Τα χαστούκια της μοίρας και πώς αντιμετωπίζονται
Κάποτε, πάνω σε χωρισμό από μεγάλο έρωτα, φώναξα «αυτή είναι η χειρότερη μέρα της ζωής μου!», Έχουν περάσει 35 χρόνια από τότε. Και πολύ χειρότερες μέρες της ζωής-μου…
Η κλίμακα Τραγικών Γεγονότων που επηρεάζουν τη ζωή μας, σύμφωνα με αμερικανούς ψυχολόγους, και η αντιμετώπιση των κρίσεων.
Ένας μεγάλος χωρισμός σού φαίνεται αστεία υπόθεση όταν έχεις περάσει μεγάλους θανάτους και μεγάλες αρρώστιες κι όλα αυτά που περνάει στη ζωή του κάθε άνθρωπος: σε είχε κερατώσει λοιπόν κάποιος τον οποίον αγαπούσες με πάθος, σε είχε αφήσει τσέτουλο, ήσουν σε άθλια κατάσταση και έκλαιγες ακούγοντας Αρλέτα. Σήμερα θα έκλαιγες με Αντέλ. Ένα μήνα ή έξι μήνες μετά, με άλλον γκόμενο, η φρικτή κατάθλιψη που είχες περάσει τότε σου φαίνεται κομμάτι υπερβολική… Φαντάσου πώς θα σου φαίνεται 30 ή 35 χρόνια αργότερα: ασήμαντη. Σαν να μην πέρασε ποτέ από πάνω σου, έστω κι αν πέρασε, και σε άλλαξε, και σε έκανε το άτομο που είσαι σήμερα.
Οι Αμερικανοί ψυχολόγοι που ασχολούνται με τέτοια θέματα από βίτσιο, έχουν βγάλει μια κλίμακα Τραγικών Γεγονότων σε σχέση με το πόσο επηρεάζουν τη ζωή μας. Τα Χαστούκια της Μοίρας, με άλλα λόγια, αν τα πάρουμε κατά σειρά βαρύτητας, είναι:
- Βαριά ασθένεια/αναπηρία του υποκειμένου
- Θάνατος κοντινού συγγενικού προσώπου
- Θάνατος κοντινού φιλικού προσώπου
- Βαριά ασθένεια/αναπηρία των ιδίων ατόμων
- Ακούσια διακοπή εγκυμοσύνης ή αποβολή
- Διαζύγιο
- Απόλυση από εργασία
- Χωρισμός από πολυετή σχέση
- Μετακόμιση
Όλα αυτά μας εξουθενώνουν, δοκιμάζουν τις αντοχές μας, μας ρίχνουν στα Τάρταρα. Χρειαζόμαστε χρόνο για να συνέλθουμε. Όσο πιο νωρίς στη ζωή μας προκύπτουν τα χτυπήματα, τόσο περισσότερο αργούμε να τα ξεπεράσουμε. Κάποιος που έχασε έναν γονιό στα 5 του χρόνια π.χ., σε όλη του τη ζωή κάνει ψυχανάλυση για να αντιμετωπίσει την απώλεια. Από την άλλη, ένας γονιός που έχασε το παιδί του δεν το «ξεπερνάει» ποτέ – οι στιγμές ευτυχίας από την τραγική απώλεια και μετά είναι ελάχιστες, κι αυτό αν ο άνθρωπος είναι τυχερός κατά τα άλλα και αποκτήσει ή έχει ήδη άλλο παιδί…
Όπως και το δει κανείς, τα δύο Χτυπήματα που είναι ασήκωτα και φοβερά είναι ο θάνατος και η βαριά αρρώστια. Το 7, 8 και 9 δηλαδή στην κλίμακα των Αμερικανών (απόλυση, χωρισμός, μετακόμιση) είναι αστεία πράγματα, τα συζητάς μέχρι δακρύων και τα αναλύεις μέχρις απελπισίας, αλλά τα ξεπερνάς σχετικά γρήγορα. Ξυπνάς μια μέρα και σκέφτεσαι ότι έχεις άλλα πράγματα να κάνεις, ότι ο καφές μοσχοβολάει, ο ήλιος λάμπει, η τυρόπιτα έχει τέλεια γεύση και είναι καιρός να αλλάξεις διάθεση.
Όλα όσα κάνουμε για να συνέλθουμε μετά από ένα Χαστούκι της Μοίρας λέγονται coping mechanisms, μηχανισμοί αντιμετώπισης της σφαλιάρας. Ο ανθρώπινος οργανισμός είναι σχεδιασμένος για να συνέρχεται, να μαζεύει τα μπογαλάκια του μετά από κάθε καταστροφή και να συνεχίζει – εδώ η επιβίωση του είδους. Αν δεν ήμασταν έτσι, θα πέφταμε ξεροί μετά από κάθε καταστροφή και η γη θα κατοικείτο τώρα από πιο ανθεκτικά πλάσματα, π.χ. από χελώνες.
Σκεφτείτε τις προηγούμενες γενιές: στη γενιά της γιαγιάς μας, για παράδειγμα, μια οικογένεια αποκτούσε 6-10 παιδιά και επιβίωναν τα 2 ή τα 4. Μέχρι το 1950 οι άνθρωποι στην Ελλάδα πέθαιναν από αρρώστιες όπως η ελονοσία, ο τύφος, η οστρακιά, η ευλογιά και η κοινή γρίπη. Κι όμως, όσοι κατάφεραν να περάσουν τα 50 χρόνια ζωής, έζησαν ως τα 100 – η δική μας γενιά θυμάται ακόμα παππούδες και γιαγιάδες που έφτασαν ως τα βαθιά τους γεράματα πίνοντας ούζα και καπνίζοντας στριφτά… έχοντας περάσει πολέμους, καταστροφές, θανάτους, επιδημίες και ένα σωρό άλλα (που διηγούνταν οι παππούδες-γιαγιάδες όσο ήμασταν μικρές, και τα περνάγαμε στο ντούκου).
Ακόμα δεν έχω καταλάβει πώς η γιαγιά μας, που ήρθε από την Καππαδοκία στις αρχές του αιώνα χωρίς δεύτερο βρακί, έχασε τουλάχιστον δύο παιδιά σε μικρή ηλικία, μεγάλωσε άλλα τέσσερα (παιδιά) δουλεύοντας, και πέθανε στα 94 της – πώς, με ποιον μαγικό τρόπο, τα άντεξε όλα αυτά. Πώς πέρασε τα τελευταία της χρόνια σε ένα άδειο σπίτι χωρίς να παθαίνει κατάθλιψη κάθε μέρα. Πώς δεν μας έδειχνε παλιές φωτογραφίες από τα νιάτα της, από τα χαμένα παιδιά της, από το πατρικό της ή από συγγενείς και φίλους που έχασε το ’22. Πώς η κάθε καταστροφή παραγραφόταν με τον καιρό και έδινε τη θέση της σε ένα παρόν γεμάτο κενά μεν, ενδιαφέρον δε. Πώς έβρισκε το κέφι να φτιάχνει γλυκά του κουταλιού όταν η αφήγηση της ζωής της έμοιαζε με δραματικό μυθιστόρημα. Όπως και η ζωή της μέσης γιαγιάς.
Εδώ, το καρα-κλισέ «αύριο ξημερώνει καινούργια μέρα», αποκτάει άλλο νόημα. Η κάθε μέρα που ξημερώνει δημιουργεί μια απόσταση αναπνοής από την αποφράδα μέρα, την ημέρα κατά την οποίαν συνέβη η καταστροφή, όποια κι αν ήταν αυτή. «Το μόνο κουράγιο που έχει σημασία είναι αυτό που σε πάει από την μία στιγμή στην άλλη», όπως λέει και η Mignon McLaughlin (που δεν την ξέρουμε αλλά έγραψε το «The second neurotic’s notebook»). Ο Winston Churchill το είπε με λίγο διαφορετικό τρόπο: «Επιτυχία είναι η ικανότητα να πηγαίνεις από αποτυχία σε αποτυχία χωρίς να χάνεις τον ενθουσιασμό σου».
Οι γιαγιάδες μας ανακάλυψαν το μεγάλο μυστικό: αν ασχολείσαι με την μέρα που αρχίζει και τις πρακτικές διαδικασίες της, σιγά-σιγά το κακό που συνέβη γίνεται παρελθόν - αυτό που είναι: χθες. Θαμπαίνει μέσα σου μέχρι που μπαγιατεύει, ξεχνιέται, περνάει στη σφαίρα των αναμνήσεων. Όταν τις σκαλίζεις, ξαναζείς το τραγικό συμβάν. Αλλά επειδή αυτό που σε κινεί είναι η βαθύτερη επιθυμία σου να ζήσεις… προσπαθείς να μην τις σκαλίζεις και τόσο.
Ξεσκόνισα το ίντερνετ για «αποσπάσματα» σχετικά με το κουράγιο και την αντιμετώπιση των κρίσεων. Βρήκα χιλιάδες sites και εκατομμύρια κείμενα, όρεξη να ‘χει κανείς. Το καλύτερο είναι από κάποιον Jerome P. Fleisham: «Η ζωή θέλει κουράγιο, δύναμη, ελπίδα και χιούμορ. Και το κουράγιο, η δύναμη, η ελπίδα και το χιούμορ πρέπει να τα έχεις πληρώσει με πόνο, δουλειά, προσευχές και δάκρια»
Είχε δίκιο τελικά όποιος είπε ότι τίποτα στη ζωή δεν είναι τζάμπα…