Ο Βασίλης Ζούλιας έζησε στο πετσί του όσα ακούγονται για τη μόδα

Ένας από τους εμβληματικούς εν ζωή Έλληνες σχεδιαστές αφηγείται τη ζωή του.

Συνέντευξη με τον σχεδιαστή μόδας Βασίλη Ζούλια ο οποίος μας υποδέχθηκε και μας ξενάγησε στο ατελιέ του στην οδό Ακαδημίας

Στην πρώτη καραντίνα θέλησε να πετύχει την τέλεια μπεσαμέλ. Τρία γάλατα και αρκετά masterclasses γνωστών σεφ αργότερα, πέτυχε τον στόχο του. Δεν θα λεγόταν Βασίλης Ζούλιας αλλιώς. Και πιθανότατα χθες το μεσημέρι στις 2 και κάτι να μην είχαμε επισκεφθεί το υπέροχο και άρτια επιμελημένο showroom του στην οδό Ακαδημίας με τον αριθμό 4. 

© Τάσος Τσέκουρας

Ετοίμασε τσάι και ζήτησε συγγνώμη για την ακαταστασία του πραγματικά αψεγάδιαστου χώρου στον οποίο βρισκόμασταν. Κρεμάστρες με φουστάνια σε φαντεζί χρώματα, φωτογραφίες και βιβλία. Πολλές φωτογραφίες και πολλά βιβλία ήταν εκεί για να στήσουν το ιδανικό φόντο μιας συζήτησης με πολλή μόδα, πολλή νοσταλγία και πολλές πρώτες φορές σε μια ζωή που όχι άδικα, έγινε βιβλίο.    

Δημιουργώντας τάσεις στη μόδα
Θυμήθηκε τη στιγμή που η Άλισον Μπρι περπάτησε το 2018 στις Χρυσές Σφαίρες φορώντας το φόρεμα παντελόνι του. «Μέχρι τότε δεν είχε βγει τίποτα τέτοιο. Ωστόσο, τώρα για προσπάθησε να σκεφτείς πόσα τέτοια παντελόνια έχουμε δει από τότε». Η απάντηση ήταν πάρα πολλά. Και σε εκείνο το σημείο μια πικρία ήρθε να καθίσει στο γραφείο του, δίπλα στο coffee table με τη φωτογραφία της Μελίνας. «Έχω ακούσει από fashion editor μεγάλου περιοδικού μόδας στην Ελλάδα όταν τη ρώτησα γιατί κάνουν συνεχώς αφιερώματα σε Λονδίνο, Παρίσι, Νέα Υόρκη αγνοώντας την Αθήνα, εκείνη μου απάντηση ήταν ότι “Οι Έλληνες δεν δημιουργούν τάσεις”. Πόσα φορέματα με παντελόνι έχουμε δει μετά το δικό μου στα Globes; Πόσο προσβλητικό μπορεί να είναι αυτό». 

Διάσημος στο «εξωτερικό» της Ελλάδας
Τον ρώτησα πόσο δύσκολο είναι να γίνει κάποιος σχεδιαστής γνωστός στην Ελλάδα και με απόλυτη ευκολία μου απάντησε ότι δεν είναι ο μόνος που το έχει πετύχει αυτό. «Δεν είναι δύσκολο. Ο κόσμος πάντα διακρίνει την ποιότητα και το στυλ και γι αυτό μπορούμε και εμείς να υπάρχουμε επαγγελματικά στην Αθήνα. Το σημαντικό είναι να μπορέσεις να ξεχωρίσεις και σε μία ξένη αγορά». Γι αυτό και όπως και ο ίδιος συνηθίζει να λέει: «Πρέπει να ξεφύγουμε από την άποψη του “πρέπει να πάω στο εξωτερικό για να κάνω κάτι” και η Ελλάδα είναι “εξωτερικό”». Και σε μια φράση, ο Βασίλης Ζούλιας, με ένα σικάτο μπλε σακάκι αποδόμησε την αναγκαιότητα του brain drain στο χώρο της μόδας με μια πρόταση. Και ένα χαμόγελο. 

Ρούχα από τη νέα κολεξιόν «Zoulias» © Τάσος Τσέκουρας

When they see us
Συμφωνα με τον Βασίλη Ζούλια το να συνεργαστεί ένας Έλληνας με κάποιον διεθνούς φήμης σελέμπριτι όπως συμβαίνει με τον Βρεττό Βρεττάκο και την Μπιγιονσέ ή συνέβη με τον ίδιο, δεν είναι παρά θέμα επικοινωνίας και κοινωνικότητας. «Τα ταξίδια, οι επαφές, το να μιλάς. Σε εμένα συνέβη η επικοινωνία μου με την Άλισον Μπρι γιατί πήγα και μίλησα στην Ινές Βινούντ, ένα βράδυ σε ένα γάμο». 

Η εορταστική συλλογή του με πυτζάμες που θα φορεθεί και την Άνοιξη  
«Σκέφτηκα να δημιουργήσω μια καινούργια σειρά η οποία θα κυκλοφορήσει τώρα τα Χριστούγεννα και θα είναι η “γυναίκα Ζούλιας” μέσα στο σπίτι. Με την προοπτική όμως, του να καθίσεις στο τζάκι, να δεχθείς κάποιους λίγους φίλους στο σπίτι, αλλά και την άνοιξη να μπορείς να τα φορέσεις έξω. Αντίστοιχα, θα φτιάξω μια σειρά και για τον άντρα και για το παιδί».

Ο Βασίλης Ζούλιας προσέχει και την παραμικρή λεπτομέρεια στη διακόσμησή του © Τάσος Τσέκουρας

Καλλιτεχνικά, η όλη συνθήκη του κορωνοϊού, τον έχει επηρεάσει θετικά. «Ασχολήθηκα πολύ με το ηλεκτρονικό του κατάστημα. «Είναι σαν να άνοιξα ένα καινούργιο μαγαζί. Έχει πολύ ενδιαφέρον από μόνο του και είναι πολύ δημιουργικό γιατί αφουγκράστηκα την αγορά». Κατάλαβε τι ήταν αυτό που θέλει ο κόσμος γενικότερα αλλά και από το brand.

Τι είναι αυτό που θέλει ο κόσμος τώρα: «Θέλει κάτι “Ζούλιας” που να μπορεί να το αποκτήσει και με 15 ευρώ και αυτό είναι όμορφο γιατί πλέον, μπορούμε και απευθυνόμαστε σε ένα μεγαλύτερο κοινό. Ο κόσμος θέλει μάσκες. Θέλει πράγματα που μπορεί να φορέσει εύκολα μέσα στο σπίτι όπως είναι η εσάρπα μανίκι που έχει τρομερή επιτυχία στο e-shop». Φτιάχνει με τα δάχτυλο το νοητό ύφασμα και το περνά στα χέρια του.

Η γεωμετρία μεταξύ των αντικειμένων και των ρούχων διαφαίνεται σε κάθε σημείο του χώρου © Τάσος Τσέκουρας

Online για πάντα;
«Νομίζω ότι δεν θα χαθεί όπως δεν χάθηκε και το να αγοράζουμε ένα βιβλίο ή ένα περιοδικό. Ακόμη και σεξ γίνεται online αλλά έχει πολύ μεγάλη διαφορά από την πραγματικότητα. Όσο σημαντικό είναι να έρθεις σε μία στιγμή οικειότητας με έναν άλλον άνθρωπο, κάτι που δεν πρόκειται να χαθεί ποτέ, το ίδιο συμβαίνει και με τα ρούχα».

Καταδικασμένος να ταξιδέψει στη μόδα
Την πρώτη του φωτογράφιση, την έκανε στα 15 του, στην ταράτσα του σπιτιού του με φωτογράφο τον αδερφό του. «Έντυνα τις φίλες μου και πόζαρα μαζί τους με φόντο την ΕΡΤ. Πολύ ωραίες αναμνήσεις, πολύ αστείες φωτογραφίες. Ε, όταν ξεκινάς έτσι, πώς να μην καταλήξεις στη μόδα». 

