Tι ζητάνε, τι ονειρεύονται, τι επιθυμούν
Νέος χρόνος, παλιά αμαρτία
Είναι γλυκό το πιοτό της αμαρτίας ποιος είναι αυτός που δε λαχτάρησε να πιει;
Υποδέχτηκα το 2015 με ένα καμμένο πιστολάκι μαλλιών και ντυμένη σαν Εσκιμώος λόγω του χιονιά. Όμως πριν αποχαιρετήσω το 2014, είχα μία ξεχωριστή επίσκεψη όχι από το πνεύμα των Χριστουγέννων (αν και θα το ήθελα) αλλά από τον έρωτα αυτοπροσώπως με τη μορφή του Απόλυτου.
Αρχές Δεκεμβρίου συναντηθήκαμε τυχαία μέσω κοινών γνωστών. Προσφέρθηκε να με πάει στο σπίτι με το αυτοκίνητο, για την ακρίβεια σχεδόν το απαίτησε. Ούτε που κατάλαβα για πότε βρέθηκα να φοράω τη ζώνη ασφαλείας στη θέση του συνοδηγού, σα να με τοποθέτησε κάποιος άλλος εκεί. Σκυθρωπή, αμίλητη και σοβαρή. Εκείνος πάλι έδειχνε τόσο ευτυχισμένος με την παρουσία μου και μόνο, που θύμιζε σκυλί το οποίο ξανασυναντά τον ιδιοκτήτη του.
Τρεις μήνες μετά το γάμο του, ήλθε η σκηνή που είχα κάνει πρόβα πολλάκις μπροστά στον καθρέπτη μου-ειδικά εκείνο το καταραμένο καλοκαίρι-αυτή της αναμέτρησης. Παρέμεινα όμως ψύχραιμη και ανέκφραστη, καθώς τον άκουγα να μου λέει ότι δεν άλλαξε τίποτα για εμάς και δεν μπορεί να καταλάβει γιατί έχω θυμώσει μαζί του και δεν του μιλάω!!! «Πρόδωσες την εμπιστοσύνη μου» φώναξα με όση δύναμη είχα. «Σταμάτα εδώ να πάρω τσιγάρα» συνέχισα εκνευρισμένη, καθώς φούντωνε ο καβγάς.
«Μελίνα καπνίζεις πάλι; Το είχες κόψει εδώ και χρόνια!» είπε σοκαρισμένος και προς στιγμήν αναρωτήθηκα τι είναι πραγματικά πιο φρικτό: να βλέπεις την πρώην σου μήνες μετά και να καπνίζει, ή να συναντάς αυτόν που παντρεύτηκε μία άλλη στην καλύτερη φάση σας; Χωρίς να μου εξηγήσει καν γιατί πήρε την απόφαση να παντρευτεί, πράγμα που συνέχισε να αποφεύγει.«Να κόψεις το τσιγάρο» συνέχισε επιτακτικά. «Κι εσύ να πάρεις διαζύγιο» απάντησα στον ίδιο τόνο. Λίγο πριν τη δυνατή μπόρα, το «ζευγάρι» συνέχισε να μαλώνει για αρκετά λεπτά σε ένα παρκαρισμένο αυτοκίνητο.
Η ιστορία επαναλαμβάνεται, καμία φορά και τα λάθη. Το ίδιο ακριβώς συνέβη στο τρίτο μας ραντεβού πριν από πέντε χρόνια σχεδόν, όταν βγήκα εκνευρισμένη στο δρόμο να πάρω ταξί. Εκείνος έτρεξε πίσω μου, με σήκωσε ψηλά στην αγκαλιά του και με φίλησε. Όσο και να σκηνοθετούσα τις στιγμές μας τα επόμενα χρόνια, αυτή η ακατανίκητη γοητεία της έλξης είχε πάντα την τελευταία λέξη. Όπως και τώρα… «Δε με αγαπούσες καθόλου τελικά» είπα με ένα βαθύ, γλυκό παράπονο στη φωνή. Κι όπως έτρεξε τότε, όπως έμεινε κάτω από το σπίτι μου να με παρακαλάει, όπως δε με άφησε ποτέ να φύγω, έτσι και τώρα έκανε τη μόνη αφοπλιστική κίνηση: με αγκάλιασε και με φίλησε. Και με φίλησε ξανά και ξανά κι εγώ αφέθηκα στα φιλιά του, χωρίς να έχω την παραμικρή αίσθηση του χρόνου.
Ύστερα μπήκα σπίτι, έκλεισα την πόρτα και ορκίστηκα προσωρινά ότι δεν θα τον ξαναδώ. Όμως δύο εβδομάδες μετά, ψάξαμε αμφότεροι μία πρόφαση για να μου χτυπήσει το κουδούνι. Έμοιαζε με σκηνικό χριστουγεννιάτικης ρομαντικής ταινίας: τα φωτάκια στο δέντρο να αναβοσβήνουν, εγώ φορούσα το αγαπημένο μου κόκκινο φόρεμα και το Santa Baby εκτελούσε χρέη μουσικού χαλιού. Βάλαμε κρασί στα ποτήρια μας και καθίσαμε αγκαλιασμένοι στον καναπέ. «Μωρό μου αδυνάτισες. Γιατί;» παρατήρησε καθώς με κρατούσε, σα να μην του περνούσε από το μυαλό πόσο υπέφερα μακριά του, ή απλά να έκανε τον μαλάκα με… χριστουγεννιάτικο σκούφο(αντί περικεφαλαίας).
Έπειτα κάναμε έρωτα και ήταν συγχρόνως πιο τρυφερά και πιο βίαια από κάθε άλλη φορά, σα να μισούσαμε και να αγαπούσαμε ο ένας τον άλλον ταυτόχρονα. Το τηλεφώνημα της γυναίκας του μας επανέφερε και τους δύο στην πραγματικότητα, ενώ συζητάγαμε τα δώρα που θα κάνουμε ο ένας στον άλλον για τα Χριστούγεννα, σα να ήμασταν κανονικό ζευγάρι. Μόλις έφυγε, προσπάθησα να πάρω βαθιές ανάσες και να μη σκέφτομαι πόσο τέλεια ήταν, παρά το γεγονός ότι καθώς έμπλεκα το χέρι μου στο δικό του, άγγιζα μία βέρα!
Φυσικά με πήρε για ευχές στις γιορτές. Φυσικά δεν έπαψα να σκέφτομαι δευτερόλεπτο πόσο μου λείπει. Βλέποντας συγγενείς και παντρεμένους φίλους όλες αυτές τις μέρες, δεν μπορούσα να μη σκεφτώ ότι είμαι ή πολύ τυχερή ή πολύ καταραμένη. Τυχερή γιατί από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ζήλευα τους μεγάλους έρωτες, αυτούς που περνάνε διά πυρός και διά σιδήρου. Τώρα ζούσα κάτι αντίστοιχο, που δοκίμαζε τα όρια της αντοχής μου. Καταραμένη γιατί ενώ είμαι τόσο ερωτευμένη, τα στατιστικά λένε ότι δεν πρέπει να τον εμπιστευτώ πάλι.«Τρελάθηκες εντελώς; Τι επιδιώκεις από αυτήν την ιστορία; Θα χωρίσεις ένα ζευγάρι;». Οι φίλοι μου προσπάθησαν να με νουθετήσουν, όμως η διάγνωση ήταν… ερωτευμένη σχιζοφρενής.
Πίστευα ότι ζω το μεγάλο έρωτα της ζωής μου από την πρώτη στιγμή. Τώρα ήμουν… απόλυτα σίγουρη. Δεν μπορούσα όμως να σκεφτώ τη θέση ενός άλλου ανθρώπου, της γυναίκας του που δε φταίει σε τίποτα, και απλώς βρέθηκε στο απάγκιο ενός μεγάλου πάθους. Πέντε, τέσσερα, τρία, δύο, ένα. Το 2015 ήταν πια γεγονός, νέος χρόνος με παλιά αμαρτία, από αυτές που σταματάνε το χρόνο σε ένα φιλί… ‘Αλλωστε, είναι γλυκό το πιοτό της αμαρτίας ποιος είναι αυτός που δε λαχτάρησε να πιει;