Γυναίκες που είδα μέσα στα δικαστήρια

H Iωάννα Μάνδρου γράφει για τις γυναίκες εκείνες που μέσα από καταστροφές, τη βία, τον πόνο και την ταπείνωση, άντεξαν. Για τις γυναίκες που συνάντησε στα δικαστήρια.

A.V. Guest |

Η Ιωάννα Παλιοσπύρου, η Σταυρούλα Αξαρλιάν και η νεαρή γυναίκα από τη Βουλγαρία: Οι αντοχές τριών καθημερινών γυναικών όπως τις είδαμε στα δικαστήρια.

Γράφει η Ιωάννα Μάνδρου


Δεν θέλω να μείνω στις θεωρητικές αναζητήσεις για τις γυναικοκτονίες, που έχουν την αξία τους. Θέλω να περιγράψω τις αντοχές καθημερινών γυναικών, έτσι, όπως το λένε τα μάτια τους και η καρδιά τους. Όπως τις είδα μέσα στα δικαστήρια, μόλις είχαν περάσει από καταστροφές, ανείπωτο πόνο, ταπεινώσεις, βίαιες επιθέσεις, και πολλές είχαν βρεθεί μια ανάσα από τον θάνατο. Κι όμως είχαν την αντοχή, που δίνει στον άνθρωπο η αγάπη για τη ζωή και η αξιοπρέπεια για τον εαυτό του.

Κι ας ξεκινήσω με τη νεαρή γυναίκα από τη Βουλγαρία, που ήρθε στη χώρα μας οικονομική μετανάστρια πριν από τρία χρόνια. Μένει στο Γαλάτσι με την αδελφή της και προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα, δουλεύοντας εδώ και εκεί. Να ζήσουν, να επιβιώσουν με αξιοπρέπεια, να στείλουν και κάτι στους δικούς τους. Και αν μπορέσουν να φτιάξουν και μια οικογένεια. Δύσκολα όλα και πολύ σκληρά. Η κοπέλα από τη Βουλγαρία, που δεν θα την ήξερε κανείς, έγινε «είδηση» την ημέρα της Πρωτοχρονιάς. Είχε δημιουργήσει από τον Σεπτέμβρη και μετά μία σχέση με έναν αιγυπτιακής καταγωγής, μετανάστης και αυτός, και το πάλευε το πράγμα. Η ατυχία της ήταν πως το βράδυ της Πρωτοχρονιάς δεν πήγε, όπως της είχε ζητήσει, να κάνουν τη γιορτή μαζί στον Άγιο Παντελεήμονα. Προτίμησε να μείνει με την αδελφή της και κάποιους δικούς τους.

Αυτό ήταν. Ο σύντροφός της πήγε στο σπίτι της, και τραβώντας τη από τα μαλλιά και με ανείπωτη βία την έβγαλε από τη σπίτι της και την πήγε στο δικό του. Πάτησε το κουμπί να γράφει, και μετέδωσε τον άγριο ξυλοδαρμό της από τα social media. Έβγαλε τη λωρίδα του παντελονιού του και συνέχισε να τη χτυπά «live» όταν πόνεσαν πια τα χέρια του. Η γυναίκα γλίτωσε από θαύμα. Πρόλαβε η αστυνομία, ειδοποιημένη από την αδελφή της, και έσπασε την πόρτα του σπιτιού, πριν εκείνη καταλήξει.

Πρόσωπο και σώμα, άμορφη μάζα. Την είδα λίγες ημέρες μετά, έξω από το ανακριτικό γραφείο. Περίμενε να καταγγείλει και κατήγγειλε. Δεν έκανε πίσω. «Θα με σκοτώσει», είπε στους δικαστές, «όποτε κι αν βγει από τη φυλακή». Ήξερε ότι η καταγγελία της θα έχει δεύτερο γύρο. Όμως κατήγγειλε την κακοποίησή της. Μια γυναίκα, χωρίς τους δικούς της, χωρίς μέσα, χωρίς συμπαράσταση. Χωρίς κανέναν. Βρήκε τη δύναμη. Και αυτή τη δύναμη την είδα στα πρησμένα από το ξύλο μάτια της, όταν περίμενε να καταγγείλει την άγρια κακοποίησή της. Ήταν ένα βλέμμα γεμάτο πόνο, απόγνωση, τρόμο αλλά και δύναμη. Δύναμη μεγάλη…

Και πάω τώρα σε ένα άλλο βλέμμα. Το βλέμμα της Ιωάννας Παλιοσπύρου. Της κοπέλας που έγινε σύμβολο υπομονής και που λίγο έλειψε να πεθάνει, όταν δέχθηκε μια μεγάλη ποσότητα βιτριόλι στο πρόσωπο. Κανένας δεν μπορεί να ξεχάσει το πρόσωπό της με τη μάσκα. Κανείς δεν μπορεί να μην θυμάται αυτή την εικόνα της, εικόνα πόνου, σωματικού και ψυχικού. Της βαριάς ισόβιας αναπηρίας της. Παρακολούθησα τη δίκη από την αρχή μέχρι το τέλος. Το βλέμμα της Ιωάννας Παλιοσπύρου το αντίκρισα πολλές φορές. Ήταν ένα βλέμμα ήρεμο. Πονεμένο. Πολύ πονεμένο. Δεν είχε όμως οργή. Είχε μεγάλο πόνο και σου έδινε την εντύπωση ότι περιμένει μια απάντηση, που ξέρει όμως ότι ποτέ ουσιαστικά δεν θα πάρει.

Αυτό το κορίτσι, ούτε μία στιγμή μέσα στη δίκη δεν έβρισε, δεν επιτέθηκε, δεν κινήθηκε με οργή κατά της κοπέλας που της κατέστρεψε όχι μόνον το πρόσωπο, αλλά τη ζωή.

Κατέθετε ήρεμα, με ωραία ελληνικά, με σταθερότητα, χωρίς αντιφάσεις, λίγα λόγια και συμπυκνωμένα. Το βλέμμα της πάντα μπροστά. Να κοιτάει το δικαστήριο στα μάτια. Το ίδιο και τους συνομιλητές της στα διαλείμματα. Σπάνια έχω δει σε δίκη ένα θύμα μιας τόσο βαριάς κακοποίησης να στέκεται με τόσο μεγάλη αξιοπρέπεια. Να μη μοιρολογεί τον εαυτό του. Να μην καταριέται. Να μην έχει το βλέμμα του οργή. Της Ιωάννας Παλιοσπύρου το βλέμμα είχε μεγάλο πόνο, πόνο ψυχής και σώματος. Αλλά και δύναμη. Δύναμη για ζωή, δύναμη για το καλύτερο. Και αυτό το βλέμμα συγκλόνιζε πιο πολύ από όλα. Πιο πολύ και από το πρόσωπο με τα βαθιά τραύματα, που κάλυπτε η μάσκα…

Ιωάννα Παλιοσπύρου © ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ / EUROKINISSI

Χρόνια πίσω, όταν η τρομοκρατική οργάνωση 17Ν είχε, επιτέλους, συλληφθεί, άθλος για την εποχή, και γεγονός απίστευτο, τόσο που είχε γεννήσει μύθους και μύθους. Δημοσιογράφος νεότερη τότε, είχα παρακολουθήσει το θέμα από την αρχή μέχρι το τέλος. Έρευνες, συλλήψεις, απολογίες, μεταγωγές, δικογραφίες, συγγενείς θυμάτων και τέλος η δίκη. 

Ράκος, ανάμεσα στο πλήθος η μάνα του νεαρού Θάνου Αξαρλιάν. Μια γυναίκα της διπλανής πόρτας, που έχασε το παιδί της από «τύχη», 22 χρονών, γιατί βρέθηκε στη γωνία Καραγιώργη Σερβίας και Βουλής, όταν η 17Ν είχε εξαπολύσει ρουκέτα σε βάρος του υπουργού Γιάννη Παλαιοκρασσά, τον Ιούλιο του 1992. Τον θάνατο του Θάνου Αξαρλιάν, ο πολυδολοφόνος Δημήτρης Κουφοντίνας μετά τη μεγάλη κατακραυγή για το αίμα ενός αθώου, τον χαρακτήρισε «παράπλευρη απώλεια…».

Μόλις άρχισαν οι καταθέσεις, οι συγγενείς των θυμάτων άκουγαν το όνομά τους και περνούσαν μπροστά από τους δολοφόνους των ανθρώπων τους για να ανέβουν στο βήμα του μάρτυρα. Όταν πέρασε η μάνα του Αξαρλιάν, πρόσεξα το βλέμμα της. Γύρισε και τους κοίταξε. Έναν, έναν. Τον Κουφοντίνα, τον Γιωτόπουλο, τους αδελφούς Ξηρούς και τους άλλους. Προσεκτικά. Πολύ προσεκτικά. Σαν να ήθελε να αποτυπώσει για πάντα στην ψυχή της τις φυσιογνωμίες τους. Ή σαν να ήθελε να διαβάσει τι είχαν στο μυαλό τους. Με το βλέμμα της πάντα σταθερό. Διαπεραστικό και απολύτως ήρεμο. Ήταν το βλέμμα μιας μάνας στους δολοφόνους του αθώου της παιδιού. Του άτυχου. Το βλέμμα το αγέρωχο. Το βλέμμα της απαξίας και της καταδίκης.

Σταυρούλα Αξαρλιάν © ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ / EUROKINISSI