Και πώς να τα εντάξεις στην γκαρνταρόμπα σου
Les Zazous: H πολύχρωμη φυλή της γαλλικής αντίστασης
Μια μποέμ στιλιστική επανάσταση στη Γαλλία των 40s
Το κίνημα των zazou έγραψε στιλιστική αλλά και αντιστασιακή-αντιναζί ιστορία στο Παρίσι των 40s.
Τον Ιούνιο του 1940 τα γερμανικά στρατεύματα κατέλαβαν το Παρίσι. Η πόλη παραδόθηκε αμαχητί, οι κάτοικοι κλειδώθηκαν στα σπίτια τους και οι κατακτητές παρέλασαν σε έρημους δρόμους. Η γαλλική κυβέρνηση δικαιολογήθηκε ότι παρέδωσε την πρωτεύουσα της χώρας χωρίς αντίσταση για να μη γίνει μεγαλύτερη καταστροφή, όπως στη Βαρσοβία. Σε μερικές ημέρες ο Χίτλερ φωτογραφιζόταν καμαρωτός μπροστά στον Πύργο του Άιφελ.
Το άλλοτε φωτεινό και εύθυμο Παρίσι, παραδομένο και παθητικό, ζούσε ημέρες μιζέριας και σκότους. Εκτός από τις ρατσιστικές εκδιώξεις, τις καθημερινές αεροπορικές επιδρομές, τη συσκότιση και τον φόβο, οι Γερμανοί είχαν επιβάλει δελτίο στα τρόφιμα και στα υφάσματα. Και όχι μόνο. Είχαν θέσει σε ισχύ και την απαγόρευση κάθε «εκφυλισμένης μουσικής», δηλαδή της τόσο δημοφιλούς στο Παρίσι του Μεσοπολέμου αφρο-αμερικάνικης τζαζ, την οποία σιχαίνονταν και αποκαλούσαν «μουσική της ζούγκλας».
Όμως η μποέμ ψυχή κάποιων νεαρών παριζιάνων δεν θα συμμορφωνόταν το ίδιο εύκολα με τους ενήλικες πολίτες της χώρας τους. Μια στασιαστική swing σκηνή πιτσιρικάδων ξεφύτρωσε στις παρυφές του Quartier Latin: Η πολύχρωμη φυλή των zazou.
«Μόνο δυο πράγματα έχουν σημασία: ο έρωτας, κάθε είδους έρωτας με κάθε είδους ωραία κορίτσια και η μουσική του Duke Ellington, η αυθεντική jazz. Τίποτ’ άλλο δε μετράει, γιατί τα υπόλοιπα είναι άσχημα».
Αυτή ήταν περίπου η ιδεολογία των zazou κατά τα γραφόμενα του εικοσάχρονου Boris Vian που συμμετείχε σε αυτήν την παρέα μαζί με τη συνομήλικη σύζυγό του, Michel. Ο Boris Vian έπαιζε τρομπέτα από δεκαέξι ετών και ήταν εντελώς κολλημένος με την jazz, πολύ πριν γίνει ο διάσημος συγγραφέας του βιβλίου-βόμβα «Θα φτύσω στους τάφους σας» (1946).
Οι zazou ζούσαν μόνο για την jazz και το swing. Έστηναν μυστικά πάρτι σε υπόγεια, όπου έπαιζαν τους απαγορευμένους δίσκους τους, έπιναν μπίρα με γρεναδίνη (κοκτέιλ δικής τους επινόησης) και χόρευαν, φλέρταραν, κουντούρντιζαν σαν να μην υπάρχει αύριο. Προέρχονταν απ’ από όλες τις φυλές ή τις κοινωνικές τάξεις και αυτό που τους απασχολούσε κυρίως ήταν το στιλ τους. Τα ρούχα τους τα έραβαν μόνοι τους, τα αγόραζαν στη μαύρη αγορά ή -οι πιο τολμηροί- τα έκλεβαν.
Σχεδόν όλα ήταν φαρδιά˙ αυτή ήταν η δική τους αντίσταση ενάντια στην περιορισμένη διανομή υφασμάτων που είχαν επιβάλει οι ναζί. Λάτρευαν να κυκλοφορούν μέσα σε extra large πανωφόρια με πολύ τονισμένους ώμους φορεμένα πάνω από παντελόνια cigarette με μήκος πάνω από τον αστράγαλο, τα οποία συνδύαζαν με πολύχρωμες κάλτσες και χοντρόσολα σουέτ παπούτσια. Ο εκκεντρικός στιλιστικός τους κώδικας θεωρείται προάγγελος του ύφους των teddy boys και του rockabilly.
