Τόσα πολλά jeans, τόσος λίγος χρόνος
Το απόλυτο λεξικό του τζιν για αρχάριους και μυημένους
Τζιν παντελόνια: Πόσες κατηγορίες και στυλ jean υπάρχουν και πώς να τα ξεχωρίσεις
Σε μαγαζί με όχι-πάρα-πολύ-δυνατή-Μπίλυ-Αιλις, δηλαδή σε μαγαζί που δεν απευθύνεται μόνον σε 15χρονα, περιπλανήθηκα μια μέρα στον τομέα των τζιν. Έχω αρκετά τζιν χάρη στον ανιψιό μου, που μου χάρισε κάμποσα όταν τα βαρέθηκε και με τακτοποίησε ενδυματολογικά, μια και φοράω κυρίως τζιν παντελόνια: με βολεύουν οι τσέπες για να βάζω τα τιμαλφή, το ότι μπορώ να καθίσω σε ράντομ ντουβαράκι χωρίς να παγώσει ο πισινός μου, το ότι δεν φαίνονται οι πατούσες του σκύλου στα γόνατα ούτε οι γονατιές, όταν γονατίζω στο ύπαιθρο, το ότι δεν χρειάζονται σίδερο και με ένα πλυντήριο είναι έτοιμα να πάρουν δρόμο. Αλλά επειδή βρέθηκα στο παραπάνω μαγαζί, είπα να τσεκάρω τι καινούργιο υπάρχει στον τομέα «τζιν παντελόνι»… και η ποικιλία είναι τρομαχτική. Έφτιαξα λοιπόν ένα μικρό λεξιλόγιο των τζιν, σε περίπτωση που διαβάζετε πηγμένες/οι σε προθάλαμο οδοντογιατρού, ΜΜΜ ή σε αναμονή που σηκώνει ξαλάφρωμα (πάντα υπάρχουν τέτοιες, ευτυχώς, για να κάνουμε κι εμείς τη δουλίτσα μας…)
Dad jeans: φαρδιά, άνετα, μαλακά τζιν που τα προτιμάνε οι Αμερικάνοι μπαμπάδες όταν ψήνουν μπάρμπεκιου στις αυλές τους. Κάπως ράβονται έτσι ώστε το ζωνάρι να κατεβαίνει κάτω από τον σκεμπέ χωρίς όμως να το κάνει θέμα. Διακριτικά τζιν, αγαπημένα από όλα τα φύλα από μια ηλικία και μετά (των φύλων).
Εγκυακά τζιν: με λαστιχωτή μέση, για μαμάδες εγκύους. Είχα σε κάθε εγκυμοσύνη όπως όλες οι έγκυοι - το φοράς συνέχεια τουλάχιστον για ένα χρόνο (μετά τη γέννα, που δε σου μπαίνει ούτε βρακί) και όταν το ξεφορτώνεσαι, το αποχαιρετάς με ψιλή θλίψη. Πέρασες πολύ καιρό με αυτό το ρούχο, πλύνε-βάλε, όχι ότι θα σου λείψει, απλώς - θλίψη. Ελαφριά. Με ανακούφιση, που χωράς και σε άλλα τζιν.
Carpenter jeans: «του μαραγκού», με τσέπες, θυλίκια και πλαϊνές μακρόστενες θήκες για να βάζεις το μπλακ-εν-ντέκερ, ένα ηλεκτρικό πριόνι, ένα Καλάσνικοφ. Τα φοράνε οι επαγγελματίες μαραγκοί. Όχι του ΙΚΕΑ, εκεί έχουνε κρεμασμένα παντού ζεμπίλια με παξιμαδάκια συναρμολόγησης, σα τσαμπιά.
Preppy: κυριλέ, καθαρά, σιδερωμένα τζιν με τσάκιση που τα φοράνε οι αριστούχοι. Και πάλι, στην Αμερική, τα προτιμάνε αυτοί που συχνάζουν σε καλά πανεπιστήμια, κολλέγια, χρηματιστήρια, γκάνγκστερς κλπ.
Tapered: τύπου φυσούνα, φαρδιά απάνω, στενά κάτω – κλείνουν όσο κατεβαίνουν προς τον αστράγαλο. Το εφέ όταν το κοιτάζεις από πίσω είναι περίεργο, σα να κατάπιε κουβά το άτομο που το φοράει, και να του ’κατσε στη λεκάνη.
Cropped: ή «του ψαρά», κοντά, για να μπορεί (ο ψαράς) να μπαίνει στα ρηχά και να βγάζει μάλλον πεταλίδες, γιατί αν πάει για ροφό, είναι βαθιά νυχτωμένος. Μερικά είναι γυρισμένα πάνω από τον αστράγαλο με ρεβέρ και μερικές φορές λέγονται “clamdiggers”. Όταν βγάζουν και μύδια οι τζιν-ιασμένοι.
Buggy στυλ ‘90s: φαρδιά, τύπου ‘90ς, ίσως να τα φοράνε και σήμερα οι ράπερς, σόρι, οι τράπερς και φίλοι τους. Στην πρώτη εκδοχή τους άφηναν να φαίνεται το σώβρακο από κάτω επειδή και καλά στην φυλακή δεν υπάρχουν ζώνες, και οι άνθρωποι που τα φορούσαν είχανε κάνει φυλακή. Μετά βέβαια βγήκαν από τη φυλακή, και ξανα-έβαλαν ζώνη, αλλά αυτά είναι λεπτομέρειες, η αγριάδα ήταν και είναι που μετράει.
High-waist: ψηλόμεσα, να σκεπάζουν τον αφαλό, άντε και μέχρι βυζί. Καθόλου δεν τα χωνεύω (όταν σκύβεις μπροστά καθιστή/ός, σου μπαίνουν εκεί που ξέρεις) αλλά βολεύουν πολύ κόσμο που είναι ψηλόταλος. Σε αντίθεση με τον κόσμο που είναι κοντόταλος, καλή ώρα, και προτιμάει τα παρακάτω:
Low-waist: χαμηλόμεσα. Χωρίς ζώνη, κάνουν εφέ «μόλις βγήκα από τη στενή» ή «μόλις έχασα 5 κιλά ή/και τη ζώνη μου». Αν είσαι μέχρι 30 χρονών και φέτες, φοράς κοντό φανελάκι από πάνω και μοστράρεις κοιλιακούς κάθε φορά που τεντώνεσαι. ΚΙ ΑΝ τα έχουμε κάνει αυτά, μη μας βλέπετε μαζεμένους.
Low-rise: πολύ-πολύ χαμηλόμεσο, με απαραίτητους κοιλιακούς, και πλάγιους κοιλιακούς, για να το στηρίζουν μη το φάει καμία κυλιόμενη (σκάλα, σε μετρό/ηλεκτρικό)
Utility: φαρδιά, άνετα, με πολλές τσέπες, απαραίτητα αν κάνεις χειρωνακτικές εργασίες, αλλάζεις ρουμπινέτα, πυρασφάλειες, σασί κλπ. Ή αν κάνεις κλάμπινγκ σε κλαμπ που ο κόσμος προσποιείται ότι ξέρει από φλάντζα.
Drain pipe: σωλήνας, ίσιο και στενό, κολλητό, απαπά, ιδρώνεις φριχτά και καρα-σφίγγεσαι, όταν φτάνεις σπίτι το πετάς από πάνω σου το ρημαδιασμένο και ορκίζεσαι να μη το ξαναφορέσεις ποτέ… μέχρι το επόμενο Σάββατο που πας σε κλαμπ στο οποίο ο κόσμος προσποιείται ότι είναι πάρα πολύ αδύνατος.
Boot-cut: ίσιο τζιν, που ανοίγει από το γόνατο και κάτω για να μπορείς να το φοράς με μπότες, άμα είσαι καουμπόης ή έχεις πολλές μπότες. Το πιο βολικό, συνήθως έχει λοξές τσέπες που χωράνε και κινητό.
Καμπάνα: η πιο ακραία εκδοχή του παραπάνω, μεγάλο σουξέ των ‘70ς που όλο επανέρχεται (στη μόδα) και επανα-φεύγει. Σκοντάφτεις στις πλατφόρμες σου, είναι η αλήθεια…
Wide: φαρδύ από πάνω ως κάτω. Είναι στην ίδια κατηγορία με το buggy αλλά συνήθως βγαίνει σε σκούρο μπλε ή μαύρο τζιν και δεν σακκουλιάζει στα γόνατα, όπως το buggy.
Straight leg: κοντά στο Drain pipe αν και μπορεί να είναι απλώς στενό χωρίς να σου βγάζει το λάδι. Ταιριάζει σε ψηλές και στην Ζιζέλ. Στην οποία όμως ταιριάζει και ο κουβάς που κατάπιε αυτός με τη φυσούνα.
Jeggings: εφεύρεση της τελευταίας 20ετίας, ανάμεσα σε κολάν και τζιν, από μαλακό ελαστικό ύφασμα που μοιάζει με τζιν, που αν είναι όντως μαλακό/ελαστικό, τουλάχιστον δεν φτύνεις τραχανά. Το ντεφό του είναι ότι δεν έχει τσέπες.
Η ορολογία του τζιν παντελονιού είναι Αγγλική επειδή πρόκειται για Αμερικάνικη εφεύρεση, τα ξέρετε. Αφιερώστε τρεις-πέντε ωρίτσες λοιπόν όταν πέσετε στην ανάγκη του καινούργιου τζιν, όχι για να μάθετε Αγγλικά, παρά για να διαλέξετε αυτό που σας ταιριάζει καλύτερα. Γιατί όταν το βρίσκει κανείς το τζιν της καρδιάς του (ίου), δεν μπορεί χωρίς αυτό. Τουλάχιστον από κει και μετά, πηγαίνει κατευθείαν στην κατηγορία του και ξεμπερδεύει.