Η Ρίτα Μορένο θολώνει το γόητρο του βασιλιά
Η Μ. Ζουμπουλάκη δοκιμάζει babysitters
Η Mαίρη Πόπινς δεν μένει πια εδώ… ούτε ψάχνει για δουλειά σαν μπέιμπι-σίτερ, νταντά, nanny και πάει λέγοντας
Η Mαίρη Πόπινς δεν μένει πια εδώ… ούτε ψάχνει για δουλειά σαν μπέιμπι-σίτερ, νταντά, nanny και πάει λέγοντας. Για να βρεις κάτι τέτοιο, μια «γυναίκα» να σου κρατάει τα παιδάκια, βασικά χρειάζεσαι πολλή τύχη. Και να ξεχάσεις τις βλακείες τύπου supercalifragilisticexpialidocius…
Οι αγορές μπορεί να περνάνε κρίση, μπορεί να ζούμε με το φάσμα της ανεργίας, τα στελέχη μπορεί να τσεκουρώνονται το ένα μετά το άλλο – το επάγγελμα της «γυναίκας» έχει πάντα ζήτηση. Το ότι έγινες μητέρα δεν σημαίνει ότι βγαίνεις από τον επαγγελματικό στίβο, απλώς σημαίνει ότι ο στίβος γίνεται πιο ανηφόρι: ο άντρας/σύζυγος/πατέρας παιδιώνε σου δεν καλείται να κάνει καμιά ιδιαίτερη θυσία όσον αφορά την καριέρα του (ή και οτιδήποτε άλλο, εδώ που τα λέμε) επειδή απέκτησε παιδιά. Αν είναι καλός άνθρωπος, θα συμμετέχει στα έξοδα της «γυναίκας» την οποία θα βρεις εσύ. Μετά από οντισιόν όλων των αλλοδαπών της Αθήνας. Και μετά από δέκα τουλάχιστον τζούφιες προσπάθειες. Ή και εκατό…
Οι «γυναίκες» που θα περάσουν απ’ το σπίτι σου σε αυτή τη φάση θα είναι Βουλγάρες, Μολδαβές, Γεωργιανές, Πολωνέζες, Αγγλίδες, Κινέζες, Φιλιππινέζες, Αιθιοπέζες ή Ελληνίδες. Θα πληρώνονται με την ώρα ή με το μήνα. Θα κάνουν και δουλειές ή θα κοιτάζουν μόνο τα παιδιά. Θα μιλάνε στα βρέφη ξένες γλώσσες και θα δίνουν μπιμπερό, θα τους αλλάζουν πάνες ή δεν θα τους αλλάζουν πάνες (σιχαίνονται). Θα σου σπάνε τα νεύρα ή θα γίνουν οι νέες σου φίλες. Όλα είναι θέμα τύχης. Ο κάθε τύπος «γυναίκας» έχει τις ιδιαιτερότητές του. Το εκτενές ρεπορτάζ της δημοσιογραφικής μας ομάδας ΜΑΣΑ (Μαμάδες Σε Απόγνωση) φωτίζει μερικές από αυτές τις ιδιαιτερότητες.
(*) Η Ρωσίδα/Μολδαβή/Γεωργιανή… είναι καλή με τα μωρά, ρίχνει καμιά σκούπα άμα λάχει, αλλά μέχρις ενός σημείου. Το σημείο αυτό είναι κοντά στο αν τη βλέπεις ή όχι (όσο τη βλέπεις, σκοτώνεται. Μόλις απομακρυνθείς εκ του ταμείου, αράζει). Μιλάει ώρες στο κινητό της. Θέλει να ξέρει τι ψώνισες, όταν επιστρέφεις με κυριλέ σακούλες. Βάζει τις κρέμες προσώπου σου όταν λείπεις και ξέρει ακριβώς πού κρύβεις το αγαπημένο σου body lotion. Ξέρει ακριβώς πού κρύβεις το οτιδήποτε, και έχε χάρη που είναι τίμια. Σχεδόν. Γιατί αν είναι κάτω των 40, οι πιθανότητες να ξεχάσει πόσο τίμια είναι όταν βρεθεί μόνη με τον άντρα/γιο/πατέρα/πάππο σου είναι πολλές.
Στην πρώτη γνωριμία: Μπαίνει σαν να πηγαίνει σε οντισιόν, σεμνή, θεούσα-με-μπουστάκι, και δεν αναφέρει ότι δουλεύει σε στριπτιτζάδικο. Χαμογελάει πολύ, πιάνει κι ένα βετέξ ή ένα μωρό (όποιο είναι πρόχειρο). Δείχνει τέλεια. Σε φρικάρει: Βασικά το μπουστάκι, που το κοιτάζεις με μισό μάτι. Λες, μωρή;
(*) Η Πολωνέζα… είναι καλή με τα μωρά, ρίχνει καμιά σκούπα άμα λάχει, αλλά το «άμα λάχει» δεν λαχαίνει συχνά. Βασικά ξέρει πού έχεις τη βότκα. Αν είσαι τυχερή, τη σβερκώνει αφού βάλει για ύπνο τα μωρά κι όταν πια αρχίσει η αγαπημένη της σειρά (House). Δύσκολα θα κοιτάξει τον άντρα/γκόμενο/παππού σου. Επίσης, άμα δεν σκυλοπεινάνε τα μωρά αποκλείεται να τα ταΐσει από μόνη της (δεν πάει γυρεύοντας) και ποτέ δεν θα της έρθει η θεία επιφοίτηση να σφουγγαρίσει το μπάνιο π.χ. (μια χαρά της φαίνεται).
Αν σας φέρουν τρίγωνα Πανοράματος θα τα κάνει τρίο-καρό. Στην πρώτη γνωριμία: Επισημαίνει ότι δεν πίνει ποτέ, μα ποτέ όμως. Γιατί να το κρύψουμε, άλλωστε. Είναι ντυμένη πρακτικά και έχει μαζί της σαγιονάρα (για να πλένει τις βεράντες, που δεν θα τις πλύνει ποτέ). Σε φρικάρει: Που δείχνει τόσο χαλαρουίτα. Και τόσο άνετα με τον καναπέ σου. Και τόσο… ντίρλα, να το πεις;
(*) Η Κινέζα… είναι καλή με τα μωρά, αλλά με τη σκούπα έχει σφαχτεί από χρόνια και ΔΕΝ μαγειρεύει πάπια Πεκίνου ούτε όταν της το ζητάει το Πεκίνο το ίδιο. Δεν μαγειρεύει τίποτα, απλώς τρώει τα άπαντα χωρίς έλεος. Μιλάει στα μωρά σου κινέζικα και δεν ξέρεις αν τα σιχτιρίζει με γλυκό ύφος ή αν έτσι είναι το ύφος της. Μπορεί να ξεχαστεί βλέποντας Ανατολικά της Εδέμ και να αφήσει τα παιδάκια σου να τσουρομαδηθούν μεταξύ τους ή με άλλα παιδάκια. Ό,τι πέφτει κάτω, το αφήνει κάτω: είναι θέμα Ζεν.
Στην πρώτη γνωριμία: Ζητάει ασύλληπτα λεφτά, αλλά μετά «τα βρίσκετε» (συνέρχεται). Είναι συμμαζεμένη. Λέει πολλές φορές «γιες μααμ» και αναρωτιέσαι αν σε δουλεύει (ναι). Σε φρικάρει: Με αυτό το χαμόγελο-Τσάκι-Τσαν. Σε μισεί, είσαι σίγουρη.
(*) Η Αιθιοπέζα… είναι καλή με τα μωρά, αλλά σέρνει τη σκούπα τόσσσσο αργά και βασανιστικά στο πάτωμα που την παρακαλάς να σταματήσει: δεν υπάρχει χρόνος στα μάτια της, δεν υπάρχει οκτάωρο, δεν υπάρχει «σήμερα». Όταν εξαφανίζεται για να σιδερώσει, δεν ξέρεις αν πήγε και σιδερώνει στην Αιθιοπία ή στο άλλο δωμάτιο. («Μα πού είναι; Πού είναι;»)
Στην πρώτη γνωριμία: Είναι το πιο γλυκό κορίτσι, και επειδή πληρώνεται με την ώρα, συνειδητοποιείς πολύ (αλλά πολύ) αργότερα ότι υπάρχει τρόπος να περνάνε οι ώρες της γλυκά χωρίς να ιδρώνει διόλου. Σε φρικάρει: Που φτιάχνει ένα ρημαδο-τούρκικο καφέ σα να ’ναι στιφάδο, επί ώωωωωρες. Τα νεύρα σου πατατάκια.
(*) Η Βουλγάρα… είναι καλή με τα μωρά και τη δουλεύει τη σφουγγαρίστρα, σε περίπτωση που σε ενδιαφέρει. Απλώς πλένει τα πιάτα ξοδεύοντας όλο τον Αμαζόνιο (δεν έχουν λειψυδρία στη Βουλγαρία) και για τον ίδιο λόγο παπαριάζει τα μπαλκόνια σου τρεις φορές την ημέρα. Της αρέσει να πλατσουρίζει και μαθαίνει στα παιδιά σου βουλγάρικα τραγουδάκια υποψήφια της Γιουροβίζιον.
Στην πρώτη γνωριμία: Έχει πάντα μια λυπητερή ιστορία (μανούλα άρρωστη, θεία με αναπηρία – περίπου αυτά που λέει και η Ρωσίδα, απλώς εδώ είναι πολλές οι πιθανότητες να λέει αλήθεια). Δεν είναι μανιακή με την καθαριότητα. Δεν είναι μανιακή με τίποτα. Εσύ θα γίνεις μανιακή με όλα. Give her time. Σε φρικάρει: Που εξοικειώνεται με την κάβα σου τσάκα-τσάκα και που βγαίνει για τσιγάρο κάθε δέκα λεπτά.
(*) Η Φιλιππινέζα… θέλει να μένει σπίτι σου, και παρόλο που αυτό σημαίνει ότι θα κάνει δουλειές με κάποια συχνότητα, αγνοείται η τύχη της συχνότητας – η μέση Φιλιππινέζα τον θέλει τον ύπνο της, την πέφτει από τις 9 και σ’ αφήνει να βουρλίζεσαι με τα βρέφη. Αλλά είναι βολικός άνθρωπος, κοιμάται εύκολα.
Στην πρώτη γνωριμία: Φαίνεται πολύ βολική, γιατί λέει «γιες μααμ» σε όλα, και κάτι σου θυμίζει αυτό. Το μόνο που ζητάει είναι δικό της μπάνιο, στο οποίο να μην μπαίνει άλλος. Τα λεφτά της ανεβαίνουν ανάλογα με το πόσο μεγάλο είναι το δωμάτιο και το μπάνιο της. Σε φρικάρει: Που χαμογελάει όπως η Κινέζα, σα να σε φαντάζεται γλασέ, ως πάπια Πεκίνου.
(*) Η Ελληνίδα… είναι σπάνιο φρούτο, 60άρα που μεγάλωσαν τα παιδιά της και θέλει να ασχοληθεί με κάτι επικερδές. Αν σου τύχει καλή, είναι θεά – μαγειρεύει, απαντάει τα τηλέφωνα, σιδερώνει, ταΐζει μωρά και ράβει ποδόγυρους ταυτόχρονα.
Στην πρώτη γνωριμία: Είναι αυστηρή και σκληροπυρηνική, υπέρ του αέναου θηλασμού και του Καραμανλή (γηραιότερου), με άποψη για το τι έχεις στο ψυγείο σου και με κάθετη στάση απέναντι στον άντρα/φίλο σου (δεν εγκρίνει). Σε φρικάρει: Θυμίζει τη μαμά/γιαγιά/θεία σου. Κάνει έλεγχο σ’ όλο το σπίτι για να ξέρει εξαρχής πού έμπλεξε, και για να καταλάβεις κι εσύ ποιος κάνει κουμάντο από δω και πέρα. Τα παιδιά σου θα κάθονται σούζα. Γιατί αν δεν κάθονται, τα πήρε και τα σήκωσε.
(*) Η Αγγλίδα… αν έχει posh αξάν, αν είναι δηλαδή κυριλέ, ζητάει πολλά (25 ευρώ την ώρα!) και εννοείται, my dear, δεν σηκώνει το ξερό της να κάνει το παραμικρό. Είναι εκπαιδεύτρια και βασικά πληρώνεις τη φιγούρα που θα κάνεις στο πάρκο όταν θα βγάλει το παιδί σου την υποχρεωτική καροτσάδα.
Στην πρώτη γνωριμία: Σε υποψιάζει που έρχεται με το μαλλί της κότσο. Μετά, όταν σου λέει ότι θα διαβάζει στα παιδιά σου το Μικρό μου Πόνυ (Μy little Pony) με αυτό το αξάν, κάπως την ψωνίζεις κι εσύ. Άνθρωπος είσαι. Σε φρικάρει: Γιατί είναι μια ρόμποκοπ εκδοχή της Μαίρη Πόπινς, χωρίς το τεχνικολόρ, και λίγο για μπάτσες, απλώς αργείς να το καταλάβεις επειδή είσαι ψάρακας.
Αφού περάσουν όλες αυτές κι άλλες τόσες απ’ το σπιτικό σου, βρίσκεις μια «γυναίκα» στα μέτρα σου, συμφωνείτε, αρχίζει να δουλεύει, τρέχεις κι εσύ με το κεφάλι σου ήσυχο… και μετά, μια μέρα, η «γυναίκα» εξαφανίζεται. Και δώσ’ του απ’ την αρχή στο ψάξιμο. Κι έτσι περνάνε τα χρόνια γλυκά χωρίς να το καταλάβεις, και μια μέρα (άλλη μέρα) συνειδητοποιείς ότι έχεις γνωρίσει όλο τον ΟΗΕ σε «γυναίκες» κι ότι αυτό σε έκανε καλύτερο άνθρωπο. Ειδικά όταν πια τα παιδιά σου έχουν βγει στη σύνταξη, με το καλό...