Στο Santo Stefano di Sessanio, ένα μαγευτικό χωριό στο Abruzzo της Ιταλίας
Όταν ο Μινώταυρος συνάντησε το pacman, τα aliens και τη Χιονάτη
Στον μεταξένιο κόσμο των μαντιλιών της Λούλας Λεβέντη
Γνώρισα τη Λούλα Λεβέντη μέσω των social media. Το πρώτο που με τράβηξε ήταν ο εμπορικός της τίτλος: «A Totem fur Elita». Το δεύτερο ήταν η ίδια η δουλειά της ‒ είχα πέσει σε ένα θησαυρό καθώς έβλεπα να ανοίγουν μαντήλια με σχέδια από τη μυθολογία μας σε υπέροχα χρώματα και σχέδια τόσο σύγχρονα. Ένα twist που εξακόντιζε την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό μας στο μέλλον.
«A totem fur elita». Πώς προέκυψε;
Η Ελίτα είναι μια υπαρκτή έμπνευση∙ ένας δικός μου άνθρωπος που ένα βράδυ, πριν περίπου τρία χρόνια, μου «σέρβιρε» τη λέξη Τοτέμ όταν της περιέγραψα την ιδέα με τα μαντήλια. Μετά πρόσθεσα την πρόθεση «για» ‒στα γερμανικά für‒ και το όνομά της. Ήθελα να δημιουργήσω-παράξω κάτι που να είναι πολύτιμο τόσο σε συμβολικό επίπεδο (ως ιστορία), όσο και ως υλικό ‒ γι' αυτό επέλεξα και το μετάξι ως καμβά αποτύπωσης. Στο όνομα «Ελίτα» είναι ο εκάστοτε σημαντικός ‒για τον καθένα‒ παραλήπτης.
Λούλα Λεβέντη. Μου αρέσει η παρήχηση του λάμδα στο όνομά σου. Είσαι κυρίως φωτογράφος ή επιχειρηματίας; Πώς έμπλεξες αυτά τα δυο;
Όπως ακριβώς κάνουν παρέα τα λάμδα στο ονοματεπώνυμό μου, έτσι και η φωτογραφία συνδυάζεται με την επιχειρηματικότητα. Μόνο που εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, πιο απαιτητικά και η μεταξύ τους «παρήχηση» δεν είναι και τόσο εύηχη. Πρακτικά υπάρχει μεγάλος βαθμός δυσκολίας στην ενορχήστρωσή τους και σίγουρα κάτι χάνεις, κάτι κερδίζεις ‒ προϋπόθεση όμως είναι ότι εργάζεσαι πολύ σκληρά και για τα δύο. Το «επιχειρείν» είναι πολύ δύσκολο πράγμα, ειδικά αν κάποιος δεν είχε μια σχετική γνώση και προϋπηρεσία ως επιχειρηματίας. Το να δημιουργείς έναν κόσμο φαντάζει κάτι όμορφο, δημιουργικό (μπλα μπλα μπλα...) και σίγουρα είναι. Το να πρέπει να πουλήσεις αυτό τον κόσμο εκεί έξω, όμως, είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα. Σχεδόν τίποτα δεν σε προετοιμάζει γι' αυτό, άρα πρέπει να εργάζεσαι σε πάρα πολλά και διαφορετικά επίπεδα, να μη χάνεις την αυτοκυριαρχία σου και την υπομονή σου αν θέλεις να δεις φως το τούνελ. Στη σύγχρονη Ελλάδα μοιάζει με έναν αγώνα αντοχής, ειδικά όταν μόνος σου στηρίζεις και οδηγείς την επιχείρησή σου.
Όσο για τις εικονογραφήσεις που φέρουν τα μαντήλια, αφορμή ήταν μια έκθεση που είχε να κάνει με την επανεφεύρεση του ελληνικού σουβενίρ στο μουσείο Μπενάκη ‒ εξάλλου παράλληλα πάντα με τη δουλειά μου ως φωτογράφος μυστηρίων και εκδηλώσεων ήμουν και δραστηριοποιούμενη στο κομμάτι των εικαστικών εκφάνσεων της τεχνικής εικόνας, γνωστής ως visual art.
«Fresh Rise»: Στη συγκεκριμένη σύνθεση ένα νησί κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας σχηματισμένο από υβριδικά θαλάσσια ζώα, από πολιτιστικά αντικείμενα και σύμβολα αρχαίων πολιτισμών, στέκεται ως μια άλλη Ατλαντίδα μόνο και μόνο για να υπαινιχτεί ειρήνη, συνοχή και να υπενθυμίσει να μη συμμετέχουμε στη δημιουργία ‒όσο είναι δυνατόν‒ υλικών ή συναισθηματικών απορριμμάτων. Φυσικά είναι πλασμένο έτσι ώστε να δεχθεί και άλλες ερμηνείες ‒ μια από αυτές θα μπορούσε να είναι το γεγονός πως οι άνθρωποι θα μπορούσαν να έρθουν πιο κοντά μέσα από απροσδόκητους τρόπους!
Είναι μια έξυπνη ιδέα τα θεματικά σου μαντήλια. Είναι σπουδαίος ο τρόπος που παντρεύεις την ελληνική μυθολογία με επίκαιρα θέματα και λεκτικά μότο, την επιστημονική φαντασία με την παιδικότητα. Πώς κέρδισες αυτή την (απενοχοποιημένη) ελευθερία;
Η αφήγηση, όπως και η παραγωγή οπτικών λογοπαιγνίων ‒δυο ξεχωριστά συνειρμικά περιεχόμενα που γίνονται εικόνα‒, συνδέονται και παρουσιάζονται ως ένα, σε δυο λειτουργικά πλαίσια. Αποτελούν τη δική μου, ας πούμε, γραμματική όταν πρόκειται να φτιάξω μια σύνθεση. Τα ερεθίσματα είναι πολλαπλά. Αυτό που έχει σημασία σε αυτή τη διαδικασία είναι η χαλάρωση, το να αφήσεις τον έλεγχο και να «αδιαφορήσεις» λίγο για τους κανόνες της «κοινής λογικής», να ονειροπολήσεις κάπως φωναχτά ή, αν θέλεις, οπτικά. Είμαστε τυχεροί διότι η κουλτούρα μας μάς προμηθεύει με χιλιάδες τέτοια, ερεθίσματα είτε από τη μυθολογία είτε από την ιστορία. Και βέβαια αυτό δεν συμβαίνει μόνο με τον ελληνικό πολιτισμό αλλά και με όλους τους αρχαίους πολιτισμούς, που προσφέρουν ένα αδιάκοπο συμπόσιο για να τραφούμε πνευματικά και να γεμίσουμε με αντίστοιχα κίνητρα. Εικονογραφικά δεν θα μπορούσε παρά να υπάρχει πάντρεμα του χθες με το σήμερα ‒ εφόσον είμαστε κατ' ουσία φορείς του σήμερα. Το σήμερα της σύγχρονης Ελλάδας «προσφέρει» πάρα πολλές δυσκολίες και η δυσκολία πολλές φορές γίνεται αφορμή για να εξελιχθείς ‒όταν δεν είναι απροσπέλαστη‒ και να φτιάξεις έναν καμβά που να αντικατοπτρίζει το σήμερα μέσα από το χθες ή και το αντίστροφο. Τα λεκτικά μότο, που προκύπτουν κατά τη διάρκεια των περισσότερων εικονογραφήσεων και χρησιμοποιούνται ως διάκοσμος στην επιφάνεια των μαντηλιών, χαρίζουν νέες νοηματοδοτήσεις σε σχέση με τον μύθο ή την ιστορία που διαπραγματεύεται το κάθε μαντήλι. Προσδίδουν έτσι μια νέα ερμηνεία ή ακόμα και μια συμπληρωματική που να ανανεώνει το μήνυμα και να απευθύνεται στον σύγχρονο άνθρωπο.
Βρίσκουν ανταπόκριση στο ξένο κοινό; Προσωπικά απαντώ θετικά γιατί έχω κατάστημα και έχω πουλήσει τα μαντήλια και τις εσάρπες σου. Δώσε μας το δικό σου feedback...
Το καλοκαίρι του 2015 στο πρώτο «δειλό» εμπορικό χρόνο αυτού του εγχειρήματος, έτυχε να είμαι παρούσα σε πώληση, στο Pocket Gallery στην Νάξο, που μόλις είχα πάει να δείξω τη δουλειά μου. Όντας τυλιγμένη με ένα άλλο είδος «εσάρπας», αυτή της αγωνίας και του άγχους απόδοσης, έγινα μάρτυρας του τι ενθουσίασε τις δυο Ιταλίδες που φάνηκε να οικειοποιήθηκαν αμέσως τις δικές μου πραγματικές εσάρπες. Ήταν τα ζωηρά χρώματα και τα σχέδια που τις κινητοποίησαν. Εγώ προθυμοποιήθηκα να τους αφηγηθώ και την ιστορία πίσω από αυτά, αλλά εκείνες διακατέχονταν ήδη από εκείνο το είδος της βιασύνης που, όταν σου αρέσει κάτι, το θέλεις αμέσως, αδιαφορώντας για τις λεπτομέρειες που το συνοδεύουν.
Οι συνεργάτες μου μιλούν για έναν συνδυασμό πραγμάτων που μπορεί να έλξει τον εκάστοτε πελάτη-θεατή: από τη σύνθεση μέχρι την ιστορία που κρύβει η σύνθεση και με την οποία ο θεατής μπορεί να αποκτήσει ένα ξεχωριστό είδος σύνδεσης, ή τα χρώματα που μπορεί να ταιριάζουν στο ενδυματολογικό του ρεπερτόριο ‒ μιλάμε πάντοτε για ένα αξεσουάρ. Κάποιες φορές παίζει ρόλο και το γεγονός πως μέχρι στιγμής πρόκειται για ένα ολότελα ελληνικό προϊόν με μετάξι από το Σουφλί.
Πρόσφατα συμπεριέλαβαν τη δουλειά σου στο Beware Greece, μια έκθεση στις Βρυξέλλες που αναφερόταν στο Greek design και επιχειρηματικότητα, υπό την αιγίδα της ελληνικής αντιπροσωπείας στις Βρυξέλλες και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Αισθάνεσαι το κράτος αρωγό σε αυτή τη δραστηριότητα ή ήταν μια τυχαία ευχάριστη στιγμή;
Η έκθεση «Beware of Greeks» ήταν μια πρωτοβουλία της ανεξάρτητης ευρωβουλευτού Σοφίας Σακοράφα να γνωρίσει στο Ευρωπαϊκό κοινό, στον χώρο του Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, εκφάνσεις του σύγχρονου ελληνικού design αλλά και της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Πέρα από αυτό ήταν ιδιαίτερα τιμητικό όσο και ασυνήθιστο να παρουσιάσω τη δουλειά μου σε ένα τέτοιο περιβάλλον. Το ανεκτίμητο της υπόθεσης ήταν ότι ήρθα σε επαφή με ιδιαίτερα αξιόλογους δημιουργούς, που ήδη θαύμαζα πολύ, όπως η Μαρία Όλγα Βλάχου, η Σοφία Παπακώστα, η Χριστίνα Σκουλούδη, ο Στέργιος Φωτιάδης, ο Δημήτρης Παπαγεωργίου. Το ακόμα πιο ανεκτίμητο της υπόθεσης είναι ότι εκτός από φοβεροί δημιουργοί είναι και καταπληκτικοί άνθρωποι. Η αρμονική αλλά και άκρως διασκεδαστική μεταξύ μας συνεργασία-συνύπαρξη ήταν και είναι ένα ανεκτίμητο δώρο! Η χαρά μας πολλαπλασιάστηκε βλέποντας το ενδιαφέρον του ευρωπαϊκού κοινού να γνωρίσει όσο περισσότερα μπορούσε για τα έργα που παρουσιάσαμε.
Αν οι άνθρωποι που έχουν τη δυνατότητα, πλαισίωναν συχνότερα τους έλληνες δημιουργούς-επιχειρηματίες με αντίστοιχες πρωτοβουλίες, όπως αυτή της κυρίας Σακοράφα, νομίζω πως πέρα από «ένεση» αυτοπεποίθησης για το τι μπορούν να πετύχουν-χτίσουν οι ίδιοι οι δημιουργοί, θα ήταν κάτι ιδιαίτερα εποικοδομητικό για την επίτευξη της ελληνικής επιχειρηματικής εξωστρέφειας που τόσο έχουμε ανάγκη.
Σε σχέση με την τέχνη σου τι είναι αυτό που σε κινητοποιεί;
Θεωρώ πολύ σημαντικό να μπορεί κανείς να πάρει απόσταση από αυτό που κάνει ώστε να διακρίνει καθαρότερα την υπό διαμόρφωση πορεία του. Νομίζω ότι ένα προϊόν ή ένα εικαστικό αντικείμενο είναι σαν να δημιουργείς ένα σημείο όπου συναντώνται δύο δρόμοι. Ο ένας δρόμος είναι αυτός που έχει διανύσει ο δημιουργός ‒τις περισσότερες φορές θυμίζει μεγάλο αγώνα αντοχής, αλλά παρά τις αντιξοότητες έχει καταφέρει να δώσει σάρκα και οστά στο όραμά του‒, και ο άλλος ανήκει στον δυνητικό αγοραστή. Δύο κόσμοι συναντιούνται σε ένα αντικείμενο -προϊόν. Αυτή η συνάντηση είναι πολύ σημαντική γιατί και οι δύο θα καταναλώσουν πολύτιμες συνιστώσες: χρόνο, χρήμα και ψυχικό δυναμικό.
