Κουράστηκα και δεν ξέρω τι να πιστέψω και πώς να εξηγήσω αυτή τη στάση
Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε πάνω από 150 φίλους
Η συνιστώσα της φιλίας υφίσταται σημαντική αλλαγή με την πάροδο του χρόνου, με ανανέωση έως και 20% κάθε λίγα χρόνια
Οι άνθρωποι έχουν ένα φυσικό ανώτερο όριο στον αριθμό των ατόμων με τα οποία έχουν τον χρόνο και την ενέργεια να σχετιστούν, σύμφωνα με τον αριθμό Dunbar
Τα κοινωνικά δίκτυα επιδρούν στη ζωή μας με τρόπους που δεν αντιλαμβανόμαστε: επηρεάζουν τις πιθανότητες να χάσουμε ή να πάρουμε βάρος, να κόψουμε το κάπνισμα, να νιώσουμε κατάθλιψη. Πώς; Μέσω της επίδρασης της αγέλης. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μάς συνδέουν με ανθρώπους, η συμπεριφορά και τα αισθήματα των οποίων δεν μας αφήνει ανεπηρέαστους. Στις πρωτόγονες κοινωνίες όλα τα μέλη της κάθε κοινότητας είχαν μεταξύ τους συγγενικές σχέσεις ή σχέσεις αγχιστείας· στις μεταβιομηχανικές κοινωνίες σαν τη δική μας ζούμε ανάμεσα σε ξένους – μερικοί από τους οποίους γίνονται φίλοι μας, συνεργάτες, εραστές και γνωστοί μας. Συμμετέχουμε συνήθως σε δύο δίκτυα ταυτοχρόνως: στο οικογενειακό και στο φιλικό, αν και βεβαίως επιλέγουμε κάποια πρόσωπα από το φιλικό δίκτυο για να τα συμπεριλάβουμε «στην οικογένειά μας». Άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει σε πολυμελείς οικογένειες τείνουν να έχουν λίγους φίλους και να κινούνται στον κύκλο της μείζονος οικογένειας: το φαινόμενο απαντά ιδιαίτερα σε χώρες του νότου όπου οι οικογενειακές σχέσεις συνεπάγονται περισσότερες υποχρεώσεις από τις φιλικές. Στις ανεπτυγμένες χώρες και στις μητροπολιτικές περιοχές οι οικογενειακές σχέσεις εξασθενούν έναντι των φιλικών, ενώ δεν αναγνωρίζονται οι παραδοσιακές «υποχρεώσεις».
Οι οικογενειακές σχέσεις διαφέρουν από τις φιλικές στο ότι οι φιλίες είναι πιο επιρρεπείς σε αποσύνθεση. Η απουσία ενός φίλου για έξι μήνες περίπου μας κάνει να αισθανόμαστε λιγότερο προσκολλημένοι σε αυτόν: «χαθήκαμε» λέμε, υπονοώντας ότι κάποιος έχει υποβαθμιστεί στην ιεραρχία του δικτύου μας κι ότι μας έχει υποβαθμίσει. Οι οικογενειακές σχέσεις, αντίθετα, είναι ανθεκτικότερες: το οικογενειακό ήμισυ του δικτύου των γνωριμιών μας παραμένει λίγο-πολύ σταθερό σε όλη τη διάρκεια της ζωής, ενώ η συνιστώσα της φιλίας υφίσταται σημαντική αλλαγή με την πάροδο του χρόνου, με ανανέωση έως και 20% κάθε λίγα χρόνια.
Αν έρθουμε τώρα στον χώρο των ηλεκτρονικών δικτύων, θα δούμε ότι το μέσο ηλεκτρονικό δίκτυο περιέχει περίπου 150 φίλους: μερικοί άνθρωποι έχουν λιγότερους από 100, κάποιοι έχουν 250 ή περισσότερους. Υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι για αυτό: φύλο, κοινωνικές δεξιότητες και προσωπικότητα. Δεν μιλάμε για τους άγνωστους followers, μιλάμε για τους ανθρώπους που γνωρίζουμε προσωπικά.
Οι γυναίκες έχουν περισσότερους φίλους από τους άνδρες διότι διαθέτουν υψηλότερη κοινωνική νοημοσύνη και δεξιότητες στο να μιλούν και να ακούνε τους άλλους.
Η προσωπικότητα παίζει επίσης σημαντικό ρόλο: οι άνθρωποι αποφεύγουν τους νευρωτικούς με αποτέλεσμα οι νευρωτικοί –όσοι είναι «δυσάρεστοι», εξτρεμιστές, ευερέθιστοι– να αποκτούν και, κυρίως, να διατηρούν λιγότερους φίλους.
Το ίδιο ισχύει με το κριτήριο της εσωστρέφειας: οι εξωστρεφείς έχουν ευρύτερους κοινωνικούς κύκλους από τους εσωστρεφείς, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι εξωστρεφείς είναι συναισθηματικά πιο κοντά στα μέλη του δικτύου τους από ό,τι οι εσωστρεφείς. Ο καθένας από μας έχει ένα συγκεκριμένο ποσό κοινωνικού κεφαλαίου το οποίο μπορεί να διαθέσει και να μοιράσει μεταξύ των φίλων. Οι εξωστρεφείς είναι πρόθυμοι να αφιερώνουν περισσότερο χρόνο και προσπάθεια που απαιτείται για να φροντίσουν πολλές σχέσεις – αλλά μέχρι ενός ορίου.
Στους πιθήκους παρατηρείται σχέση μεταξύ του μεγέθους του εγκεφάλου τους και του μεγέθους των κοινωνικών τους ομάδων. Σε σύγκριση με τα πρωτεύοντα, εκτιμάται ότι οι άνθρωποι έχουν ένα φυσικό ανώτερο όριο στον αριθμό των ατόμων με τα οποία έχουν τον χρόνο και την ενέργεια να σχετιστούν. Ο αριθμός αυτός, γνωστός ως αριθμός Dunbar –από το όνομα του ανθρωπολόγου Robin Dunbar– είναι 150 και ισοδυναμεί με το μέσο μέγεθος των αγγλικών χωριών της νεολιθικής εποχής. Σήμερα, είναι το ιδανικό μέγεθος για τις ενορίες των εκκλησιών και το μέγεθος της βασικής στρατιωτικής μονάδας, του λόχου, στις περισσότερες χώρες.
Παρότι το κοινωνικό δίκτυο ενός ατόμου μπορεί να περιλαμβάνει πολύ περισσότερες από 150 επαφές, είναι αδύνατο να διατηρήσουμε σταθερή κοινωνική σχέση με εμπιστοσύνη και υποχρεώσεις με πάνω από 150 άτομα. Όχι μόνο διότι δεν έχουμε χρόνο, αλλά διότι συσσωρεύονται τόσες πληροφορίες ώστε δεν μπορούμε να τις διαχειριστούμε. Οι μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν προσωπικό πάνω από 150 άτομα, επιλύουν το πρόβλημα περιορίζοντας τις λειτουργικές μονάδες σε λιγότερα μέλη. Οι συνωμοτικές ή τρομοκρατικές ομάδες χωρίζουν τα μέλη τους σε «πυρήνες»: με κατάτμηση σε κύκλους με λιγότερα από 150 άτομα λειτουργούν όλες οι εγκληματικές οργανώσεις, αλλά και οι οργανώσεις κοινωνικής ωφέλειας.