Δεν υπάρχει τίποτα πιο ευτελές από το να βλέπεις τον έρωτα να ξεπουλιέται
Το λεωφορείο ήταν ασφυκτικά γεμάτο. Έπεσε πάνω μου. Με τρομερά απολογητική έκφραση στο πρόσωπό του γύρισε με κοίταξε και μου ζήτησε «συγγνώμη». Κι εγώ η χαζή δεν απάντησα τίποτα! Απλά κούνησα το κεφάλι μου και βιάστηκα να πάω προς τη πόρτα για να κατέβω στην επόμενη στάση.
Και μετά….. μετά δεν μπορούσα να τον βγάλω από το μυαλό μου. Εκείνο το χαμόγελο στα χείλη του με είχε στοιχειώσει. Την επομένη μπαίνοντας στο λεωφορείο τον ξαναείδα. Αφηρημένος, κοιτούσε έξω από το παράθυρο με τα ακουστικά στα αυτιά. Δε με είδε. Την μεθεπόμενη το ίδιο. Αποφάσισα να κάνω κάτι που δεν είχα ξανακάνει ποτέ στη ζωή μου. Να του δώσω ένα ραβασάκι!
Στο σχολείο, θυμάμαι, είχα πλησιάσει πολλές φορές κάποιον συμμαθητή μου για να του μεταφέρω το μήνυμα κάποιας φίλης. Το γνωστό «θέλεις να τα φτιάξουμε;». Εγώ όμως, ήμουν πάντοτε πολύ ντροπαλή για να κάνω κάτι τέτοιο. Εκείνη η Τετάρτη απόγευμα όμως θα ήταν διαφορετική. Μπήκα στο λεωφορείο με ένα περίεργο καρδιοχτύπι. Είχα προηγουμένως βγάλει από την τσάντα μου ένα μικρό κομμάτι λευκό χαρτί που πάνω έγραφε δυο-τρεις φράσεις όλες κι όλες. «Γεια. Είμαι η Μυρτώ. Αυτό είναι το τηλέφωνό μου. Αν θέλεις πάρε με». Φορούσα ένα φόρεμα άσπρο με μεγάλα κόκκινα λουλούδια. Κοίταξα τον εαυτό μου στην αντανάκλαση του τζαμιού. «Ήμουν άραγε όμορφη;» Πριν φύγω από το σπίτι είχα κάνει ολόκληρη προετοιμασία λες και θα έβγαινα πρώτο ραντεβού. Χτένισα προσεκτικά τα μαλλιά μου, έβαλα ελάχιστο μακιγιάζ, και όπως πάντα Johnson’s baby oil για να είναι η επιδερμίδα μου όσο πιο απαλή και λαμπερή γίνεται. Α, και λίγο άρωμα γιασεμί πίσω απ’ τα αυτιά.
Περίμενα με αγωνία να φτάσει η στάση του. Όντως, μετά από λίγο τον είδα να ανεβαίνει στο λεωφορείο και να πηγαίνει προς το παράθυρο. Μάζεψα όλες μου τις δυνάμεις και σκέφτηκα: «Το κάνεις για τις ατσούμπαλες, ντροπαλές 15χρονες όλου του κόσμου και κυρίως γι’ αυτή που κρύβεις μέσα σου», και πήγα. Τον πλησίασα. Γύρισε και με κοίταξε. Το ίδιο χαμόγελο σχηματίστηκε στα χείλη του. Έτεινα το χαρτί χωρίς να μιλήσω και πετάχτηκα έξω από το λεωφορείο λίγο πριν κλείσουν οι πόρτες.
«Δε με νοιάζει κι αν δε με πάρει» σκεφτόμουν. Μόλις έδωσα το πρώτο μου ραβασάκι και αισθάνομαι ξανά σαν έφηβη που ερωτεύεται για πρώτη φορά. Πήρα τηλέφωνο και σχημάτισα τον αριθμό -ποιου άλλου- της κολλητής μου φυσικά! «Έλα, δε θα πιστέψεις τι έκανα μόλις τώρα!». Της τα έλεγα κατηφορίζοντας το δρόμο με το αεράκι να φυσάει κάνοντας τα λουλούδια του φορέματός μου να στριφογυρίζουν στον αέρα και να χάνονται.