Harajuku: Η συνοικία – τσικλόφουσκα
Η περιοχή όπου για δεκαετίες συχνάζουν οι εναλλακτικοί teenagers του Τόκιο
Πώς η συνοικία Harajuku στο Τόκιο έγινε το κέντρο του shopping, των φυλών της μόδας, του εναλλακτικού στιλ.
Η συνοικία Harajuku είναι η περιοχή όπου για πολλές δεκαετίες συχνάζουν οι εναλλακτικοί teenagers του Τόκιο. Πρόκειται για έναν πεζοδρομημένο παράδεισο του shopping· μια πασαρέλα όπου κάθε ιδιόρρυθμη «φυλή του στιλ» (style tribe) επιδεικνύει τη μοναδικότητά της. Κι όταν μιλάμε για εναλλακτικούς Γιαπωνέζους πιτσιρικάδες, αναφερόμαστε στα πιο φουτουριστικά και αβανγκάρντ ατομάκια του πλανήτη - τουλάχιστον σε σχέση με τη μόδα και τα περί αυτής.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη βαριά ήττα της Ιαπωνίας, για εξίμισι χρόνια εγκαταστάθηκαν στη χώρα αμερικανικά στρατεύματα· στο Τόκιο ο αμερικανικός τομέας αναπτύχθηκε γύρω από την περιοχή Harajuku. Όσοι Γιαπωνέζοι έμεναν κοντά στους στρατώνες είχαν πρόσβαση στα αμερικανικά ρούχα και τους δίσκους, κάτι που φάνηκε γρήγορα στην ανάδειξη της περιοχής ως κέντρο διαμόρφωσης κάθε νέας τάσης της μόδας.
Οι μοντέρνοι νεαροί άρχισαν να δανείζονται στοιχεία από τις δυτικές υποκουλτούρες· στα 50s ο τύπος της Ιαπωνίας αναφερόταν συχνά στους «zuku», τις εγχώριες «φυλές» της νεανικής κουλτούρας. Εκείνη την εποχή οι νέοι ακολούθησαν κυρίως τη μόδα με τα χαβανέζικα πουκάμισα (aloha shirts) και τις βερμούδες, που είχε ήδη κάνει την εμφάνισή της στη σκηνή των σέρφερ της νότιας Καλιφόρνιας.
Στα sixties πρωταγωνίστησαν τα γεωμετρικά mod style κουρέματα και τα μίνι A-line φορέματα΄ την ίδια εποχή οι rockers φόρεσαν δερμάτινα motorbike jackets και καβάλησαν μεγάλου κυβισμού μοτοσυκλέτες.
Το στιλ της ιαπωνικής μόδας του δρόμου που ξεκίνησε στα 70s - γνωστό ως γκιάρου ή γκανγκούρο- ήταν μια μίξη στοιχείων από την ιαπωνική παράδοση και τη δυτική ποπ κουλτούρα, που συνδύαζε το κιμονό και τις σαγιονάρες με το μίνι, τις πλατφόρμες, τις περούκες και τις ψεύτικες βλεφαρίδες. Στα τέλη της δεκαετίας, η περιοχή Harajuku του Τόκιο ήταν αντίστοιχη με το Soho του Λονδίνου ή το East Village της Νέας Υόρκης, με μπαρ, καφέ, δισκάδικα, γκαλερί και μπουτίκ της μόδας, όπου σύχναζαν οι teenagers για να ποζάρουν, να ψωνίσουν, να αράξουν, να χαζέψουν θέατρο του δρόμου ή μουσικές μπάντες και να χορέψουν rock’n’roll.
Καθώς δυο δρόμοι πεζοδρομήθηκαν τις Κυριακές αφήνοντας ελεύθερο χώρο για μικρές συναυλίες, μουσική, χορό και θεατρικά δρώμενα, η περιοχή έγινε meeting point μεταξύ διαφόρων φυλών με ονόματα όπως «bamboo shoot tribe» ή «takenoko-zoku», που ξεχώριζαν από τα πομπώδη χτενίσματα και τα πολύχρωμα unisex ρούχα τους· των πρώτων fashion-conscious teenagers, που, χορεύοντας ομαδικά με συντονισμένες κινήσεις, ξεκίνησαν τη μόδα του street dance.
Η δεκαετία του ’80 υπήρξε καθοριστική για την γιαπωνέζικη μόδα γενικότερα. Αν και από τις αρχές του αιώνα ο Ιαπωνισμός (japonisme) είχε επηρεάσει διάσημους μόδιστρους όπως ο Παριζιάνος Paul Poiret, ήταν οι ίδιοι οι Γιαπωνέζοι σχεδιαστές που έφερναν την ανατροπή στη μόδα των αρχών των 80s. Κυρίως η ομάδα των «αυστηρών διανοουμένων» σχεδιαστών Issey Miyake, Yohji Yamamoto και Rei Kawakubo -ιδρύτρια του οίκου Commes de Garcons-, οι οποίοι πειραματίστηκαν με τις φόρμες και τα υλικά κι έφεραν νέες τεχνολογίες στη μόδα και το στιλ, με κοινό χαρακτηριστικό την έντονη χρήση μονοχρωμίας, το layering και τις γεωμετρικές ασυμμετρίες.
Την ίδια εποχή οι Γιαπωνέζοι πιτσιρικάδες ακολουθώντας τους punk συνομήλικούς τους στη Δύση, δανείστηκαν ιδέες, σκαρφίστηκαν νέες κι έφτιαξαν τους δικούς τους κανόνες σπάζοντας τους προηγούμενους. Το αποτέλεσμα ήταν μοναδικό. Αντί να φορούν μάρκες σχεδιαστών, όπως οι Comme de Garcons ή η Vivienne Westwood, ντύθηκαν με ρούχα από μικρές μπουτίκ με σούπερ σχεδιαστικές ιδέες, που παρέπεμπαν σε φουτουριστικά παραμύθια.
Η γιαπωνέζικη μόδα του δρόμου ακολούθησε εξαρχής τη βασική αρχή του «kawaii», που στη γλώσσα τους σημαίνει το «χαριτωμένο». Η αισθητική αυτή εμπεριέχεται στη νεανική υποκουλτούρα «Lolita kei», που εμφανίστηκε αρχικά στην Οσάκα κι αμέσως μετά στο Harajuku των 90s, όπου το κοριτσίστικο ντύσιμο γνώρισε μετεωρική έκρηξη και έμεινε γνωστό ως Harajuku style. Χαρακτηριστικό του, η επιστροφή στην παιδική ηλικία: Κάπες της Κοκκινοσκουφίτσας και μπέρτες του Ρομπέν των Δασών, πουκάμισα με σατέν κορδέλες, φουρά, φουστίτσες balloon, μπλουζάκια με βολάν, φιόγκοι, κάλτσες ως το γόνατο, δαντελένια γάντια και ομπρελίνα, - όλα τα ρούχα παρέπεμπαν σε βικτωριανές κούκλες του 19ου αιώνα.
Εκτός από την παραδοσιακή Lolita υπήρχαν και άλλες εκδοχές της, όπως η Punk Lolita, η Sweet Lolita -που το στιλ της περιείχε ζαχαρωτά και cupcakes-, η wa Lolita με πιο παραδοσιακές αναφορές, αλλά και πιο σκοτεινές διαφοροποιήσεις του «χαριτωμένου» στιλ όπως η Goth Lolita με μαύρα νυφικά φουστάνια και smoky makeup. H φιλοσοφία του kawai ήταν ένας τρόπος επιστροφής στην ασφάλεια της παιδικής ηλικίας και απόδρασης από τις ευθύνες και τη σκληρή πραγματικότητα της ενήλικης ζωής· η παγκοσμίως δημοφιλής γιαπωνέζικη φίρμα Hello Kitty είναι η πιο τρανή απόδειξή της.
Στα τέλη των 90s έξω από τον σταθμό του Harajuku μαζεύονταν τα κορίτσια για να επιδείξουν τα ρούχα τους, να φωτογραφηθούν και αργότερα να τα ανεβάσουν online.
Με την είσοδο του 21ου αιώνα η γιαπωνέζικη «Lolita fashion» άρχισε να παίρνει διεθνείς διαστάσεις. Όταν το 2004 η πρωτοεμφανιζόμενη Gwen Stefani έκανε προώθηση του άλμπουμ της, την πλαισίωσαν τέσσερις επαγγελματίες χορεύτριες ντυμένες ως Harajuko girls, δανειζόμενες το Lolita στιλ «Alice in Wonderland» ως θέμα για ένα από τα μουσικά βίντεο. Η ίδια η Stefani είχε εντυπωσιαστεί από τα κορίτσια του Harajuku σε ένα ταξίδι της στο Τόκιο το 1996.
Σήμερα, η περιοχή Harajuku –αν και άκρως τουριστική- εξακολουθεί να δονείται από το πνεύμα της μόδας και των manga comics, ενώ το Lolita και kawai style κυριαρχεί σε όλες τις μπουτίκ και τα πολυκαταστήματα. Δημοφιλή tea-parties διοργανώνονται συνεχώς από εταιρείες μόδας, Lolita fashion bloggers και Lolita followers.
Η Harajuku του Τόκιο -σε αντίθεση με τη σκληρότητα που αναδύουν οι εναλλακτικές περιοχές των δυτικών μητροπόλεων- μοιάζει σαν παιδικό πάρτι εγκιβωτισμένο σε μια τεράστια ροζ τσικλόφουσκα.