Σεβόμενη αυτού του είδους τη σχέση-συνάντηση, είναι σημαντικό αυτό που φτιάχνεις να πηγάζει από εσένα, να έχει την αλήθεια σου. Η κινητήριος δύναμη είναι η δυνατότητα να μπορείς να προσφέρεις μια εμπειρία ξεχωριστή και αυτό απαιτεί προσπάθεια, γνώση, μεράκι, θυσίες και, κατά τη γνώμη μου, δεν μπορεί να προκύπτει μόνο ως ανάγκη έκφρασης, πρέπει πάντα να δοκιμάζεται, να βελτιώνεται, να τελειοποιείται για να συναντήσει τον παραλήπτη του.
Τι σιχαίνεσαι να ακούς;
Είναι παράξενο να ακούς συχνά τη φράση «Τι ωραία που κάνεις κάτι δημιουργικό, κάτι που αγαπάς». Όταν το ακούω, σκέπτομαι ότι ακόμα και αν είναι έτσι, συνεχίζει να είναι μια δουλειά όπως κάθε άλλη, την οποία αγωνιάς αν θα μπορείς να την έχεις και αύριο, στην οποία πρέπει να μαθαίνεις, να προσπαθείς, να παράγεις, να γίνεσαι καλύτερος, να πληρώνεις τους λογαριασμούς σου και να έχεις τις απολαβές σου.
Τι αγαπάς και τι θαυμάζεις;
Αγαπώ και θαυμάζω τη γνησιότητα, τις καλές προθέσεις, την ενσυναίσθηση όπου κι αν αυτή βρίσκεται. Αγαπώ τα ιταλικά τραγούδια του ΄50-60, τα παιχνίδια που πουλάνε στα περίπτερα, να περνάω χρόνο με τον ανηψιό μου Κωνσταντίνο και με τους ανθρώπους μου. Αγαπώ την «κρουαζιέρα» στη χαρά της στιγμής! Θαυμάζω όσους δουλεύουν στην καθαριότητα ‒ειδικά εκείνους που πρέπει να καθαρίσουν τις ακαθαρσίες των άλλων‒ και αυτούς που μαγειρεύουν καλά! Εκείνους που παλεύουν με τους δαίμονές τους και στο τέλος της ημέρας έχουν να μοιραστούν ένα αστείο, μια σαχλαμάρα ή να πουν μια καλή κουβέντα στο διπλανό τους. Αυτούς που πέφτουν και βρίσκουν τη δύναμη να ξανασηκωθούν.
Τι ερωτεύεσαι;
Ερωτεύομαι το ταιριαστό σε εμένα απροσδιόριστο του άλλου. Αλλά και τον έρωτα per se (τον ίδιο τον έρωτα). Είναι ο μόνος τελικά που καταφέρνει να επιβιώσει όταν οι συμμετέχοντες στην πλοκή του έχουν φθαρεί και είναι πια εκτός δράσης. Εκείνος μοιάζει άφθαρτος, αναλλοίωτος, σαν ένα πολυτελές βελούδινο πορφυρό ανάκλιντρο που, ενώ εκατομμύρια έχουν καθίσει πάνω του, δείχνει ανενόχλητο, διατηρώντας το χρώμα του, την υφή του και την αίγλη του. Ο Έρωτας είναι αναγκαιότητα που αναβοσβήνει, αν σκεφτούμε ότι η επιθυμία δημιουργείται συχνά-πυκνά με την έλλειψη∙ ο έρωτας ανατέλλει ακριβώς τη στιγμή του «αναβοσβησίματος». Νιώθω να είναι μια έντονη εξουσία της στιγμής που, όταν συμβαίνει, είναι σχεδόν αδύνατο ‒και δεν πρέπει‒ να αρνηθείς ή να αντισταθείς, είτε πρόκειται για άνθρωπο, είτε για κατάσταση, είτε για συνθήκη.
Είναι πρόκληση, αλλά και μαγεία, να μπορείς να διατηρήσεις όλες αυτές τις εξουσίες των στιγμών που έχουν κυρίως την ιδιότητα να ξεγλιστρούν, ώστε να πετύχεις και διάρκεια αυτής της αίσθησης. Κάποιες φορές συνδέω τον έρωτα με αυτό που τόσο ωραία και ποιητικά είπε ο
Baudrillard: «Έχουμε κάθε λόγο να ανοίξουμε αυτό που δεν οδηγεί πουθενά!» μ' ένα δικό μου μότο «Eros as a hero in the crowd of everydayness».