Το σύνδρομο της Στοκχόλμης

Η γυναίκα του έχει το πλεονέκτημα της καθημερινής επαφής κι εγώ της άφθαρτης οπτασίας

Πέρασαν 6 μήνες σχεδόν, που μετριούνται σε τσιγάρα, ποτά και ανείπωτο πόνο. Εγώ εδώ στο σημείο μηδέν και εκείνος σε ένα άλλο κεφάλαιο που περιλάμβανε το ξεκίνημα μία νέας ζωής κάτω από τη στέγη της έννοιας «αποκατάσταση». Αδυνατώ να θυμηθώ πόσες φορές αποφάσισα να τον πληρώσω με το ίδιο νόμισμα. Να παντρευτώ κι εγώ κάποιον που δεν αγαπάω, απλώς για να δω τον τρόμο της απώλειας στο βλέμμα του.

Κάπου εκεί λοιπόν, μετά από τόσο λίγο καιρό από τους όρκους αγάπης που έδωσε-στην όποια άτυχη τους εισέπραξε- ο καιρός έβαλε φωτιά στα ξερόχορτα του τίποτα. Του τίποτα που πήρε τη θέση του έρωτα, των προοπτικών και της επιθυμίας. Έμαθα να πιστεύω ότι δεν ήμουν σημαντική για εκείνον και συνέχισα τη ζωή μου παρά τις όποιες δυσκολίες. Έθαψα κάτω από τόνους χωμάτινης μνήμης όσα με πόνεσαν, την εικόνα του στα σκαλιά της εκκλησίας να περιμένει κάποια άλλη, την προδοσία, το ψέμα, το γκρέμισμα των ονείρων μου.

Μέρος της τελετουργίας που κάνουμε για να ξεπεράσουμε κάποιον είναι να καταφύγουμε σε αφορισμούς. Να πούμε ότι δεν ήταν έρωτας τελικά, ήταν ένας μύθος που είχαμε ανάγκη να αγκαλιάσουμε, μία κοροϊδία που αγαπήσαμε γιατί ήμασταν μεθυσμένοι, μία σεξουαλική επιθυμία που κατέβαλε εκτός από το κορμί και το μυαλό.

Όμως λίγο πριν τα Χριστούγεννα, ο Απόλυτος ξαναχτύπησε. Μου έστειλε μήνυμα που μου ζητούσε να βρεθούμε, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι είχε πάρει άδεια από τη δουλειά του άρα θα είχαμε χρόνο για εμάς. Ύστερα μου ζήτησε να έλθει σπίτι μου για καφέ. Αρνήθηκα ευγενικά, αλλά πρώτη φορά στη ζωή μου ένιωθα τόσα συναισθήματα μαζί. Και κάπου μέσα σε όλο αυτό το σκοτεινό πλέγμα μία σχεδόν ανεπαίσθητη ελπίδα σαν αχτίδα φωτός σε υπόγειο. Όμως εγώ που ήμουν τόσο κατασταλαγμένη σε όλη μου τη ζωή, δεν ήξερα ποιο συναίσθημα έπρεπε να πρυτανεύσει.

Η λογική που μου έλεγε ότι είναι παντρεμένος άρα με θέλει για περιστασιακό σεξ; «Σε έχασε και το ξέρει. Θέλει απλώς να δοκιμάσει αν μπορεί να σε έχει ξανά» επαναλάμβανε η φωνή της λογικής δυνατά στο αυτί μου. Ο θυμός μου, που με κάνει να θέλω να τον βρίσω με τα χειρότερα λόγια του κόσμου, ίσως και να τον χαστουκίσω; Η απογοήτευση που μου θυμίζει ότι κοιμάται με μία άλλη τα βράδια και επέλεξε να την παντρευτεί για κάποιους λόγους που δεν γνωρίζω; «Τι πιθανότητες δίνεις να μη σε πουλήσει ξανά, αν γυρίσει;» τόνισαν οι φίλοι. Ανύπαρκτες. Τόσο απειροελάχιστες που αν ήταν ποδοσφαιρικός αγώνας και υπήρχε ανατροπή στο σκορ, θα γινόμασταν όλοι ζάμπλουτοι. Τόσο λίγες που αν όλοι εσείς, που διαβάζετε αυτή τη στήλη, ποντάρετε αύριο το πρωί σε μία επανασύνδεση και ένα happy end, θα κλείσουμε τον Elton John για μία γαμήλια συναυλία με τα χρήματα που θα μαζέψουμε!

