Η γυναικεία κακοποίηση σε ανδρικές φράσεις
Φράσεις που λέγονται, που δεν λέγονται, ή που λέγονται όταν είναι πια αργά
Η λεκτική βία από τους άντρες με διάφορες υβριστικές φράσεις που μειώνουν τη γυναίκα και τον ρόλο της στην οικογένεια, την εργασία και την κοινωνία
Αυτά που λέγονται:
«Δεν καταλαβαίνεις τι σου λέω. Τι είσαι, καθυστερημένη;»
«Ώρες-ώρες είναι σαν να μιλάω σε ντουβάρι»
«Μ’ αρέσει που είσαι μορφωμένη γυναίκα, και καλά»
«Πώς το έχεις έτσι μπουρδέλο το σπίτι, με πιάνει η ψυχή μου εδώ μέσα. Το σιχαίνομαι το σπίτι έτσι που το έχεις κάνει»
«Δεν βρίσκω ποτέ τα ρούχα μου, τον φορτιστή μου, τα παπούτσια μου – δεν βρίσκω τίποτα, η κρεβατοκάμαρα είναι σαν τα μούτρα σου».
«Από πότε έχεις να καθαρίσεις το μπάνιο; Έχει παντού τρίχες από τα μαλλιά σου. Οχτώ μπουκάλια σαμπουάν, τι τα θέλουμε; Δεν έχεις τόσα μαλλιά, τα μισά σου ’χουν πέσει στο πάτωμα»
«Έχω βαρεθεί να τα κάνω όλα εγώ εδώ πέρα»
«Η πιο τελευταία κομμώτρια θυμάται το πιν της. Θες να μου πεις ότι είσαι χαζότερη από την τελευταία κομμώτρια;»
«Η πιο βλάχα ξέρει να φτιάξει το ίντερνετ/ψυγείο/λαπτοπ/μάικρο. Θες να μου πεις ότι δεν τα καταφέρνεις ούτε ως εκεί που φτάνει η βλάχα;»
«Εγώ σκοτώνομαι κάθε μέρα κι εσύ ξύνεις το αυτό σου, φτιάχνεις ένα φαΐ και νομίζεις ότι κάτι έκανες. Καλά, βγάζεις και τα σκουπίδια, σωθήκαμε»
«Σε έχω φορτωθεί στο σβέρκο μου σαμάρι -χ- χρόνια, εσένα και το/τα παιδί/ά σου»
«Εσύ ήθελες παιδί/ιά, αλλά εγώ να βγάλω τον καρκίνο για να σας συντηρώ όλους! Όχι, δεν θα βγάλω τον καρκίνο εγώ, θα τον βγάλεις εσύ!»
«Παλεύω με τα θηρία, ρισκάρω τη ζωή μου κάθε μέρα, τα έχω φορτωθεί όλα εγώ για να αράζεις εσύ την κωλάρα σου στον καναπέ για να κάνεις τι; Να σκέφτεσαι.»
«Άνοιξε τα αυτιά σου, μωρή καριόλα, κι άκου τι σου λέω!»
«Τολμάς να μου γυρίσεις την πλάτη; Έλα εδώ αμέσως, που τολμάς να μου γυρίσεις την πλάτη!»
«Με κάνεις έξω φρενών, κανένας άλλος δεν το καταφέρνει αυτό, μόνον εσύ με βγάζεις από τα όριά μου! Δεν έχω μαλώσει με άνθρωπο, δεν ανεβάζω φωνή, δεν σηκώνω χέρι, αλλά κοντεύω να τρελαθώ με σένα!»
«Με προκαλείς; Όχι πες μου, με προκαλείς;»
«Τι θέλεις, να φύγω και να σας αφήσω να ψοφήσετε, να σας φάνε τα ποντίκια; Γιατί πες μου πώς θα τα βγάλεις πέρα έτσι και σας παρατήσω, πώς θα ζήσεις με τρεις κι εξήντα! Μου θέλεις και θέρμανση, και ζεστό νερό, και κινητό και πολυτέλειες, μη χέσω!»
«Μάζεψέ τα, μπρος, μάζευτα να πας στη μάνα σου την ηλίθια να κλαψουρίζετε παρέα, οι δυο βλαμμένες!»
«Μου σηκώνεις φωνή. Δεν το πιστεύω ότι μου σηκώνεις φωνή!»
«Μη τολμήσεις να μου κλείσεις την πόρτα στα μούτρα!»
«Άκου εδώ, μαλακισμένη, δεν θα μου βγάζεις γλώσσα εσύ εμένα!»
«Έλα εδώ αμέσως! Έλα γιατί θα την πληρώσει/ουν το/τα παιδί/ιά σου!»
«Ναι, είμαι έξαλλος, είμαι έξαλλος από θυμό, με πνίγει το δίκιο μου, και φταις εσύ! Εσύ φταις που σε χτύπησα, εσύ φταις που χάνω τον έλεγχο, δε φταίει κανένας άλλος! Εσύ φταις που δε μπορώ να συγκρατηθώ, θα μείνω στον τόπο καμιά ώρα και θα φταις εσύ!»
Αυτά που δεν λέγονται:
«Εσύ φταις που το φαΐ δεν είναι γκουρμέ, το σπίτι δεν είναι καθαρό, εσύ φταις που το παιδί αυθαδιάζει, δεν διαβάζει, πάει άπατο στο σχολείο, δεν σέβεται τίποτα, είναι γαϊδούρι, είναι χοντρό, είναι κοντό, είναι βλαμμένο, δεν έχει φίλους/ες, εσύ φταις που δεν βγάζω αρκετά λεφτά και που αναγκάζομαι να δουλεύω σκληρά για να βγάζω λίγα λεφτά, εσύ φταις που δεν έφτασα εκεί που ήθελα, που δεν πλησίασα καν τις προσδοκίες των γονιών μου, που πήρα τις λάθος αποφάσεις, που έμεινα στη λάθος δουλειά, που βασανίζομαι, που απομακρύνομαι από το παιδί, που δεν έχω έναν άνθρωπο να μιλήσω ειλικρινά, που ξυπνάω το πρωί αγχωμένος, που δεν κοιμάμαι τη νύχτα από το άγχος, που πάχυνα, που έχω δυσπεψία/κολίτιδα, που το αμάξι θέλει σέρβις, που ανέβηκαν οι τιμές στα ελαστικά αυτοκινήτων, που πρέπει να περάσω ΚΤΕΟ, που μου ήρθε ΕΝΦΙΑ, που δεν αναλαμβάνεις όλα αυτά τα βάρη να φύγουν από πάνω μου ούτε καν τα μισά, που δεν είσαι γρήγορη, που δεν είσαι αυτή που ήσουν πριν -χ- χρόνια, που δεν έχεις τεράστια περιουσία να με απαλλάξεις από τα ζόρια μου, που ξέρω ότι περνάς καλύτερα με άλλους ανθρώπους παρά με εμένα, που είσαι κρύα, που δεν βάζεις σε μια τάξη το παιδί, το σπίτι, τα λεφτά, την Εφορία, τη ζωή μου όλη. Εσύ φταις που δεν έγινα αυτός που σκόπευα να γίνω αν δεν είχα την γκαντεμιά να πέσω απάνω σου, κι αν δεν ήσουν τόσο καριόλα ώστε να με τυλίξεις».
Αυτά που λέγονται όταν είναι πια αργά:
«Εσύ φταις για όλα, σταμάτα να κάνεις τον ψόφιο κοριό, δεν έχεις ανάγκη εσύ, δεν καταλαβαίνεις Χριστό, θα μας θάψεις όλους, τίποτα δεν έχεις, κουνήσου, σήκω απάνω και τράβα να μη σε βλέπω μπροστά μου, εσύ φταις για όλα!»