Γιορτινό τραπέζι
© Curated Lifestyle / Unsplash
Opinion

Καλεσμένη σε οικογενειακό τραπέζι, τι να βάλω; Τα κλάματα!

Αν ένα Χριστουγεννιάτικο έθιμο κρατάει γερά στον τόπο μας αυτό είναι ο καυγάς στο οικογενειακό τραπέζι.

Πώς να αντιμετωπίσεις τις εντάσεις στα οικογενειακά τραπέζια των γιορτών

Τα Χριστούγεννα είναι γιορτή οικογενειακή. Ευκαιρία να βρεθούμε όλοι μαζί – που πώς τα καταφέρνουμε και χανόμαστε, βρε παιδί μου. Ευκαιρία να ξανασυνδεθούμε, να τα πούμε, να τα πιούμε, να περάσουμε ωραία και να 'χουμε να θυμόμαστε. Αλλά εκείνο που πολλοί έχουν να θυμούνται από τέτοιες μαζώξεις είναι οι παρεξηγήσεις, οι τσακωμοί και οι καυγάδες. Υπάρχουν οι επικοί καυγάδες, οι τρικούβερτοι, αυτοί που θα ζήλευε ο ιταλικός νεορεαλισμός. Που η προσβολή είναι βαριά και κάποιος φτάνει στο μη περεταίρω, σηκώνεται από το γιορτινό τραπέζι –ακόμη καλύτερα, πιάνονται και στα χέρια– και τα σόγια κάνουν μήνες να μιλήσουν. Αλλά αυτοί σπανίζουν.

Πιο συχνοί είναι οι άλλες κόντρες, οι υποδόριες. Που κάποιος πετάει μια σπόντα στον αέρα, ο επίδοξος παραλήπτης κάνει ότι δεν την άκουσε αλλά καραδοκεί μέχρι να του δοθεί η ευκαιρία να πετάξει κι αυτός τη μπηχτή του, που και πάλι κάποιος θα κάνει ότι δεν κατάλαβε. Αλλά όλοι έχουν καταλάβει ότι η ατμόσφαιρα είναι τεταμένη και κάποιος καλοπροαίρετος θα πάει να σώσει την κατάσταση λέγοντας κάτι πολύ προσωπικό ή πολύ άκυρο και οι υπόλοιποι δεν θα ξέρουν πώς να αντιδράσουν. Στο μεταξύ ο καθένας μέσα του έχει βγάλει μπλοκάκι και μετράει το σκορ – δύο προς ένα είμαστε αλλά θα του τη φέρω, θα δούμε ποιος θα γελάσει τελευταίος. Το  μυστικό είναι η παράλληλη δράση. Το φαγητό είναι έτοιμο αλλά και η θεία είναι έτοιμη να σχολιάσει τα κιλά σου, τα παιδιά σου, τα πάντα. Εσύ έχεις ξεχάσει πού στο καλό άφησες εκείνη την καράφα, αλλά η ξαδέρφη σου δεν έχει σκοπό να ξεχάσει κάτι που της έκανες στη Γ' Γυμνασίου. Κάποιος ψάχνει να δει τι μουσική θα βάλει γιατί αυτή δεν του αρέσει. Και κάποιος άλλος ψάχνει αφορμή να πει πόσα χρήματα βγάζει τον μήνα – έτσι, να τους βάλει όλους στη θέση τους.

Και τελικά όλο το τραπέζι, με τη γαλοπούλα ξεκοιλιασμένη και μισοφαγωμένη στη μέση –αφού δεν αρέσει σ' εμάς τους Έλληνες έτσι κι αλλιώς μοιάζει με σκηνικό ψυχρού πολέμου. Όπου ο πιο διπλωματικός, ο πιο υπομονετικός, ο πιο παθητική αντίσταση τύπου Γκάντι, στο τέλος βγαίνει νικητής. Ωραία περάσαμε και φέτος. Άντε, να 'μαστε καλά, και του χρόνου.

Εδώ που τα λέμε, το έλατο με τα φωτάκια και τις μπάλες δεν το λες αμιγώς ελληνική παράδοση. Τη γεμιστή γαλοπούλα ούτε κατά διάνοια. Τα κάλαντα; Κάτι Χριστούγεννα Πρωτούγεννα έλεγαν κάποτε αλλά αυτά τώρα έχουν αντικατασταθεί από τα τζινγκλ μπελς. Αν ένα χριστουγεννιάτικο έθιμο κρατάει γερά στον τόπο μας αυτό είναι ο καυγάς στο οικογενειακό τραπέζι. Είπαμε, δεν είναι πάντα καυγάς με τα όλα του. Συνήθως είναι μια ένταση και μια αμηχανία και κάτι κακιούλες που δεν ήταν απαραίτητο να ειπωθούν και στο τέλος σού μένει μία απορία: μα πόσο δυσλειτουργική οικογένεια είμαστε πια που δεν μπορούμε, μέρες που είναι, να περάσουμε ένα βράδυ αρμονικά και ειρηνικά και αγαπημένα; Όχι, μπορούμε.

Ε, καλά, δεν είστε και η μόνη οικογένεια που έχει τριβές και απωθημένα. Τώρα, όσον αφορά τους τσακωμούς, αν δεν ξέρουμε πώς να τους σταματήσουμε, μπορούμε τουλάχιστον να φροντίσουμε να μην είμαστε εμείς που θα τους ξεκινήσουμε. Κανόνας πρώτος, δεν μιλάμε για πολιτικά. Σπάνια οι συγγενείς έχουν τις ίδιες πολιτικές θέσεις. Συνήθως υπάρχει απόκλιση. Καμιά φορά άβυσσος. Ξεκινάμε από το αξίωμα ότι οι δικές σου θέσεις είναι οι σωστές. Εκείνο που έχεις να σκεφτείς είναι «υπάρχει έστω και μία περίπτωση να αλλάξω μυάλα έστω και σε έναν μόνο από όλους τους;» Η απάντηση είναι όχι, το ερώτημα είναι ρητορικό. Οπότε απλώς αλλάζεις κουβέντα. Τέλος.

Μετά είναι το θέμα με τις συμβουλές – που όλοι τρέχουν απλόχερα να τις μοιράσουν χωρίς κανείς να τους το ζητήσει. Και το τραπέζι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για να τους βάλεις όλους σε σειρά. Συμφωνούμε ότι κάποιος γονιός πρέπει να κόψει το κάπνισμα και κάποιος άλλος τα τηγανητά, κάποιο ανίψι πρέπει να παρατήσει εκείνη τη δουλειά που δεν τον οδηγεί πουθενά και να πάει για μεταπτυχιακό, και κάποιο άλλο να παρατήσει το κοπροσκύλιασμα και να βρει επιτέλους μια δουλειά. Καμία αμφιβολία, αλλά ξέρεις κάτι; Ασ’ τους, δεν πειράζει.

Το άλλο που σε εκνευρίζει είναι που όλοι στην οικογένειά σου είναι ξερόλες, έχουν γνώμη για τα πάντα – ψέματα, είναι ειδικοί. Οπότε αντιμετώπισέ τους κι εσύ έτσι, σαν πάνελ ειδικών. Τι έχουμε δει να κάνουν οι ειδικοί στα πάνελ; Διαφωνούν, διακόπτουν ο ένας τον άλλον, ανεβάζουν τους τόνους κ.λπ. Τι κάνουμε για να τα αποφύγουμε όλα αυτά; Βάζουμε κάποιον να συντονίζει τη συζήτηση. Αυτός ο κάποιος θα είσαι εσύ. Δεν είναι δύσκολο. Απλώς διαλέγεις θέματα συζήτησης ακίνδυνα, ανώδυνα και χωρίς αιχμές – αγαπησιάρικα και χουχουλιάρικα. Σειρές στο Netflix, συνταγές στο Tik Tok, βιντεάκια με γατάκια και σκυλάκια. Προσοχή, όχι ιστορίες για κοινές παιδικές αναμνήσεις, μοιάζουν αθώες αλλά μπορεί να οδηγήσουν σε ναρκοθετημένες ζώνες – αν πάει να γίνει κάτι τέτοιο, το γυρίζεις πάλι στα βιντεάκια με τα σκυλάκια και τα γατάκια. (Αυτά με τα γατάκια είναι πιο πετυχημένα και τα συνιστώ περισσότερο γιατί τα γατιά είναι πιο κακά και έχουν πιο πολλή πλάκα.)

Μετά απ' όλα αυτά, το μόνο που έχω να προτείνω είναι να ποντάρεις στην έκπληξη. Μα ποια έπληξη, θα πεις, συγγενείς μου είναι και τους ξέρω όλους απ' έξω κι ανακατωτά, δεν υπάρχουν εκπλήξεις. Οκ, κάνε εσύ τότε την έκπληξη. Κάνε τους ερωτήσεις - έκπληξη. Μη ρωτήσεις πώς πάνε οι δουλειές και αν κοιμάται το μωρό τα βράδια. Ρώτα «υπάρχει κάτι που πιστεύεις ακράδαντα αλλά δεν μπορείς να το αποδείξεις;» Ή «ποια είναι η καλύτερη συμβουλή που σου έδωσαν ποτέ;» Αν οι απαντήσεις είναι «ναι, πιστεύω ότι είμαι υιοθετημένη, δεν μπορεί να έχω τόσο χαζούς γονείς», ή «με συμβούλεψαν να μην παντρευτώ τη μάνα σου αλλά δεν τους άκουσα», γράψε λάθος. Ξέχνα τις εκπλήξεις. Μια μέρα είναι στο κάτω κάτω, θα περάσει.

Μέρες Αγάπης

Τελικά, στο πνεύμα των ημερών, πρέπει να δείξουμε μεγαλοψυχία. Κάθε άνθρωπος έχει τον δικό του τρόπο να δείχνει την αγάπη του. Ο πατέρας μου με χτυπούσε στον ώμο και μου 'λεγε «Λενάκι, είσαι λεβεντιά, σου 'χω εμπιστοσύνη». Πρώτον, δεν είχε κανένα λόγο να μου έχει εμπιστοσύνη, ήμουν δεκατεσσάρων χρονών. Δεύτερον, δεν ξέρω καν αν το εννοούσε. Ωστόσο, αυτός ήταν ο τρόπος του να μου πει ότι με αγαπούσε. Κι εγώ το καταλάβαινα.

Μεγαλώνοντας, καλλιέργησα κι εγώ διάφορους τρόπους να δείχνω την αγάπη μου και το νοιάξιμό μου – δεν θα τους αναλύσω, απλώς ελπίζω ότι δεν πληρώνουν κάποιοι ψυχολόγο για να τους αποκωδικοποιήσουν. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι καμιά φορά, με τα συναισθήματα είμαστε κάπως δυσλεξικοί. Κάποιος λοιπόν μπορεί να δείχνει την αγάπη του με το να σε πειράζει ανελέητα, σε βαθμό παρεξήγησης. Κάποιος άλλος, με το να σε προειδοποιεί για όλα τα δεινά που θα σε βρουν αν δεν αλλάξεις αμέσως ζωή – αν δεν αλλάξεις πάροχο στο κινητό δηλαδή και σχολείο στα παιδιά, αν δεν πάψεις να είσαι βίγκαν κ.λπ.

Μέσα λοιπόν στο δεκαπενθήμερο πλαίσιο μεγαλοψυχίας που ορίζουν οι γιορτές, δέξου τους. Δικαιολόγησέ τους. Όλοι πιεζόμαστε τα Χριστούγεννα. Είναι η υποχρέωση να περάσουμε καλά, είναι που κάτι παραπάνω ξοδεύουμε σε δωράκια και σε πηγαινέλα κι άλλες χαρές και κατά βάθος μπορεί να μας κακοφαίνεται, είναι κι αυτό το «μαζί και οικογενειακά» κάθε χρόνο που... καλό, ωραίο αλλά και λίγο καταναγκαστικό και το έχουμε ξεσυνηθίσει κιόλας.

Αν τα σκεφτείς όλα αυτά έγκαιρα, την ώρα πλέον του μελομακάρονου, εκεί που θα έχει λυθεί η γλώσσα σου από το κρασάκι και θα έχει εξαντληθεί πια η υπομονή σου από αυτά που έχεις ακούσει, δεν θα παρασυρθείς. Θα σκεφτείς «είναι πραγματικά τόσο σημαντικό να έχω δίκιο σ’ αυτή την κουβέντα; Έχω αλλά είναι τόσο σημαντικό να τους πείσω;» Θα πείσεις αντ΄αυτού τον εαυτό σου ότι όχι, δεν είναι σημαντικό κι αντι να μιλήσεις θα φας ένα ακόμη μελομακάρονο.

Αν πάλι, παρά τις καλές σου προθέσεις και τις μεγάλες σου προσπάθειες, καταλήξεις άθελά σου εν μέσω μίας οικογενειακής διαμάχης και αναρωτιέσαι «πώς την πάτησα έτσι», απλώς σκέψου τον βραδύποδα. Και μιμήσου τον. Μην αντιδράς αστραπιαία. Αντέδρασε αργά, όσο πιο αργά μπορείς. Θα διαπιστώσεις ότι αυτή η χρονοκαθυστέρηση σε μεταφέρει λίγο έξω από το ψυχόδραμα που εκτυλίσσεται. Αντί για μέρος του, είσαι θεατής του. Μπορεί να είσαι ένας ερευνητής που μελετάει τα ήθη και τα έθιμα μιας οικογένειας στην Αθήνα, στον πλανήτη Γη. Και με την πρώτη ευκαιρία, γύρνα πάλι το θέμα στα σκυλάκια και τα γατάκια.

Αυτά. Τι λέγαμε; Ωραία ήταν. Άντε βρε παιδιά, και του χρόνου να είμαστε γεροί να βρεθούμε πάλι.

Υ.Γ.: Δεν έχω μεγάλο σόι και διευρυμένη οικογένεια, πάντα μετρημένοι στα δάχτυλα ήμασταν στο τραπέζι. Οπότε όλα αυτά απλώς τα φαντάζομαι. Ποιος ξέρει, μπορεί και να πέφτω μέσα. Ή μπορεί και να τα λέω από τη ζήλια μου.

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice