Πού είχα μείνει ή πώς η μνήμη φθίνει
© Marvin Meyer / unsplash
Opinion

Πού είχα μείνει ή πώς η μνήμη φθίνει

Πώς κρατάς το μυαλό σου στη θέση του στην εποχή της ανεξέλεγκτης και απάνθρωπα υπέρογκης πληροφορίας;

Γιατί ξεχνάμε; Μήπως επειδή δεν υπάρχει πια οικονομία στην πληροφορία; Γινόμαστε πομποί και δέκτες πληροφορίας (και όχι γνώσης) αδιάκοπα σε ποικίλλα κανάλια.

Μεγαλώνω και ξεχνώ. Πρώτη φορά που (θυμάμαι να) ξέχασα ήταν πριν έναν χρόνο, κάπου ανάμεσα στον ύπνο και τον ξύπνιο. Μια σκέψη που με οδήγησε στη σκέψη Β και μέχρι την επόμενη είχα ξεχάσει τι είχα πρωτοσκεφτεί. Ο πανικός μου έμοιαζε με της Κάρι Μάθιουσον που, λίγο πριν της κάνουν ηλεκτροσόκ, ένωσε τις τελίτσες για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο Μπρόντι είναι τρομοκράτης. Κενό. Το πήρα απόφαση το επόμενο βράδυ: Αν αξίζει η σκέψη, η αφορμή για κείμενο, η καμπάνια για έναν συνεργάτη θα τη θυμηθώ και το πρωί. Δεν θυμάμαι πώς κοιμόμουν στα 20 - 30, πάντως κάτι έχει αλλάξει.

Αντιστοίχως, κλείνοντας ένα app για να μπω σε ένα άλλο για να τσεκάρω κάτι, μένω και κοιτάζω την οθόνη, προσπαθώντας να θυμηθώ: instagram ή safari; Όπως ο παππούς μου που έψαχνε τα γυαλιά που φορούσε στο κεφάλι ή που πήγαινε στην κουζίνα ανήμπορος να θυμηθεί γιατί πήγε. Συχνά σε συζητήσεις λέω «δεν θυμάμαι αν σ' το έχω πει», διότι πράγματι δεν θυμάμαι αν το έχω πει στον απέναντί μου. Δεν ξεχνώ το γεγονός, αν και μεταξύ μας, οι περασμένες δεκαετίες αχνοσβήνουν, αλλά δεν θυμάμαι πάντα με ποιον το είχα μοιραστεί. Όταν ήμασταν μικροί, μας άρεσε πολύ να περιγράφουμε τις διακοπές μας μέρα-μέρα. Τώρα πια δεν με νοιάζει να θυμάμαι, να εξιστορώ, και πιθανότατα δεν μπορώ κιόλας.

Μου αρέσουν οι ιστορίες. Μου αρέσει να τις λέω. Ενώ παλιότερα ξεκινούσα μια ωραία, παχιά, στρογγυλή κύρια πρόταση κι έριχνα με μαεστρία δευτερεύουσες σωρό που έχτιζαν νοήματα δουλεμένα, μια μέρα έμεινα με τη δευτερεύουσα να χάσκει χωρίς να θυμάμαι την κύρια πρόταση. Κατά τα κοινώς λεγόμενα: «τι έλεγα;». Η αμηχανία συνόδευσε την ντροπή. Μα τι ξεκίνησα να λέω; Άλλο να πας στο σαλόνι και να μη θυμάσαι τι είχες πάει να κάνεις κι άλλο να μένεις με τη δευτερεύουσα μετέωρη μπροστά στους συνομιλητές σου.

Μεγαλώνουμε και ξεχνάμε. Αλλά σκέψου: έχω ένα τηλέφωνο που χτυπάει και που λαμβάνει μηνύματα. Έχω whatsapp που λαμβάνω μηνύματα από φίλους, έχω γκρουπ με συνεργάτες, πολλούς συνεργάτες. Έχω viber, παίρνω e mail, facebook messages, instagram DM. Όλη μέρα αλλά και τη νύχτα κάποιος ζητά ή μεταφέρει μια πληροφορία: πάρε τη φωτό, στείλε το κείμενο, ο γάμος είναι στις 28 στα Κύθηρα, θα έρθουν οι γονείς, στείλε την παρουσίαση, κοινοποίησε το PDF. Πικάνια ή Κάννες; Δεν υπάρχει πια οικονομία στην πληροφορία. Γινόμαστε πομποί και δέκτες πληροφορίας (και όχι γνώσης) αδιάκοπα σε ποικίλλα κανάλια. Δεν είναι τηλεγράφημα να το πληρώσεις με τη λέξη, δεν είναι φαξ να χρεωθείς ανά σελίδα, το ίντερνετ πλέον είναι φτηνό.

Σκέφτομαι τα καημένα τα γράμματα που θυσιάζονται στα ορθογραφικά μου λάθη ή της πρεσβυωπίας τις λάθος επιλογές. Χιλιάδες λάμδα delete, εκατομμύρια σίγμα που δεν γίναν τελικά, περνάνε στη λίμνη Αχερουσία της σπατάλης μας. Όπως οι άπειρες παρόμοιες φωτογραφίες που δεν σβήνουμε ποτέ και δεν τυπώνουμε ποτέ. Ήρθε η ώρα για ψηφιακή αειφορία και ένα πρωτόκολλο: τι στέλνεις, πού το στέλνεις, πότε το στέλνεις. Διότι από την επανάσταση του digital transfrormation, έφτασα στο σημείο να αισθάνομαι ριπές τον ρύπο των μηνυμάτων, e mails, dms και σχολιών σε προφίλ. Κι αν στην καραντίνα ίσχυε η παρατήρηση για τα Zoom που «θα μπορούσε να είναι e mail», φοβάμαι πως θα πρέπει να μιλήσουμε για τον ελέφαντα στο δωμάτιο: Πόσα enter θα μπορούσαν να μην είχαν σπαταληθεί στο whatsapp; Πόσα e-mail θα μπορούσαν να είχαν σταλεί την επομένη αντί για τα άγρια μεσάνυχτα «για να μην το ξεχάσω τώρα». Και τέλος, τι απέγιναν τα post it, τα σημειωματάρια και τα alerts. Ενεργοποιήστε τα κι αφήστε μας να ξεχνάμε με την ησυχία μας ό,τι δεν έχει σημασία.

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice