Ράντι Γκέρμπερ: Ο αυτοδημιούργητος δισεκατομμυριούχος σύζυγος της Σίντι Κρόφορντ
Με κορμί για τρέλες και μυαλό για μπίζνες, είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση επιχειρηματία
Ράντι Γκέρμπερ: Ο αυτοδημιούργητος δισεκατομμυριούχος σύζυγος της Σίντι Κρόφορντ είναι μια ενδιαφέρουσα περίπτωση επιχειρηματία.
Είναι σίγουρο το λιγότερο αναγνωρίσιμο μέλος της τετραμελούς οικογένειας Γκέρμπερ. Όταν μαμά είναι η Σίντι Κρόφορντ και παιδιά η Κάια και ο Πρίσλεϊ Γκέρμπερ, ο μπαμπάς Ράντι περνάει σε τέταρτη μοίρα. Και όμως, κάτι τέτοιο είναι άδικο, γιατί ο καψερός ο Ράντι δεν έχει καταφέρει λίγα πράγματα στη ζωή του με σκληρή δουλειά. Δεν κληρονόμησε τίποτα, δεν του χαρίστηκε τίποτα. Ο τύπος είναι η επιτομή του αυτοδημιούργητου! Ας δούμε όμως μερικές από τις σημαντικότερες επιτυχίες του σε αυτήν τη ζωή, πέρα από το ότι κατάφερε να τον ερωτευτεί η θεάρα η Σίντι.
Η περιουσία του υπολογίζεται σε κάποια δισεκατομμύρια. Εντάξει, δεν ορίζεται επακριβώς, αλλά τον έχει τον τρόπο του. Ο Ράντι Γκέρμπερ ξεκίνησε ασχολούμενος με τη φιλοξενία και τα ξενοδοχεία. Παιδί μεσοαστικής οικογένειας από το Κουίνς, δούλεψε σκληρά για να πετύχει όσα πέτυχε. Μετά τη φιλοξενία ασχολήθηκε με τη νύχτα. Βρίσκεται πίσω από μερικά από τα πιο cool μπαρ της Αμερικής, και αυτοί που παρακολουθούν τις δουλειές του λένε πως έχει το ταλέντο να οσμίζεται τι θέλει ο κόσμος και του το προσφέρει.
Η πετριά με το κλάμπινγκ τον χτύπησε πολύ νωρίς, σε ηλικία 13 χρονών. Με όπλα του την εξαιρετική ομορφιά του και μια πλαστή ταυτότητα, κατόρθωνε να μπαίνει στο ιστορικό Studio 54 και να βιώνει τη μυθική του ατμόσφαιρα. Εκεί γνώρισε και έναν από τους ιδιοκτήτες του Studio 54, τον Ίαν Σρέιτζερ, ο οποίος θα έπαιζε στη συνέχεια σημαντικό ρόλο στην επαγγελματική του ανέλιξη (τον έψησε να ανοίξει το πρώτο του μπαρ και στη συνέχεια έγιναν συνέταιροι).
Όπως η γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, ο Ράντι Γκέρμπερ δούλεψε κάποια χρόνια ως μοντέλο. Περιπλανόμενος στους δρόμους της Νέας Υόρκης ή χορεύοντας στο Studio 54, ο ψηλός και ευειδής έφηβος δεν πέρασε απαρατήρητος από τους κυνηγούς μοντέλων και συγκεκριμένα ενός φωτογράφου. Στήθηκε μπροστά στην κάμερά του και λίγο καιρό αργότερα δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από το πρακτορείο μοντέλων Ford. «Μου είπαν ότι μπορούσα να ταξιδεύω και να κερδίζω κάποια αξιοπρεπή χρήματα», δήλωσε σε συνέντευξή του στο βρετανικό GQ. «Δηλαδή, γιατί να μην υπογράψω;». Έλα ντε; Δούλεψε, μεταξύ άλλων, για την Benetton, αλλά κάποτε διαπίστωσε πως το μόντελινγκ δεν τον γέμιζε. Ασχολήθηκε με τις μουσικές και τηλεοπτικές παραγωγές, ώσπου αποφάσισε να ανοίξει ένα μπαρ στη Νέα Υόρκη.
Το The Whisky μπαρ ήταν κάτι περισσότερο από ένα μέρος για να πιεις ένα καλό ποτό. Ήταν ένα μέρος όπου όλοι πήγαιναν για να τους δουν. Μερικά τραπέζια, μερικοί καναπέδες και πολυθρόνες, ένα μακρύ μπαρ από μαόνι και αρκετά ψηλά σκαμπό δημιουργούσαν κάτι ανάμεσα σε μπαρ και κλαμπ. Η επιτυχία του Whisky εγκαινίασε μια επιτυχημένη σχέση μεταξύ του Γκέρμπερ και του Σρέιτζερ, οι οποίοι άνοιξαν πολλά ακόμη διάσημα μπαρ μαζί, συμπεριλαμβανομένου του Skybar στο Λος Άντζελες.
Σε κάποια φάση, η Gerber Group του Ράντι βρισκόταν πίσω από 37 μπαρ και εστιατόρια σε 17 πόλεις της Αμερικής. Είχε το άγγιγμα του Μίδα και ό,τι άνοιγε πήγαινε τρένο; Η Σίντι Κρόφορντ δίνει μια λιγότερο μεταφυσική εξήγηση. Λέει ότι ο Ράντι είναι τελειομανής, φροντίζει κάθε στοιχείο του μαγαζιού του και κυρίως φροντίζει όλοι όσοι μπαίνουν στις επιχειρήσεις του να νιώθουν πραγματικά άνετα, «σαν το σπίτι τους». Έτσι το μέλημά του είναι όχι μόνο τα καθίσματα ή ο φωτισμός, αλλά οι μυρωδιές, το προσωπικό, οι στολές του προσωπικού, τα σκεύη, τα παγάκια, οι φρέσκοι χρυμοί: όλα πρέπει να είναι τέλεια!
Ο Ράντι είναι συνέταιρος και με τον Τζορτζ Κλούνεϊ. Μια μέρα ο ηθοποιός πήγε στο μπαρ του Ράντι για να πιει ένα ποτάκι. Οι δύο άντρες γνωρίστηκαν, μίλησαν, συζήτησαν, έγιναν φίλοι. Άρχισαν να κάνουν από κοινού ό,τι κάνουν οι πλούσιοι και διάσημοι, να παίζουν γκολφ, να ταξιδεύουν, να κουμπαριάζουν (Ο Ράντι πάντρεψε τον Τζορτζ). Μετά έχτισαν εξοχικά δίπλα δίπλα στο Μεξικό και μπήκαν στην ποτοπαραγωγή. Για δύο χρόνια πειραματίστηκαν, ώσπου έφτιαξαν την τεκίλα Casamigos κατά τα δικά τους γούστα, «απαλή και να μην καίει». Τελικά πούλησαν το brand και εισέπραξαν περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια, ποσό διόλου ευκαταφρόνητο.
Κι επειδή στην Αμερική οι πλούσιοι επιχειρηματίες δεν ονομάζονται πια «πλούσιοι επιχειρηματίες», αλλά «φιλάνθρωποι», ο Ράντι Γκέρμπερ τις κάνει τις φιλανθρωπίες του. Μαζί με τη Σίντι, αφιερώνουν χρόνο, χρήμα, προσωπικά αντικείμενα για δημοπρασίες αλλά και διαθέτουν τα μπαρ τους για διάφορους φιλανθρωπικούς σκοπούς. Επίσης, στα εστιατόριά του ταΐζει συχνά άστεγους και αναξιοπαθούντες από την εποχή του covid και μετά.
Η συμβουλή του για όσους θέλουν να κρατήσουν ζωντανό τον έρωτα για τον σύντροφό τους: «Είναι σημαντικό στις σχέσεις να παραμείνουμε φίλοι. Βγείτε έξω, διασκεδάστε, γελάστε και προσπαθήστε να μην πάρετε τη ζωή πολύ στα σοβαρά».