Έντονα ριγέ μοτίβα, καρό εγγλέζικα κοστούμια, λεπτές γραβάτες, γιλέκα και πουκάμισα με ψηλά κολάρα που συγκρατούσαν με οριζόντιες διακοσμητικές καρφίτσες, ήταν μερικά ακόμα από τα στοιχεία του στιλ τους. Άφηναν μακριά μαλλιά -σε αντίθεση με τα κοντοκουρεμένα ναζιστικά κεφάλια- ή έστρωναν φουσκωτά κοκοράκια που γυάλιζαν με μπριγιαντίνη. Κάποιοι άφηναν μουστάκι τύπου Κλαρκ Γκέιμπλ, ενώ συνήθιζαν να κρατούν εγγλέζικες ομπρέλες ως αντιστασιακό αξεσουάρ. Οι πιο θαρραλέοι φορούσαν στο πέτο το κίτρινο Αστέρι του Δαβίδ που είχε επιβληθεί στους Εβραίους, βγάζοντας τη γλώσσα με όλους τους τρόπους στους Γερμανούς κατακτητές και τους Γάλλους συνεργάτες τους.
Τα zazou κορίτσια ντύνονταν με ζιβάγκο πουλόβερ, κοντές φούστες με πιέτες σε έντονα χρώματα, ολόσωμες φόρμες και σαλοπέτες, στενά καρό σακάκια, παπούτσια με χοντρές ξύλινες σόλες και ριγέ κάλτσες ή δικτυωτά καλσόν. Άφηναν μακριά μαλλιά που τα έβαφαν κόκκινα ή ξανθά όπως οι ντίβες του Χόλιγουντ ή έβαφαν πολύχρωμες τούφες κι έφτιαχναν φουσκωτά χτενίσματα και ψηλούς κότσους. Κυκλοφορούσαν με μεγάλα σκούρα γυαλιά, πολύχρωμα μαντήλια, παχιές στρώσεις από μέικαπ και κατακόκκινα χείλη και νύχια.
Ο Christian Dior αναφέρεται στην αυτοβιογραφία του σε αυτά τα τρομερά μωρά: «Τα καπέλα τους ήταν εξαιρετικά μεγάλα, οι φούστες εξαιρετικά κοντές, τα πανωφόρια εξαιρετικά μακριά, τα παπούτσια εξαιρετικά βαριά… Δεν έχω αμφιβολία ότι το στιλ των zazou πήγαζε από την επιθυμία τους να προκαλέσουν τις δυνάμεις της Κατοχής και τη γαλλική κυβέρνηση του Vichy. Διαμαρτυρόμενοι για την έλλειψη των βασικών υλικών, προάσπιζαν την τιμή της σημαίας σουλατσάροντας στο Παρίσι ντυμένοι σαν πολύχρωμα επαναστατικά πανό. Αλλά ως μόδα, τους έβρισκα αποκρουστικούς».
Ήταν ακριβώς αυτό το σαρκαστικό τους ενδυματολογικό σχόλιο απέναντι στους ναζί και τους Γάλλους συνεργάτες τους, ο δανδισμός και ο ηδονισμός τους, η υπεροψία τους απέναντι στην ηθική της εργασίας και η λατρεία τους προς την «παρακμιακή» jazz, που έκανε τους zazou να ξεχωρίσουν ως ένα από τα πρωτοπόρα νεανικά κινήματα αμφισβήτησης, του οποίου το ντύσιμο και ο τρόπος ζωής λειτούργησε ως αντανάκλαση των θέσεων και των αξιών τους. Αν και δεν κυνηγήθηκαν τόσο όσο οι σύγχρονοί τους swing νέοι της Γερμανίας (swingjungend), οι οποίοι φυλακίστηκαν ή οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι zazou εκπροσώπησαν μια σημαντική μερίδα αντιφρονούντων, σε μια κοινωνία εκτεταμένης συνενοχής και συναίνεσης.
Για τον λόγο αυτό το σύστημα τους μίσησε και προσπάθησε να τους εξαφανίσει: δεκάδες άρθρα εναντίον τους δημοσιεύονταν τακτικά στον Τύπο, πολλές φορές τους ξυλοκοπούσαν άγρια στους δρόμους και στα μπαρ, ενώ μέλη φασιστικών γαλλικών οργανώσεων νεολαίας με το σλόγκαν «Scalp the Zazous!» τους κυνηγούσαν για να τους ξυρίσουν τα κεφάλια.
Παρότι κάποιοι από αυτούς στην πορεία προσχώρησαν στη γαλλική αντίσταση, εντούτοις κατηγορήθηκαν από την επίσημη κομμουνιστική αντίσταση ότι γενικώς είχαν μια απαθή, ασόβαρη και επιπόλαια στάση απέναντι στον πόλεμο. ‘Ίσως επειδή η δική τους αντίσταση συμβόλιζε κάτι περισσότερο από τον πατριωτισμό: τη συμπαράσταση σε εκείνους που ήταν στο περιθώριο˙ εκείνους που εκδιώκονταν με μόνη κατηγορία τη διαφορετικότητά τους.