Κανένας έφηβος δεν θέλει να ξυπνήσει το πρωί, και κάθε έφηβος θέλει να κοιμάται ως τα βαθιά μεσημέρια. Δυστυχώς τα σχολεία δεν καταλαβαίνουν από τέτοια, ούτε από αλλιώτικα…
Σας αγαπάει ακόμη, απλώς δεν θέλει να του/της χαλάτε τα μαλλιά - κι εσείς έτσι κάνατε - ή μήπως τα ξεχάσατε;
Το ρήμα «αγγίζω» εδώ χρησιμοποιείται με την τρυφερή του πλευρά και περιλαμβάνει χάδια, αγκαλιές, ανακάτεμα μαλλιών, πιάσιμο χεριού, τσίμπημα μάγουλου, αγκάλιασμα από τους ώμους, χάδι στην πλάτη ή στο μπράτσο: όλα τα αγγίγματα της μαμάς, αυτά που νοσταλγούμε (αλλά δεν το ομολογούμε) όσο μεγαλώνουμε εμείς, κι αυτά που αποδιώχνουν με περιφρόνηση τα παιδιά μας από την ώρα που μπαίνουν στην εφηβεία. Αν έπιανες από το χεράκι το παιδί σου όσο ήταν μικρούτσικο, τέλειωσαν αυτά τα μπερεκέτια, το παιδί σου είναι 13+, και μόνον η ιδέα ότι θα το πάρει κανένα μάτι να προχωράει σα μόμολο χεράκι-χεράκι με τη μάνα του, το κάνει να ανατριχιάζει. Κριντζ, κριντζ, κριντζ*.
Η αποστασιοποίηση αρχίζει μαλακά, και μπορεί να μην την πάρεις πρέφα αμέσως, εσύ η μαμά. Το παιδί κάθεται πιο μακριά σου στην κουζίνα, στον καναπέ, οπουδήποτε. Βάζει ένα μικρό τείχος, μάλλον μια τάφρο απόστασης ανάμεσά σας, έτσι, για αρχή.
Μετά σου λέει «Πωωω ρε μαμά, άσε με, τα χέρια σου είναι πολύ ζεστά!» ή «Ρε μαμά μου χαλάς τα μαλλιά, τι δεν καταλαβαίνεις;» προχωράει στο «Ρε μαμά παράτα με ήσυχο σου είπα!» και το «Δε μας παρατάς κι εσύ ρε μαμά!;» και στο «Ρε μαμά, πας καλά, άσε με σου είπα!»
Το «ρε» έχει περάσει στην ομιλία του έφηβου εδώ και καιρό, άσχετα που κάνεις ότι δεν έχει σημασία, μια και δεν έχει (πολλή). Η αποστασιοποίηση, η απόσταση που βάζει το παιδί ανάμεσά σας, γίνεται ακόμα πιο μεγάλη με την αστυνομική απαγόρευση αγγίγματος. Τα μαλλιά είναι νο-νο, δεν τα ακουμπάμε ποτέ, το έφηβο τα έχει χτενίσει με συγκεκριμένο τρόπο, ήμαρτον, μια ώρα παιδευότανε με σεσουάρ/ισιωτικό σίδερο/μπουκλιέρα/τζελ/σκονάκι/φορμαριστικό/λακ.
Σε εσένα το μαλλί του παιδιού σου δείχνει αχτένιστο, άλουστο και αφρόντιστο, αλλά έχει επενδύσει χρόνο απάνω στην τρίχα, δε θέλει τα παλιό-δάχτυλά σου στο κεφάλι του (ο μεγάλος γιος μου, λίγο πριν την εφηβεία, άρχισε να διαμαρτύρεται ότι όταν του χαϊδεύω το κεφάλι ακούει, και καλά, τον αφόρητο θόρυβο που κάνουν τα δάχτυλά μου μέσα στα μαλλιά του και τον ενοχλεί αφόρητα…) Το πιάσιμο του χεριού είναι ίου, ανατριχιαστικό, εκτός που το χέρι της μαμάς είναι πάντα πολύ ζεστό, πολύ κρύο, πολύ σκληρό ή πολύ ιδρωμένο, γενικά ακατάλληλο για χειραψία, πόσο μάλλον για χεράκι-χεράκι.
Τα χάδια κάθε είδους από τη μεριά της μαμάς κάνουν το έφηβο να αποτραβιέται, με αμήχανο χαμόγελο μερικές φορές, με θυμωμένο βλέμμα και σιχτιρίζοντας μέσα από τα δόντια του, άλλες φορές. Μια ψυχολόγος μου είπε κάποτε ότι εμείς οι μαμάδες δεν πρέπει να παίρνουμε προσωπικά αυτήν την απώθηση, την αποστασιοποίηση, την απόρριψη ή την άρνηση των εφήβων: σε γενικές γραμμές τα έφηβα αισθάνονται πολύ έντονα την σεξουαλική πλευρά του αγγίγματος, η λίμπιντό τους είναι στο ταβάνι λόγω ορμονικής ανακατωσούρας, απωθούν το χάδι της μαμάς επειδή αυτό που θέλουν είναι το ερωτικό χάδι του συντρόφου επιλογής τους. Το «Άσε με» και «Παράτα με» αφορά τον μαμαδισμό, τον οποίον θέλουν να πετάξουν από πάνω τους μια και έγιναν ή γίνονται όπου να 'ναι ενήλικες με σεξουαλική ζωή, τον μαμαδισμό μαζί με την παιδική τους ηλικία απαξιώνουν, όχι την μαμά την ίδια.
Συνήθως τα έφηβα μας αγαπάνε (στο βάθος) εμάς τις μαμάδες, απλώς δεν θέλουν πολλά-πολλά μαζί μας. Ανακαλύπτουν την προσωπικότητα, την ταυτότητά τους, ακόμα και μέσα από την άρνηση, το τείχος, την απόσταση. Τα έχω διαβάσει σε βιβλία όλα αυτά, μου τα έχουνε πει άνθρωποι με αντικειμενική στάση και γνώσεις ψυχολογίας, δεν τα λέω ως ειδήμονας, ούτε τα έχω εμπεδώσει.
Έκλαιγα με μαύρο δάκρυ όταν ο μεγάλος γιος μου έκοψε εντελώς τα χάδια, όταν τραβιότανε κάθε φορά που πήγαινα να τον αγγίξω. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ακόμα κλαίω όταν τα μικρότερα παιδιά μου γέρνουν το κεφάλι τους μακριά από το χέρι μου (ο γιός) ή φωνάζουν «Άσε με ρε μαμά!» (η κόρη). Δεν το παίρνω προσωπικά, ξέρω ότι είναι μια φάση της ζωής του ανθρώπου, ότι περνάει μια μέρα αυτή η φάση και δίνει τη θέση της σε άλλες φάσεις, όχι απαραίτητα χειρότερες.
Απλώς η φάση που τελείωσε ανεπιστρεπτί είναι αυτή της παιδικής ηλικίας των παιδιών μου, και μαζί του τρυφερού μαμαδέξ αγγίγματος. Του χαδιού, της αγκαλιάς, του ανακατέματος μαλλιών, του «μια σφιχτή αγκαλίτσα», του «άλλη μια αγκαλιά μαμά», γενικά του παιχνιδιάρικου, παιδιάστικου, αγαπησιάρικου αγγίγματος που σε όλη μας την ενήλικη ζωή, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε συνδυάσει με τους γονείς μας…
*** Cringy, cring, από το ρήμα Cringe = to recoil in distaste (απομακρύνομαι με ελαφριά αηδία). Η έκφραση «κριντζ» στα έφηβα σημαίνει «ίου» (κάτι για το οποίο ντρέπομαι και λίγο σα να αηδιάζω κι όλας).