Η κόλαση είναι οι άλλες

Τα περισσότερα σχόλια κατά της Madonna δεν αφορούν τις καλλιτεχνικές ικανότητές της

Εύα Στάμου |

Η εμφάνιση της Madonna στη Eurovision και τα σεξιστικά, σαρκαστικά, σχόλια.

Δεν έτυχε να παρακολουθήσω τον φετινό διαγωνισμό της Eurovision κι έτσι δεν ήμουν προετοιμασμένη για τα εκατοντάδες σαρκαστικά σχόλια εναντίον της Madonna που πλημμύρισαν τα ελληνικά Μέσα Μαζικής Δικτύωσης τις μέρες που ακολούθησαν.

Δεν θα έλεγα ότι είμαι φαν της Madonna – σίγουρα δεν είναι αυτό που με ώθησε να αναζητήσω το βίντεο όπου τραγουδά το «Like a prayer», ώστε να διαπιστώσω και μόνη μου τι είναι αυτό που πυροδότησε τα οργισμένα, επικριτικά σχόλια για την εμφάνιση, τη φυσική κατάσταση και την ηλικία της ποπσταρ.

Σίγουρα μια περφόρμανς που δεν ανταποκρίνεται στις προσδοκίεςμπορεί να προκαλεί κάποια απογοήτευση. Μα πώς δικαιολογείται άραγε τόσο μένος, και τέτοιο διαδικτυακό bullying κυρίως από γυναίκες, νεαρές αλλά και μέσης ηλικίας, που ξαφνικά ανακάλυψαν ότι η Madonna είναι «γριά», «ατάλαντη» και με εντελώς λάθος σώμα για να δίνει παράσταση στην Eurovision;

Αναρωτιέμαι αν πρόκειται για το ίδιο κοινό που καταχειροκροτεί την Κοντσίτα και μιλά με θαυμασμό για την «Eurovision των ίσων ευκαιριών», ενώ αποκαλεί την εξηντάχρονη Μadonna «κακομοίρα» και «γριούλα» και της επισημαίνει πως ήρθε η ώρα να εγκαταλείψει τη σόου μπίζνες.

Αρκεί να σκεφτεί κανείς πόσο θετικά καταγράφεται στα ΜΜΕ η παρουσία αντρών προχωρημένης ηλικίας που συνεχίζουν την καριέρα τους στον χορό, το θέατρο, ή το τραγούδι και θα καταλάβει ότι και σε αυτή την περίπτωση υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά.

Τα περισσότερα σχόλια κατά της Madonna δεν αφορούν τις καλλιτεχνικές ικανότητές της, αλλά την ηλικία και την εμφάνισή της, όπως άλλωστε συμβαίνει και για τις περισσότερες γυναίκες με δημόσια παρουσία που έχουν περάσει τα σαράντα.

Η αστυνόμευση των γυναικών από άλλες γυναίκες είναι μια θλιβερή τακτική που ναι μεν εξηγείται εν μέρει από τη μακροχρόνια καταπίεση των γυναικών από τη Βιομηχανία των Προϊόντων Ομορφιάς, αλλά που βλάπτει τελικά τις γυναίκες σε προσωπικό επίπεδο και ταυτόχρονα υπονομεύει τους κοινωνικούς αγώνες τους για ισοτιμία και αυτονομία.

Οι εκατοντάδες κανόνες που έχουν επιβληθεί στις γυναίκες για το πώς οφείλουν να σκέφτονται, να ντύνονται, να συμπεριφέρονται, ακόμα και να ερωτεύονται, από μόδιστρους, στυλίστες, και άλλους «ειδικούς» που διατηρούν κερδοφόρες επιχειρήσεις που στηρίζουν την επιτυχία τους στην περιποίηση (ή την εκμετάλλευση) του γυναικείου σώματος έχει δυστυχώς εδραιώσει έναν τρόπο σκέψης που είναι σε μεγάλο βαθμό ρατσιστικός: οι γυναίκες κρίνονται με βάση την ηλικία, τον σωματότυπο και τις στιλιστικές επιλογές τους και όχι με βάση τοταλέντο, και την επαγγελματική ή κοινωνική προσφορά τους. Η ιδιαιτερότητα του προσώπου εξαφανίζεται για να αντικατασταθεί από κατηγορίες ανάλογα με τα σωματικά «προσόντα» και την ηλικιακή ομάδα.

Περιοδικά μόδας, βιβλία τύπου Άρλεκιν, πρωινές και μεσημεριανές τηλεοπτικές εκπομπές που απευθύνονται σχεδόν αποκλειστικά στο γυναικείο κοινό διδάσκουν τις τηλεθεάτριες πώς να ντύνονται, πώς να ψωνίζουν, πώς να διακοσμούν το σπίτι τους, και πάνω από όλα πώς να κρίνουν και να βαθμολογούν τις υπόλοιπες γυναίκες.

Ώσπου να συνειδητοποιήσουμε πόσο σεξιστικά είναι όλα αυτά και με ποιους τρόπους εγκλωβίζουν τις γυναίκες σε καταπιεστικούς, παρωχημένους ρόλους, η κόλαση θα είναι… οι άλλες.