Ágatha Ruiz de la Prada: Η γκαρνταρόμπα της ευτυχίας
Η γυναίκα που έκανε τη χαρά μόδα
Ágatha Ruiz de la Prada: Η Ισπανίδα σχεδιάστρια μόδας που μεγαλουργεί από τα 80s μέχρι σήμερα με όπλο της το χρώμα και την τρέλα.
«Σικ, τσεκ, σοκ: Μια γυναίκα πρέπει να έχει τρεις άντρες, πάντα: ένα μαρκήσιο για το σικ, έναν τραπεζίτη για το τσεκ κι ένα ζιγκολό για το σοκ». Μαδρίτη, 1986. Αφίσες χρώματος φουξέ με σύνθημα - δήλωση που θυμίζει μανιφέστο σουρεαλιστών ενημερώνουν τους σοκαρισμένους περαστικούς για το σόου της Άγκαθα Ρουίθ ντε λα Πράδα.
Ήταν αρχές της δεκαετίας του ’80, όταν μία πολιτιστική έκρηξη με τον όρο Movida Madrileña συγκλόνισε τη Μαδρίτη. Μετά την πλήρη αποκατάσταση της ισπανικής δημοκρατίας, η καλλιτεχνική κίνηση της πρωτεύουσας εισέβαλε σε κάθε έκφανση της τέχνης και κουλτούρας, για να επιφέρει τον εκδημοκρατισμό της αισθητικής. Μια ομάδα ευφάνταστων ανθρώπων δημιούργησε ένα πρωτοποριακό ποπ στιλ και εμπλούτισε την ατμόσφαιρα της Μαδρίτης με έναν αέρα πειραματισμού, αντισυμβατικότητας, απελευθέρωσης και φρεσκάδας. Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ στον κινηματογράφο, ο Λουίς Αντόνιο ντε Βιγιένα στην ποίηση, ο Πάκο Κλαβέλ στη σόου μπιζ, οι Ούκα Λέλε και Σίλβια Πολιάκοφ στη φωτογραφία, οι Αλάσκα στη μουσική και η Άγκαθα Ρουίθ ντε λα Πράδα στη μόδα υπήρξαν οι κυριότεροι εκπρόσωποι αυτού ακριβώς του αβάν γκαρντ πολιτιστικού φαινομένου.
Η Άγκαθα Ρουίθ ντε λα Πράδα γεννήθηκε στις 22 Ιουλίου στη Μαδρίτη. Κόρη διάσημου αρχιτέκτονα και συλλέκτη έργων τέχνης, σπούδασε αρχιτεκτονική και ασχολήθηκε από νωρίς με τη μόδα. Το 1981 παρουσίασε το πρώτο της ντεφιλέ στη Μαδρίτη, ενώ στον κύκλο των φίλων της περιλαμβάνονταν μερικές από τις πιο δημιουργικές προσωπικότητες της δεκαετίας του ’80, όπως οι Άντι Γουόρχολ, Τσιγίδα, Μπόφιλ, Ουμπράλ, Μιγιάκε, Λίμποβιτς. Σύντομα η Άγκαθα διαπίστωσε πως το μήνυμα χαράς που επιθυμούσε να αποστείλει στο κοινό με τα ρούχα της πνιγόταν και ασφυκτιούσε πάνω στην πασαρέλα. Παγιδευμένη σε ένα συνεχές κυνήγι της ελευθερίας, αναζήτησε νέα πεδία έκφρασης και δρομολόγησε τη διεθνή της περιπέτεια.
Για τέσσερις δεκαετίες αξιοποιεί το πολύπλευρο ταλέντο της σχεδιάζοντας ρούχα για ενηλίκους και παιδιά, γυαλιά ηλίου, σκουλαρίκια, δακτυλίδια, κοσμήματα, αντικείμενα διακόσμησης, καρέκλες, ρολόγια, κούκλες, οικιακές συσκευές, πιάτα, κουρτίνες, βιβλία, χαρτικά, αρώματα και φιάλες αλκοολούχων ποτών. Παράλληλα, ντύνει ηρωίδες του Αλμοδόβαρ, διακοσμεί δωμάτια ξενοδοχείων και παιδότοπους και εκπονεί σκηνικά για παιδικά θέατρα. Οι εικόνες της ανθίζουν στις βιτρίνες όλων σχεδόν των μεγάλων πόλεων της Ισπανίας και της Ευρώπης.
«Μου αρέσει να σχεδιάζω τις κολεξιόν παπουτσιών μου στο μπάνιο. Μόνη και συγκεντρωμένη, γεμίζω την μπανιέρα με πορτοκαλί σαπουνόφουσκες και αρχίζω να σχεδιάζω. Τα παπούτσια μου είναι τα πιο ευτυχισμένα της αγοράς. Δεν ξέρω αν το ξέρετε αυτό», γράφει η Ρουίθ ντε λα Πράδα, της οποίας ο «κόσμος» μοιάζει κατασκευασμένος από έναν εκκεντρικό εγκέφαλο που διαθέτει πολλή φαντασία και διάθεση για παιχνίδι. Η σχεδιάστρια επιστρατεύει το χρώμα, το ανατρεπτικό αυτοσαρκαστικό χιούμορ, την ιντελεκτουέλ ειρωνεία και το μεσογειακό πάθος, για να απαλλάξει τους ανθρώπους από ενδυματολογικές προκαταλήψεις και αυτοπεριορισμούς και να τους επιτρέψει να αποκαλύψουν το παιδί που κρύβουν μέσα τους.
Οι δημιουργίες της, τις οποίες φορά πρώτη η ίδια, έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς σουρεαλιστικές, σατιρικές, απελευθερωτικές, παράλογες, ανατρεπτικές. Τα ριψοκίνδυνα σχέδιά της ακροβατούν μεταξύ παραίσθησης και πραγματικότητας και δίνουν φως και ελπίδα σε μια πραγματικότητα σκληρή, άκαρδη, σκοτεινή. Καμπυλόμορφα κινούμενα σχήματα αρνούνται να υποταγούν σε σχεδιαστικούς κανόνες και φτάνουν σε ακρότητες που δημιουργούν θεαματικές διακοσμητικές εντυπώσεις, ενώ επαναλαμβανόμενες θεματικές και στιλιστικές εμμονές αφηγούνται ιστορίες συνειδητής υπερβολής.
Το παιδικό, χαρούμενο, φωτεινό, αισιόδοξο και εκκεντρικά μακιγιαρισμένο πρόσωπο της ντε λα Πράδα είναι ασορτί με τις δημιουργίες της. Το βλέμμα της, αστραφτερό, ανήσυχο και πάντα νεανικό, καταγράφει εικόνες οργιώδεις και τρυφερές, ναΐφ και παραβατικές, ενώ παιγνιώδεις είναι πάντα και οι τίτλοι των σόου - χάπενιγκ. Ο κύκλος των πελατών - φίλων της αποτελείται από άντρες, γυναίκες και παιδιά που απολαμβάνουν τη ζωή φορώντας κιτς, ακραία, τολμηρά και προκλητικά ρούχα ή αξεσουάρ που τους επιτρέπουν να αισθάνονται ο εαυτός τους.
Ύφασμα, μέταλλο, χαρτί, καθώς και παλιοί υπηρέτες της καθημερινότητας μπορούν και συνυπάρχουν στον χώρο που λέγεται ρούχο. «Θέλω ο καθένας να έχει τη δυνατότητα να φορά τα ρούχα μου», επαναλαμβάνει σχεδόν εμμονοληπτικά η Άγκαθα και επισημαίνει ότι δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση να μετατρέψει τους ανθρώπους σε fashion victims. Οι κολεξιόν της αποθεώνουν την αίσθηση της στιγμής και ανάγουν σε καλλιτεχνικό προϊόν την προσωρινότητα. Ιδεολογικά ευέλικτη και ευπροσάρμοστη, η ντε λα Πράδα απορρίπτει το τυπικό και το διαχρονικό, για να υπερτιμήσει το περιπτωσιακό και το στιγμιαίο με όλη τη γοητεία που αυτό συνεπάγεται.