Πριγκίπισσα Νταϊάνα: Η ιστορία του μοβ φορέματος και η τιμή που έπιασε στο Sotheby's
25 χρόνια από τον θάνατό της και τα φορέματά της πολλαπλασιάζουν την τιμή τους στις δημοπρασίες
Πριγκίπισσα Νταϊάνα: Το μοβ φόρεμα που σχεδίασε ο Victor Edelstein για εκείνη και η δημοπράτησή του έναντι 604,800 δολ. του Οίκου Sotheby’s
Μπορεί να μην είναι τόσο «διάσημο» όσο το στενό, σέξι revenge dress, είναι όμως ένα από τα πιο εμβληματικά φορέματα που έντυσαν ποτέ τη σιλουέτα της Νταϊάνα και εκείνο που έκρυβε στο περίτεχνο περίγραμμά του τις δυο όψεις της ζωής της: της δυστυχισμένης πριγκίπισσας και της αναγεννημένης γυναίκας. Και όπως κάθε τι που είχε σχέση με εκείνη, έτσι κι αυτό πέρασε στη σφαίρα της αθανασίας και του μύθου, αποκτώντας εξίσου μυθική αξία.
Ήταν στις αρχές του 1997 όταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα αποφάσισε -και με τη «συγκατάθεση» του γιου της, πρίγκιπα Ουίλιαμ- να πουλήσει 79 από τις βραδινές τουαλέτες και τα cocktail φορέματά της, κομμάτια της «θητείας» της ως πριγκίπισσα της Ουαλίας και μιας ζωής που τελικά δεν ήταν γραφτό να ζήσει. Τα έσοδα επρόκειτο να διατεθούν στα ιδρύματα AIDS Crisis Trust και Royal Marsden Hospital στα οποία η Νταϊάνα ήταν πρόεδρος για οκτώ χρόνια. Ένα από τα εκείνα τα φορέματα ήταν και το μοβ στράπλες φουστάνι από βελούδο και μετάξι με το «γλυπτό» μπούστο-καρδιά και τη φούστα σε σχήμα τουλίπας, δημιουργία του σχεδιαστή Victor Edelstein, από τα αγαπημένα της τη δεκαετία του ’90, το οποίο τότε πουλήθηκε για 24,150 δολάρια.
Αυτό φορούσε η Νταϊάνα το καλοκαίρι του 1991 όταν κάθισε πίσω από τον καμβά του Douglas Hardinge Anderson που θα φιλοτεχνούσε το δέκατο επίσημο πορτραίτο της, εκείνο που βρίσκεται έως σήμερα κρεμασμένο στο φουαγιέ του Royal Marsden. Ο καλλιτέχνης θα πει αργότερα ότι δεν «κατάφερε» να μην αποτυπώσει την «δυσβάσταχτη θλίψη» που έβλεπε στα μάτια της, και τις πέντε φορές που βρέθηκαν για τις ανάγκες του πορτραίτου. «Φαινόταν να βρίσκεται στα πρόθυρα ενός νευρικού κλονισμού», είχε πει. «Εγώ ζωγράφισα αυτό που έβλεπα». Το περιοδικό Harpers & Queen θα κάνει τα δικά του αποκαλυπτήρια του πορτραίτου στο εξώφυλλό του τον Μάιο του 1992, με τη συγγραφέα και αρθρογράφο Βίκυ Γουντς να μένει εντυπωσιασμένη από το φουστάνι και τα κοσμήματα με διαμάντια και αμέθυστο, αλλά καθόλου ικανοποιημένη από τη αποτύπωση του προσώπου, μια ανομοιότητα που πήγαζε από τη θλίψη της. «Τι στο καλό πήγε λάθος με τη Νταϊάνα και αυτόν τον καμβά;» θα γράψει χαρακτηριστικά. Η φουρτούνα που παράσερνε στο βυθό τη σχέση της με τον Κάρολο, λυσσομανούσε και πάνω στον πίνακα του Anderson. Το ζευγάρι θα ανακοίνωνε επίσημα τον χωρισμό του τον Δεκέμβριο του 1992.
Οι δημιουργίες που σχεδίαζε ο Victor Edelstein για τη Νταϊάνα ξέφευγαν από τις δικές του «χαρακτηριστικές» γραμμές. Είχε πει κάποτε πως δεν ήθελε να της επιβάλλει τα δικά του γούστα, παρότι αντιλαμβανόταν πόσο απείχε το στυλ της από τη δική του καθιερωμένη αισθητική. «Υπήρχε τόση πίεση από το Παλάτι, ήδη, που δεν ήθελα να είμαι κι εγώ ένα επιπλέον βάρος», έλεγε ο σχεδιαστής. Αν και τα φορέματα της Νταϊάνα ήταν αποκλειστικές δημιουργίες, μεταξύ των οποίων και το θρυλικό μπλε φουστάνι που φορούσε όταν χόρεψε με τον Τζον Τραβόλτα κατά την επίσκεψή της στον Λευκό Οίκο το 1985, το συγκεκριμένο στράπλες φόρεμα ήταν από τη συλλογή «Φθινόπωρο 1989». Παρουσιάστηκε τον Ιούλιο του 1989 σε μια αίθουσα όπου οι καλεσμένοι κάθονταν σε χρυσοποίκιλτες καρέκλες με το ζεστό, πλούσιο φως των πολυελαίων να αντανακλάται στους καθρέπτες που κάλυπταν τους τοίχους, σαν σε μια μεγάλη βασιλική αίθουσα χορού…
«Το τραγικότερο στην ιστορία της είναι πως εκείνη ήταν τρελά ερωτευμένη όταν τον παντρευόταν», είπε το 2001, ο Edelstein στη δημοσιογράφο Σάρα Μπράντφορντ. «Το βάρος στην ψυχή της όριζε και τις δημιουργίες που της έραβα τότε, στα 1980» θα πει. Όσο απομακρυνόταν από τον Κάρολο όμως, άρχισε να εκφράζει και την αυτονομία της, και το έκανε μέσα από τις στιλιστικές της επιλογές. «Όταν εμφανίστηκαν οι πρώτες ρωγμές στον γάμο της, ήταν που εκείνη άρχισε να δείχνει πιο εκθαμβωτική», παρατηρούσε ο σχεδιαστής.
Στις αρχές του 1997, όταν αποφάσιζε να «αποχωριστεί» την παλιά της γκαρνταρόμπα, είχε ήδη υιοθετήσει μια νέα εικόνα, αν και δέχτηκε να «παίξει» για μια τελευταία φορά τον ρόλο του παλιού της εαυτού μπροστά στον φακό του μεγάλου Mario Testino. Τον Ιούλιο του 1997 η Νταϊάνα ποζάρει για το εξώφυλλο του Vanity Fair, φορώντας -μεταξύ άλλων δημιουργιών που εκείνη ανέδειξε με το μοναδικό της στυλ- και το μοβ βελούδινο φόρεμα του Edelstein.
«Εκείνες οι φωτογραφίες μιλούσαν από μόνες τους. Ήταν ζεστή, γλυκιά αλλά και τόσο δυναμική και σίγουρη για τον εαυτό της μπροστά στον φακό, σαν η ζωή της μετά το διαζύγιο να ξεκινούσε εκείνη τη στιγμή», έγραφε η Cathy Horyn στο κείμενο που υπέγραφε με τον τίτλο «Η Νταϊάνα επιστρέφει». Αν σκεφτεί κανείς πως η Νταϊάνα δεν γνώριζε τον Testino μέχρι τη στιγμή που έφτασε στο στούντιο, πρέπει πράγματι να ένιωθε απίστευτα απελευθερωμένη για να δείχνει τόσο λαμπερή.
Η δημοπρασία του 1997, δυο μήνες πριν τον τραγικό τέλος της σε ηλικία μόλις 36 ετών, συγκέντρωσε 3,25 εκατομμύρια δολάρια. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, ο θρύλος-Νταϊάνα γιγαντωνόταν. Το γεγονός πως εκείνο το μοβ στράπλες φουστάνι πουλήθηκε σήμερα 25 φορές πάνω από την τιμή που είχε το 1997 είναι η μεγαλύτερη απόδειξη πως η κληρονομιά που άφησε ξεπερνά οτιδήποτε είχε φανταστεί ποτέ κανείς. Το φόρεμα πουλήθηκε την περασμένη εβδομάδα σε δημοπρασία του Οίκου Sotheby’s ως μέρος της συλλογής «The One» (Το Ένα) που συγκέντρωνε αντικείμενα-σύμβολα από όλο το φάσμα της ανθρώπινης ιστορίας. Τέσσερις πλειοδότες κονταροχτυπήθηκαν για να το αποκτήσουν ανεβάζοντας σε μόλις 5 λεπτά την τελική τιμή του στο ανέλπιστο ποσό των 604,800 δολαρίων, τιμή που ξεπέρασε κατά πολύ τη συντηρητική αρχική εκτίμηση του Οίκου των 120,000 δολαρίων.
Ποιος ήταν ο Victor Edelstein
Ο λονδρέζος σχεδιαστής Edelstein εκπαιδεύτηκε στο κατάστημα του Dior στο Λονδίνο πριν αρχίσει να σχεδιάζει με τη δική του ετικέτα το 1977. Άρχισε να ντύνει τη Νταϊάνα, με δημιουργίες αποκλειστικά για εκείνη, από τις πρώτες κιόλας μέρες της ως μέλος της βασιλικής οικογένειας, συμπεριλαμβανομένης και της περιόδου της εγκυμοσύνης της με τον Ουίλιαμ. Έγινε γνωστός για τη μοναδική αισθητική του που συνδύαζε το βρετανικό κατεστημένο με τις σύγχρονες στυλιστικές και κοινωνικές τάσεις ενώ το 1988 ο δημοσιογράφος Νίκολας Κόλριτζ θα τον χαρακτήριζε τον «δεξιοτέχνη της αγγλικής καθαρόαιμης εμφάνισης».