Η μύτη μας οδηγεί τη ζωή μας. Και η μυρωδιά μας αλλάζει με τα χρόνια, αλλά μη δίνετε σημασία, ήδη μυρίζει υπέροχα το καλοκαίρι.
Είναι εύκολο να λέμε «δεν μετανιώνω για τίποτα» όταν είμαστε νέοι
Δεν μετανιώνουμε για τίποτα όσο είμαστε νέοι αλλά αλλάζουμε τροπάρι και ψιλο-μετανιώνουμε από μια ηλικία και μετά.
Τα πράγματα για τα οποία μετανιώνουμε καθώς μεγαλώνουμε ηλικιακά:Τα λόγια που δεν είπες και αυτά που είπες, τις λάθος σχέσεις, τις λάθος δουλειές
Διαβάζω συχνά ή ακούω σελέμπριτις να λένε ότι «δεν μετανιώνουν για τίποτα» - κάτι μου θυμίζει, γιατί σίγουρα θα την είπα κι εγώ κάποτε αυτή τη μεγάλη κουβέντα, όχι ως σελέμπριτι αλλά ως άνθρωπος σε άλλον άνθρωπο: από την εποχή που «μετανΟΙωναμε» με όμικρον γιώτα, άρα και εποχή κατά την οποία δεν είχα και πολλά πράγματα να μετανιώσω, όντως. Επειδή μέχρι τα σαράντα-πενήντα κινείσαι με τη φόρα που έχεις από τα είκοσι και τριάντα σου, δεν κάθεσαι να σκεφτείς τις στραβές που έχεις κάνει – εκτός που βιάζεσαι, δεν έχεις κάνει και τρομερές στραβές, είσαι ελαστικό άτομο, βολικό, έχεις αποφύγει μεγάλες συγκρούσεις, ρήξεις και σφαγές στο ίσιωμα. Όλα αυτά, και πολύ περισσότερα, συμβαίνουν στη ζωή του ανθρώπου αργότερα, όταν το άτομο μεγαλώνει κάμποσο και δεν αντέχει τις πολλές-πολλές μ@λ@κιες. Όταν οι αντοχές του μειώνονται, μαζί με τον χρόνο... με τον χρόνο που απομένει δηλαδή, που βλέπει (το άτομο) να απλώνεται μπροστά του όχι ως ατέλειωτη εξωτική σαβάνα με τροπική βλάστηση και γκομενάκια γδυμένα Ταρζάν, παρά ως «κάποια χρόνια» (οι αντιπαθητικοί, αποκαλούν αυτού του είδους την σαβάνα «κάποια χρόνια ΑΚΟΜΑ», αλλά τρώμε το «ακόμα» ως πλεονασμό: δεν είμαστε χαζοβιόλικα άτομα, απλώς μπαγιάτικα, άλλο το ένα, άλλο το άλλο).
Σόρυ, αλλά τι να μετανιώσεις όταν είσαι τριάντα; Μια ερωτική σχέση που τσάκισες με κέρατα επειδή ήσουν γαϊδούρι, ένα φλερτ που δεν προχώρησε, μια βραδιά που ήπιες τον Αχελώο και έκανες εμετό, μια συνεδρία/εκδρομή/παρτούζα που έχασες επειδή έκανες εμετό, μια εμπειρία που δεν την έζησες άδικα των αδίκων και φαινότανε μούρλια, ένα γκομενάκι που δεν εκτίμησες, μια φιλία που απομάκρυνες με την συμπεριφορά σου, μια δουλειά που θαλάσσωσες, άλλη δουλειά που έχασες/βρήκες, κάτι λεφτά που σου ξέφυγαν μέσα από τα δάχτυλα, μια γαστρεντερίτιδα που άρπαξες αφηρημένα, ένα βιβλίο που δάνεισες κι εξαφανίστηκε, ένα άρθρο που έγραψες κι ήτανε μπούρδα… καλά, το τελευταίο, αν είσαι στη δουλειά τη δική μας θα πρέπει να το μετανιώνεις συνέχεια κάθε διετία, αλλά πρόκειται για ειδική μεταμέλεια, που δεν μετράει για τον παραέξω κόσμο. Όλα τα υπόλοιπα, ισχύουν και είναι τα πράγματα για τα οποία μετανιώνεις ανάμεσα στα 30 και 45 σου, ΑΝ μετανιώνεις, γιατί μπορεί και όχι, καθόλου, με την λογική «ό,τι έγινε, έγινε». Το να μετανιώνεις είναι χαμένος χρόνος, συμφωνώ, δεν αλλάζει κατόπιν εορτής η στραβή – το κέρατο, το ανεκτίμητο γκομενάκι, η φιλία-φλόμπα, οι ευκαιρίες που έχασες κλπ κλπ.
Αυτό που συμβαίνει μετά… σε βρίσκει απροετοίμαστο, ως άτομο: μετά τα 50-55, για να βάλουμε ένα χρονικό όριο, μετά τα τσιριμπίμ-τσιριμπόμ στάδια της ζωής κι όταν πια έχεις περάσει στις βαριές απώλειες, όλα αυτά για τα οποία μετάνιωνες με μισή καρδιά ή δεν μετάνιωνες ως τα 45, σου φαίνονται πταίσματα. Καλά έκανες και δεν μετάνιωνες που έβαλες τις φωνές, τα κλάματα, τα γέλια, φυτίλια, που έγινες ρόμπα, ρεζίλι, στραβόξυλο, θύμα, που έχασες λεφτά, αγκαλιές, φιλίες και το βαφτιστικό σου σταυρό μαζί με όλα τα τάπερ της μάνας σου (ένας θεός ξέρει πού βρίσκονται). Πραγματικά δεν είχαν σημασία όλα αυτά, τα πήρε το ποτάμι, μαζί με συγκρούσεις, καυγάδες, ρήξεις και σπαραγμούς που θυμάσαι αμυδρά ή και καθόλου.
