Η μαμά είναι (το) σπίτι

Γιατί τα παιδάκια νιώθουν ασφαλή στο σπίτι τους; Επειδή το έχουν ταυτίσει με τη μαμά τους… είτε δουλεύει είτε όχι

Σκέψεις για τον ρόλο της μαμάς στη ζωή ενός παιδιού, την παρουσία της στο σπίτι και την επαγγελματική της κατάσταση.

Κάποτε άκουσα μια μαμά στο πάρκο να λέει στο (4χρονο) παιδάκι της «Μα τι θέλεις πια; Τι θέλεις επιτέλους;», με απόγνωση και απελπισία. Το 4χρονο γκρίνιαζε, ζητούσε κάθε τόσο κι από κάτι, την ενοχλούσε, δεν την άφηνε να κάνει ένα τσιγάρο ή να μιλήσει στο τηλέφωνο. Φώναζε «Αγκαλιά!» με δυνατή φωνή, και η μαμά κουνούσε το κεφάλι της βαριεστημένη, ξεθεωμένη – ωχ πια.

Ήθελα να την αρπάξω και να της πω «Πάρ’ το αγκαλιά!», αλλά υπάρχει ένα όριο στην επικοινωνία του πάρκου, και το ήξερα. Όπως ήξερα πόσο κουρασμένη, ξεπατωμένη και χωρίς ενέργεια ένιωθε σίγουρα, πόσο στραβά θα της έκατσαν όλα και πόσο ήθελε να κοιμηθεί σαν άνθρωπος μία νύχτα, να συνέλθει. Έτσι είναι η μαμαδοσύνη σε αυτά τα στάδια, εξαντλητική…

Είχα καθίσει παραπέρα για να μη βλέπω/ακούω το «γκρινιάρικο» παιδάκι… το οποίο δεν ήταν γκρινιάρικο το έρμο, μια αγκαλιά ήθελε. Τώρα που τα παιδιά μου μεγάλωσαν και δεν θέλουν πια μια αγκαλιά, το σκέφτομαι με νοσταλγία αυτό το στάδιο της σχέσης μαμάς-παιδιού: μη λεκτικό, μη λογικό, χωρίς επεξηγήσεις, το παιδάκι σου που έρχεται λάου λάου, κάθεται στο γόνατό σου και παρηγοριέται για όλα τα στραβά του κόσμου. Εσύ εκείνη την ώρα κλείνεις δουλειές στο τηλέφωνο, ακούς τον πόνο της κολλητής σου, πουλάς και αγοράζεις – ή πίνεις καφέ με ένα τσιγάρο στο χέρι. Δεν πολυέχεις όρεξη για αγκαλιές. Αλλά μαμά είσαι, το βολεύεις κάπως το παιδάκι. Που ή σου φωνάζει «Μαμά, κλείσε το τηλέφωνο!» ή απλώς λουφάζει και περιμένει να τελειώσεις…

Για να κάνεις τι; Δεν υπάρχει απαραίτητα δεύτερη πράξη, η αγκαλιά είναι η αρχή και το τέλος, μπορεί να καθίσει στα γόνατά σου 2-3 λεπτά και μετά να πάει για παιχνίδι. Αν δυσκολεύεσαι επειδή το παιδί είναι βαρύ για παράδειγμα, του δείχνεις κάτι, με τη γνωστή μέθοδο απόσπασης προσοχής («κοίτα, μια πεταλούδα!»), και το παιδάκι παίρνει δρόμο κυνηγώντας την πεταλούδα.

