Για μία χούφτα ρύζι και μία παντόφλα #1
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ευτελές από το να βλέπεις τον έρωτα να ξεπουλιέται
Φέτος το καλοκαίρι ήταν σα να έβρεξε ξαφνικά όχι αστεροειδείς αλλά γάμους. Με πρώτο και καλύτερο, τον δικό του. Μετά από τέσσερα θυελλώδη χρόνια κινηματογραφικού έρωτα, ανακάλυψα εντελώς τυχαία ότι ο «άνδρας της ζωής μου», όπως δήλωνα κατηγορηματικά στις φίλες μου παντρεύεται μία άλλη!
Φρόντισε φυσικά να μου αποκρύψει την πληροφορία αλλά κυρίως να με καθησυχάσει τονίζοντας στα πρώτα του τηλεφωνήματα: «Δεν το θεώρησα σημαντικό να σου το πω. Αν θες θα συνεχίσουμε τη σχέση μας όπως ήμασταν»! Μπροστά του εγώ μία ερωτευμένη γυναίκα που βίωνε το απόλυτο σοκ, σα να περιμένει την εκτέλεση στη λαιμητόμο και από την άλλη εκείνος μειλίχιος να ισχυρίζεται ότι έχει αισθήματα για μένα.
Δεν ήμουν ποτέ από τις γυναίκες που πίστευαν στο γάμο με την κοινωνική Άρλεκιν έννοια του όρου, αυτή με την οποία έχουν γαλουχηθεί ολόκληρες γενιές γυναικών. Όμως πάντα στο δικό μου μυαλό ο γάμος είχε μία επίφαση ιερότητας και δέσμευσης την οποία θεωρούσα sine qua non προϋπόθεση για να κάνω το μεγάλο βήμα με κάποιον. Μήπως όμως δεν ήταν έτσι τελικά; Ο άνδρας που ισχυριζόταν ότι με αγαπάει είχε αποφασίσει να παντρευτεί μία άλλη και όχι εμένα που ζούσα σε ένα ροζ σύννεφο μυθιστορηματικού έρωτα, από αυτούς που σε κάνουν να ονειρεύεσαι ότι οι δυο σας θα μείνετε άφθαρτοι, αγέραστοι και αγαπημένοι σε έναν κόσμο που όλοι συμβιβάζονται.
Πέρασε λίγος καιρός από εκείνη τη μέρα που άλλαξε τη ζωή μου, όταν ξαφνικά μου ζήτησε να βγούμε ένας γοητευτικότατος 40άρης. Δεν άργησα να ανακαλύψω ότι εκτός από πολύ ερωτεύσιμος ήταν και πολύ παντρεμένος, στον τρίτο του γάμο! Προσπάθησε να με καθησυχάσει ότι «έχει τη δική του ζωή», «οι νύχτες του ανήκουν», «η γυναίκα του το δέχεται αδιαμαρτύρητα» (το κέρατο προφανώς) και «οι δυο μας μπορούμε να έχουμε κάτι πολύ όμορφο έξω από τα συνηθισμένα». Ύστερα, σα να προσπαθεί το σύμπαν να αποδομήσει απόλυτα το θεσμό του γάμου, εμφανίστηκε και ο Σ. που με φλέρταρε επίμονα μέχρι που παντρεύτηκε και εξαφανίστηκε για δύο ολόκληρα χρόνια. Αποφάσισα να τον συναντήσω για καθαρά ερευνητικούς σκοπούς κοινώς χάριν του ρεπορτάζ.
Φορούσε τη βέρα του στο δεξί χέρι, η οποία όπως μου περιέγραψε ήταν η χειρότερη αλυσίδα που θα μπορούσε να είχε βάλει κάποιος στη ζωή του. Τρεις ολόκληρες ώρες τον άκουγα να περιγράφει πόσο δυστυχισμένος είναι και πόσο του έχει στοιχίσει το γεγονός ότι δεν επιτρέπεται να ερωτευτεί ξανά. Δεν παρέλειψε να χρησιμοποιήσει ως κορωνίδα ότι εγώ ήμουν πάντα το απωθημένο του και πόσο ζηλεύει που έχω τη δυνατότητα να βγαίνω ραντεβού, να γνωρίζω άνδρες και να ερωτεύομαι εκ νέου. «Γιατί παντρεύτηκες τότε;» ρώτησα δειλά. Επικαλέστηκε μία εγκυμοσύνη που ήλθε εντελώς ξαφνικά και τον ανάγκασε να κάνει πρόταση. Τουλάχιστον στην περίπτωσή του υπήρχε αντικειμενικά σοβαρός λόγος, ο ερχομός ενός παιδιού.
Όμως τι γίνεται με όλους τους υπόλοιπους; Γνωρίζω πολλές γυναίκες που έχουν φτάσει στα άκρα και έχουν κάνει άπειρες θυσίες για το μεγάλο τους έρωτα. Κάποιες δεν παντρεύτηκαν ποτέ γιατί τον περίμεναν χρόνια. Γνωρίζω όμως ελάχιστους άνδρες που είναι τόσο συνειδητοποιημένοι. Απεναντίας γνωρίζω πλέον πολλούς άνδρες που παντρεύτηκαν κάποια ενώ ήταν γενετικά προγραμματισμένοι άστατοι, πολλούς που παντρεύτηκαν αιφνίδια κάποια ενώ είχαν έναν μεγάλο έρωτα με κάποια άλλη και ακόμη περισσότερους που δεν παντρεύτηκαν ποτέ την αγάπη της ζωής τους αλλά κάποια που μαγειρεύει καλά, σιδερώνει καλά και έχει μηδενικές αξιώσεις, κάτι αντίστοιχο με αυτούς τους μοναχικούς τύπους που παραγγέλνουν πλαστικές φουσκωτές, κούκλες με συγκεκριμένες προδιαγραφές από το Internet. Σε όλους αυτούς ήλθε να προστεθεί μία ακόμη κατηγορία που διογκώθηκε με την κρίση, αυτοί που παντρεύονται κάποια με μοναδικό κριτήριο την οικονομική της άνεση, σα να θέλουν να δείξουν στην κοινωνία πόσο ανίκανοι είναι να αποκτήσουν χρήματα και επιτυχία από μόνοι τους στο πρότυπο του «προικοθήρα» παλιάς ελληνικής ταινίας.
Θα μπορούσε να είναι και αντικείμενο επιστημονικής μελέτης αλλά όπως και να έχει, ο πόνος του να σε ξεπουλήσει κάποιος τόσο φθηνά είναι βαθύς, σχεδόν αξεπέραστος. Κάποιοι θα σου πουν ότι είσαι η τυχερή της υπόθεσης που γλίτωσε από έναν κακό σύζυγο, που την παντρεύεται με ορθολογιστικά κριτήρια, ενώ στο παρασκήνιο η καρδιά παίζει τα δικά της πανίσχυρα παιχνίδια και στο τέλος-όπως έχει συμβεί πολλάκις στην ιστορία της ανθρωπότητας -υπερισχύει.
Ό, τι κι αν γίνει στο εξής, δεν υπάρχει τίποτα πιο ευτελές, πιο δειλό και πιο άνανδρο, από το να βλέπεις τον έρωτα να ξεπουλιέται έτσι. Σα να περάσαμε πια στην εποχή που το «για ένα πουκάμισο αδειανό, για μία Ελένη» του ποιητή έγινε σταδιακά «για μία χούφτα ρύζι, μια παντόφλα, μια κατσαρόλα»… Δεν έχει σημασία αν τη λένε Ελένη γιατί αυτοί οι γάμοι δεν έχουν ανθρώπους στο κάδρο τους. Μόνο συμφέρον, συναίνεση και βόλεμα… Εντέλει να εύχεσαι μη βρεθείς ποτέ στη θέση της (εξ)απατημένης, γιατί είναι σαφώς χειρότερη από τη δική σου.