Βαθιά μέσα μου ήξερα γιατί γύρισε. Για την εξουσία του έρωτα. Αυτή που σε κάνει να νιώθεις ότι έχεις την αποκλειστική ευθύνη για το χαμόγελο ενός άλλου ανθρώπου. Κι όταν εμφανιστεί ένας άλλος και κλέψει αυτό που εσύ θεωρούσες δικό σου, αντιδράς σαν κακομαθημένο παιδί που του πήραν το παιχνίδι του. Τις νύχτες όμως έπιασα τον εαυτό μου να αισθάνεται απίστευτη επιθυμία, και το γεγονός ότι ήταν παράνομη την έκανε ακόμη πιο διεγερτική. Τον σκεφτόμουν να μου κάνει έρωτα και να με αγκαλιάζει. Ύστερα να γυρνάει σπίτι του και να ανοίγει το ψυγείο αδιαφορώντας για την ύπαρξη της άλλης, ανοίγοντας την τηλεόραση για να αποφύγει να της μιλήσει και έχοντας αυτό το ενοχικό βλέμμα που μπορούσε να καταστρέψει το όνειρο της κυρίας Κοκοβίκου σε χρόνο dt, όπως αυτή κατέστρεψε (άθελά της) το δικό μου.

«Έχεις το σύνδρομο της Στοκχόλμης χωρίς αμφιβολία» παρατήρησε η φίλη μου η Π. «Δηλαδή σε έχει βασανίσει τόσο πολύ, αλλά εσύ νομίζεις ότι ήταν αγάπη και τον δικαιολογείς, γιατί αδυνατείς να πιστέψεις ότι ήταν τόσο κακός». «Μα είσαι τόσο όμορφη. Γιατί να σε χάσει από το σεξ επειδή έκανε το λάθος να παντρευτεί;» τόνιζε ο φίλος μου ο Α. και ταυτόχρονα αναστέναζε για τη δική του θλιβερή σεξουαλική ζωή με τη γυναίκα του, που τον έχει κάνει τόσο δυστυχισμένο ώστε να πίνει κάθε βράδυ.

«Μα, όχι! Δεν είναι αυτό» απάντησα με τη σιγουριά μεγαλοεπιστήμονα που ξέρει ότι προτάθηκε για Νόμπελ. Είναι αυτό το γαμημένο ένστικτο που μας κάνει να αγαπάμε ανθρώπους με ελαττώματα αλλά να ερωτευόμαστε ανεκπλήρωτους μύθους. Κι εγώ είμαι ένας τέτοιος μύθος, που δεν έχει δει αμακιγιάριστο, τσαλακωμένο, πληγωμένο, με τις πιτζάμες ή άρρωστο. Η γυναίκα του έχει το πλεονέκτημα της καθημερινής επαφής κι εγώ της άφθαρτης οπτασίας. Κι αυτή η φαντασίωση δεν έχει καταστρέψει μόνο γάμους αλλά και ζωές ολόκληρες.

Όμως δεν είμαστε στον δικό του εγκέφαλο για να ξέρουμε ποιο ημισφαίριο αναστωτήθηκε στη σκέψη ότι δεν είμαι πια εκεί. Στο δικό μου πάλι, υπήρχε μόνο ένα ερώτημα: πόσο ανήθικη μπορώ να γίνω για κάτι που αγάπησα τόσο; Λίγο ή πολύ; Πάμε στοίχημα πόσο;

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice