Αλήθεια, με τι μάτια βλέπουμε πια το Μανχάταν του Γούντι Άλεν;
Η Μάριελ Χέμινγουέϊ, στα απομνημονεύματά της το 2015, γράφει ότι ο Άλεν την ερωτεύτηκε στην πραγματική ζωή και μετά τα γυρίσματα ήθελε να πάνε μαζί Παρίσι. Εκείνη αρνήθηκε, αφού συνειδητοποίησε ότι δεν θα είχαν ξεχωριστές κρεβατοκάμαρες.
Το «Manhattan» του Γούντι Άλεν, μια ιστορική ταινία, που αξίζει μια δεύτερη, πολύ πιο προσεκτική ματιά
Οι εικόνες της Νέας Υόρκης ασπρόμαυρες, στιλάτες, εντυπωσιακές. Οι ανάσες της πόλης ακούγονται ολοζώντανες και το hustle bustle της είναι τόσο ζωηρό. Μια ταινία του 1979 μπορεί να είναι επίκαιρη; Στην περίπτωση του «Manhattan» με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Γούντι Άλεν η απάντηση είναι καταφατική. Ο Άιζακ Ντέιβις δουλεύει για την τηλεόραση και παραιτείται καθώς δεν μπορεί να αντέξει άλλο το χαμηλό επίπεδο και τα «σκουπίδια», τα οποία έχουν μάθει να καταναλώνουν οι τηλεθεατές.
Οι τηλεθεατές, λέει ο Άιζακ (Γούντι Άλεν) έχουν χαμηλό επίπεδο διότι έχουν εκπαιδευτεί στη χαμηλή ποιότητα. Εγκαταλείπει το πόστο του σεναριογράφου-συγγραφέα τηλεοπτικών παραγωγών και δηλώνει πως θα αφοσιωθεί σε κάτι υψηλότερο. Θα καταπιαστεί με τη συγγραφή του βιβλίου του.
Ο κεντρικός χαρακτήρας λατρεύει την πόλη του, που αποτυπώνεται με λαμπερές, ασπρόμαυρες εικόνες, ‘λάμπουν’ ακόμα και τα σκουπίδια της. Το ανικανοποίητο, η αναζήτηση της ουσίας της ζωής, της ευτυχίας, οι νευρώσεις του, οι καταστροφικές σχέσεις με τις γυναίκες της ζωής του, τα λάθη του, οι αποτυχίες του, οι ανασφάλειες του. Ο μικρόκοσμός του είναι ο μικρόκοσμος του θεατή που χάνεται μέσα στο παλλόμενο πλήθος. Τη Νέα Υόρκη αγκαλιάζουν οι μουσικές του Τζορτζ Γκέρσουιν αναδεικνύοντας τα τοπόσημά της. Τον πρωταγωνιστή ντύνει ο Ραλφ Λόρεν. Πόσο πιο Νεοϋορκέζος;
Ο νευρικός εραστής γίνεται ακόμα πιο νευρικός όταν η πρώην σύζυγος του (Μέριλ Στριπ) τον εγκαταλείπει όταν ερωτεύεται μία γυναίκα και συγγράφει βιβλίο στο οποίο αποκαλύπτει λεπτομερώς τα μυστικά του γάμου τους. «Δεν έχεις γράψει τίποτα καλό για μένα στο βιβλίο» παραπονιέται εκείνος. «Βεβαίως και έχω γράψει, ότι κλαις όταν παρακολουθείς το ‘Όσα παίρνει ο άνεμος’».
Ο Άιζακ κάποια στιγμή απαριθμεί ποια είναι αυτά για τα οποία αξίζει να ζεις: «Πρώτα από όλα ο Γκράουτσο Μαρξ. Το δεύτερο μέρος της Συμφωνίας «του Διός». Ο Λούις Άρμστρονγκ. Και συγκεκριμένα η εκτέλεσή του Potato Blues από εκείνον. Ο σουηδικός κινηματογράφος, φυσικά. Η Συναισθηματική Αγωγή του Φλομπέρ. Ο Φρανκ Σινάτρα. Ο Μάρλον Μπράντο. Τα περίφημα μήλα του Σεζάν. Τα καβούρια στο εστιατόριο “Sun Wo”...»
Ο Άιζακ Ντέιβις είναι καλλιεργημένος, διαβασμένος,πολυδιάστατος, με αυτοσαρκαστικό χιούμορ σε μια μητρόπολη όπου η αποξένωση και η έλλειψη αληθινής επικοινωνίας δεν συμβαδίζουν με τις επιλογές που προσφέρονται γενναιόδωρα.
Το γουντιαλενικό Μανχάταν παραμένει αξεπέραστο, υπάρχει ωστόσο ένα μελανό σημείο. Ο Άιζακ πληγωμένος από την «μεγαλύτερη σεξουαλική ταπείνωση που υπέστη» σύμφωνα με το νέο αντικείμενο του πόθου του (Ντάιαν Κίτον), διατηρεί σχέση με ένα έφηβο κορίτσι, την Τρέισι (Μάριελ Χέμινγουέϊ).
Η 17χρονη Τρέισι στη μετά τη #MeToo εποχή, όπως και οι κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση σε βάρος του σκηνοθέτη, είναι πιθανότατα οι λόγοι που η ταινία δεν προβάλλεται από την πλατφόρμα Νέτφλιξ, όπως και όλες οι ταινίες του Άλεν. Το «Μανχάταν» το βρήκα στην πλατφόρμα Apple και το παρακολούθησα με άλλα μάτια σήμερα, παλαιότερα δεν το είχα δει με την ίδια προσοχή, κάτι με εμπόδιζε.
Αυτή η μελαγχολική κωμωδία θίγει με απίθανο τρόπο τα πιο σοβαρά πράγματα. Θέματα που είναι διαχρονικά και αναπτύσσονται με πνευματώδες χιούμορ και κάτι τόσο δύσκολο όπως είναι η απλότητα. Ωστόσο, το ζευγάρι Άιζακ-Τρέισι έχει χαρακτηριστεί ως αρχετυπική σχέσης εκμετάλλευσης. Μια χειριστική σχέση ανάμεσα σε μια έφηβη και έναν μεσήλικα που προκαλεί εμετό. Η Μάριελ Χέμινγουέϊ, στα απομνημονεύματά της το 2015, γράφει ότι ο Άλεν την ερωτεύτηκε στην πραγματική ζωή και μετά τα γυρίσματα ήθελε να ταξιδέψουν μαζί στο Παρίσι. Εκείνη αρνήθηκε, αφού συνειδητοποίησε ότι δεν θα είχαν ξεχωριστές κρεβατοκάμαρες.
«To «Μανχάταν» ήταν πάντα μια ιστορία για έναν μεσήλικα άνδρα με μια κοπέλα από το γυμνάσιο. Τότε, το «Μανχάταν» είχε γυριστεί από τον Γούντι τον αξιαγάπητο, νευρωτικό, συνεσταλμένο φοβιτσιάρη, και τώρα έχει γυριστεί από τον Άλεν το τέρας. Και είναι η ίδια ταινία», έγραψε η Λάιζα Σβαρτσμπάουμ, πρώην κριτικός κινηματογράφου του Entertainment Weekly. Τότε δεν ενοχλούσε κανέναν και τα ζευγάρια την απολάμβαναν μαζί, όπως και άλλες ταινίες του Άλεν, με άφθονο ποπ-κορν. Αλλά οι εποχές δεν είναι ίδιες, παρά το γεγονός ότι η ταινία είναι απίστευτα «σημερινή» όσον αφορά τους χαρακτήρες, την ουσία τους, το πως αναπτύσσονται και διαπλέκονται. Όλοι οι φίλοι σου, λέει ο Άλεν στην Κίτον είναι σαν καστ από ταινία του Φελίνι!
Τον σκηνοθέτη και την ταινία του έχουν αποκηρύξει αρκετοί δημιουργοί, όπως η Γκρέτα Γκέργουικ που είχε χαρακτηρίσει το «Μανχάταν» πραγματικό σχολείο για εκείνη.Είχαν συνεργαστεί παλαιότερα, αλλά σήμερα δεν θα δούλευε ποτέ ξανά μαζί του. Ενώ, για τον σκηνοθέτη Νόα Μπάουμπαχ η ταινία ήταν «έπος».
Ο ίδιος ο Γούντι Άλεν μιλώντας στον συγγραφέα Έρι Λαξ, για το βιβλίο «Συζητήσεις με τον Γούντι Άλεν» (2009), εξέφρασε την απορία του για το γεγονός ότι τόσοι πολλοί άνθρωποι έχουν κάνει τόσο μεγάλο ντόρο για την ταινία όλα αυτά τα χρόνια.«Ο κόσμος πραγματικά προσκολλήθηκε στο «Μανχάταν» με έναν τρόπο που θεωρούσα παράλογο». Για το φαινόμενο «Μανχάταν» έχουν γραφτεί χιλιάδες λέξεις και έχει ‘επανεξεταστεί’ από σκηνοθέτες και ακαδημαϊκούς. Ίσως γιατί τα ερωτικά γράμματα, αυτό είναι το «Μανχάταν», ένα ερωτικό γράμμα στη Νέα Υόρκη, δεν παλιώνουν ποτέ.
«Ήταν τόσο σκληρός και ρομαντικός όσο και η πόλη που αγαπούσε. Πίσω από τα μαύρα γυαλιά του, κρυβόταν κουλουριασμένη η σεξουαλική ορμή μιας αγριόγατας της ζούγκλας. Η Νέα Υόρκη ήταν η πόλη του και θα είναι για πάντα».