Κι αν τότε είχα φύγει; Η ζωή που δεν έζησα και γιατί τελικά δεν με νοιάζει
Επιλογές που δεν έκανες, αποφάσεις που αποδείχθηκαν λάθος, δουλειές ή έρωτες που ξέφυγαν μέσα από τα χέρια σου, δουλειές και έρωτες που σε έχουν προδώσει
Δεν είναι ολόκληρη η ζωή σου ένα λάθος, επειδή κάποτε έκανες μια λανθασμένη επιλογή
Αν δούμε τη ζωή μας από μία άποψη, αυτήν της λανθασμένης επιλογής ή απόφασης, δείχνει η μισή, ή ολόκληρη, λανθασμένη. Και δεν είναι. Οι πλατφόρμες (φέισμπουκ, ίνσταγκραμ και άλλες που δεν τις ξέρω), τα νιουζλέτερ και σάιτ είναι τίγκα στη χρήσιμη συμβουλή και στο σοφό γνωμικό όσον αφορά τη ζωή μας. Έχω βαρεθεί να τα διαβάζω, διαγώνια, ενώ ψάχνω για την ειδησιογραφία ή, πέραν αυτής, για κάτι που διαβάζοντάς το θα νιώσω κάπως καλύτερα. Το «πήραμε τη ζωή μας λάθος αλλά ας μη σκάμε» εμφανίζεται κάθε τόσο, με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, προσπαθώντας να μας παρηγορήσει για τις βλακείες που έχουμε κάνει. Και που συνεχίζουμε να κάνουμε, γιατί, γουάι νοτ;
Γιατί δεν πρέπει να μετανιώνεις για τις αποφάσεις που σε έκαναν αυτό που είσαι
Πολύ πολύ σπάνια, μπαίνω στο τρυπάκι να εξετάσω ετεροχρονισμένα κάτι που έκανα παλιά: το ότι πήρα την Α απόφαση αντί για τη Β σε οποιοδήποτε πεδίο, επαγγελματικό, φιλικό ή γκομενικό, το ότι μετακόμισα ή δεν μετακόμισα, πήγα ή δεν πήγα, έπαιξα (λόττο) ή δεν έπαιξα, δεσμεύτηκα κάπου ή όχι, έκανα μια επιλογή βαριά σα κοτρώνα που αποδείχθηκε τρελο-λανθασμένη και για να τη σώσω άρπαξα άλλη λανθασμένη επιλογή με ακόμα βαρύτερη κοτρώνα… Το πιάσατε το υπονοούμενο, επειδή σίγουρα κι εσείς όλο και θα μπαίνετε στο ίδιο, αδιέξοδο και μαζοχιστικό τρυπάκι.
Πρόσφατα μου δόθηκε η ευκαιρία να (ξανα)πάω σε μακρινή χώρα στην οποία υπήρχε η δυνατότητα να μεταναστεύσω πριν 40 χρόνια και δεν το έκανα. Όχι ότι έσκαγα μέρα μπαίνει-μέρα βγαίνει τα τελευταία 40 χρόνια με το ερώτημα «βρε μπας κι έπρεπε να είχα μείνει εκεί;». Δεν έσκαγα, για την ακρίβεια ούτε καν το σκεφτόμουν. Έχω ζήσει, και φτιάξει, μια ζωή στην Ελλάδα, με κέντρο την Αθήνα… Και με αυτό εννοώ ότι έχω παιδιά, στενές φιλίες και δουλειές που πάνε ή δεν πάνε καλά, αλλά είναι εγχώριες, ντόπιες, εδώ στην Ελλάδα.
Διάφοροι συγγενείς και φίλοι σε αυτά τα 40 χρόνια μετανάστευσαν στο εξωτερικό, πήραν βίζες εργασίας και πράσινες κάρτες, έβγαλαν ή δεν έβγαλαν λεφτά, πάντως προσαρμόστηκαν σε έναν τρόπο ζωής πολύ συγκεκριμένο και πολύ μακριά από τον ελληνικό. Δεν έχει σημασία (ειδικά για αυτούς που έβγαλαν πολλά λεφτά) αλλά τρώνε βραδινό στις 6.00 μμ, κοιμούνται στις 9.00 μμ, ξυπνάνε στις 6.00 πμ ή νωρίτερα, δουλεύουν σα σκυλιά ένα σκληρό οκτάωρο με πεντάλεπτο διάλειμμα για πιπί, ή δουλεύουν σα σκυλιά άπειρες ώρες επειδή η δουλειά είναι δική τους. Έρχονται το καλοκαίρι για ένα μήνα στην Ελλάδα, κάτασπροι επειδή εκεί που ζουν δεν έχει ήλιο, μαυρίζουν πολύ, τρώνε πολλά σουβλάκια και επιστρέφουν στη χώρα διαμονής τους με έναν αναστεναγμό νοσταλγίας, ή όχι (αυτοί που έχουν βγάλει ένα σκασμό λεφτά, όχι καθόλου, γιατί έχουν σπίτι στη Χαβάη, στη Φλόριντα, στη Μαγιόρκα κλπ, οπότε τραβάνε να συνεχίσουν τις διακοπές τους εκεί κατευθείαν, που είναι και καλύτερα, μη σας πω).
Τέλος πάντων πήγα στη μακρινή χώρα με την υποψία ότι μπορεί, ότι παίζει να μετανιώσω πικρά που τότε στα 80s είχα την ευκαιρία Α να μείνω εκεί και πήρα την επιλογή Β αντί για την Α, και γύρισα στην Ελλάδα να γράφω στον «Ταχυδρόμο». Εννοείται έπαιζε κι ένα γκομενικό στην Αθήνα, που φαινόταν Ο Έρωτας Της Ζωής Μου αλλά τελικά ήταν του μήνα, δηλαδή ναι, για να το κάνουμε λιανά, επέστρεψα για διάφορους λόγους ΚΑΙ για γκομενικό που δεν μου βγήκε. Και για μια δουλειά που βγήκε, τα επόμενα 40 χρόνια (και σε άλλα περιοδικά). Αλλά όταν βρέθηκα ξανά στη μακρινή χώρα, στην αρχή ξαφνιασμένη που θυμόμουν πράγματα, εικόνες, περιστατικά, σκηνές, δρόμους, πλατείες και μαγαζιά, έπειτα ακόμα πιο ξαφνιασμένη που η ζωή σχεδόν δεν έχει αλλάξει εκεί ενώ εδώ στην Ελλάδα έχει γίνει μια άλλη ζωή… μετά, την τρίτη ή πέμπτη μέρα στην μακρινή χώρα, κάπως ένιωσα (και όχι «σκέφτηκα») ότι η επιλογή Β ήταν μια χαρά. Καλά έκανα τότε και τα έφτυσα όλα εκεί για να έρθω εδώ, κι ας μην έβγαλα λεφτά, ας μην έκανα περιουσία ή ας έκανα μια τρύπα στο νερό στην τελική, πέρασα σούπερ καλοκαίρια με θάλασσα, χειμώνες με πάρτι και με ωραίες δουλειές με φούντες και κουδούνια, έγραψα της Παναγιάς τα μάτια, εκτός που έχω τρία σούπερ συγκλονιστικά παιδιά, μαζί και σούπερ συγκλονιστικούς συγγενείς και φίλους σε απόσταση αναπνοής, που εύχομαι να είναι όλοι γεροί και σε απόσταση αναπνοής πάντα. Ένιωσα εκεί στη μακρινή χώρα ότι τα ελληνικά είναι μια γλώσσα γεμάτη εκπλήξεις, πολύ αρχαία και πολύ σύγχρονη μαζί, η Ελλάδα με όλα της τα ζόρια είναι μια χώρα που απλώνεις μια χαρά την ψυχή σου, ή και την αρίδα σου όταν σε παίρνει, επικοινωνείς, ξεφορτώνεσαι τους πόνους σου, διασκεδάζεις ακόμα και με τα παλούκια που σου πετάει η μοίρα/το Σύστημα, ζεις χάρη στο χιούμορ, και αντέχεις επίσης χάρη στο χιούμορ.
Ξανά τέλος πάντων: μερικές φορές σου λέει κάποιος καλοπροαίρετα, «Δεν έπρεπε να είχες παντρευτεί/χωρίσει/δουλέψει εκεί/μείνεις εδώ/πάρεις ή δεν πάρεις σπίτι/ζήσεις σε χωριό, πόλη, νησί/κάνεις/δεν κάνεις παιδιά» ή «έπρεπε να είχες πάρει την επιλογή Α όταν σου δόθηκε η ευκαιρία, και όχι την Β, που σε έβγαλε εδώ»… αλλά η επιλογή η οποία έγινε πριν Χ χρόνια, ή και πέρυσι, πριν μια εικοσαετία ή πριν δέκα μέρες, η απόφαση που πήρες ήταν επειδή ένιωθες, τότε, ότι ήταν η σωστή, η μοναδική απόφαση που μπορούσες να πάρεις, και πολύ σωστά έκανες, αφού έτσι ένιωθες τελικά. Και το να «συνειδητοποιείς» εκ των υστέρων ότι ήταν λανθασμένη απόφαση, δεν την κάνει λανθασμένη απόφαση. Απλώς σε κάνει εσένα σοφότερο άτομο.
Οπότε, ορίστε που πάλι κερδισμένοι βγαίνουμε – και μπορούμε να ανεβάσουμε ένα σχετικό ρητό σε οποιαδήποτε πλατφόρμα με άνεση….
Τα πιο διαβασμένα άρθρα του Look μια φορά την εβδομάδα στο mail σου! Εγγράψου εδώ >>>