Ο Βασίλης Ζούλιας μέσα στην όαση της συλλογής του από περιοδικά © Τάσος Τσέκουρας

Το πρώτο του σχέδιο: Ήρθε το 1979 στη Σχολή Βελουδάκη. «Ήταν ένα φόρεμα μίνι με ένα μεγάλο καπέλο και κάτι γυαλιά. Είχε φανερές επιρροές από τα 60’s».

Η αγαπημένη επιστροφή στο παρελθόν
Αφού θα φέρει το παράδειγμα του Τομ Φορντ και του Αλεχάντρο Μικέλε που έχουν στηρίξει βαριές βιομηχανίες στην εποχή των 60’s και των 70’s θα καταλήξει ότι: «Δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη. Ας το παραδεχτούμε επιτέλους, δεν κάνει κακό». Θα αφήσει για λίγο το χώρο της μόδας και θα μιλήσει για τη μουσική της Amy Winehouse αλλά και για την τάση της επιστροφής των barbershops της λογικής των 40’s. «Το ότι εγώ το κάνω δεν είναι παρά ένας αφουγκρασμός σε αυτό που συμβαίνει. Απλά εμένα με χαρακτηρίζει σαν σχεδιαστή ο ρομαντισμός εκείνων των δεκαετιών». Γεγονός που ούτως ή άλλως δεν θα μπορούσε να αποφύγει αφού «την vintage αισθητική και τα ρούχα αυτής της λογικής, τα έψαχνα από 15 χρονών».

Ο εθισμός του στα περιοδικά και η ανασφάλεια του να φτιάχνεις «κόνσεπτ» στην Ελλάδα
Μέσα στην κουβέντα είτε ενώ προσθέτει λίγο ακόμα τσάι στο vintage φλιτζάνι που κάθεται ήσυχο στο λευκό, ασορτί πιατάκι του, θα μιλήσει για τα περιοδικά. Θα αναφερθεί στην περίοδο που δούλευε γι αυτά ή θα με ενημερώσει ότι μόλις τελειώσει η συνέντευξη θα με πάει στον πρώτο όροφο, εκεί όπου φυλάει τη συλλογή του. Μια συλλογή που του έχει χαρίσει τον τίτλο του μεγαλύτερου συλλέκτη περιοδικών στην Ευρώπη. Και όχι άδικα. 

Αναμνήσεις από τη φωτογράφιση της Μάρας Δεσύπρη ως Όντρεϊ Χέμπορν © Τάσος Τσέκουρας

«Χαίρομαι που υπάρχουν τίτλοι στην Ελλάδα. Ήμουν από τους πρώτους που έλεγα ότι θα έρθει και η “Vogue”, και το “Marie Claire”. Θα ήθελα φυσικά να στηρίζουν περισσότερο τους Έλληνες δημιουργούς αλλά και να έχουν δημιουργήσει μια δική τους ταυτότητα. Αυτό νομίζω ότι ακόμη, λόγω της χαμηλής αυτοεκτίμησης που έχουμε όλοι οι Έλληνες σαν λαός, δυστυχώς δεν το έχουν πετύχει ακόμα. Τα περιοδικά που υπάρχουν θυμίζουν κάτι άλλο αλλά δεν έχουν μια ελληνική υπογραφή. Όταν θα ξεφυλλίζεις μια Vogue θα πρέπει να μην βλέπεις τα γράμματα για να καταλάβεις από ποια χώρα είναι».

Ξεπερνώντας το φύλο στη μόδα
«Είμαστε στην εποχή του “everything goes”. Αυτό ξεκίνησε από το “Sex and the City” και μετά και την Πατρίσια Φιλντ, μια πολύ δυνατή στυλίστρια». Είπα ότι πια, ένας άντρας μπορεί να βγει με τακούνια και -επιτέλους- να μην χαρακτηριστεί από τους θεατές του και θυμήθηκε μια επίδειξη του Ζαν Πωλ Γκωτιέ με άντρες που φορούσαν τακούνια αλλά και τον Αντώνη Φραγκάκη που πίσω στα 80’s φόρεσε τακούνια σε κάποιες επιδείξεις μόδας στο Παρίσι. «Έχει γίνει και αυτό. Ωστόσο, ναι έχω σήμερα πελάτη που φοράει τα φορέματά μου κανονικότατα χωρίς να είναι τραβεστί». 

Και το Όσκαρ καλύτερου γούστου goes to: «Πάντα στους άντρες γιατί οι γυναίκες έχετε πιο complicated μυαλό και μπερδεύεστε. Οι άντρες έχουν μια ικανότητα να διακρίνουν την κομψότητα από όποιο κοινωνικό background και αν έρχονται». Έχει πάρα πολλούς άντρες που θαυμάζουν τη δουλειά του και στέλνουν τις γυναίκες τους στο ατελιέ του. «Εκείνες μπαίνουν εδώ σαν τυφλές». 

Οι πιο καλοντυμένοι Ευρωπαίοι: «Άγγλοι και Ιταλοί».

Μία ιστορία για το καλτσόν και το μινιμαλισμό
Ήταν στα 90’s σε ένα fashion week. «Θυμάμαι τις γυναίκες με τα ψηλοτάκουνα και τις φούστες ως το γόνατο χωρίς κάλτσα και το χιόνι. Ερχόμουν μετά εδώ και τους έλεγα “μη φοράτε καλτσόν” και φαινόταν σε όλες πολύ τρελό». Όλη την περίοδο εκείνη, την πέρασε στην Νέα Υόρκη. 

Συλλέκτης παιχνιδιών © Τάσος Τσέκουρας

Η απόφαση να μην μείνει έξω
«Είχα αρκετές προτάσεις να το κάνω. Και να πάω στο Παρίσι να δουλέψω εκεί». Ωστόσο κάποια προσωπικά προβλήματα τον σταμάτησαν. «Δεν μετανιώνω τίποτα απλά σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να είχα μείνει». Τουλάχιστον τρεις φορές τον χρόνο ήταν στη Νέα Υόρκη, άλλες τόσες στο Παρίσι και το Λονδίνο οπότε αυτή ήταν πάντοτε μια καλή παρηγοριά ότι ουσιαστικά, δεν είπε όχι σε εκείνες τις προτάσεις. Απλά δεν είπε και ναι.

Το πρώτο του fashion week
Ήταν στο Παρίσι αρχές του ‘80 σε μια επίδειξη του Ζαν Πωλ Γκωτιέ. «Ήταν μια εκπληκτική επίδειξη από τις πρώτες μεγάλες του. Ήταν εκείνη που είχε βγάλει τα μυτερά σουτιέν, το λέω και ανατριχιάζω. Θυμάμαι ότι έβρεχε πάρα πολύ αλλά παρόλα αυτά ο κόσμος ήταν τόσος πολύς απέξω που έσπασε τα παραπετάσματα των αστυνομικών και κατάφεραν τελικά να μπουν όλοι μέσα». Γύρισε πίσω του και μου έδειξε μια φωτογραφία του από εκείνη την ημέρα, κρυμένος ανάμεσα σε μοντέλα με ένα ψηλό καπέλο. 

Όταν έγινε ο υπεύθυνος για τη σύλληψη της Βίκυς Καγιά: «Ήμασταν σε μια γέφυρα στη Βουδαπέστη, ύψους 40 μέτρων η οποία από την έξω πλευρά της είχε ένα μικρό κράσπεδο. Της είπα λοιπόν, θέλω να βγεις εκεί και να φωτογραφηθείς. Εν τω μεταξύ η Βίκυ ήταν μικρή, 17 χρονών το πολύ και το styling της ήταν πολύ δύσκολο. Φορούσε κάτι δεκάποντα τακούνια ένα μεγάλο καπέλο. Στην αρχή μου είπε “δεν μπορώ φοβάμαι”. Έπειτα το έκανα εγώ για να της το δείξω λέγοντάς της ότι αυτό κάνουν τα μεγάλα μοντέλα. Και το έκανε γιατί το ήθελε πολύ όλο αυτό. Και όλα πήγαν μια χαρά και πάνω που πήγαμε να φύγουμε ήρθαν οι αστυνομικοί και τη συνέλαβαν γιατί νόμιζαν ότι πήγαινε να αυτοκτονήσει. Γελάσαμε πάρα πολύ».

