Ο νέος συντηρητισμός κρύβεται καλύτερα

Είμαστε πολύ προχώ και πολίτικαλι κορέκτ αλλά μόνο στην επιφάνεια, στο βάθος της ελληνικής κοινωνίας βράζει ο συντηρητισμός

Σχόλιο για το νέο συντηρητισμό της ελληνικής κοινωνίας που κρύβεται στα σχόλια.

Ο συντηρητισμός είναι μυστήριο τραίνο. Δεν φαίνεται με τη μία, δεν τον έχει χαλκομανία στο κούτελο κανείς, και κουκουλώνεται με προχωρημένες δηλώσεις, με πύρινα άρθρα, σχόλια, τουίτερ, ακόμα και συμμετοχές σε συλλαλητήρια. Όταν βλέπετε πολύ μίσος, από κάτω κρύβεται συντηρητισμός και όχι κάτι απλό όπως ας πούμε η αγάπη για τον συνάνθρωπο, η ενσυναίσθηση, το αίσθημα δημοκρατίας ή ο προοδευτισμός. Το σκέφτηκα διαβάζοντας σχόλια για δύο διαφορετικές γυναίκες με δύο διαφορετικά ντυσίματα: πόσο αυτά τα ντυσίματα προσβάλλουν (μάλλον την δημόσια αιδώ), πόσο είναι άστοχα ή κακόγουστα, πόσο «δεν τις συμβούλεψε κανείς τι να βάλουν»… και εκτός από το ότι δεν γράφονται αντίστοιχα σχόλια για ανδρικές εμφανίσεις, εκτός που δεν έχει σημασία τι φοράει καμία γυναίκα επειδή θα φορέσει ό,τι της καπνίσει και μπράβο της… τα σχόλια προδίδουν έναν βαθύτερο συντηρητισμό, αν όχι ολόκληρης κοινωνίας, τότε μερίδας της που κάθεται και ασχολείται. Η γυναίκα, όποια κι αν είναι, περιορίζεται στην εικόνα, στην εμφάνισή της, θυμίζοντας τη σοφή φράση (νομίζω) της Πατρίσια Χάισμιθ, «Αν είσαι άντρας και μιλάς δημόσια, σε ακούνε εφόσον έχεις κάτι σημαντικό να πεις. Αν είσαι γυναίκα, σε ακούνε μόνον αν είσαι εμφανίσιμη, όσο σημαντικό ή ασήμαντο κι αν είναι αυτό που έχεις να πεις».

Δεν «το πάω φεμινιστικά», όπως εύκολα, και με υποτιμητικό ύφος, θα έλεγε κάποιος υποψιασμένος – υποψιασμένος ότι ο φεμινισμός τάχαμου είναι ευνουχιστικό για τους άντρες κίνημα και όχι ουσιαστικό, αλλά ας μη μπούμε σε αυτή την κουβέντα, τραβάει σε μάκρος. Πρόσφατα διαμαρτυρόταν ένας φίλος ότι «είναι πάρα πολλοί οι γκέη πια στην τηλεόραση», και δεν είχαμε επιχειρήματα οι υπόλοιποι, είχαμε μείνει άλαλοι, δεδομένου ότι ο φίλος είναι γκέη ο ίδιος! Το βασικό μας επιχείρημα είναι ότι όσο περισσότεροι γκέη εμφανίζονται στην τηλεόραση, τόσο απενοχοποιείται η ομοφυλοφιλία στα μάτια του πλατύτερου κοινού – και επίσης, δεν έχει σημασία αν αυτός που βγαίνει στην τηλεόραση είναι γκέη ή στρέητ αλλά (έχει σημασία το ότι) δίνεται βήμα σε ανθρώπους που δεν είναι καλουπιασμένοι. Επιτέλους η τηλεόραση είναι ανοιχτή, ανοιχτότερη από ότι ήταν πριν είκοσι χρόνια, και μπράβο της. Γιατί διαμαρτύρεται ο φίλος; Ο βαθύτερος συντηρητισμός είναι η (βαθύτερη) αιτία της διαμαρτυρίας του, ο συντηρητισμός που έφτιαξε συγκεκριμένα πρότυπα μέσα στο μυαλό μας τις δεκαετίες ’50-’70. Οι ταινίες, σειρές, ιστορίες, οικογενειακές παραδόσεις και κοινωνικές εντολές ή συνήθειες, που έβαλαν τις προδιαγραφές του σωστού και λάθους, του νορμάλ και μη, μέσα στα κεφάλια μας. Ακόμα και οι πιο απελευθερωμένοι σεξουαλικά άνθρωποι τελικά μπορεί να βασανίζονται από ενοχές ως προς την σεξουαλικότητά τους – σε βαθύτερο λέμε επίπεδο, όχι με το καλημέρα σας.

