Τα «υψηλής ραπτικής» αμπαζούρ της Ευριπίδου

Μέσα στο τελευταίο εργαστήριο «haute couture» αμπαζούρ της Αθήνας με την τεχνίτρια Ολυμπία Περβολαράκη

Η Ολυμπία Περβολαράκη είναι από τις τελευταίες τεχνίτριες χειροποίητων αμπαζούρ στην Αθήνα

Η Ευριπίδου είναι μια κόλαση για κάθε ψυχαναγκαστικό Αθηναίο εκεί έξω και ένας παράδεισος ταυτόχρονα για τις νοικοκυρές. Σκουπόξυλα, σουρωτήρια, ψάθες, κόσκινα, στεφάνια, θυμιατά, πράσινα σαπούνια, κατσαβίδια, συνυπάρχουν στα καλάθια μπροστά στο πεζοδρόμιο, «τυλιγμένα» με μια μυρωδιά από κανέλα και σουτζούκι πολίτικο. Τίποτα δεν μοιάζει παράταιρο ή ξεκάρφωτο στα εργαλειάδικα της οδού, ούτε καν η μικρή Γαλλία ανάμεσα τους, που επιβιώνει στο Αμπαζούρ εδώ και 70 χρόνια. H βιτρίνα του θα μπορούσε να είναι installation σε κάποια έκθεση μοντέρνας τέχνης με τα πολύχρωμα, κομψά καπέλα για φωτιστικά, που στέκονται καθόλου ατάκτως ειρημένα όπως θα πίστευε κάποιος, αλλά προσεκτικά τοποθετημένα για να αναδεικνύει το ένα την ομορφιά του άλλου.

«Την άλλη εβδομάδα θα είναι έτοιμο το αμπαζούρ σε σχήμα παγόδας με ράψιμο μπακλαβά» ακούγεται από μέσα. Αυτό ήταν αρκετό για να μπω και να γνωρίσω την Ολυμπία Περβολαράκη που γεννήθηκε μέσα σε καπέλα φωτιστικών και τα κατασκευάζει στο χέρι, κομμάτι-κομμάτι. Πρόκειται για μία από τις ελάχιστες εναπομείνασες τεχνίτριες που δουλεύουν την συρματουργία στο χέρι. Περίμενα να την δω περικυκλωμένη από μεγάλες κυρίες να πίνουν τσάι, οι πελάτες όμως ήταν δύο φοιτητές αρχιτεκτονικής που συγκατοικούν στα Εξάρχεια και λατρεύουν τις πινελιές της παλιάς αθηναϊκής φινέτσας στα σύγχρονα διαμερίσματα.

Ο πατέρας Περβολαράκης ξεκίνησε φτιάχνοντας γκέτες ώσπου παρατήρησε πως το νέο φετίχ των αθηναίων της δεκαετίας του 1950 ήταν τα αμπαζούρ που παράγγελαν με βάση τις τουαλέτες τους οι επιφανείς οικογένειες της Αθήνας. Άνοιξε τότε την επιχείρηση του, αρχικά στη Σοφοκλέους, δίπλα στο παλιό χρηματιστήριο και είχε την συνήθεια μάλιστα να κατατάσσει τα αμπαζούρ σε κατηγορία γυναικείων και αντρικών και να μιλά για αυτά με όρους υψηλής ραπτικής των ρούχων. Σύντομα ακολούθησε η συνεργασία με την Μεγάλη Βρετανία για τα φωτιστικά στα μπουντουάρ των δωματίων και αμέσως μετά το King George και το Plaza. Κάποια από τα καπέλα του καταστήματος έχουν χρησιμοποιηθεί σε ελληνικές ταινίες της Finos Film. Και από το μικρό του εργαστήρι στην καρδιά της Αθήνας γεννήθηκαν οι βιοτεχνίες συρματουργίας στην Πειραιώς και στο Μοσχάτο.

Σήμερα από τα χέρια της κόρης του περνάνε καθημερινά δεκάδες αμπαζούρ απο ρετρό σχέδια μέχρι μοντέρνες κατασκευές για σπίτια, εστιατόρια, ξενοδοχεία, παραγγελίες σκηνογράφων για θέατρα και διακοσμητών για γραφεία, από 10 ευρώ μέχρι 300.