Η μόδα του Instagram
«Στο Instagram μπορείς να βγεις ακόμα και μόνος σου, φωτογραφίες απίθανες. Μπορείς να δημιουργήσεις μια εντελώς άλλη πραγματικότητα». Πιάνει το κινητό στα χέρια και σκρολάρει για να μου δείξει μια -ομολογουμένως- εξαιρετική δική του ανάρτηση. «Μπορεί λοιπόν ένα μοντέλο να χάνεται λόγω του Instagram μπορώ όμως εγώ να βγαίνω έτσι». Γελάμε και εκείνος παραδέχεται ότι αγαπά την εφαρμογή. 

Αν έπρεπε να φορέσει στην Ελλάδα ένα ρούχο: Τότε αυτό θα ήταν σίγουρα κάτι πλισέ. «Ένα ρούχο από αυτά τα υπέροχα που έφτιαχνε η αείμνηστη Σοφία Κοκοσαλάκη. Και αν μπορούσα να της βάλω και ένα δεύτερο ρούχο θα της φορούσα ένα του Άγγελου Μπράτη που έχει και αυτός μια ωραία απλότητα στη γραμμή του».

Η πρότασή του για εξωστρέφεια της ελληνικής μόδας στη Μαρέβα Μητσοτάκη
«Έχω πει στη Μαρέβα ότι είναι η μόνη που θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα fund ή έναν Όμιλο σαν του Αρνό με έξι ή οκτώ πολύ δυνατούς Έλληνες σχεδιαστές με τη λογική ότι θα μπορούσε να το εξαγάγει».

 

«Εμείς στην Ελλάδα είμαστε και ταλαντούχοι δημιουργοί και επιχειρηματίες και αυτό είναι ένα μεγάλο “no” γιατί εγώ για παράδειγμα δεν θα έπρεπε να ασχολούμαι με τα οικονομικά και να κάνω και φιόγκους». 

Η πιο καλοντυμένη Ευρωπαία: «Το στυλ της Γαλλίδας δεν μπορεί να το ξεπεράσει καμία». 

Η επίσκεψη στο πολωνικό GNTM και το ελληνικό που παρακολουθεί
«Είναι μια πολύ δυνατή και δεμένη ομάδα στο ελληνικό GNTM για να πάω και εγώ να μπω ανάμεσά τους. Πιστεύω ότι είναι η πιο σωστή ομάδα και κάνουν πάρα πολύ ωραία δουλειά. Είναι ένα σωστά δομημένο σόου». 

Ο φανταχτερός αλλά σκληρός χώρος της μόδας
«Είναι ο δεύτερος πιο σκληρός χώρος ακριβώς μετά τον χώρο και τον κόσμο της τέχνης. All of them Bitches. Άντρες-γυναίκες». Λέξεις όπως ναρκωτικά, μοντέλα που αναγκάζονται να κάνουν πράγματα εκτός στούντιο, ξέφρενα πάρτυ πήραν μια βελούδινη πολυθρόνα παρόμοια με αυτή που καθόμουν και ζήτησαν να καθίσουν στην παρέα μας. «Ισχύουν όλα αυτά που ακούγονται. Είναι αλήθεια. Τα έχω ζήσει στο πετσί μου». 

Τα ναρκωτικά και η ζωή μετά τις 5 το απόγευμα
«Θυμάμαι εκείνη την εποχή σαν να ήταν κάποιος άλλος που το ζούσε όλο αυτό. Σταμάτησα στα 29 και αλήθεια ακόμα σκέφτομαι και λέω: “ποιο ήταν αυτό το παιδί”. Δεν ήξερα έως τότε τον εαυτό μου. Τον εαυτό μου τον γνώρισα όταν άρχισε η θεραπεία μου. Τώρα λοιπόν, κοιτάω το παρελθόν σαν αυτό που ήταν και όχι σαν κάτι που με επηρεάζει στο σήμερα». Ο μόνος λόγος που μιλά γι αυτό ήταν γιατί μπορεί να υπάρχει κάποιος που το βιώνει να πει ότι «αφού μπορεί και ο Ζούλιας, θα το καταφέρω και εγώ». Όμως αποφεύγει να το συζητά πολύ μην θέλοντας να χαθούν οι καλές του προθέσεις στην αναμετάδοση. 

Το αριστοκρατικό showroom του Βασίλη Ζούλια στην Ακαδημίας © Τάσος Τσέκουρας

«Πάντα υπάρχει κάποιος που μου στέλνει ένα μήνυμα και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Σήμερα η ζωή μου χωρίζεται σε δύο κομμάτια. Στον Ζούλια του 9-5, τον σχεδιαστή μόδας, τον επιχειρηματία, τον άνθρωπο που ασχολείται με αυτά τα εφήμερα πράγματα και στον Βασίλη που θα κάνει τις ομάδες αυτοβοήθειας, θα μιλήσει με τους ανθρώπους που ταυτίζεται σε σχέση με αυτό που έχω». 

 

Με στόμφο στη φωνή θα μου πει ότι από τότε που το ξεπέρασε δεν έχει σταματήσει ποτέ να πηγαίνει στην ομάδα. «Τώρα δε που υπάρχει και το zoom είναι ακόμα πιο εύκολα τα πράγματα. Έρχεσαι σε επαφή με κόσμο από όλον τον κόσμο που μοιράζεστε το ίδιο πρόβλημα. Ο κορωνοϊός μας έφερε πολλές ευλογίες». 

Μια πρόβλεψη για επανάσταση
«Περιμένουμε παρόμοια αναγέννηση με του 1947  και στη μόδα και στην τέχνη. Στην Ελλάδα θα ζήσουμε μεγάλες στιγμές να το θυμάσαι αυτό». Θα παραδεχτεί ότι η γενιά του ήταν μια κακομαθημένη γενιά που έζησε εύκολες και ένδοξες εποχές οι οποίες τώρα καλώς ανατράπηκαν. «Ζούμε έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο που δεν τον λέω μόνο εγώ, το έχουν πει πρώτοι ο Μακρόν και ο Κυριάκος». 

Η αυτοβιογραφία και τα ξέφρενα πάρτυ των 80’s
«Ήμουν party animal τότε στα 80’s και γι αυτό λέω ότι το βιβλίο που γράφτηκε για τη ζωή μου θα γινόταν πολύ ωραία ταινία που θα μιλά για εκείνη την εποχή. Μια εποχή που ήταν τρομερή μόδα το να πίνεις ναρκωτικά. Ευτυχώς σήμερα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Τότε είχαμε το “sex and drugs and rock n roll”». Θυμήθηκε την περίπτωση της Ντονατέλα Βερσάτσε, του Κερτ Κομπέιν και με ένα γλυκό χαμόγελο είπε ένα «Ευτυχώς, κατάφερα να ξεφύγω από όλα αυτά το 1992».

Όταν δεν είναι όλα μόδα αλλά Netflix και χαλάρωση
Παίζει με τον σκύλο του, φτιάχνει το καινούργιο του σπίτι, μαζεύει τις ελιές, μαγειρεύει και φυσικά, παρακολουθεί Netflix και ταινίες. «Τώρα βλέπω το “The Crown” και προσπαθώ να βλέπω μόνο ένα επεισόδιο την ημέρα γιατί μπορώ να δω μια ολόκληρη σεζόν σε δύο μέρες». Λάτρεψε το «Γκάμπι της Βασίλισσας» και τα ρούχα του όπως συνέβη  και με το «Ranched» παρατηρώντας ότι και το Netflix φλερτάρει με τις προηγούμενες δεκαετίες.  

