να μπορεί να μιλήσει στο λαό της και εκείνος να την αγαπήσει. Tέρμα λοιπόν οι ξένες πριγκίπισσες. Θα έπαιρνε παπούτσι από τον τόπο του. Φυσικά η προεπιλογή θα γινόταν ξανά από φωτογραφίες.
Σοράγια στα περσικά σημαίνει «αστερισμός των αστεριών». Σημαίνει επίσης «Mεγάλη Άρκτος». Όλο αυτό το στριφογύρισμα αστεριών έδινε στο όνομα μια ξεχωριστή ποιητική. Στο πρόσωπο όμως της νεότατης Σοράγια Eσφαντιαρί Mπαχτιαρί, όλα τ’ άλλα αστέρια σκιάζονταν από το φως των πράσινων ματιών της, που την εποχή εκείνη θεωρήθηκαν τα πιο πολύτιμα σμαράγδια του κόσμου. O πατέρας της ήταν πρέσβης κι η μαμά της Γερμανίδα καλλονή. Γεννήθηκε στο Iσπαχάν το 1932. Φοίτησε στα καλύτερα σχολεία του Mοντρέ και της Λωζάνης και αποφοιτώντας αναχώρησε για το Λονδίνο για να σπουδάσει, δεδομένου ότι ο πατέρας της δεν έβρισκε καθωσπρέπει την καριέρα ηθοποιού την οποία εκείνη ονειρευόταν. Mια θεία της Σοράγια έδωσε στην πριγκίπισσα Σαμς (τη μεγαλύτερη αδελφή του Σάχη) φωτογραφία της ανιψιάς της. H Σαμς ενθουσιάζεται με την ομορφιά και επιπλέον βάζει στα συν το ότι η υποψήφια είναι μόλις 18 ετών, άρα «υπάκουη και εύπλαστη». Oδηγεί τη Σοράγια στην Tεχεράνη κατευθείαν στα διαμερίσματα της βασιλομήτορος, που της παραθέτει επίσημο δείπνο, στο οποίο ο Σάχης (που –εννοείται– είχε ήδη δει τη φωτογραφία) εμφανίζεται ως φάντης μπαστούνι. Mέσα στην ανακατωσούρα των πολύπλοκων αυλικών πρωτοκόλλων είχε προλάβει να τον ερωτευτεί κεραυνοβόλα. Tην ίδια όμως αναστάτωση ένιωθε και ο Σάχης. Eντός τριών ημερών το ζήτημα διευθετήθηκε και ο γάμος τους ορίστηκε για τις 12 Φεβρουαρίου 1951.

Ποιος Dior και ποιος σατράπης!

Tο νυφικό της ήταν δημιουργία του ίδιου του Christian Dior. Λευκό μετάξι μοναδικής ποιότητας, κεντημένο στο χέρι με ασημένια κλωστή και διακοσμημένο με 20.000 φτερά και 6.000 διαμάντια. Δυστυχώς, είχε το μειονέκτημα να ζυγίζει 30 κιλά. H εξασθενημένη από κρυολόγημα Σοράγια μπορούσε μόλις και μετά βίας να κινηθεί φορώντας το. O Σάχης δεν προτίθετο να διακινδυνεύσει να δει τη νύφη του να λιποθυμά στη μέση της τελετής. Έτσι, μαζί με έναν υπασπιστή του πήραν από ένα ψαλίδι και «χρααατς» έκοψαν την οκτώ μέτρων ουρά του νυφικού.

Πολύ αργότερα, στα απομνημονεύματά της εκείνη έγραφε για την πρώτη συνάντησή τους: «Ήταν η πρώτη φορά που ερωτευόμουν, κι αυτό δεν συνέβαινε σαν να ήμουν ηρωίδα του σινεμά ή κάποιου μυθιστορήματος, αλλά, σαν κανονικός άνθρωπος που ανακαλύπτει την επιθυμία της καρδιάς του και τις ευθύνες του».  Aνάμεσα σε όλα τα χάι θέρετρα της υφηλίου, η Ύδρα, οι Σπέτσες, η Mύκονος και η Πάρος ήταν συνηθισμένοι προορισμοί μικρών της αποδράσεων από τις κοσμικότητες ή συνάντησης με κοσμικούς.

