Ελένη Τριανταφυλλίδη: «Να φωνάξουμε ΤΟΝ μηχανικό!»
Πώς λειτουργεί το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» στη σημερινή Ελλάδα;
Ιστορίες για τη Γυάλινη Οροφή: Η ιστορία της Ελένης Τριανταφυλλίδη (Αρχιτέκτων-Μηχανικός) στη στήλη που ενώνει τις γυναίκες από τη Story Mentor.
Τι ενώνει γυναίκες με διαφορετικά επαγγέλματα, όπως μια δικηγόρο, μια χημικό, μια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο, μια βιολόγο, μια διευθύντρια ιδρύματος και μια υπεύθυνη μάρκετινγκ; Οι ιστορίες τους. Ιστορίες που μιλούν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες όταν θέλουν να εξελιχθούν επαγγελματικά, να διεκδικήσουν την αμοιβή που τους αξίζει, να ενισχύσουν τη δημόσια παρουσία τους, να μπουν σε ένα διοικητικό συμβούλιο, να προωθηθούν στην πολιτική ή να υπάρξουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους.
Τις «Ιστορίες για τη Γυάλινη Οροφή» βρίσκει και επιμελείται η μη κερδοσκοπική οργάνωση Story Mentor. (www.storymentor.gr). Αυτή είναι η ιστορία της Ελένης Τριανταφυλλίδη (Αρχιτέκτων-Μηχανικός).
Με λένε Ελένη και είμαι Αρχιτέκτονας-Μηχανικός. Εργάζομαι ενεργά τα τελευταία 5 χρόνια. Η επιστροφή στην Ελλάδα ήταν για εμένα μια ανακούφιση μετά από περίπου 8 χρόνια στο εξωτερικό. Αντιμετώπισα τον γυρισμό μου με ενθουσιασμό, καθώς θα ήταν το ξεκίνημα μιας καριέρας και η επάνοδος στη βάση μου. Η αλήθεια είναι πως η επιστροφή σε μια οικογενειακή επιχείρηση μου έδινε μια αίσθηση ασφάλειας: η συμπυκνωμένη εμπειρία που θα έπαιρνα από τους γονείς μου που ασκούν το ίδιο επάγγελμα εδώ και 40 χρόνια σε συνδυασμό με τις δικές μου «φρέσκιες ιδέες» έμοιαζε με συνταγή επιτυχίας.
Η πρώτη δουλειά που μου ανατέθηκε ήταν η μελέτη και επίβλεψη της κατασκευής ενός καταστήματος που θα άνοιγε η ευρύτερη οικογένειά μου. Πήρα τη δουλειά αρκετά σοβαρά και προσπάθησα να τη διαχειριστώ εντελώς μόνη μου. Θεώρησα πως ήταν η ιδανική ευκαιρία να μάθω πώς μπορεί να διαχειριστεί κανείς ένα έργο -στη συγκεκριμένη περίπτωση μια εκ βάθρων ανακαίνιση- χωρίς να έχει το βάρος της ανέγερσης μιας νέας οικοδομής με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το κατάστημα έπρεπε να ανοίξει άμεσα, οπότε ο χρόνος στον οποίο έπρεπε να ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός ήταν περιορισμένος. Σύντομα λοιπόν, σχεδόν ταυτόχρονα με τις επάλληλες αλλαγές στη διαμόρφωση του χώρου, ξεκίνησαν και οι συναντήσεις με τους τεχνικούς. Στο διάστημα της μελέτης προσπάθησα να προετοιμαστώ όσο καλύτερα μπορούσα για τις επικείμενες ερωτήσεις των συνεργείων: του ψυκτικού, του ηλεκτρολόγου, του γυψοσανιδά, του πλακά, του μπογιατζή και ούτω καθ’ εξής. Πέρασα ένα ολόκληρο απόγευμα στο γραφείο ρωτώντας τους γονείς μου για όποια λεπτομέρεια μπορούσα να σκεφτώ, έτσι ώστε να μη φανώ πουθενά ανεπαρκής.