Σύμφωνα με τον Βασίλη Ζούλια το γούστο δεν είναι μόνο στα ρούχα © Τάσος Τσέκουρας

Η μόδα που δεν άγγιξε ποτέ την ελληνική τηλεόραση
Μιλώντας για σειρές μου δημιουργήθηκε η απορία γιατί στις δικές μας και εξαιρετικά πετυχημένες σειρές δεν είδαμε ούτε παλαιότερα που υπήρχαν και περισσότερα χρήματα αλλά ούτε και τώρα βλέπουμε τη μόδα να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο. «Ε πώς; Το “Ρετιρέ” δεν είναι τώρα στη μόδα;» απαντά γελώντας και συνεχίζει σκεπτόμενος τις «Άγριες Μέλισσες» και το πόσο καλά θα ήταν να διέθεταν το μπάτζετ τους στη μόδα μιας και οι πρωταγωνιστές της σειράς έχουν φορέσει αρκετά ρούχα της συλλογής Ζούλιας.

Ο διαλογισμός του
Το 1993 σε μια συνέντευξή του είχε πει ότι ο κόσμος θα στραφεί στην πνευματικότητα. «Και σήμερα όλοι διαλογιζόμαστε». Εκείνος ακολουθεί το guided medidation της Abraham Hicks και δηλώνει ενθουσιασμένος μαζί της και μαζί του. «Το καλύτερο meditation όλων και αυτό που προτείνω σε όλους είναι το να σηκώνεσαι το πρωί και να λες “ευχαριστώ” στο σύμπαν. Η ευγνωμοσύνη είναι κάτι το οποίο θέλει πρακτική εξάσκηση».

Ο Βασίλης Ζούλιας έζησε τα πάρτυ των 80's σαν πραγματικός bon vivant © Τάσος Τσέκουρας

Και το 60’s σπίτι του στο Μαύρο Λιθάρι
Το απέκτησε στην πρώτη καραντίνα και το βρήκε μέσω του νόμου της έλξης ενώ οδηγούσε προς το σπίτι της Μάρας Δεσύπρη. «Καθώς οδηγούσα προς τα εκεί οραματίστηκα πόσο ωραίο θα ήταν να έχω ένα σπίτι εδώ κοντά στην παραλία μιας και δεν θα πάω φέτος διακοπές. Μόλις καθίσαμε να φάμε με τη Μάρα, εκείνη μου είπε ότι νοικιάζεται εκεί κοντά ένα monumental το σπίτι του 1963 από αυτά που μου αρέσουν».

Στην εποχή όπου «χάνεται» η εικόνα του perfect body
«Ευτυχώς, γιατί έχω αρχίσει και εγώ να με αγαπάω. Τώρα πια είναι κακοποιητικό το να πεις σε κάποιον “πάχυνες” ή “αδυνάτισες”». Μιλήσαμε λίγο για τη δύναμη του politically correct και του φόβου που αυτό φέρει. Ο σχολιασμός του σε όλο αυτό ήταν αφοπλιστικός. «Καλά κάνουμε και φοβόμαστε για να μάθουμε ότι δεν πρέπει να βλέπουμε τον άλλο σύμφωνα με τα κιλά του». 

Υγ: Πηγαίνοντας προς την έξοδο, περάσαμε από τον πρώτο όροφο. Μου έδειξε τη συλλογή με τα περιοδικά που αγγίζουν το άπειρο σε αριθμό και σταθήκαμε μπροστά από μια κούτα από παλιά παιχνίδια εξίσου συλλεκτικά. Έφυγα φορώντας μια μάσκα Ζούλιας και με τη σκέψη στις φωτογραφίες που μου έδειξε από τις επιδείξεις μόδας και του ίδιου παρέα με διάσημους φίλους. Ήταν πόλαροϊντ και έμοιαζαν να έχουν συμβεί χθες.