Δεν ήθελαν να φύγουν από την Ελλάδα – Βολτίτσα στο Σύνταγμα και selfies με τους περαστικούς
Δημοσιογραφική άποψη για ένα φουστάνι κι ένα ζευγάρι πέδιλα;
Παραλειπόμενα από ένα διήμερο σεξισμού και φτηνών σχολίων
Είναι μάλλον γραφική η συζήτηση για τον τρόπο που τα ελληνικά media επιλέγουν να παρουσιάζουν τη γυναίκα. Είναι ο ντόρος που κάνει το λαχανί παλτό της Ζωής Κωνσταντοπούλου, κάθε δημόσια ή επίσημη εμφάνιση της κυρίας Μπαζιάνα. Η διαπίστωση αυτής της δημοσιογραφικής πρακτικής που γίνεται τόσο συνήθης, τόσο παγιωμένη και τελικά τόσο δόκιμη στον δημόσιο διάλογο, καταλήγει να γίνεται κι αυτή γραφική. Ίσως να ήταν γραφικό ακόμα και να συζητηθούν ξανά οι λόγοι για τους οποίους μία ισχυρή γυναίκα, με δημόσιο αξίωμα, θεσμικό ρόλο ή απλώς δημόσια ζωή μετατρέπεται συνειδητά σε ένα κομμάτι ύφασμα κι ένα ζευγάρι πόδια.
Αν πρόκειται για ένα παιχνίδι προσφοράς και ζήτησης, τότε αυτό είναι μάλλον αυτοτροφοδοτούμενο όπως πάντα. Δεν είναι όμως σαφές πόσο αποζητά ή έχει ανάγκη η ηδονοβλεπτική εποχή μας ένα «σέξι σταυροπόδι» στο Προεδρικό Μέγαρο. Ακόμα κι αν το δει κανείς με καθαρά σεξιστικούς όρους, τη στιγμή που υπάρχει πληθώρα του διαθέσιμου και πολύ πιο χαρντκορ οπτικοακουστικού υλικού, δεν είναι κάπως πασέ η εικόνα των ποδιών μιας γυναίκας δημοσιογράφου; Μετά πάλι, κανέναν δεν φαίνεται να προβλημάτισε το γεγονός ότι αυτή τραβήχτηκε πιθανώς χωρίς την άδειά της και αναδημοσιεύτηκε παντού. Αυτά ξεπερνιούνται εύκολα, γιατί τα κλικ ενισχύουν την προσφορά της εικόνας και δείχνουν απλώς ότι ο κορεσμός της θέας δύο γυναικείων ποδιών δεν φαίνεται να υπερβαίνει την μανία κατανάλωσής τους.
Από την άλλη, εχθές και προχθές ήρθαμε αντιμέτωποι και με τη φτηνή ανάλυση των εμφανίσεων που έκαναν η «υπέροχη» κυρία Μπαζιάνα, η «κατώτερη των προσδοκιών» σύζυγος του γάλλου Προέδρου και άλλες γυναίκες που στερεοτυπικά δημοσιεύματα έκαναν φύλλο και φτερό, με σχολιασμούς ύφους που θα ταίριαζε σε ρούγα την επομένη γαμήλιου τραπεζώματος και όχι δημόσια τοποθέτηση.
Σίγουρα το διήμερο παιχνίδι σχολίων για τις δύο αυτές γυναίκες διαφέρει από αυτό που παίζεται συνήθως όταν επιχειρείται η στιλιστική αποκαθήλωση ισχυρών γυναικών. Είναι, όπως δικαίως λένε πολλοί, ένα παιχνίδι εντυπώσεων που έχει τη σημασία του. Κρύβει βέβαια, σύμφωνα με άλλους, τα βαθιά μας στερεότυπα. Εκείνα που κάνουν την κυρία Μπαζιάνα να «ξαφνιάζει με την κομψότητά της» και την Μπριζίτ Τρονιέ να «φέρνει τον αέρα της γαλλικής φινέτσας και κομψότητας». Είμαστε έτοιμοι να εκθειάσουμε με λιγότερη αυστηρότητα τις εμφανίσεις της γαλλίδας Πρώτης Κυρίας, να κατακεραυνώσουμε τη δική μας, της οποίας η επίδοση αν και κρίθηκε θετικά κατά γενική ομολογία, πλαισιώθηκε από κοσμητικά επίθετα στην πλειονότητά τους συγκρατημένα.
Αντίθετα όλοι μιλούσαν με ευκολία για τη «φινέτσα», την «απόλυτη κομψότητα», το «προσωπικό στιλ» της «σικάτης» κυρίας Τρονιέ. Αν δει κανείς πίσω από τις λέξεις η κυρία Μπαζιάνα, ως κακόγουστη by default στα μάτια των ελληνικών media, «εξέπληξε» και «ξάφνιασε» τους πάντες που δεν ντύθηκε χάλια και γι’ αυτό επιβραβεύτηκε με τα μετριοπαθή «αξιοπρεπής», «κομψή», που «κατέβαλε προσπάθεια και κατάφερε να σταθεί επάξια στο πλάι της Μπριζίτ Μακρόν».
Ειπώθηκαν άλλωστε και αυτά: «Η εικόνα της Περιστέρας Μπαζιάνα δεν έχει πλέον καμία σχέση με το παρελθόν. Κι αν δεν θέλει κανείς να πάει πολύ πίσω, στις εμφανίσεις της στο Ηρώδειο με τον Αλέξη Τσίπρα, δυο-τρία χρόνια πριν ο Αλέξης Τσίπρας γίνει πρωθυπουργός, όπου είχε κάνει κάποιες εμφανίσεις πρόχειρα ντυμένη και εμφανώς ατημέλητη, αρκεί να δει κανείς τη φωτογραφία της με το ζεύγος Ομπάμα, στη Νέα Υόρκη, τον Οκτώβριο του 2015, όταν, προφανώς μην έχοντας κάποιον να τη συμβουλεύει, είχε εμφανιστεί με ένα φόρεμα... ακατάλληλο για την περίσταση, που δεν την κολάκευε καθόλου».
Εκτός του κόμπλεξ και του σχολιασμού άνευ ουσίας που όταν αφορά τις γυναίκες περιορίζεται στο τι φόρεσαν, αξίζει να δούμε και τους λόγους που κάποιες γυναίκες κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να σχολιάσει. Καθόλου τυχαία δεν είναι η παράλειψή τους.
Στο επίσημο δείπνο, λοιπόν, η Μαρέβα Μητσοτάκη κρίθηκε «θαμπή», γιατί ως γνωστόν οι γυναίκες οφείλουν να είναι πάντα «λαμπερές». Αλλά και η «λαμπερή και δροσερή Μπέτυ» το παράκανε, γιατί «πρέπει κάποτε να μάθει ότι τα προεδρικά δείπνα δεν είναι ντίσκο του Δαλιανίδη». Μετά πάλι και η άνεση της γυναίκας έχει ένα όριο, «υπερβολικά αεράτη η κ. Μακρόν με τις φυσούνες που είχε φορέσει ως μανίκια».
Σε αυτό το συγκεκριμένο δημοσίευμα, αλλά και στα περισσότερα του είδους, σχολιάστηκαν πολλές, εκτός από την Σίσσυ Παυλοπούλου που αναφέρθηκε ελάχιστα και στα ψηλά. Οι λόγοι που αυτό συνέβη αξίζουν διερώτηση. Όσον αφορά το σχόλιο «σιτεμένο νιάτο», μεταξύ άλλων ευγενών χαρακτηρισμών, προς τον κ. Κατρούγκαλο, συνειδητοποιώ ότι με αφορμή ένα επόμενο ίσως γεύμα, να μην ήταν τόσο γραφικό να μιλήσουμε για το πως η δημοσιογραφική και κοινή γνώμη αξιολογούν, πέραν των ενδυματολογικών επιλογών, και τα φυσικά χαρακτηριστικά, προτού προβούν σε υποτιμητικά ή ανυψωτικά σχόλια και επίθετα που τοποθετούνται δίπλα σε ονόματα ανθρώπων.