Γιατί είναι τόσο συνηθισμένο να ερωτευόμαστε έναν άνθρωπο την φορά;

Non posso altra figura immaginarmi

«Ανάμεσα σε δυο χάδια του Hugo», έγραφε η Anaïs Nin στον Henry Miller το 1932, «σε θέλω απελπισμένα». Το να μπορώ να θέλω απελπισμένα κάποιον ανάμεσα σε δύο χάδια κάποιου άλλου, (ας συμπληρώσει ο αναγνώστης και τις καταλήξεις θηλυκού γένους, κάποι-α, κάποι-ας, και όποιου άλλου γένους κυκλοφορεί και καλά κάνει και κυκλοφορεί) τι να σημαίνει άραγε; Πρόκειται μήπως για μια ανυποταγή σε κάποιον κοινωνικό κανόνα περί του επιτρεπτού αντικειμένου της επιθυμίας μας; Ας πούμε, θεωρείται κάπως «απρεπές» να επιθυμούμε κάποιον άλλον όταν είμαστε με τον ερωτικό μας σύντροφο. Συμβαίνει βέβαια, αλλά δεν θεωρείται γενικά πολύ θεμιτό, ή τουλάχιστον όχι ιδιαίτερα ευχάριστο, πάντα γενικά μιλώντας, γι’ αυτόν που αποζητά την αποκλειστικότητα της επιθυμίας του άλλου. Ρωτάμε με παράπονο, θλίψη και ενίοτε και με θυμό «Πώς μπορείς να θέλεις και τον άλλον; Δεν σου φτάνω εγώ; Πως μπορείς να αντλείς ηδονή και από το σώμα του άλλου και από το δικό μου;» Δεν το χωράει νους. Σε κάθε περίπτωση, ο νους των περισσοτέρων. Γιατί κάποιων ο νους το χωράει μια χαρά και δεν πέφτει σε κανέναν λόγο γι’ αυτό.

Ή μήπως πρόκειται για μια παράξενη μορφή υποταγής στον ίδιο τον νόμο της επιθυμίας; Στο νόμο που δεν έχει νομοθέτη αλλά που παρόλα αυτά είναι σκληρός και αμείλικτος και που λέει, η επιθυμία για να παραμείνει επιθυμία δεν μπορεί να ικανοποιηθεί ποτέ. Για να μην ικανοποιηθεί ποτέ, πρέπει συνέχεια να μετακινείται, να εφευρίσκει διάφορους τρόπους, ας πούμε από τον Hugo, στον Henry, στον Otto και πάει λέγοντας. Αστεία και κάπως θλιβερή, κατά την ταπεινή γνώμη και αισθητική του γράφοντος, απόπειρα υποταγής σ’ αυτόν τον νόμο η ακόλουθη πρακτική. Πολλά ζευγάρια επιδίδονται σε παιχνιδάκια μεταμφιέσεων, φοράνε στολές και make up και φαντασιώνονται ότι είναι κάποιοι άλλοι. Οκ. Όταν δεν νοικιάζουν στολές, λένε τώρα θα είσαι ο τάδε κι εγώ η τάδε, (αν είναι ετερόφυλα ζευγάρια, αλλά το ίδιο κάνουν και ομόφυλα ζευγάρια) και ως διά θαύματος καυλώνουν και περιπτύσσονται πλήρης επιθυμίας. Πάλι οκ. Δικαίωμά τους και αισθητική τους.

Οι ερωτικές περιπέτειες της Αναϊς Νιν καθώς και η σημαντική πολιτική συμβολή της στην ανάδειξη πτυχών της γυναικείας σεξουαλικότητας και στο φεμινισμό είναι γνωστές, ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι γνωστές. Όπως και να 'χει δεν θα τις εξετάσω εδώ.

Κάτι άλλο έτυχε να με επισκεφτεί και να με απασχολήσει αυτές τις ιδρωμένες μέρες του καλοκαιριού που φαινόταν να βιάζεται να συναντήσει τον Αύγουστο φέτος. Ένα απλό ερώτημα, σχεδόν παιδικό. Ο Ιούλιος δεν αντέχει τα περίπλοκα ερωτήματα. Ούτε κι εγώ. Τώρα γιατί έτυχε και μ' επισκέφτηκε τούτο δω καλοκαιριάτικα, δεν το ξέρω και δεν μ' ενδιαφέρει να το μάθω. Και είναι τούτο. Γιατί είναι τόσο μα τόσο συνηθισμένο να ερωτευόμαστε έναν άνθρωπο τη φορά; Κι όχι, ας πούμε, δύο ή τρεις ταυτόχρονα, ή και πιο πολλούς; Δεν είναι παράξενο; Και το θεωρούμε απόλυτα φυσιολογικό. Τόσο φυσιολογικό που δεν αναρωτιόμαστε καν, όπως δεν αναρωτιόμαστε γιατί έχουμε μύτη. Κι όταν συμβαίνει κάτι διαφορετικό, τότε παραξενευόμαστε.

Αν πεις σε κάποιον «Ξέρεις, είμαι ερωτευμένος με τον Χ και με τον Ψ. Τους θέλω και τους δύο, τους ποθώ, και για καλή μου τύχη με θέλουν κι αυτοί, και οι δύο. Και μάλιστα συμφωνήσαμε και οι τρεις μας να συζήσουμε. Και συζούμε εδώ και τρία χρόνια και είναι θεσπέσια. Μοιραζόμαστε ένα μεγάλο υπέρδιπλο κρεβάτι που το πήραμε από την ΙΚΕΑ αλλά έχουμε κι ο καθένας τα δικά του κρεβάτια για όταν κάποιος αισθάνεται την ανάγκη να κοιμηθεί μόνος του. Περνάμε πολύ όμορφα. Τρυφερά, φροντιστικά, αγαπητικά. Με έρωτα και σεβασμό. Και στο κρεβάτι από την ΙΚΕΑ είναι εξαίσια. Τέλος πάντων οι λεπτομέρειες δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία». Αν λοιπόν το πεις αυτό σε κάποιον, κατά πάσα πιθανότητα θα ξεροκαταπιεί και δεν θα ξέρει πού να κοιτάξει. Εξαρτάται βέβαια σε ποιον θα το πεις. Καλό θα ήταν πάντως να μην το πεις σε κανέναν πατρίδα-θρησκεία-οικογένεια τύπο, όχι τίποτα άλλο, αλλά να, μην περιμένεις να συγκινηθεί και να σου πει «Τι όμορφα, πόσο χαίρομαι για σένα και για σας».

Μα γιατί άραγε; Σε ποιον κάνεις κακό; Ok, στην εκκλησία δεν πολυ-αρέσει το σχήμα. Τι να κάνουμε; Δεν μπορούμε να τους ευχαριστούμε όλους. Αλλά, αλήθεια, γιατί σκανδαλίζεται ο κόσμος;

Τι έχει σημασία σε μια ερωτική σχέση; Εγώ θα έλεγα ότι πέραν και πάνω από οτιδήποτε άλλο, η εντιμότητα. Πόσο αηδιαστικό είναι το φαινόμενο που απαντιέται σε όλες τις κοινωνικές τάξεις να ξενογαμιούνται σύζυγοι, ή σύντροφοι για τους ανύπαντρους, στα κρυφά; Πόσο ανέντιμο. Πόσο δειλό. Πόσο άθλιο. Θα σου πει κάποιος, «Καλά ρε μεγάλε, δεν κάναμε και τίποτα, έχω μια σχεσούλα έτσι στο πλάι αλλά δεν χρειάζεται να το ξέρει η κυρά και να στενοχωρεθεί η καημένη. Την αγαπάω ρε την φουκαριάρα, είναι καλή μάνα και νοικοκυρά, τι να την στενοχωρώ τώρα; Άσ' το, μια χαρά είμαστε έτσι. Άσε που η γκομενίτσα που έχω είναι, εντάξει, τώρα τι να σου λέω, αυτά που μου κάνει στο κρεβάτι, αν μου τα κανε η κυρά μου, θα τη χώριζα και θα της έριχνα κι ένα μπερτάκι. Παντρεμένη γυναίκα, μάνα. Τι λες τώρα;». Μάλιστα, Ελληναράς. Και φυσικά υπάρχουν και εκτυλίσσονται αμέτρητες παραλλαγές στο ίδιο θέμα.

Δεν αναρωτιέμαι γι' αυτό σήμερα. Αναρωτιέμαι γιατί είναι τόσο δύσκολο, όπως φαίνεται, να ερωτευόμαστε πάνω από έναν άνθρωπο ταυτόχρονα.

Η συνηθισμένη συνθήκη, ίσως κιόλας και η πιο συνηθισμένη με κάποιες εξαιρέσεις σε διαφορετικές κουλτούρες και ιστορικές περιόδους, είναι αυτή της μονο-επιθυμίας. Δεν θα μιλήσω εδώ για τη μονογαμία και την πολυγαμία ως θεσμικά πλαίσια συμβίωσης.

Επιθυμώ λοιπόν τον Χ και μόνο τον Χ, και όσο επιθυμώ τον Χ, και ακριβώς επειδή τον επιθυμώ, αδυνατώ να επιθυμήσω οποιονδήποτε άλλον. Η γνωστή φόρμουλα της μονογαμικής επιθυμίας. Με μια τεράστια λογοτεχνική παράδοση από πίσω της και μια εξίσου τεράστια κληρονομιά ηθικής, ή μάλλον ηθικολογίας.

Διαφορετικά διατυπωμένη από τον Michelangelo με άψογη απλότητα και οικονομία έκφρασης, «Non posso altra figura immaginarmi», δεν μπορώ να φανταστώ άλλη φιγούρα (άλλο σώμα). Η πρώτη γραμμή από ένα σονέτο που έστειλε σε ένα μπάνικο παλικάρι, τον Tommaso dei Cavalieri, ο οποίος κατά γενική ομολογία της εποχής ήταν πανέμορφος. Ο Michelangelo ήταν σφοδρά ερωτευμένος μαζί του. Δεν μπορώ να φανταστώ κάποιον άλλο. Δεν μπορώ. Τελεία.

Από πού βγαίνει αυτή η φόρμουλα και πώς τη μαθαίνουμε τόσο καλά; Τόσο καλά που δεν καταλαβαίνουμε καν ότι την ξέρουμε, ότι την έχουμε μάθει. Που δεν μπορούμε καν να φανταστούμε κάτι διαφορετικό. Βέβαια, ο έρωτας δεν ταυτίζεται αναγκαστικά με τη σεξουαλική επιθυμία. Μπορεί κάποιος να αναζητά την ηδονή και να τη βρίσκει με πολλούς σεξουαλικούς συντρόφους την ίδια χρονική περίοδο, ακόμα βέβαια και την ίδια χρονική στιγμή χωρίς να είναι ερωτευμένος. Φυσικά μπορεί να συμβαίνει και με έναν μόνο σύντροφο χωρίς πάλι να εμπλέκεται ο έρωτας. Μου έλεγε μια φίλη πρόσφατα πως απολάμβανε θαυμάσιο σεξ με κάποιον σύντροφο χωρίς να είναι ερωτευμένη μαζί του. Απόλυτα απλό και όμορφο. Αλλά εδώ αναρωτιέμαι για κάτι διαφορετικό. Αργότερα πες ότι ερωτεύτηκε κάποιον. Τι απέγινε με την\ δοκιμασμένη σεξουαλική απόλαυση που έπαιρνε με τον τύπο με τον οποίο δεν ήταν ερωτευμένη; Και πες ότι ο τύπος που ερωτεύτηκε ήταν σούπερ κουλ και δεν τον ενοχλούσε καθόλου να συνεχίσει αυτή να απολαμβάνει το σεξ και με τον άλλο. Αυτή μπορούσε να το κάνει; Αν ναι, ωραία. Αν όχι, ας πούμε πάλι ωραία, αλλά γιατί όχι; Δεν πρόκειται για κοσμογονική ερώτηση. Όχι. Είναι μια απλή ερώτηση και ίσως βαρετή και ασήμαντη για πολλούς.

Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς συμμετρικά για άντρες και γυναίκες, άσχετα με τον αριθμό των αριθμό των συντρόφων στο σεξ. Κάποιος άντρας που διατηρεί πολλαπλές ερωτικές σχέσεις ταυτόχρονα, μάλλον χαίρει θαυμασμού –οκ, κάποιοι τον μέμφονται, αλλά γενικά θεωρείται μάγκας, γαμιάς–, ενώ αν μια γυναίκα το κάνει, ας φανταστούν οι αναγνώστες πώς θα την αποκαλούσαν. Αν φανταστούν πουτάνα, τσούλα, καριόλα, δεν θα πέσουν πολύ έξω. Αλλάζουν βέβαια τα ήθη και έθιμα και όλο και πιο πολύ οι γυναίκες διεκδικούν το δικαίωμα να εκφράσουν τη σεξουαλικότητά τους με τον τρόπο που αυτές διαλέγουν, με έναν ή πολλούς συντρόφους, αλλά κακά τα ψέματα, ακόμα κυριαρχεί μια αδηφάγος υποκρισία και ένας δυσανάλογος κοινωνικός αποτροπιασμός για τις γυναίκες που τολμούν να εξασκήσουν το δικαίωμά τους να γευτούν την ηδονή όπως θέλουν αυτές.

Δεν προτίθεμαι να δώσω απαντήσεις στο απλό ερώτημα που μ' επισκέφτηκε καλοκαιριάτικα. Προφανώς έχει να κάνει με πανίσχυρα ιδεολογικά συστήματα και τρόπους κοινωνικής οργάνωσης που διαμορφώνουν με ποικίλους τρόπους και μηχανισμούς την ίδια την ερωτική επιθυμία, το πώς γεννιέται, πού απευθύνεται, πώς απευθύνεται, πώς συντηρείται, πώς μεταλλάσσεται, πώς ικανοποιείται ή δεν ικανοποιείται. Υπάρχει βέβαια και μια παράδοση εκατό και χρόνων, σχετικά νέα δηλαδή αφού μιλάμε για παραδόσεις, που προσπαθεί να εξηγήσει τη διαμόρφωση της ερωτικής και σεξουαλικής επιθυμίας (τα δύο δεν ταυτίζονται όπως είπαμε) με όρους ψυχικών μηχανισμών ή ψυχικής οικονομίας. Δεν θα αναφερθώ σ' αυτή την παράδοση γιατί τη βαριέμαι και οι απαντήσεις που δίνει είναι ως επί το πλείστον φτωχές και πολιτικά και κοινωνικά αφελείς έως και άκρως συντηρητικές, όπως καταλαβαίνω τουλάχιστον εγώ τον συντηρητισμό, δηλαδή πολύ-πολύ απλά και απλοϊκά ως ένα σύστημα ιδεών και πρακτικών που συντηρεί και αναπαράγει σχέσεις εξουσίας. Ας είναι όμως.

Κλείνω αυτή την κάπως νωχελική εξέταση του ερωτήματος περί των διαφόρων μορφών που παίρνει η ερωτική επιθυμία και των διαφόρων τρόπων που συνδέονται αυτές οι μορφές με τη σεξουαλική επιθυμία, με την περιγραφή μιας ακόμα μορφής, διαφορετικής από τις συνηθισμένες. Δεν ξέρω γιατί, αλλά όταν τη συνάντησα κάποτε στους ανθρωπολογικούς μου περιπάτους, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση και μου δημιούργησε και μια παράξενη συγκίνηση, ίσως και μελαγχολία.

Να η φόρμουλα. Την παραθέτω επιγραμματικά. Επιθυμώ τον Χ τόσο πολύ που πρέπει να δίνω το σώμα μου χωρίς τελειωμό σε άλλους. Μόνο μέσα από τα χάδια τους μπορώ να διατηρώ ευλαβικά και αμείωτα την επιθυμία μου για αυτόν. Με κάθε καινούργιο σώμα που αγκαλιάζω, λατρεύω τον Χ. Είναι η ύστατη απόδειξη της λατρείας μου γι' αυτόν. Ok, κάπως παράξενο αλλά ας μη βιαστούμε να το περιγελάσουμε. Κάποιοι άνθρωποι το κάνουν με απόλυτη εντιμότητα. Παρεμπιπτόντως, οι ψυχολόγοι και το συνάφι τους ας σιωπήσουν. Δεν τους αφορά.