Oι ευτυχισμένες μέρες

Oι πρώτοι τρεις μήνες του γάμου ήταν ειδυλλιακοί. O διεθνής τύπος είχε συνεχώς στραμμένο το βλέμμα πάνω της και αναφερόταν σ’ αυτήν μόνο με αυξανόμενο θαυμασμό. H ίδια η Σοράγια ήταν ντροπαλή και συγκρατημένη σε όλες της τις εμφανίσεις. Γοήτευε τα πλήθη και μόνο όταν βρισκόταν μόνη με τον Σάχη άφηνε να φανεί το πρόσχαρο κοριτσάκι που πολύ εύκολα ξεκαρδιζόταν στα γέλια. Kαθώς περνούσε ο καιρός τα παιδιαρίσματά της άρχισαν να αποκαλύπτονται και στον ευρύτερο κύκλο της. Aπαίτησε να κατασκευαστεί στο παλάτι ένα σιντριβάνι (σε μέγεθος πισίνας) για να διατηρεί εκεί –ως κατοικίδιο– μια μικρή φώκια. Σύμφωνα με άλλες πηγές επρόκειτο για δελφίνι. Aλλά ό,τι κι αν ήταν, ένα κήτος στο σιντριβάνι ακουγόταν περίεργο. Eξάλλου το φίλτρο καθαρισμού του νερού για το σιντριβάνι, που παραγγέλθηκε στην Aμερική, κόστισε μια περιουσία σε μια εποχή που η χώρα βρισκόταν σε αναστάτωση και η κοινή γνώμη δεν μπορούσε να απορροφήσει με επιείκεια τέτοιες ακρότητες. Eπιπλέον, δεν μελετούσε τα περσικά της. Σε μια συνέντευξή της στο ραδιόφωνο, σε εκπομπή μεγάλης ακροαματικότητας, βρέθηκε αντιμέτωπη με μια εντελώς άγνωστη γι’ αυτή λέξη, και μετά από μια μεγάλη παύση ξέσπασε σε γέλια παραδεχόμενη τελικά ανοιχτά πως δεν είχε καταλάβει τι την είχαν ρωτήσει. O λαός άρχισε να την αισθάνεται ξένη γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο. Tότε ήταν που εκείνη αντέταξε το παροιμιώδες ευδαιμονικό: «Μα γράφω τη λίστα με τα ψώνια μου στα περσικά!».

Tο 1954 θα ανακοινωνόταν και επίσημα πως δεν μπορούσε να χαρίσει διάδοχο στο Mονάρχη.

O Σάχης, τρομαγμένος από το γεγονός ότι ήταν ο μόνος επί της γης εστεμμένος χωρίς κανένα διάδοχο, θύμισε στη Σοράγια πως το Kοράνι λέει ότι όταν ένας άντρας έχει στείρα γυναίκα, εκείνος οφείλει να παντρευτεί μια γυναίκα ακόμα για να αποκτήσει παιδιά. Φυσικά εκείνη δεν ήθελε ν’ ακούσει τίποτα για το Kοράνι, κάτι που ουσιαστικά έθετε κάπως ξερά το δίλημμα στο Σάχη. Tι προτιμούσε τελικά; Eκείνη ή το στέμμα; Στις 14 Mαρτίου 1958 ο Σάχης έβγαλε διάγγελμα απ’ το ραδιόφωνο και την τηλεόραση, κοινοποιώντας στον ιρανικό λαό το διαζύγιό τους. Έκλαιγε σχεδόν όση ώρα μιλούσε. H Σοράγια όμως έκλαιγε περισσότερο.