Θυμάσαι τις απώλειες όμως, πολύ καλά. Τι ήθελες να πεις σε αγαπημένο πρόσωπο πριν αναχωρήσει για τον άλλο κόσμο, τι εκκρεμούσε με κολλητό που ήλπιζες ότι θα έβγαινε από το νοσοκομείο και δεν βγήκε. Τα μετανιώνεις πικρά αυτά, όπως τις μέρες που ήτανε να πας να δεις άλλο αγαπημένο σου πρόσωπο στα τελευταία του, και βαρέθηκες, κοιμήθηκες, είδες Νετφλιξ, έγραψες ένα κείμενο – τέλος πάντων, δεν πήγες. Δεν ήσουν εκεί όταν έφυγε, και δεν υπάρχει τρόπος να ΜΗΝ το μετανιώσεις αυτό. Και να ήταν μόνον οι απώλειες…
Η Γκλεν Κλοουζ είπε πρόσφατα σε συνέντευξή της, «Δεν μετανιώνω για πολλά, ίσως μόνο για τους γάμους μου… για κανα-δυο γάμους μου…» και είχε δίκιο η θεά Γκλεν, σου λέει, «είμαι 70φεύγα, τι τά΄θελα να βάλω κουλούρες δύο φορές επιπλέον, δε μου έφτανε μία, ή δύο, ή όσες κουκουλώθηκα; Ορίστε που είμαι 70φεύγα, έχω δώδεκα βάζα, οκτώ τηγάνια και κάτι σετ ποτήρια που δεν τα χρησιμοποιώ ποτέ, και κάτι πρώην με τους οποίους δεν χαιρετιέμαι στο Λος Αντζελες». Γιατί όταν είσαι μεγάλο-μεγάλο άτομο, 55+, οι παλιές σχέσεις σου σε κάνουν να ανατριχιάζεις μερικές φορές, όπως και οι καινούργιες, αν έχεις όρεξη, που μπράβο σου. Αναρωτιέσαι τι σκατά είχες στο κεφάλι σου και πέρασες Χ μέρες, μήνες, χρόνια, με Ψ άτομο, που σε τσάκισε ή δεν σε τσάκισε, πάντως δεν ήτανε και τσίρκο, ούτε λουνα-παρκ, ούτε καν σιντριβάνι στην Πλατεία Μαβίλη δεν ήτανε, το Ψ άτομο. Αναρωτιέσαι γιατί μάλωσες με Ω άτομο για κάτι ασήμαντο, και δεν είπες «ας το πάρει το ποτάμι», δεν υποχώρησες, δεν έκανες άλλη μια προσπάθεια – καλά, οι δικαιολογίες είναι ατελείωτες σαν την εξωτική σαβάνα των 35 σου χρόνων, και τις έχεις πρόχειρες, και φυσικά όλα ήταν με το μέρος σου, το Ψ άτομο σε πέτυχε σε άσχημη στιγμή, το Ω άτομο σε δύσκολη φάση και οι Χ μέρες ήτανε απελπιστικές από μόνες τους, έπεσε το Ψ άτομο απάνω και τις έκανε κωλοχανείο, αλλά δεν έφταιγες εσύ, το τζάμι άτομο που είσαι. Έφταιγαν άλλα πράγματα και άλλα άτομα, δε θέλεις να τα σκέφτεσαι γιατί σιφιλιάζεσαι τζάμπα και βερεσέ.
Αλλά μετανιώνεις για Ψ, Χ, Ω πράγματα, δεν μπορεί να τα περνάς στο ντούκου όλα πια. Τα λόγια που δεν είπες και αυτά που είπες, τις λάθος σχέσεις, τις λάθος χρονιές, μερικές φορές και πενταετίες ή παραπάνω, τις λάθος δουλειές, αυτές που «κάτι σου έλεγε» από την αρχή ότι είναι πέτσινες, τους λάθος ανθρώπους, αυτούς που σε είχε προειδοποιήσει η κολλητή, η αστρολόγα, η ψυχολόγα ή η θεία σου ότι δεν θα σου βγουν σε καλό. Τους δρόμους που πήρες κι αυτούς που δεν πήρες. Τις επιλογές που έκανες κι αυτές που δεν έκανες.
Καλά, δεν σκας κι όλας. Όπως λέει ο Paul Anka, ο οποίος έγραψε τα λόγια στο “My way” (από το Γαλλικό “Comme d’ habitude” του Claude Fancois) για να το κάνει τρελό σουξέ ο Frank Sinatra το 1968 και να μην πάψει να ακούγεται ποτέ από τότε… τα έκανες όλα με τον δικό σου προσωπικό τρόπο. Εννοείται πως ό,τι έγινε, έγινε, δεν υπάρχει λόγος να κλαίμε πάνω από το χυμένο γάλα, όπως λένε οι Ουαλοί που έχουν πολλά γάλατα.
Απλώς είναι εύκολο να λες «δεν μετανιώνω για τίποτα» όταν είσαι νέο άτομο, και είναι δύσκολο να το λες όταν δεν είσαι πια νέο άτομο. Ή μάλλον, όταν είσαι στην δεύτερη κατηγορία, χαμογελάς πονηρά κάθε φορά που το ακούς όπως και όταν το λες. Γιατί ναι μεν δεν σκας, δεν το πιστεύεις, δε.
«5 πράγματα που μετανιώνουμε πριν πεθάνουμε», της Bronnie Ware, Εκδόσεις Κάκτος. Πολύ πιο ευχάριστο βιβλίο από ότι ακούγεται…