Η ιστορία συνεχίζεται.
Η Δέσποινα Κουτσομητροπούλου γράφεις τις σκέψεις της γύρω από τα προβλήματα γυναικών τις ζεστές μέρες του Σεπτέμβρη
Oι ζεστές µέρες του Σεπτέµβρη. Πάµε για µπάνιο; Ναι, όσο προλαβαίνουµε. Πριν χαλάσει ο καιρός. Ζεστή η θάλασσα. Πολλή η υγρασία. Και κουνούπια παντού. Έχετε κουνούπια στο Κολωνάκι; Ναι, έχουµε. ∆εν ξέρω γιατί, αλλά το κουνούπι πάει σύννεφο, είναι η απάντηση της φίλης που µένει εκεί. Μήπως φταίνε οι νεραντζιές; Με ρωτάει. Αδυνατώ να δώσω απάντηση και κοιτάζω το κινητό. Παρατηρώ τη θήκη του. Φθαρµένη. Πρέπει οπωσδήποτε να πάρω καινούργια. Παιχνιδιάρικη, αλλά οικονοµική. Πρέπει κάποια στιγµή να αλλάξω και κινητό, έχει ψιλογεράσει το αυτοκολλητάκι µου.
Αντίο, φίλη. Την αποχαιρετώ. Έχω ραντεβού µε άλλη φίλη. Μπαίνω µετρό. ∆ύο βεντάλιες πιάνει το µάτι µου. Αυτός ο συρµός είναι καταραµένος. ∆εν έχει κλιµατισµό και έχει πολύ κόσµο. Ιδρώνω. Βρίσκω θέση να καθίσω. Νιώθω τον ιδρώτα µαζί µε το αντηλιακό και την BB cream να κυλούν στο φο κόσµηµά µου. Πάει κι αυτό, θα καταστραφεί. Απέναντί µου µια γυναίκα. Συνεπιβάτης. Ζεσταίνεται και αυτή. Έχει νεανική όψη και ταυτόχρονα το τσαλάκωµα των χρόνων που µας βαραίνουν. Στα µάτια φαίνεται. Είµαστε ένα καρέ καθισµένων γυναικών. Ρίχνει µια µατιά στα σανδάλια µιας κοπέλας 20+ δίπλα της. Εντυπωσιάζεται.
-Συγγνώµη, από πού τα αγοράσατε;
-Μοναστηράκι
-Πόσο;
-Τα πήρα 12,5 ευρώ.
Είπαν για λίγο τα δικά τους, για το ποιο σανδαλάδικο είναι αυτό και πόσο άνετα είναι τα συγκεκριµένα σανδάλια.
Με έβαλαν και µένα στην κουβέντα. Μυρίστηκαν ότι υπήρξα ειδική. Καρφώθηκα από το άνιµαλ-πριντ σερτ ντρες. Ξέρετε πόσο ακριβά είναι τα σανδάλια, αν έχουν πάνω τους ένα σχεδιάκι, µια πετρούλα και άλλα τέτοια. Αν ξέρω, λέει. Φυσικά. Αλλά θέλω να ξεχάσω. Και να θέλω να θυµηθώ, δεν µπορώ. Προσαρµόζοµαι. Η κουβέντα µε τα πολλά πάει και στη διατροφή. Η γυναίκα που εντυπωσιάστηκε από τα σανδάλια, λέει πως δεν αγοράζει ρούχα. Προτιµά να αγοράζει ποιοτικότερα τρόφιµα για την οικογένειά της.
-Ξέρετε, ο κόσµος δεν τρώει καλά. ∆εν µπορεί να διαθέσει χρήµατα για να τραφεί καλά. Φτηνές και πρόχειρες επιλογές, που επιβαρύνουν την υγεία τους. Κι εγώ το είχα κάνει και καταστράφηκε το ανοσοποιητικό µου. Τι θα κάνουµε; Πώς θα επιβιώσουµε;
Αποχαιρετώ τα κορίτσια του µετρό. Πρέπει να κατέβω. Με χτυπά µια τουρµπίνα ζέστης και ξινίλας. Φτάνω στην ξανθοµαλλούσα φίλη µου, µε την οποία έχω ραντεβού. Ηρωική µητέρα τριών παιδιών, µορφωµένη και κούκλα. Με το που κάθοµαι νιώθω το βλέµµα της να µε τρυπά.
-Τι είναι; τη ρωτώ.
-Τι θα κάνουµε;
-Μη µε ρωτήσεις κι εσύ πώς θα επιβιώσουµε, γιατί ειλικρινά δεν ξέρω... Προς το παρόν κέρνα τον καφέ.