Μια εμφάνιση στο κόκκινο χαλί του Φεστιβάλ Βενετίας που συζητήθηκε πολύ
10 φθινοπωρινές ενοχλητικές ερωτήσεις
Για ποιο λόγο οι άνθρωποι ρωτάνε τέτοια πράγματα αμέσως μετά το τέλος του καλοκαιριού, είναι ένα μυστήριο
Σχόλιο για τις ερωτήσεις που κάνει ο κόσμος το φθινόπωρο.
Μέσα στο τρόλεϊ, ένας νέος ρωτάει άλλον νέο πού πήγε διακοπές. Είναι Η λάθος ερώτηση τέτοια εποχή, και βέβαια ο νέος Α αρχίζει να αραδιάζει νησιά το ένα μετά το άλλο (πήγε παντού ο άτιμος, με αντίσκηνο κυρίως εκτός από Κουφονήσια/Ικαρία/Κύθηρα/άλλο, που βρήκε πολύ φθηνό δωμάτιο αλλά είχε κατσαρίδες). Έχουμε φάει εφτά στάσεις και μου βγαίνει το νησί από το ρουθούνι όταν ο νέος Β ξεκινάει με το γύρο της Πελοποννήσου – εκατοντάδες γραφικά χωριά, δεν θέλεις να ξέρεις. Μιλάνε δυνατά και ακούμε όλοι. Και δώσ’ του ταβερνάκια, παραλίες, πλατείες με πλατάνια, άλλες πλατείες χωρίς πλατάνια, ένας Μπίλυ που τον πέτυχε ο Α ή ο Β κάπου, σκασίλα μας πού, και ένας σαργός ΝΑ με το συμπάθειο που τον έπιασε μάλλον όχι ο Μπίλυ που είναι κόπανος, πάντως κάποιος με φιλική σχάρα.
Κατεβαίνω μια στάση πριν τη στάση (μου) επειδή έχω πήξει, αν ακούσω μισό νησί ακόμα θα βγάλω πεταλίδες. Και πραγματικά η ερώτηση «Πού πήγες το καλοκαίρι;» είναι χάλια, παγίδα (για να μιλάει ο άλλος εκατό ώρες) και καταθλιπτική, είτε έχει πάει κάπου ο άλλος είτε όχι. Τι σε κόφτει; Γιατί δεν ρωτάς ένα «πώς ήταν το καλοκαίρι σου;», κι έξω απ΄την πόρτα;
Είναι κι άλλες ερωτήσεις, τις μαζεύω κατά καιρούς, χωρίς λόγο, όπως άλλωστε κάνω σχεδόν τα πάντα (=χωρίς λόγο). Ας μείνουμε στις εποχιακές, μετά το τέλος του κάθε καλοκαιριού, ως πιο επίκαιρες:
1η και καλύτερη είναι η παραπάνω, «Πού πήγες/πήγατε το καλοκαίρι;» ‘Εχουμε δει στο φέησμπουκ/ινσταγκραμ/τικτοκ/αλλού, ΟΛΑ τα Ελληνικά θέρετρα και κάμποσα ξένα, το σκιαχτικό «να σου δείξω φωτογραφίες από τις διακοπές μου» έχει αντικατασταθεί επάξια από τα φβ/ινστα/τικτοκ/άλλα. Άρα, δεν χρειάζεται να ρωτάμε, αρκεί να τσεκάρουμε τα σόσιαλ των ανθρώπων, άμα μας κόφτει τόσο το πού πήγανε.
2η: «Γύρισες;» Όχι, είμαι αλλού, μη κοιτάς που τρώω τυρόπιτα μπροστά σου, δεν είμαι εγώ που κάνω ψίχουλα.
3η: «Γιατί δεν πήγες διακοπές;» Το πιστεύετε, ότι υπάρχει άνθρωπος που θέτει αυτήν την ερώτηση σε συνάνθρωπό του; Τι περιμένει να ακούσει; Ότι δεν πήγε διακοπές ο συνάνθρωπος επειδή του έπεσε το λόττο, βρήκε το θησαυρό του Σολωμόντα, γνώρισε ένα καταπληκτικό άτομο όπως Αμερικάνικες εφηβικές ταινίες και δεν σήκωσε κεφάλι από το ταμτιριρί, αγόρασε πύργο, διαστημόπλοιο, νησί δικό του να το κάνει μπαχτσέ; Δεν πήγε διακοπές είτε (1) επειδή δεν είχε μία, είτε (2) επειδή του ήρθε ο ουρανός σφοντύλι με κάποιο θέμα υγείας, δικό του ή αγαπημένου του. Και στο φινάλε, τι σε νοιάζει γιατί δεν πήγε ο άλλος διακοπές; Δε φτάνει που δεν πήγε, πρέπει να σου πει τον πόνο του χαρτί και καλαμάρι;
4η: «Πάχυνες στις διακοπές;» Είναι ολοφάνερο όταν παχαίνει κάποιος, άρα δεν συντρέχει λόγος για την ερώτηση. Τι θα απαντήσει ο κάποιος; «Όχι, λάθος κάνεις, με παχαίνουν οι ρίζες μου που δεν τις έβαψα!» ή «Έγινα μπαλόντζα και το είχα ξεχάσει, καλά που μου το θύμισες να χτυπηθώ»;
5η: «Γιατί έχεις τέτοια χάλια, ακόμα καλά-καλά δεν τέλειωσε το καλοκαίρι;» Ερώτηση-κλειδί, λες και ξέρει κανείς γιατί έχει τέτοια χάλια, τέλειωσε-δεν τέλειωσε το καλοκαίρι. Πάνω που κόντευε να το ξεπεράσει (ότι έχει χάλια), όπως και το ότι τέλειωσε το καλοκαίρι.
6η: «Πόσα λεφτά σου κόστισαν οι διακοπές;» Πάντα μένω με το στόμα ανοιχτό όταν κάποιος είναι τόσο στα-μούτρα-σου, λες και πρόκειται να σε ληστέψει/παντρευτεί.
7η: «Πως πήγες-και-ήρθες στο/από το Χ μέρος όπου έκανες διακοπές;» Δε φτάνει που ακούμε για το μέρος των διακοπών, δίνεται αφορμή στον ερωτηθέντα να παραθέσει κουραστικά δρομολόγια, και λεπτομέρειες για το πώς πάρκαρε στο πλοίο που μόνο άγχος προκαλούν, και βαριόμαστε όλοι φριχτά. Ακόμα και όσοι ρωτάνε – δε μπορεί, άνθρωποι είναι κι αυτοί.
8η: «Είδες κανένα γνωστό στο Χ μέρος;» Δόλωμα για άρατα-μάρατα παράθεση ονομάτων που κατεβάζει ο ερωτηθείς από το κεφάλι του, για να γεμίσει την εικόνα. Εκτός αν είδε τον Μπραντ Πιτ με το βρακί του να βγάζει αχινούς, ας πούμε, που όσο να΄ναι έχει μια βαρύτητα ως πληροφορία.
9η: «Εσύ πάλι, χώρισες μέσα στο καλοκαίρι;» Ενώ είσαι χαλαρό άτομο και νομίζεις ότι η συζήτηση κυλάει κανονικά ή ακόμα καλύτερα, (η συζήτηση) εξαντλείται, σου πετάει ο άλλος ένα καρφί και σε πάει εκεί που δεν θέλεις, δηλαδή στην πρώην/νυν σχέση σου. Ή στην έλλειψή της, που εκφράζεται με την παρακάτω ερώτηση,
10η: «Ρε παιδί μου, ολόκληρο καλοκαίρι, δεν γνώρισες ένα άτομο να νταλαβεριστείς;» Ανατριχιαστική ερώτηση ντιπ αναίσθητου ανθρώπου. Το «ρε παιδί μου» μπαίνει για να υποδηλώσει μια άνεση η οποία δεν υπάρχει. Αν υπήρχε, θα ήξερε το άτομο με τις ερωτήσεις γιατί, άσχετα με το καλοκαίρι, που έχει καταγραφεί στην συλλογική μνήμη ως Ερωτική Περίοδος, (ΕΠ), άσχετα με την ΕΠ, δεν παίζει γκομενικό αυτή την εποχή. Ή την καμία εποχή.
Για ποιο λόγο οι άνθρωποι ρωτάνε τέτοια πράγματα αμέσως μετά το τέλος του καλοκαιριού, είναι ένα μυστήριο. Οι διακοπές και πού πήγε ή δεν πήγε ο καθένας, με όλα όσα έχουν σχέση με καλοκαίρι (δηλαδή διακοπές, σχέσεις, έρωτες, αρπαχτές, ωτίτιδες και θερινές ιώσεις) συζητιούνται μέχρι τον Οκτώβριο. Αν καταφέρεις να αμπαρωθείς σε ερημονήσι, σε πύργο ή σε διαστημόπλοιο ή έστω μακριά από περίεργους ως τότε, δηλαδή από μέσα Σεπτεμβρίου ως μέσα Οκτωβρίου…δεν αναγκάζεσαι να απαντήσεις σε καμία τέτοια ερώτηση. Ούτε να ακούσεις ατέλειωτες αφηγήσεις για υ-πέ-ρο-χα νησάκια και θέρετρα. Εκτός αν πέσεις σε τρόλεϊ με τους δύο νεαρούς που με ζάλισαν στην αρχή, και τα ακούσεις όλα μέχρι να πεις ήμαρτον…