Το μίσος, προς άτομα ή ομάδες, είτε εμφανίζεται σε δημόσιο λόγο είτε σε προσωπικό επίπεδο, αυτό δείχνει: ενοχές γύρω από το σεξ, ψάξε βρες από ποια αιτία αλλά σίγουρα με αφορμή κάτι που δεν έχει λογική εξήγηση, δηλαδή δεν εξηγείται λογικά, ή ίσως εξηγείται με κάμποση ψυχανάλυση. Μια γυναίκα με κοντό σορτς; Με βαθύ ντεκολτέ; Ένας ανοιχτά γκέη άντρας ή μια ανοιχτά γκέη γυναίκα, ένα άτομο τρανς; Καλά, αν η γυναίκα φοράει και κοντό φόρεμα, είναι για τον Καιάδα, δε της φτάνει που είναι λεσβία (ή εξώλης-προώλης, ή τρανς, ή και τα τρία), ντύνεται και χάλια, ντροπή της. Με αυτά που φοράει, αν την βιάσει κανένας (μάλλον αλλοδαπός) δεν θα φταίει (κι ας είναι αλλοδαπός).

Το τραβάω στα άκρα επίτηδες, επειδή το μίσος είναι ακραίο, και βαθιά συντηρητικό, και τρομαχτικό από όποια μεριά κι αν το κοιτάξεις, πόσο μάλλον το εισπράξεις. Με τρομάζει το δημόσιο μίσος όταν εκφράζεται εναντίον οποιουδήποτε ανθρώπου, γκέη ή στρέητ – είναι λες και περιμένει με κομμένη την ανάσα μια μεγάλη μερίδα κόσμου, έτοιμη να αρπάξει γιαταγάνι, ορμώμενη, και καλά, από αίσθημα δικαιοσύνης αλλά στην πραγματικότητα μάλλον πνιγμένη από ενοχές σεξουαλικού τύπου, μάλλον από βαθύ συντηρητισμό, μια και το αίσθημα δικαίου δεν έχει καμία σχέση με το μίσος. Άλλο πράγμα το «με πνίγει το δίκιο» κι άλλο το «με πνίγει το μίσος». Όταν καταριέσαι κάποιον να ψοφήσει με φριχτό τρόπο, δεν είναι επειδή εξανίστασαι, που είναι άδικος, απατεώνας, εγκληματικός, κακοντυμένος, κακόγουστος, παρά επειδή είσαι χάλια μέσα σου, σκατά μαύρα, δεν τα έχεις βρει με τον εαυτό σου, έχεις φριχτές φαντασιώσεις που σε καταπίνουν με ενοχές, ή έχεις ενοχές που σε καταπίνουν σκέτες, ξεροσφύρι. Γιατί, αν είσαι οκέυ και λίγο διαβασμένος, αν έχεις κάνει τα χιλιόμετρά σου στο ψυχο-ψάξιμο, αν έχεις δουλέψει το σεξουαλικό σου με λίγο ή με πολύ κλάμα, δεν έχεις λόγους να φουσκώνεις από μίσος. Δεν έχεις λόγους να είσαι συντηρητικός, τουλάχιστον όχι μέχρι το κόκκαλο.

Ξεκίνησα από το φεμινιστικό κομμάτι επειδή με ενοχλεί να θάβονται και μάλιστα με μίσος διάφορες γυναίκες λόγω της εμφάνισής τους, ακόμα και λόγω των επιλογών τους - σε σύντροφο, σε δουλειά, σε ρόλους, σε συμμετοχές, ως προς το πότε και αν θα κάνουν παιδιά, ή ως προς το οτιδήποτε. Αλλά πιο τρομαχτικός, μέσα στην προχωρημένη φάση που ζούμε, πιο σπούκι είναι ο συντηρητισμός, και το μίσος με το οποίο εκφράζεται. ‘Η ίσως ανάποδα: το μίσος, και ο συντηρητισμός με τον οποίον εκφράζεται…