Η ιστορία της Χαζής Ξανθιάς (και γιατί πρέπει να πεθάνει)

Ας γράψουμε το τελευταίο κεφάλαιο σε ένα ακόμα στερεότυπο

Από πού ξεκίνησε το στερεότυπο της Χαζής Ξανθιάς και γιατί είναι καιρός να καταργηθεί

Τα ξανθά μαλλιά κρύβουν δύναμη. Έχουν κοσμήσει τις κεφαλές πανέμορφων θηλυκών υπάρξεων, αποτελέσει αστείρευτη πηγή έμπνευσης για ερωτοχτυπημένους καλλιτέχνες, αντιπροσωπεύσει την διαχρονική θηλυκότητα και την γυναικεία σαγήνη. Επίσης έχουν γίνει αντικείμενο χλευασμού και παγκόσμιο ανέκδοτο. Επανειλημμένως.

wikipedia.org


Φυσικά, από όλα τα στερεότυπα που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως γυναίκες, αυτό της Χαζής Ξανθιάς είναι αρκετά ανώδυνο, κυρίως αν αναλογιστεί κανείς πόσο βλαβερές μπορεί να γίνουν αντίστοιχες προκαταλήψεις περί μαλλιών σε μειονότητες και γυναίκες of color. Παρόλα αυτά η πεποίθηση του ότι όσο πιο ανοιχτές είναι οι ανταύγειες σου τόσο χαμηλώνει το IQ συνεχίζει να υφίσταται. Και αυτό είναι εκνευριστικό.



Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή. Πώς ξεκίνησε η ύπαρξη της Χαζής Ξανθιάς; Ποια ήταν η πρώτη γυναίκα που θεωρήθηκε χαριτωμένα αφελής και αξιαγάπητα χαζούλα εξαιτίας των μαλλιών της; Αν σκέφτηκες την Marilyn, χρειάζεται να ταξιδέψεις αρκετά χρόνια πίσω και προς Γαλλία μεριά.

Οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούνε πως η πρώτη «Dumb Blonde» παρουσία στην τέχνη εντοπίζεται στο θεατρικό έργο Les Curiosités de la Foire, το οποίο έκανε πρεμιέρα στην Γαλλία του 1775 και βασίζεται στις ερωτικές περιπέτειες της Rosalie Duthé.  Η Duthé ήταν μία περιζήτητη γυναίκα της υψηλής κοινωνίας της εποχής, η οποία συχνά αντιμετωπιζόταν ως χαζή και σεξουαλικά «εύκολη» κυρίως εξαιτίας των μεγάλων παύσεων που έκανε όσο μιλούσε, των πολλαπλών ερωτικών της συντρόφων και των γυμνών πορτρέτων της. Φυσικά αν μία γυναίκα απολαμβάνει το σεξ και δεν είναι παντρεμένη πρέπει να έχει άλλα κουσούρια, επομένως προφανώς και θεωρήθηκε όχι μόνο χαζή αλλά και νοητικά «καθυστερημένη».

wikipedia.org


Fast-forward στο 1953, με την πρεμιέρα το Gentlemen Prefer Blondes να επιβάλει την Marilyn Monroe ως όχι μόνο το απόλυτο σύμβολο του σεξ αλλά και την πιο διάσημη Χαζή Ξανθιά που έχει ποτέ γεννήσει η ποπ κουλτούρα. Στην ταινία υποδύεται την Lorelai, μία γυναίκα που δυσκολεύεται να συγκεντρωθεί, κάνει γκάφες, επιθυμεί να παντρευτεί μόνο για τα λεφτά και σκύβει αρκετά έτσι ώστε ο θεατής να θαυμάσει το ντεκολτέ της. Λέει βέβαια και την αξεπέραστη ατάκα «μπορώ να γίνω έξυπνη όταν είναι απαραίτητο, αλλά δεν αρέσει στους άνδρες όταν το κάνω», η οποία (δυστυχώς) περιγράφει άριστα την ζωή της Monroe σε γενικότερο επίπεδο. Σε αντίθεση, η συμπρωταγωνίστριά της Dorothy προβάλλεται ως έξυπνη, ικανή και μελαχρινή. Χμ.

Ο Hitchcock συνήθιζε να περιγράφει τις ξανθιές γυναίκες ως «virgin snow», δηλαδή «παρθένο χιόνι», και προτιμούσε να προσλαμβάνει πάντα ηθοποιούς με ανάλογο χρώμα στα μαλλιά για τις ταινίες του (βλέπε Grace Kelly, Kim Novak κλπ). Είχε την ακλόνητη άποψη πως το κοινό θα τις αντιμετώπιζε πάντα με συμπάθεια, γεγονός που μπορούσε να χρησιμοποιήσει για να αιφνιδιάσει με ανατροπές και σοκαριστικές αποκαλύψεις στο σενάριο. Εντάξει, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έκανε λάθος. Του πέτυχε η συνταγή.

Η Grace Kelly σε φωτογράφιση για την ταινία Rear Window


Ακόμα και στην ελληνική πραγματικότητα, η σταρ που υιοθέτησε τον αντίστοιχο ρόλο της Marilyn και αργότερα της Brigitte Bardot ήταν η Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία έβαψε τα μαλλιά της στην αρχή της καριέρας της (φυσική καστανή) και υποδύθηκε αμέτρητους χαρακτήρες με νάζι και χαζομάρα.



Φυσικά το στερεότυπο ξεπέρασε τον κινηματογράφο και εγκαταστάθηκε στην αληθινή ζωή με ραγδαίους ρυθμούς, τόσο με τα σχετικά ανέκδοτα να αναπαράγονται στις παρέες και τα γραφεία όσο και με εκφράσεις όπως «έλα, μην είσαι ξανθιά» να σημαίνουν ουσιαστικά «μην είσαι ηλίθια».

Είναι αρκετές οι έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί ανά το χρόνια και καταγράφουν την συμπεριφορά της κοινωνίας απέναντι στις ξανθιές και τις μελαχρινές γυναίκες. Πολλές από αυτές αποδεικνύουν μάλιστα ότι οι περισσότεροι, κυρίως Ευρωπαίοι, άνδρες βρίσκουν τις ξανθιές πολύ πιο ελκυστικές από τις μελαχρινές, τις κοκκινομάλλες ή τις γυναίκες με πιο σκούρα χαρακτηριστικά εξαιτίας της εθνικότητάς τους. Eπιπλέον, σύμφωνα με το πανεπιστήμιο Cornell, οι ξανθιές σερβιτόρες της Αμερικής δέχονται μεγαλύτερα φιλοδωρήματα από τις μελαχρινές συνεργάτιδές τους, χωρίς να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη άλλα στοιχεία όπως η ηλικία, το ύψος ή το βάρος.

Από την άλλη, όταν οι ερευνητές Diana J. Kyle και Heike I. M. Mahler ρώτησαν μία ομάδα ατόμων να αξιολογήσουν φωτογραφίες της ίδιας γυναίκας με σκούρα, ξανθά και κόκκινα μαλλιά και να κρίνουν αν κάνει για την θέση του λογιστή σε μία εταιρία, τα αποτελέσματα ήταν αρκετά απογοητευτικά. Η ξανθιά θεωρήθηκε σχεδόν τελείως ακατάλληλη σε σύγκριση με την μελαχρινή «αντίπαλό» της ενώ όταν έφτασε η ώρα να συζητήσουν τον μισθό της, ήταν δραματικά κατώτερος. 



Προφανώς, στο επίκεντρο του στερεότυπου φαίνεται να βρίσκεται ένας αιώνιος διχασμός που ταλαιπωρεί τις γυναίκες εδώ και πολλά χρόνια. Αυτός της ομορφιάς εναντίον του μυαλού (beauty vs brain). Ότι δηλαδή δεν επιτρέπεται μία κοπέλα να θεωρείται όμορφη και έξυπνη ταυτόχρονα. Και εφόσον στην συνείδησή μας έχει περάσει ότι το ξανθό σημαίνει ελκυστικό, τότε θα πρέπει να σημαίνει και βλαμμένο. Ή μοιραίο. Ή απάνθρωπο. Μία όμορφη ξανθιά μπορεί δηλαδή να αδειάσει το πορτοφόλι σου (όπως η Rebecca Romijn στο Femme Fatale), να χαλάσει την οικογένειά σου (Glenn Close στο Fatal Attraction) ή ακόμα και να καταστρέψει την ζωή σου (Sharon Stone, Basic Instinct).

Ουσιαστικά πρόκειται για έναν ακόμα τρόπο να μας χωρίζουνε σε κατηγορίες πριν ακόμα προλάβουμε να μιλήσουμε, χρησιμοποιώντας κριτήρια τόσο ανούσια όσο οι τρίχες των μαλλιών μας. Κρίμα δεν είναι;