Πώς λειτουργεί το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» στη σημερινή Ελλάδα;
Είσαι 50+; Διάλεξε τη σωστή καρέκλα
Μετά τα πενήντα αρχίζεις να προσέχεις τα καθίσματα των μαγαζιών και να διαλέγεις προσεκτικά, προσεκτικότερα όσο περνούνε τα χρόνια, πού θα καθίσεις για καφέ, φαγητό ή ποτό.
Τρόποι για να κάθεσαι όταν μεγαλώνεις
Συναντηθήκαμε για καφέ με έναν φίλο, λίγο μεγαλύτερο από εμάς, που είμαστε παλιοί συμμαθητές και ξέρουμε καλά ο ένας τα χούγια του άλλου. Ο φίλος κοίταξε στραβά τις (ψηλές, τύπου όρθιο σκαμπό) καρέκλες του καφέ, «Μπα, δεν κάθομαι εδώ», είπε, «δυσκολεύομαι, θέλει ισορροπία, να έχεις συνέχεια το νου σου μη πέσεις, δεν είναι αναπαυτικές… αυτές οι καρέκλες είναι για πολύ νέους ή και πολύ βιαστικούς ανθρώπους, που θα πιούν τον καφέ τους και θα φύγουν.»
Και είναι αλήθεια: όταν είσαι πάνω από πενήντα, θέλεις αναπαυτικές καρέκλες, με μαλακό κάθισμα ή μαξιλαράκι, με άνετη πλάτη και με χερούλια να ακουμπάς τους αγκώνες σου. Η ιδέα ότι μπορεί να πέσεις από την όρθια ψηλή καρέκλα-σκαμπό σε γεμίζει ανησυχία, και δεν την χρειάζεσαι την ανησυχία όταν συναντάς φιλικά άτομα για συζήτηση ωρών, τουλάχιστον μιάμιση ώρας, αν όλα πάνε καλά, ίσως και δύο ωρών, αν πάνε ακόμα καλύτερα. Σε αυτό το διάστημα έχετε ξεμπερδέψει με τα επιφανειακά νέα, έχετε ανταλλάξει πληροφορίες για την τρέχουσα κατάστασή σας, και μπαίνετε σε πιο ουσιαστικά θέματα: σε αυτά που σας απασχολούν πραγματικά, σε αυτά που σας κρατάνε ξύπνιους τη νύχτα, ή σε αυτά που σας ενώνουν με τους άλλους.
Εννοείται χρειάζεστε ή μάλλον χρειαζόμαστε την σωστή καρέκλα – τύπου πολυθρόνα, αλλά όχι βαθιά, για να σηκωνόμαστε εύκολα, και όχι πολύ χαμηλή, για τους ίδιους λόγους. Ο κάθε επιχειρηματίας θα πρέπει να βάζει τον μπαμπάκα του να δοκιμάσει μια καρέκλα πριν την αγοράσει για το μαγαζί του, αν ο ίδιος ο επιχειρηματίας είναι τζόβενο.
Με φίλη συνομήλικη βρεθήκαμε πριν μερικές μέρες στην περιοχή της Ακρόπολης, με πρόθεση να πιούμε ένα ποτό κάπου. Κάμποσα μπαρ είχανε το γνωστό ντουβαράκι απέξω, ένα τοιχάκι για να καθίσεις, μερικές φορές με (λεπτά, αναποτελεσματικά) μαξιλαράκια σκορπισμένα στην τσιμεντένια επιφάνεια. Τα κοιτάξαμε καλά-καλά και είπαμε, μπα, δεν είναι άνετα αυτά, είναι χαμηλά, στενά, δεν έχουν πλάτη να ακουμπήσεις πίσω, το τσιμέντο είναι σκληρό και κρύο, ας το αφήσουμε. Οι μεταλλικές καρέκλες με ράγες επίσης είναι άβολες, γίνεται ριγέ ο πισινός σου το καλοκαίρι, και κασσάτος το χειμώνα – η μόνη περίπτωση να καθίσεις είναι αν έχουν μαξιλαράκι, και μάλιστα διπλό, ή τριπλό, που να ακουμπάει και πλάτη.
Όλα αυτά δεν τα σκέφτεσαι καθόλου όταν είσαι τσικό, ούτε στα τριάντα, ούτε στα σαράντα σου. Μετά τα πενήντα αρχίζεις να προσέχεις τα καθίσματα των μαγαζιών και να διαλέγεις προσεκτικά, προσεκτικότερα όσο περνούνε τα χρόνια, πού θα καθίσεις για καφέ, φαγητό ή ποτό.
Υπάρχουν κι άλλοι παράγοντες που δεν είχατε σκεφτεί ποτέ ως ενοχλητικούς όσο ήσασταν νεότερα άτομα – η μουσική, το στριμωξίδι, η πελατεία – αλλά τα πιάνω ένα ένα για να μη σας αγχώσω, σε περίπτωση που είστε στο ενδιάμεσο στάδιο ακόμα, άρα κάθεστε και σε χαμηλά τουβλάκια με τη μπίρα στο χέρι, ή σε ψηλά καλάμια, ή όρθιοι, ή με τα χέρια κάτω και τα πόδια πάνω. Για λίγο, γιατί μη νομίζετε, όπου να΄ναι θα εκτιμήσετε την αξία μιας αναπαυτικής, καλής καρέκλας, ή πολυθρόνας. Αρκεί να μην είναι πολύ βαθιά ή πολύ μαλακιά…