(Μερικές φορές, σκέφτομαι ότι θα ήθελα να γυρνούσα πίσω την ταινία και να μην έδειχνα την πεταλούδα. Να κρατούσε η στιγμή της αγκαλιάς λίγο παραπάνω… αν και, όσο και να κρατήσει, πάλι θα σου λείψει…)

Εικονογράφηση: ΜISSY MERIDA

Κάποτε ο μεγάλος γιος μου έκανε εγχείρηση κι έβγαλε τα κρεατάκια – πρέπει να ήταν τρεισήμισι χρόνων. Όταν συνήλθε από τη νάρκωση, έκλαιγε, χτυπιόταν, όπως όλα τα μικρά μετά από νάρκωση, και φώναζε: «Να πάω (σ)πίτι μου, να πάω (σ)πίτι μου!». Η νοσοκόμα μού είχε πει να αφήσω το παιδί στο κρεβατάκι μέχρι να συνέλθει, αλλά ήταν αδύνατον, το πήρα αγκαλιά και το έσφιξα, το χάιδεψα, το φίλησα… Δεν είχε κάπου να καθίσω και σαβουρώθηκα στο πάτωμα με το παιδί στην αγκαλιά. Ο μικρός ξανακοιμήθηκε, με τη μαστούρα που σε πιάνει μετά τη νάρκωση. Κάποια στιγμή, άνοιξε τα ματάκια του, με κοίταξε, χαμογέλασε κουρασμένος και είπε: «Μαμά, είμαι πίτι μου τώλα».

Μου έμεινε αυτό το στοπ καρέ: σε μια «αίθουσα ανάνηψης» δημόσιου νοσοκομείου, με 4-5 παιδάκια να χτυπιούνται στα διπλανά κρεβάτια, με απελπισμένες μαμάδες, με φασαρία, βαβούρα, αναστάτωση… ο μικρός είχε λουφάξει στην αγκαλιά μου και τελικά, για φαντάσου, αυτό θεωρούσε «(σ)πίτι του», την αγκαλιά της μαμάς του… Είναι από τις σκηνές που σε κάνουν να αισθάνεσαι τέεελεια που είσαι μαμά, σαν να σου λέει μια φωνή μέσα σου «Καλά, ε; Το πόσο αξίζει τον κόπο, δεν υπάρχει!», κι εσύ να απαντάς στη φωνή: «Πόσο χαίρομαι που το καταλάβαμε εγκαίρως, αν κι έπρεπε να το είχαμε καταλάβει ακόμα νωρίτερα».

Μα γι’ αυτό το γράφω εδώ, να το δει, να το συνειδητοποιήσει η μαμά που δεν έπαιρνε αγκαλιά το παιδάκι της στο πάρκο, και την επόμενη φορά να πετάξει το τσιγάρο, να σκύψει, να πάρει αγκαλιά το παιδί της και να πάνε όλα πρίμα. Γιατί θα πάνε – αν όχι όλα, τουλάχιστον όσα περισσότερα γίνεται…

Για να μην παρεξηγηθώ: δούλευα πάντα, μαμά ξε-μαμά – δεν λέω «οι μαμάδες στην κουζίνα», το εντελώς αντίθετο. Οι μαμάδες θα δουλεύουν, όσο βρίσκουν δουλειές και παρόλο που δεν τις βοηθάει το Σύστημα, ούτε καν οι μπαμπάδες. Σε 50 χρόνια από τώρα δεν θα θεωρείται ευθύνη της μαμάς το ποιος παίρνει το παιδί από το σχολείο, ελπίζω ότι θα έχουν αλλάξει οι υποδομές, θα έχουν αλλάξει και οι μπαμπάδες, δεν θα έχει μόνον η μαμά το μπαλάκι. Θα είναι πιο δίκαια τα πράγματα για τις μαμάδες, που σήμερα είμαστε οι φτυσμένες της ελληνικής κοινωνίας.

Αλλά η μαμά θα είναι πάντα «το σπίτι» για το παιδί της. Το οποίο παιδί δεν νοιάζεται για τις κουρτίνες και την καθαριότητα, για το συμμάζεμα και τη διακόσμηση. Νοιάζεται μόνο για το σπίτι του, κι αυτό –για κάμποσα χρόνια, που όμως φαίνονται όντως σαν μία μέρα όταν κοιτάς προς τα πίσω– το σπίτι του είναι η μαμά του…