Γιατί είμαι σινγκλ
Η κρίση στα 21
Είσαι στην αυγή της ενήλικης ζωής σου σε καιρούς χρηματοπιστωτικής κρίσης;
Τι σημαίνει να είσαι στην αυγή της ενήλικης ζωής σου σε καιρούς χρηματοπιστωτικής κρίσης; Αυτό μου έχει κολλήσει στο μυαλό εδώ και κάποιο καιρό και με έχει βάλει σε σκέψεις. Τι σημαίνει για μένα, φοιτήτρια της φιλοσοφικής από τον Βόλο, να βρίσκομαι στην πρωτεύουσα μίας χώρας που σταδιακά καταρρέει, στα πιο παραγωγικά μου χρόνια;
Το ρεζουμέ της ζωής μου μαζί με τους γονείς μου όσον αφορά τα χρήματα: δεν στερήθηκα ποτέ τίποτα. Αν και άρχισα να δουλεύω τα καλοκαίρια από δεκατεσσάρων χρονών, η ζωή μου κύλησε πολύ εύκολα σ’ αυτό τον τομέα. Το 2010, όταν τελείωσα το σχολείο, αποφάσισα να γίνω φοιτήτρια για να ακολουθήσω το όνειρό μου: να μένω μόνη μου στην Αθήνα. Για πολλούς και για μένα αυτή ήταν μια ατυχής συγκυρία, διότι για λίγα μόνο χρόνια είχα χάσει κι εγώ το χρυσό όνειρο του να είσαι φοιτητής στην Ελλάδα. Δηλαδή να έχεις ένα χιλιάρικο στην τσέπη κάθε μήνα, να μη χρειάζεται να δουλεύεις, να πηγαίνεις εκδρομές, να μη σε νοιάζει αν θα τελειώσεις ποτέ. Είχα δει τόσο πολύ κόσμο να βουλιάζει σε αυτό το βελούδινο μαξιλαράκι της επιτυχίας των τεμπέληδων που ήθελα κολασμένα να βουλιάξω κι εγώ, αλλά δυστυχώς ή ευτυχώς είχα χάσει την ευκαιρία μου.
Σχεδόν στα πρώτα μου βήματα ως ενήλικας, η κρίση έγινε πλέον μια καθημερινότητα για όλους και τα όνειρά μου για εύκολη ζωή βούλιαξαν – και όχι σε βελούδινα μαξιλαράκια. Τρία χρόνια μετά σκέφτομαι πως ίσως αυτό να μην ήταν και το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσε να μου συμβεί. Δεν μπορώ βεβαίως να αγνοήσω ότι ένα κομμάτι του πληθυσμού της χώρας βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε αδιέξοδο, αλλά επίσης δεν μπορώ να αγνοήσω ότι ένα μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της χώρας τώρα αρχίζει να αντιλαμβάνεται επιτέλους σε τι τεράστια φούσκα ζούσαμε επί δεκαετίες. Οι γονείς της δικής μας γενιάς έζησαν όλη τους την ενήλικη ζωή δουλεύοντας –κάποιοι, γιατί κάποιοι άλλοι ούτε καν– και μην έχοντας στο μυαλό τους τη ζωή που οι δικοί τους γονείς και παππούδες ζούσαν για πάνω από έναν αιώνα. Γιατί, ναι, οι παππούδες και οι προ παππούδες μας ήταν φτωχοί, κανονικά φτωχοί, όχι σαν τους φτωχούς που τους έκοψαν 300 ευρώ από τα 1.500.
Αυτό περιμέναμε να ζήσουμε κι εμείς. Μια ζωή στρωμένη, με σταθερό μισθό, σπίτι και αυτοκίνητο, όπου κανένας δεν είναι εργάτης, όπου κανένας δεν είναι αγρότης, όπου όλοι ευημερούν. Και όπως είναι φυσικό, όλο αυτό κατέρρευσε. Και χώρισε εμάς, τη νέα γενιά, σε δύο κατηγορίες. Αυτούς που έζησαν χωρίς να έχουν δουλέψει ποτέ στη ζωή τους και θεωρούν πως απλά με το πτυχίο τους η θέση που ονειρεύονταν οι γονείς τους γι’ αυτούς από τότε που ήταν παιδιά τούς ανήκει, χωρίς να περάσουν από πουθενά αλλού και χωρίς να κουραστούν περαιτέρω. Και όλους τους υπόλοιπους που είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα για να φτάσουν εκεί που οι ίδιοι ονειρεύονται, που δεν φοβούνται τη δουλειά που ίσως λερώσει το κοστούμι τους και δεν συμβιβάζονται με το να είναι σερβιτόροι, αλλά κυνηγούν τη δουλειά που στ’ αλήθεια θέλουν ακόμα και αμισθί.
Δεν θα μπω στη διαδικασία να βάλω τον εαυτό μου σε κάποια κατηγορία, δεν είμαι εγώ που θα το κρίνω αυτό. Όμως, από τότε που η κρίση μάς χτύπησε την πόρτα, μπήκε μέσα και μας έριξε από το θρόνο της ευμάρειας, εγώ άρχισα να αναζητώ με ακόμα μεγαλύτερη μανία τι είναι αυτό που θέλω να κάνω στη ζωή μου. Και το βρήκα. Έχω αφοσιωθεί σ’ αυτό κι ας δουλεύω αμισθί κι ας καθαρίζω και κανένα σπίτι από καιρό εις καιρόν κι ας ζητάω από τους γονείς μου κάθε μήνα να μου στείλουν λεφτά γιατί δεν βγαίνω. Είναι εύκολα; Όχι πάντα. Αλλά όταν δουλεύεις για να πραγματοποιήσεις ένα όνειρο και κάθε μέρα φτάνεις λίγο πιο κοντά, η αίσθηση που έχεις είναι πως μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο. Και αυτό κάνω. Τι κι αν τη βγάζω και θα τη βγάζω μέχρι τα τριάντα μου με πεντακόσια ευρώ, τι κι αν χρειάζεται να δουλεύω δυο δουλειές για να παραμένω στο διαμέρισμά μου, τι κι αν δεν ψωνίζω παρά μόνο στις εκπτώσεις και στα φθηνομάγαζα της Αγίου Μάρκου. Η καθημερινότητα είναι πολλά περισσότερα από αυτό και προς τα εκεί έχω αρχίσει να κοιτάω. Στο να βοηθώ, όπως μπορώ, αυτούς που αγαπώ και όχι μόνο, να ασχολούμαι με πράγματα που έχουν σημασία –όπως οι άνθρωποι– και να βρίσκω τρόπους να κάνω όλα αυτά που θέλω πραγματικά να κάνω.
Τώρα, αν η κρίση μού έκοψε τα φτερά δεν θα το μάθω ποτέ. Θα μπορούσα να έχω στα 25 μου φροντιστήριο ισπανικών στον Βόλο, αν είχα γεννηθεί 10 χρόνια πριν ή 10 χρόνια μετά; Κανείς δεν ξέρει. Αυτό που ξέρω είναι πως, τελικά, στη δική μου γενιά μέσω αυτής θα αναδειχθούν αυτοί που πραγματικά προσπαθούν και αυτοί που πραγματικά θέλουν να βρίσκονται εκεί που βρίσκονται. Η κρίση, αν δεν μας αποτελειώσει –τους γονείς μας πιο πολύ, παρά εμάς–, θα μας πάει ένα βήμα πιο μπροστά και το πιστεύω πως μέσα από αυτή την κοινωνικοοικονομική κατάσταση θα βγω πιο δυνατή και έτοιμη να αντικρίσω τον κόσμο.
Όταν δουλεύεις για να πραγματοποιήσεις ένα όνειρο και κάθε μέρα φτάνεις λίγο πιο κοντά, η αίσθηση που έχεις είναι πως μπορείς να κατακτήσεις τον κόσμο.