«Τότε οι Αθηναίοι συνδύαζαν την βόλτα τους στους οίκους του Αλεξανδράκη και του Σιστοβάρη της Ερμού με πέρασμα από τα αμπαζούρ για να βρουν το αμπαζούρ για το φωτιστικό που θα ταίριαζε στο ψηλοτάβανο καθιστικό τους και στις απλίκες με δαντέλα. Αυτοί που ζητούν χειροποίητα αμπαζούρ σήμερα είναι τα παιδιά 3ης γενιάς και τα εγγόνια των παλιών πελατών μας επί εποχής Λάμψα ή φοιτητές που βαριούνται το βιομηχανοποιημένο εμπόρευμα και τους εκφράζει περισσότερο η κατασκευή.» μου λέει η Ολυμπία καθώς στρώνει την φόδρα σε ένα ρετρό καπέλο από ταφτά, 65 ετών που όμως έμαθα αργότερα χρησιμοποιήθηκε σε ταινίες του Δημήτρη Χορν, και συνεχίζει: 

«Σε κάθε περίπτωση δίνουμε μορφή και ψυχή με το σύρμα, το ξεδιπλώνουμε, το λυγίζουμε και προχωράμε σιγά σιγά στα σχέδια και τα χρώματα που θέλει ο πελάτης. Τα βάφουμε στο χέρι, επιλέγουμε προσεκτικά τα υφάσματα, ταφτάδες, μεταξωτά, λινάρια κι έτσι μπορούμε να του φτιάξουμε ο τι φανταστεί. Κάθε κατασκευή κλείνει μέσα της ένα κομμάτι της ιστορίας αφού για να αποδοθεί ένα vintage αμπαζουρ του 1958 πρέπει να συνάδει με τη ποιότητα την υφασμάτων που χρησιμοποιούνταν τότε, την πιο εκλεκτή δηλαδή. Με λίγα λόγια αντιστεκόμαστε στα αφαιρετικά σχέδια και των πλαστικών αμπαζούρ των μεγάλων εισαγωγικών εταιρειών της Κίνας. Eμείς όμως δεν μπορούσαμε να κάνουμε εξαγωγή καθώς δεν είχαμε στήριξη από τις αρχές και το επαγγελματικό επιμελητήριο όλα αυτά τα χρόνια.» 

Μέχρι πριν από περίπου μια πενταετία μάθαιναν την τέχνη της συρματουργίας και του χειροποίητου στο εργαστήρι με τα αμπαζούρ πάνω από 30 άτομα και σήμερα παραμένουν σχεδόν τα μισά αφού η διαδικασία του είναι δύσκολη, απαιτεί λεπτοδουλειά και πολλές ώρες πάνω από τα προσχέδια.

«Πρώτα πρέπει να κάνουμε τα σχέδια σε πατρόν, να τα κολλήσουμε στους σκελετούς, να βρούμε τους συνδυασμούς χρωμάτων και στο τέλος το ρέλιασμα και το φινίρισμα. Μερικές φορές δεν βγαίνει το ζητούμενο αποτέλεσμα, το ύφασμα για παράδειγμα σε ένα αναμμένο φωτιστικό δείχνει πολύ διαφορετικό απ'ότι κλειστό ή μπορεί να μην είναι πανομοιότυπο με και πρέπει να το ξαναφτιαχτεί από την αρχή. Μερικές φορές φτιάχνω δύο εκδοχές της παραγγελίας, μία σύμφωνα με τις προτιμήσεις του πελάτη και μία δική μου πρόταση που μάλιστα τις περισσότερες φορές είναι και αυτή που φεύγει. Όσο πιο δημιουργικό είναι το σχέδιο τόσο πιο πολλά τελειώματα και τόσο πιο εντυπωσιακό θα γίνει. Τα νέα παιδιά όμως δεν έχουν την αντοχή για όλο αυτό.»

Αμπαζούρ Περβολαράκη: Ευριπίδου 1, 21 0323 3010