Παρά την αγωνία μου, πείσμωσα και πήγα μόνη στην πρώτη συνάντηση - χωρίς, δηλαδή, την ασφάλεια που μου προσέφερε η εμπειρία των γονιών μου. Εκεί με περίμεναν περίπου 15 άτομα. Συστήθηκα με αυτοπεποίθηση -κι έναν όχι τόσο κρυφό ενθουσιασμό- και ξεκίνησα την κουβέντα. Μετά από λίγο άνοιξα τα σχέδια και είχα δύο επιπλέον σελίδες Α4 στις οποίες είχα γράψει με τα μικρότερα γράμματα που μπορούσα όλες τις απαντήσεις στις πιθανές ερωτήσεις των τεχνικών. Δεν είχα υπολογίσει, φυσικά, δύο βασικά στοιχεία: πρώτον δεν είχα καμία γνώση της γλώσσας που χρησιμοποιούν τα «μαστόρια» στις οικοδομές και δεύτερον μάλλον δεν έδειχνα τόσο πειστικά ότι ήμουν όντως η κεφαλή του έργου.
Θα θεωρούσε κανείς πως το να μην γνωρίζεις την γλώσσα του εργοταξίου δεν είναι και κάτι τραγικό. Είναι, όμως, μεγάλο πρόβλημα όταν προσπαθείς να εξηγήσεις κάτι εντελώς τεχνικό και τις μισές φορές δεν καταλαβαίνεις τι ακριβώς εννοεί ο τεχνίτης όταν μιλάει με φράσεις που δεν έχεις ξανακούσει ποτέ. Το να μην δείχνεις πειστικός, προφανώς ήταν το μεγαλύτερο από τα δύο προβλήματα.
Κάθε φορά που σήκωνα το κεφάλι μου για να εξηγήσω κάτι, παρατηρούσα πως οι γύρω μου με κοιτούσαν με αμφιβολία. Θεωρούσα πως αυτό είχε να κάνει κυρίως με την αναστάτωση που μου προκαλούσε η άγνοιά μου για λέξεις «της πιάτσας». Έκανα, ωστόσο, λάθος και το συνειδητοποίησα την πρώτη φορά που κινηθήκαμε προς τον χώρο επεξεργασίας του καταστήματος. Το νεύμα για να περάσω μπροστά ήταν «περάστε κυρά-Λένα». Συνειδητοποίησα ξαφνικά πως ήμουν σε έναν χώρο με 15 άνδρες, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν ψημένοι στη δουλειά, κι εγώ, εικοσιέξι χρονών, με όλη τη γνώση και την όρεξη που είχα για δουλειά, ήμουν μάλλον το κοριτσάκι της παρέας. Η καλύτερη εκδοχή των υποκοριστικών που άκουσα εκείνη την ημέρα ήταν «Λενάκι».
Θεωρώ σε γενικές γραμμές πως είμαι θετική όσον αφορά τη σχέση μου με τρίτους. Όμως, βρισκόμουν σε ένα περιβάλλον εργασίας. Η προσφώνηση «κυρα-Λένα» με έκανε έξω φρενών. Σκέφτηκα πως δεν με λένε Λένα. Ούτε Έλενα, Λενίτσα, Λενιώ ή Λενάκι. Δεν με λένε τίποτα από τα παραπάνω για κανέναν με τον οποίο δεν μας συνδέει μια φιλική ή οικογενειακή σχέση. Το όνομά μου είναι Ε-λέν-Η, είναι από τα αρχαιότερα και με ενοχλούσε τρομερά που δεν με αποκαλούσε κανείς έτσι.
Η αγωνία μου να ολοκληρωθεί το έργο στην ώρα του με έκανε να αρχίσω να πηγαίνω στο εργοτάξιο όσο πιο συχνά μπορούσα. Μετά από το γραφείο, μετά από μια απογευματινή βόλτα, Κυριακή πριν το μεσημεριανό. Δυστυχώς δεν είχα υπολογίσει πως πέραν όλων των άλλων, για να πηγαίνει μια γυναίκα στο εργοτάξιο (σε ανακαίνιση καταστήματος δηλαδή, σκέψου να ήταν κανονική οικοδομή) θα πρέπει να φοράει μάλλον κελεμπία για να μην ακούει σχόλια.
Μετά την πρώτη εβδομάδα άρχισαν τα κολακευτικά σχόλια. Ακολούθησαν τα πονηρά χαμόγελα, επειδή φορούσα φούστα όταν πέρασα Κυριακή πριν τη βόλτα μου να δω πώς πάνε οι εργασίες. Ύστερα δέχθηκα σχόλια για τα μαλλιά μου. Αισθάνθηκα άβολα. Άρχισα να ντύνομαι πιο σοβαρά και να έχω πιο βλοσυρό ύφος για να αισθάνομαι ότι με αντιμετωπίζουν με σοβαρότητα. Τα σχόλια δεν σταμάτησαν έως ότου μια μέρα, σε μια αναποδιά, ο επικεφαλής του συνεργείου, με το οποίο είχαμε επί έναν μήνα συνυπάρξει στο ίδιο εργοτάξιο και του οποίου τις απορίες έλυνα η ίδια καθημερινά, με ρώτησε: «πού είναι Ο μηχανικός». Απόρησα. Απάντησα πως εγώ είμαι «Ο μηχανικός».
-Ο κύριος, Ο μηχανικός, να τον πάρεις τηλέφωνο. Υπάρχει θέμα στον πρώτο όροφο με τα νερά.
-Να φωνάξουμε υδραυλικό.
-Να φωνάξουμε ΤΟΝ μηχανικό.
-Είπαμε, ΕΓΩ είμαι εδώ μηχανικός.
-Εσύ είσαι κοριτσάκι, εδώ υπάρχει θέμα.
Τα έχασα. Προφανώς δεν είχα την εμπειρία που έχει ο πατέρας μου μετά από 40 χρόνια. Ήταν όντως το πρώτο εργοτάξιο το οποίο «διηύθυνα» εγώ προσωπικά, όμως είχα κάνει όλα τα σχέδια, είχα λύσει όλες τις απορίες, είχα μάθει όσο περισσότερο μπορούσα από την αργκό της δουλειάς και είχαν περάσει όλα από το χέρι μου. Και πάλι δεν ήταν αρκετό. «Φέρτε ΤΟΝ μηχανικό». Έφυγα εξαγριωμένη, έχοντας βρει άλλο συνεργείο υδραυλικών, αφού ο υπεύθυνος δεν μπορούσε να κάνει κάτι χωρίς να φέρουν ΤΟΝ μηχανικό.
Με ενόχλησε που μετά από τόση δουλειά με έβλεπαν ακόμα σαν κοριτσάκι. Είχα στην αρχή πιο χαλαρό στυλ και κυκλοφορούσα με ένα backpack, όπως οι περισσότεροι φίλοι μου, γιατί βολεύει όταν είσαι στον δρόμο και κουβαλάς υπολογιστή, μέτρα, σχέδια και άλλα. Ήμουν προσιτή γιατί έτσι είναι ο χαρακτήρας μου, χωρίς να δώσω όμως ποτέ το δικαίωμα σε κανέναν να παρεξηγήσει τη στάση μου. Αποφάσισα πως από εδώ και πέρα θα μπαίνω στη δουλειά χωρίς πολλά-πολλά, χωρίς φιλική προσέγγιση, με αυστηρό ντύσιμο και ύφος.
Στα χρόνια που εργάζομαι, δυστυχώς έχω να σημειώσω πως έχω υποτιμηθεί - όχι λόγω των γνώσεών μου, αλλά επειδή ήμουν νεαρή γυναίκα που μικροέδειχνε (άρα δεν μπορούσα να έχω τις γνώσεις για να κάνω τη δουλειά μου). Με έχουν παροτρύνει συνάδελφοι να πάω σε υπηρεσίες στις οποίες είναι άνδρας επικεφαλής με την καθοδήγηση να φοράω «καμιά φουστίτσα» και να είμαι χαμογελαστή για να με συμπαθήσουν και να βρεθεί λύση. Έχω δεχθεί φλερτ στα όρια της παρενόχλησης σε συνεργασία, σε σημείο που έχω αποχωρήσει από δουλειά γιατί πολύ απλά δεν ήθελα να ξαναπάω -και η εντύπωση που δόθηκε ήταν πως δεν αντέχω την πίεση.
Προφανώς σε αυτή τη δουλειά, όπως και σε πολλές άλλες, υπάρχουν γυναίκες σε καίριες θέσεις. Γυναίκες εξαιρετικά καταρτισμένες και αξιόλογες. Η αίσθησή μου είναι πως στο δικό μου επάγγελμα, ειδικά σε ό,τι έχει να κάνει με την κατασκευή, επειδή θεωρείται ένας δύσκολος τομέας και «βαριά δουλειά», υπάρχει μια προτίμηση σε άνδρες, επειδή θεωρείται πως αντεπεξέρχονται καλύτερα σε αυτές τις συνθήκες εργασίας. Είναι στο χέρι μας να ανατρέψουμε αυτό το στερεότυπο.