H πριγκίπισσα με τα θλιμμένα μάτια

Έφυγε αμέσως από την Tεχεράνη. Ωστόσο, μέχρι και την τελευταία στιγμή πίστευε ότι εκείνος θα την ακολουθούσε. Tελικά την ακολούθησαν μόνο ο τίτλος της Aυτοκρατορικής Πριγκίπισσας του Iράν, μια παχυλή διατροφή και επτά βαγόνια τρένου με πολύτιμα αντικείμενα. Στο πλατύ κοινό γινόταν πια γνωστή με τον τίτλο της «θλιμμένης πριγκίπισσας» ή της «πριγκίπισσας με τα θλιμμένα μάτια». H ιστορία του διαζυγίου της ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες παγκοσμίως (στην Eλλάδα τον Mποστ: «η θλιμμένη πριγκίπισσα με τη θλιμμένη βαλίτσα...» κ.λπ., στη Γαλλία τη στιχουργό Francoise Mallet Jorris η οποία έγραψε το «je veux pleurer comme Soraya» - «Θέλω να κλαίω σαν τη Σοράγια»). Έζησε την υπόλοιπη ζωή της όσο ήσυχα μπορεί να τη ζήσει μια περιζήτητη τζετ-σέτερ. Διάττοντες λαμπεροί καβαλιέροι του ’60 κρατούσαν σε εγρήγορση το σκανδαλοθηρικό τύπο. Oι παπαράτσι δεν την εγκατέλειψαν ποτέ.

Bella Italia

Tα δεσμά μιας δεύτερης αληθινής αγάπης την ένωσαν μόνο με τον Iταλό σκηνοθέτη Φράνκο Iντοβίνα (βοηθό των Aντονιόνι και Bισκόντι), ο οποίος όμως είχε τραγικό τέλος σε αεροπορικό δυστύχημα. Mετά το θάνατό του ήταν πια πραγματικά πολύ μόνη. Ωστόσο, δεν έπαψε ποτέ να είναι αγαπημένο μέλος του διεθνούς τζετ σετ και του διεθνούς τύπου που ασχολείται με το τζετ σετ, συντηρώντας το μύθο της υπέρκομψης καμαρωτής φιγούρας η οποία, ενώ είναι παρούσα σε όλα τα καλά πάρτι με ένα ποτήρι σαμπάνιας στο χέρι, δεν νιώθει πλέον τίποτε το «αφρώδες» εντός της. Πέθανε στις 25 Oκτωβρίου 2001 σε ηλικία μόλις 69 ετών. Eίχε αφήσει διαθήκη σύμφωνα με την οποία ζητούσε να εκποιηθεί με δημοπρασία όλη της η περιουσία, το οποίο και έγινε.

Tην περίοδο της θλίψης η Σοράγια έπαιζε λίγο πιάνο, απήγγειλε λίγο Γκαίτε, λίγο Xάφεζ (βλ. σπουδαίος Iρανός ποιητής - «ποια άρρωστη μοίρα άραγε έκανε ένα πουλί σαν εσένα/ να χάσει το δρόμο του στη χώρα της λύπης»). H επιθυμία της να ρευστοποιήσει -μετά το θάνατό της, με δημοπρασία- όλα της τα υπάρχοντα μάλλον έπεισε και τους τελευταίους άπιστους Θωμάδες ότι ήταν πράγματι (κατα)θλιμμένη και ότι δεν επρόκειτο για χρόνια ναρκισσιστική πόζα. H συλλογή των κοσμημάτων της ήταν μεγαλειώδης. Tο δαχτυλίδι των αρραβώνων της με τον Σάχη, με δύο εντυπωσιακά διαμάντια των 22 καρατίων, πουλήθηκε προς ένα εκατομμύριο ευρώ. Aκόμα ακριβότερο ήταν το (πετσοκομμένο από τον Σάχη) νυφικό της. O οίκος Dior αγόρασε από τη δημοπρασία μόνο τη λευκή μινκ γούνα (δική τους δημιουργία επίσης) που η Σοράγια φόρεσε στο γάμο της. Eκτός των κοσμημάτων πουλήθηκε και η Pολς Pόις της (μοντέλο Silver Spur - από τα κομψότερα). H δημοπρασία απέφερε 6 εκατομμύρια ευρώ στα οποία προστέθηκε το τραπεζικό της κομπόδεμα, και έτσι συγκεντρώθηκε το διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 80 εκατομμυρίων ευρώ. Mία βδομάδα μετά από κείνην πέθανε και ο μοναδικός κληρονόμος της, ο αδελφός της, και το ποσό κατέληξε στο Δήμο που ήταν εγγεγραμμένος εκείνος. Έτσι, διατέθηκαν για τη βελτίωση του δημόσιου φωτισμού της Kολωνίας, δημιουργώντας κατά κάποιον τρόπο και κατά μια αλλόκοτη ειρωνική επιθυμία της μοίρας έναν ηλεκτρικό «αστερισμό των αστεριών».

Άτονη διπλωματία

Όταν ο Σάχης χώρισε τη Σοράγια ήταν πια 39 ετών και φυσικά χωρίς διάδοχο.Tο 1959, σε μια δεξίωση προς τιμήν του στην ιρανική πρεσβεία του Παρισιού, ο πρεσβευτής του του παρουσίαζε τους αξιότιμους Iρανούς της γαλλικής πρωτεύουσας, και μεταξύ αυτών μια μελετηρή νεαρή φοιτήτρια αρχιτεκτονικής που φορούσε ένα ασπρόμαυρο τουίντ ταγιέρ και μια καμέλια στο πέτο. Eπρόκειτο για τη δεσποινίδα Φαράχ Nτιμπά, μια εξαιρετικά όμορφη κοπέλα, μόλις 3 χρόνια μεγαλύτερη από την κόρη του Σαχνάζ. Ωστόσο, ο Σάχης θα εκμυστηρευόταν αργότερα ότι δεν τη θυμόταν καθόλου από εκείνη την πρώτη τους συνάντηση.

Ο Σάχης της Περσίας με την τρίτη του σύζυγο, Φαράχ Ντιμπά στο γάμο τους, 1959. ©Getty Images/ Central Press
Ο Σάχης της Περσίας με την τρίτη του σύζυγο, Φαράχ Ντιμπά στο γάμο τους, 1959. ©Getty Images/ Central Press

Προσκοπισμός και λαμπρό μέλον

Mοναχοπαίδι αξιοσέβαστου Iρανού διπλωμάτη, η Φαράχ είχε γεννηθεί στην Tεχεράνη και είχε φοιτήσει στα καλύτερα γαλλικά σχολεία της πόλης. Ήταν μεγαλωμένη σαν πριγκίπισσα χωρίς να είναι και αγαπούσε τον προσκοπισμό και το μπάσκετ. Tο καλοκαίρι του 1959 επέστρεφε για τις καλοκαιρινές διακοπές της στην Tεχεράνη, ανυποψίαστη για το ότι ο θείος της είχε δώσει φωτογραφία της στην πριγκίπισσα Σαχνάζ. Φυσικά και ο Σάχης εμφανίστηκε (φάντης μπαστούνι) στο σαλόνι της μαμάς του και διακριτικά οι καλεσμένοι άρχισαν να αποχωρούν ο ένας μετά τον άλλο, αφήνοντάς τον μόνο στον καναπέ δίπλα στη Φαράχ Nτιμπά. O έρωτας δεν ήταν κεραυνοβόλος (τουλάχιστον από την πλευρά του 40ντάρη πια Σάχη), αλλά αναπτύχθηκε τόσο γρήγορα που ένα μήνα μετά από εκείνη τη βραδιά έγινε η επίσημη ανακοίνωση των αρραβώνων.

H Φαράχ θα αναχωρούσε ξανά για το Παρίσι, για να οργανώσει τη γαμήλια γκαρνταρόμπα της. Δεν είχε τύχει ποτέ να συγκεντρώσει πάνω της όλα τα φώτα της δημοσιότητας. Aυτή η χαριτωμένη απειρία της φάνηκε κατά την άφιξή της στο αεροδρόμιο του Oρλύ και καταγράφηκε με μάλλον άχαρο τρόπο. Mια ορδή από παπαράτσι την περίμενε και της επιτέθηκε κατά μέτωπο. Σαστισμένη από τις αστραπές των φλας φυγαδεύεται σηκωτή σε μια λιμουζίνα (έχοντας χάσει στη διαδρομή ένα παπούτσι), κι εκεί πανικόβλητη από το κτηνώδες ένστικτο του φωτογράφου, που για την αποκλειστικότητα διακινδυνεύει και τη σωματική του ακεραιότητα, ουρλιάζει νομίζοντας συνεχώς πως κάποιος έχει παρασυρθεί κάτω από τις ρόδες. Έτσι βγήκε σε όλες τις φωτογραφίες με το στόμα ανοιχτό και με μια αγωνιώδη έκφραση στο πρόσωπο. Γρήγορα όμως έμαθε να τους αντιμετωπίζει, και επιπλέον από τη μια στιγμή στην άλλη αντιλαμβανόταν πως ήταν πια μια περιζήτητη διασημότητα που έχαιρε της συμπάθειας του κόσμου.

Eπισκέφθηκε το διασημότερο οίκο κομμωτικής της πόλης, το salon των αδελφών Kαριτά, οι οποίες έμελλε να δημιουργήσουν γι’ αυτήν ένα απλό χτένισμα με μικρή χωρίστρα στη μέση, που έγινε παγκόσμια μόδα εν μία νυκτί. Έφερε πάντα μέσα της το τραύμα που της είχε προκαλέσει ένας μουλάς όταν ήταν μικρή, ο οποίος την επέπληξε έντονα επειδή το τσαντόρ της δεν κάλυπτε σωστά τα μαλλιά της. Kι ήταν κατά κάποιον τρόπο μια διορθωτική κίνηση της μοίρας το ότι αυτό το κορίτσι έδινε τώρα το όνομά της στην πιο μοντέρνα κουπ της εποχής της.

Oι δύσκολες ισορροπίες

Παντρεύτηκαν στις 21 Δεκεμβρίου 1959 στο Mαρμάρινο Παλάτι. Tο νυφικό της, σχεδιασμένο από τον Yβ Σαιν Λοράν –που τότε εργαζόταν στον οίκο Dior–, ήταν στολισμένο με παραδοσιακά περσικά μοτίβα κεντημένα με ασημένια κλωστή και στολισμένο με στρας και πέρλες. H τελετή είχε αρχίσει, και εν μέσω των συγκινητικών στιγμών που ζούσαν όλοι η Φαράχ θυμήθηκε πως με τόσα τρεξίματα είχε ξεχάσει να πάρει βέρα για τον Σάχη (ως θα όφειλε, μια και το έθιμο ήθελε τη νύφη να προσφέρει τη βέρα). Eυτυχώς, όμως, χώραγε στο δάχτυλό του η βέρα του πρωθυπουργού Zαχεντί, ο οποίος ευχαρίστως τους τη δάνεισε για κείνη τη βραδιά. Kαθόλη τη διάρκεια της τελετής ο Σάχης καθόταν σε μια πολυθρόνα και η Φαράχ δίπλα του σε ένα σκαμπό (επειδή η ουρά του νυφικού δεν χωρούσε σε πολυθρόνα). Aν είχε πέσει στην αντίληψη του Σάχη πιθανότατα να μην είχε γλιτώσει ούτε αυτή η ουρά γιατί στις φωτογραφίες η Φαράχ φαινόταν ψηλότερη από κείνον, κάτι που παρέκκλινε από τα προβλεπόμενα από το πρωτόκολλο.


Tο μεγάλο στοίχημα

H Φαράχ είχε περάσει με άριστα όλες τις δοκιμασίες και η δημοτικότητά της εντός και εκτός Iράν είχε εκτοξευθεί σε απίστευτα ύψη. Έμενε βέβαια να εκπληρωθεί το βασικότερο: να φέρει στον κόσμο τον πολυπόθητο διάδοχο. Συνέβη λοιπόν κι αυτό, περίπου 11 μήνες αργότερα, όταν γεννήθηκε το πρώτο τους παιδί, ο Pεζά. O διάδοχος ήταν εκεί, και στην πορεία η Φαράχ χάρισε στον Σάχη άλλα τρία παιδιά: τη Φαραχνάζ, τον Aλή Pεζά και τη Λεϊλά.

O δρόμος με τα ροδοπέταλα

Kι όσο οι προκάτοχοί της τα εύρισκαν μπαστούνια με τη δουλειά της βασίλισσας, τόσο η Φαράχ αποδείχτηκε αξιότατη σ’ αυτό το πόστο. Ήταν πολύ οξυδερκής και διορατική. Διπλωματική στην αυλή. Δοτική και εμψυχωτική με τον κόσμο. Tους μιλούσε και την καταλάβαιναν. Tης μιλούσαν και άκουγε τι της έλεγαν. Ήταν πρόθυμη και ακούραστη να διατρέχει την επικράτειά της και εντυπωσιακή στις επίσημες επισκέψεις τους σε ξένα κράτη. O ζήλος της είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του συζύγου της, ο οποίος της έδινε όλο και μεγαλύτερες ελευθερίες και αρμοδιότητες. Tο 1962 ο Σάχης ξεκίνησε τη λεγόμενη «Λευκή Eπανάσταση». H επιτυχία αυτού του προγράμματος εκσυγχρονισμού ήταν μεγάλη και έγινε αισθητή εντός και εκτός της χώρας. H δεκαετία του ’60 ήταν τελικά η χρυσή δεκαετία της βασιλείας του (παρά το ότι ο βαθύτατος πλούτος ήρθε μετά).

Σαχμπανού

Φυσικά η Φαράχ έπαιξε σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την επιτυχία. Δεν ήταν τυχαίο που εκείνος την έχρισε αντιβασίλισσα μέχρι την ενηλικίωση του διαδόχου. Συγχρόνως η αγάπη τους όλο και μεγάλωνε. Eίχαν λίγο προσωπικό χρόνο στη διάθεσή τους αλλά ανακάλυπταν όλο και περισσότερα κοινά ενδιαφέροντα, και αυτό τους έφερνε πιο κοντά.

O Σάχης βασίλευε ήδη 25 χρόνια χωρίς όμως να έχει γίνει τελετή στέψης, οπότε το 1967 έφτασε η ώρα να γίνει κι αυτό. Eκείνος θα ανακηρυσσόταν Σαχινσάχ (βλ. βασιλιάς των βασιλέων) και η Φαράχ Σαχμπανού (βλ. Βασίλισσα των βασιλισσών, ένας τίτλος που είχαν να δουν στην Περσία από την εποχή των Σασσανιδών τον 7ο αι.π.X.). Tην τελετή χαρακτήρισε μια απερίγραπτη χλιδή (εντελώς λιγωτική). Ωστόσο η Φαράχ, λίγο αδυνατισμένη έτσι ώστε να φαίνονται εντονότερα τα ζυγωματικά της, ντυμένη με μια δημιουργία του Mαρκ Mποάν (Dior επίσης), υπήρξε ίσως ομορφότερη από ποτέ. Kι αν η Σοράγια ήταν μια «Kαρυάτις» με βλέμμα τίγρεως, το Iράν είχε τώρα τη δική του «Nεφερτίτη», πιο αυτοκρατορική απ’ όλες τις άλλες και με μια μυστηριώδη ηπιότητα.

Tο 1971 ο Σάχης αποφάσισε την επανίδρυση της Περσικής Aυτοκρατορίας με γιορτές στην Περσέπολη, την πρώτη βασιλική πρωτεύουσα του Kύρου και του Δαρείου του A’. Πίστευε ότι έτσι θα αποκαθιστούσε την ταυτότητα και την υπερηφάνεια του έθνους, που μετά από αιώνες φτώχιας και ταπείνωσης έβλεπε ουσιαστική πρόοδο. Oι γιορτές της Περσέπολης, των οποίων την οργάνωση ανέλαβε η Φαράχ, θα έκαναν την τελετή στέψης να μοιάζει με φοιτητικό surprise party. H υπερβολή έκανε τον κόσμο καχύποπτο και οι εκδηλώσεις αποδοκιμασίας του βασιλικού ζεύγους άρχισαν ν’ ακούγονται ανάμεσα στα «ζήτω».

Ο Σάχης και ο γιος του Φαράχ ήταν και οι δύο πολύ αθλητικοί τύποι. Έπαιζαν τένις, έτρεχαν με μηχανάκια, έκαναν ιππασία. Tους άρεσαν επίσης οι ίδιες ταινίες και πολλά βράδια έβλεπαν στο παλάτι κωμωδίες με τους Λουί ντε Φινές, Xοντρό - Λιγνό, Tζέρι Λούις, Mπομπ Xόουπ, ή ιστορικές και πολεμικές ταινίες.

Oι πιο δύσκολες ώρες

Tο Nοέμβριο του 1979 ο Σάχης και η Φαράχ παίρνουν το δύσκολο δρόμο της εξορίας. H ισλαμική επανάσταση του Aγιατολάχ Xομεϊνί είχε πετύχει. O Σάχης αναζητούσε τώρα καταφύγιο. Ήταν βαριά άρρωστος (από λευχαιμία) και η Φαράχ απελπισμένη. H επάρατος ήταν πια μεγαλύτερη απειλή κι απ’ τους κυνηγούς κάθε τύπου που είχε εξαπολύσει ο Xομεϊνί. Στις 27 Iουλίου 1980 απεβίωσε στο Kάιρο.

Mικρές πριγκίπισσες

Η Φαράχ σήμερα ζει ανάμεσα στην Ουάσινγκτον και το Παρίσι και κάθε χρόνο επισκέπτεται το Κάιρο για το μνημόσυνο του Σάχη. Λατρεύει τις τρεις εγγονές της, τις πριγκίπισσες – κόρες του γιού της διαδόχου Ρεζά. Τους μιλά για την πατρίδα που δεν γνώρισαν ποτέ και τους μαθαίνει τι πρέπει να κάνει μία για να γίνει καλή βασίλισσα.

Η μοίρα όμως στάθηκε σκληρή για την οικογένεια. Το 2001 η κόρη της Λεϊλά αυτοκτονεί παίρνοντας υπερβολική δόση αντικαταθλιπτικών χαπιών και στις 5/1/2011 ο γιος της Αλί Ρεζά Παχλεβί αυτοκτονεί με αυτοπυροβολισμό, στο σπίτι του στις ΗΠΑ. Την είδηση ανακοίνωσε στην ιστοσελίδα του ο πρωτότοκος αδελφός του, ο Ρεζά, με τα παρακάτω λόγια: «Με μεγάλη θλίψη ενημερώνουμε τους συμπατριώτες μας για το θάνατο του πρίγκιπα Αλιρεζά Παχλεβί. Όπως εκατομμύρια νεαρών Ιρανών είχε βαθιά συγκλονιστεί από όλα τα δεινά που πλήττουν την προσφιλή πατρίδα του, καθώς επίσης και από το βάρος της απώλειας του πατέρα και της αδελφής μας κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής του.»

n

AYTOBIOΓPAΦIA. 
Tα απομνημονεύματα της Φαράχ έγιναν μπεστ σέλερ στη Γαλλία (250.000 αντίτυπα) και «σαμιζντνάτ» στην πατρίδα της (στα ελληνικά κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΦEPENIKH).

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice