Όταν σου λέω «δεν θέλω να κάνω παιδιά», μην μου λες «θα αλλάξεις γνώμη»
Και άλλα πράγματα που καλό είναι να σταματήσουμε να λέμε στις γυναίκες
Γιατί πρέπει να σταματήσεις να λες στις γυναίκες πως πρέπει να γίνουν μητέρες.
Πολλά πράγματα συμβαίνουν όταν είσαι γυναίκα και τα πρώτα –άντα μετακομίζουν στο σπίτι σου. Στο μυαλό σου τρέχει μία συνεχής ιστορική αναδρομή της προηγούμενης δεκαετίας και μία παρέλαση ερωτήσεων σε κρατάει ξύπνια τα βράδια: έζησες τα 20 όσο χρειαζόταν; Σου έχουν μείνει απωθημένα; Μήπως δεν ξεσάλωσες αρκετά όταν είχες την ευκαιρία;
Και συνεχίζουμε με πιο επίκαιρα ζητήματα όπως, τι έχεις πετύχει μέχρι τώρα, ποια είναι τα επόμενα βήματα, πότε επιτέλους θα χάσεις πέντε κιλά. Κάπου εκεί θα προστεθούν και ξένες φωνές στην χορωδία, από ανήσυχους συγγενείς και φίλους, οι οποίοι συνήθως αναρωτιούνται πότε θα παντρευτείς και πότε θα κάνεις παιδιά. Όταν η απάντηση σε αυτό το τελευταίο είναι «δεν έχω σκοπό», οι αντιδράσεις ποικίλουν. Με πιο συχνή το «καλά, θα αλλάξεις γνώμη», το οποίο μονίμως ακούγεται με απόλυτη σιγουριά στον τόνο της φωνής και μία χροιά ανωτερότητας. Γιατί έτσι βρε παιδιά;
Καταρχάς οι λόγοι για τους οποίους μία γυναίκα του σήμερα δεν επιθυμεί να γίνει μητέρα είναι πολλοί και απολύτως προσωπικοί. Κάποιες το αντιμετωπίζουν σαν ένα ηθικο-πολιτικό
ζήτημα, καθώς δεν θέλουν να φέρουν κι άλλους ανθρώπους σε έναν κόσμο σαν και αυτόν. Άλλες δεν έχουν κανένα οικονομικό περιθώριο να το σκεφτούν, εφόσον με δυσκολία καταφέρνουν να φροντίζουν τον εαυτό τους (και αυτό ακόμα δεν θεωρείται δεδομένο). Υπάρχουν και κάποιες που απλώς δεν θέλουν. Δεν αισθάνονται ιδιαίτερη αγάπη προς τα παιδιά, φοβούνται την δέσμευση, απεχθάνονται τις πάνες, προτιμούν τον ύπνο τους. Όποια και να είναι η αιτία, δεν οφείλουν να την αποκαλύψουν σε κανέναν. Οι υπόλοιποι απλώς πρέπει να την δεχτούν, με τον ίδιο τρόπο που δέχονται οποιαδήποτε απόφαση ζωής κάποιου άλλου ατόμου που δεν επηρεάζει την δική τους. Με ησυχία.
Η πεποίθηση πως μία νέα γυναίκα θα μετανιώσει οποιαδήποτε δήλωση πως δεν θέλει να κάνει παιδιά είναι αρκετά περίεργη. Πηγάζει από μία πανάρχαια άποψη πως, ως θηλυκά, ο απόλυτος σκοπός μας είναι να διαιωνίσουμε το είδος και στολίζεται με μύθους όπως το βιολογικό ρολόι και την μοναξιά.
Πρώτον, ο όρος «βιολογικό ρολόι» εφευρέθηκε την δεκαετία του ’70 από τον δημοσιογράφο Richard Cohen, ο οποίος θεώρησε τον εαυτό του ειδικό περί του θέματος και έγραψε ένα άρθρο με τίτλο The Clock Is Ticking For The Career Women («Το Ρολόι Χτυπάει Για Τις Γυναίκες Με Καριέρα»). Στο κείμενό του υποστήριξε πως κάθε γυναίκα που συναντούσε, ανεξαρτήτως του αν είχε σύντροφο ή όχι, ήθελε να κάνει παιδιά.
«Έχω γυρίσει από εδώ και από εκεί, από γυναίκα σε γυναίκα. Οι περισσότερες μου είπαν ότι μπορούν να ακούσουν ένα ρολόι να χτυπάει εις βάρος τους. Μερικές φορές η Σύνθετη Γυναίκα είναι σύζυγος, μερικές φορές όχι. Σε κάποιες άλλες τραγικές περιπτώσεις, δεν υπάρχει άνδρας στον ορίζοντα. Αυτό που πάντα υπάρχει είναι το ρολόι. Το ακούς όπου κι αν πας».
Στους μήνες που ακολούθησαν, το βιολογικό ρολόι ξεκίνησε να στοιχειώνει κάθε γυναίκα της εποχής με καριέρα και φιλοδοξίες, κυρίως στην αμερικάνικη αγορά. Ο όρος βέβαια ξεπέρασε τα παγκόσμια σύνορα και πλέον αντιμετωπίζεται ως μία αόρατη βόμβα που μας υπενθυμίζει πως πρέπει να γεμίσουμε την μήτρα μας με απογόνους πριν ο χρόνος λήξει. Λες και μετά θα εκραγεί.
Σύμφωνοι, οι πιθανότητες μίας πετυχημένης εγκυμοσύνης από κάποια ηλικία και μετά λιγοστεύουν αλλά αυτό δεν σημαίνει πως κάθε γυναίκα αυτού του κόσμου πρέπει να βάλει μπρος να κάνει παιδιά, ακόμα και αν δεν έχει αποφασίσει αν κάτι τέτοιο είναι μέσα στα σχέδια και τις επιθυμίες της.
Σε δεύτερη θέση έχουμε την έννοια της μοναξιάς. Διότι όταν ανακοινώσεις πως δεν έχεις σκοπό να τεκνοποιήσεις και ξεπεράσεις την πρώτη πίστα του «θα αλλάξεις γνώμη», ακολουθεί το σενάριο ότι θα μείνεις μόνη σου σε αυτήν την ζωή. Μάλιστα οι έντρομοι συγγενείς και φίλοι περιγράφουν με τρομερές λεπτομέρειες το μέλλον σου, όταν θα είσαι πλέον μία γιαγιά δίχως εγγόνια και το οποιοδήποτε μέχρι τότε κατόρθωμά σου δεν θα έχει καμία σημασία.
Είναι να απορείς (για ακόμα μία φορά) πώς η έλλειψη παιδιών σημαίνει τέτοια πανωλεθρία. Γιατί οφείλουμε να είμαστε μαμάδες για να μην καταλήξουμε μόνες μας; Πού ακριβώς χάνεται το σενάριο να είμαστε ικανοποιημένες περνώντας χρόνο με τον σύντροφό μας (ανεξαρτήτως φύλου προφανώς), με την παρέα μας, με όλα εκείνα τα άτομα που συλλέξαμε στο δρόμο της ζωής και επιλέξαμε ως συνοδοιπόρους;
Η τρίτη και τελευταία «δοκιμασία» που έχεις να αντιμετωπίσεις ως άτεκνη από επιλογή είναι ένας ανεξήγητος αλλά τρομερά έντονος θυμός. Έρχεται κυρίως από (νέους) γονείς και σε πιάνει απροετοίμαστη. Προσωπικά μου έχει τύχει να με αποκαλέσουν εγωίστρια, τρελή, αφελή, να υποτιμήσουν την δουλειά μου με ένα «ε, δεν κάνεις και τίποτα τόσο σημαντικό», ακόμα και να φύγουν από τον χώρο που γίνεται η συζήτηση γιατί δεν αντέχουν να την ακούνε. Λες και το δικό μου «δεν θέλω να κάνω παιδιά» σημαίνει «ούτε εσείς έπρεπε να είχατε κάνει». Προσβάλλονται σαν να επιτίθεσαι στο δικό τους lifestyle, ενώ το μόνο θέλεις είναι να διαμορφώσεις το δικό σου ελεύθερα. Τα πράγματα θα ήταν τόσο πιο εύκολα αν απλώς οι μεν χαίρονταν με τις χαρές των δε. Εκείνοι με τα μωρά τους, εγώ με τις φωτογραφίες των μωρών τους στις οποίες κάνω γούτσου γούτσου πριν συνεχίσω την ζωή μου.
Φυσικά ίσως όντως αλλάξω γνώμη μεγαλώνοντας. Δεν θα είναι η πρώτη φορά. Μέχρι πριν λίγα χρόνια έλεγα πως δεν υπάρχει περίπτωση να αγαπήσω την Αθήνα και τώρα δεν υπάρχει άλλο μέρος που θα ήθελα να μένω. Σιχαινόμουν τα όσπρια και τώρα τα βάζω σε ταπεράκι
για την δουλειά. Αρνούμουν κατηγορηματικά τα ραντεβού με μικρότερους και νομίζω όλοι καταλαβαίνουμε την συνέχεια αυτής της πρότασης. Μπορεί κάπως έτσι να αποφασίσω μία μέρα πως τελικά ναι, θα ήθελα να γίνω μητέρα. Όμως αν εγώ δεν είμαι σίγουρη για το πώς θα νιώθω μελλοντικά, τότε φυσικά δεν μπορεί να είναι κανένας άλλος.