Όσα συζητήθηκαν στα πάνελ σε video, highlights και εικόνες
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
12°
Paco Rabanne: Ο σχεδιαστής που έδωσε σχήμα στην εποχή του διαστήματος
Paco Rabanne: Η συναρπαστική περιπέτεια του Ισπανού σχεδιαστή στον κόσμο της μόδας
Στις 3 Φεβρουαρίου 2023, η διευθύντρια μόδας των New York Times, Vanessa Friedman, έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα “Αντίο στον Paco Rabanne, που έδωσε σχήμα στην εποχή του διαστήματος”.
Και αυτό είναι τόσο σωστό και παράλληλα τόσο παράδοξο, αν σκεφτεί κανείς πόσο “πριν” από την πραγματική εποχή του διαστήματος (τώρα, ουσιαστικά), το έκανε ο Ισπανός σχεδιαστής Paco Rabanne.
Αν το 2023 ο Rabanne είναι τόσο “τώρα”, στα ‘60ς ήταν απλώς avant garde.
Τα κύρια χαρακτηριστικά του Paco Rabanne ήταν η τόλμη και το avant garde στιλ που σπάσανε σε χιλιάδες κομματάκια, όσα και οι μεταλλικές ψηφίδες που χρησιμοποιούσε στα “ διαστημικά” του φορέματα, όλους τους κανόνες της Μόδας. Κι αν οι ιδιαίτερες, μεταλλικές συλλογές ρούχων του ήταν δύσκολο να υιοθετηθούν από το, αποσβολωμένο πάντως, κοινό και επιχειρηματίες της Μόδας, τότε υπήρχαν τα υπερ-επιτυχημένα αρώματά του που ισοφάριζαν την απήχηση και την εμπορική του αξία, κρατώντας ευτυχισμένους τους τελευταίους. Πολύ γνωστά και πρόσφατα παραδείγματα το 1 Million και Lady Million μέσα στις ολόχρυσες – επίσης έργα τέχνης- συσκευασίες τους.
Οι δημιουργίες του είχαν πάντα κάτι νέο και συναρπαστικό να δείξουν, χάρι στο καινοτόμο στιλ τους, το οποίο προκαλούσε δυνατά συναισθήματα όπως “ανυπομονησία για το μέλλον”, “ανατριχίλα όπως όταν το παγωμένο μέταλλο ακουμπάει το ζεστό δέρμα”, “ασίγαστη επιθυμία να ανεβάσεις την ένταση στη μουσική”, “νοσταλγία να βρεθείς σε ένα lounge διαστημικού σταθμού”. Στιλ εκπληκτικό και προκλητικό.
Ο Francisco Rabaneda Cuervo (18 Φεβρουαρίου 1934 – 3 Φεβρουαρίου 2023), πιο γνωστός με το “Γαλλοποιημένο” όνομα Paco Rabanne ήταν ο Ισπανός designer που έκανε να προσέξουν τη μόδα ακόμα και αυτοί που ενδιαφέρονται για τη μεταλλουργία και την αρχιτεκτονική.
Στα ‘60ς η ποπ κουλτούρα λάτρευε να ανακαλύπτει νέα ονόματα με απίθανα ταλέντα και να τους δίνει επεισοδιακές ονομασίες όπως “Το Τρομερό Παιδί του κόσμου της Μόδας” που κέρδισε για τον εαυτό του ο Rabanne κυρίως επειδή χρησιμοποίησε αντισυμβατικά υλικά όπως το μέταλλο και το πλαστικό στα ρούχα του τα οποία είχαν μία και μόνη αναφορά: το μέλλον. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι σχεδίαζε ασταμάτητα στολές για αεροσυνοδούς – space hostesses για τα ταξίδια στο διάστημα. Την ίδια εποχή, άλλοι συνοδοιπόροι του σε αυτό το υπερ-μοντέρνο ταξίδι της μόδας ήταν ο Pierre Cardin και ο André Courrèges.
Ο Paco συνεργάστηκε με μια σειρά από εμβληματικούς οίκους μόδας και σχεδίασε κοστούμια για ταινίες, όπως η Barbarella που έκανε διάσημη την Τζέιν Φόντα και υπέροχη ακόμα και μέσα σε μία γελοία (με την καλή έννοια) pop-space όπερα. Ο Rabanne στη ζωή του κέρδισε πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων και εκείνο της Λεγεώνας της Τιμής, το οποίο αναγνώριζε τη συνεισφορά του στις τέχνες και τη μόδα.
“H μαμά μου δουλεύει στου Balenciaga”
Ο Rabanne γεννήθηκε στη χώρα των Βάσκων, στην πόλη Pasaia της επαρχίας Gipuzkoa. Ο πατέρας του ήταν αξιωματικός του Δημοκρατικού Στρατού και εκτελέστηκε από τους στρατιώτες του Φράνκο κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου. Η μητέρα του Paco δούλευε ως προϊσταμένη μοδίστρα στον πρώτο οίκο μόδας του Cristóbal Balenciaga στη Βασκική πόλη Donostia. Η οικογένεια Rabanne ακολούθησαν τη δουλειά της μαμάς και μετακόμισαν στο Παρίσι το 1939, όταν ο οίκος μετέφερε εκεί την έδρα του. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο Παρίσι, ενώ σπούδαζε αρχιτεκτονική στην l'École Nationale des Beaux-Arts, ο Rabanne κέρδιζε χρήματα κάνοντας σκίτσα μόδας και σχεδιάζοντας κουμπιά για τον Dior και τον Givenchy και σκίτσα παπουτσιών για τον Charles Jourdan, αν και στη συνέχεια άρχισε να δουλεύει με τον κορυφαίο κατασκευαστή οπλισμένου σκυροδέματος στη Γαλλία, τον Auguste Perret. Εκεί εργάστηκε για περισσότερα από δέκα χρόνια, σχεδιάζοντας με έναν απρόοπτο τρόπο το στιλ της νέας τσιμεντούπολης ενώ μέσα στο μυαλό του τα υλικά και η συνδυασμοί τους αποκτούσαν περίπλοκες σχέσεις σε μικρότερα και κομψότερα μεγέθη. Ήταν σαν να μάθαινε να ντύνει τη γυναικεία φιγούρα, κάνοντας πρακτική εξάσκηση επάνω στη νέα μορφή της μεταπολεμικής πόλης.
“Τα Δώδεκα Αφόρετα Φορέματα”
Από μια άποψη, τα περίφημα μεταλλικά του φορέματα, είναι “κοσμήματα ενωμένα αναμεταξύ τους” αφού, άλλωστε με τη δημιουργία κοσμημάτων ξεκίνησε την καριέρα του, για τους οίκους των Givenchy, Dior, και Balenciaga. Τον δικό του οίκο τον ξεκίνησε το 1966 και αμέσως έγινε γνωστός για τη χρήση αντισυμβατικών υλικών όπως μέταλλο, χαρτί, πλαστικό και κουμπιά για να δημιουργήσει φανταχτερά ρούχα οργιώδους φαντασίας με έντονη θεατρικότητα.
Εκείνη τη χρονιά, την 1η Φεβρουαρίου στο Hotel George V, αποφάσισε να κάνει το ντεμπούτο του με ένα μανιφέστο που του έδωσε τον τίτλο “12 αφόρετα φορέματα με σύγχρονα υλικά”, μία σειρά μίνι φορεμάτων φτιαγμένων από εκατοντάδες πλαστικούς και μεταλλικούς δίσκους ενωμένους αναμεταξύ τους με κρίκους, αντικαθιστώντας τις βελόνες και τις κλωστές με πένσες (κάποτε είχε δηλώσει ότι “ το ράψιμο είναι σκλαβιά”).
Τα μοντέλα, τα οποία ήταν μαύρα κορίτσια (μέσα σε έναν κόσμο μοντέλων όπου βασίλευαν οι λευκές) περπατούσαν ξυπόλυτα, έχοντας τα επίσης διαστημικά χτενίσματα του Vidal Sassoon. Ο Rabanne, κατά περίεργο τρόπο, δεν θεωρούσε τον εαυτό του φουτουριστή, ίσως γιατί θεωρούσε απόλυτα “φορέσιμα” τα ρούχα του για το 1966. Ο κόσμος της Μόδας όμως, είδε μόνο space age στα ρούχα εκείνα και η Hedy Philips του περιοδικού People σημείωνε ότι ο νεαρός Rabanne “έφερε στον κόσμο της μόδας τα πάνω κάτω”.
Όταν το 2010 ο υπουργός Πολιτισμού και Επικοινωνιών Frédéric Mitterrand τίμησε τον Rabanne με το παράσημο της Λεγεώνας της Τιμής, εκείνη την “αφόρετη” συλλογή φορεμάτων ανέφερε ως ενδεικτική της ιδιοφυΐας του σχεδιαστή ενώ το London Museum of Design ονόμασε την εμβληματική του τσάντα Skyline του 1969 με τις αλυσίδες, “Μία από τις 50 τσάντες που άλλαξαν τον κόσμο.”
Η Coco Chanel τον απέρριπτε απαξιωτικά ως “εργάτη μεταλλουργίας”.
Ο Rabanne συνέχισε να καινοτομεί, δημιουργώντας μια συλλογή από χάρτινα φορέματα που συγκρατούνταν με πολύχρωμη κολλητική ταινία Scotch το 1967, τη χρονιά που οι Times τον χαρακτήρισαν “ένα νέο είδος φοβερής κομψότητας”. Στις άλλες πειραματικές του τεχνικές περιλαμβάνονταν το πλέξιμο με κομμάτια γούνας, τα μονοκόμματα γλυπτά ρούχα, και η χρήση του ξύλου και της ινδικής καρύδας. Αργότερα στα υλικά του συμπεριέλαβε το Velcro, το αλουμίνιο και το fiberglass. Η Coco Chanel τον απέρριπτε απαξιωτικά ως “εργάτη μεταλλουργίας”. Ο ίδιος, όπως εξήγησε, ήθελε απλώς να μετατρέψει τις γυναίκες “σε σύγχρονους πολεμιστές”.
Αν και με τόσο μέταλλο και αλυσίδες σαν πανοπλίες που είχαν αρκετό βάρος, ο Rabanne έκανε ρούχα σαν να ήθελε να τα απαλλάξει από τη βαρύτητα, με την έννοια της κίνησης και της κομψότητας. Ήθελε να κάνει τις γυναίκες να νιώθουν ελαφρές σαν να πετάνε. Όπως είχε πει στους Times, “Ο άνθρωπος δεν έχει αλλάξει τη στολή του εδώ και 100 χρόνια. Αλλά τώρα, οι γυναίκες έχουν απελευθερωθεί”.
Η Barbarella και τα άλλα κορίτσια
Στον κινηματογράφο είχε κάνει κοστούμια για τα φιλμ Casino Royale και Two for the Road, του 1967, για το “Δυο τρία πράγματα που ξέρω για αυτήν” του Jean-Luc Godard και για το ψευδο-ντοκιμαντέρ του φωτογράφου William Klein “Ποιά είστε, Polly Maggoo?”. Κλασική είναι η αληθινή σκηνή σε αυτή την ταινία όπου ένα μοντέλο, φορώντας τα μεταλλικά του ρούχα στη διάρκεια μίας επίδειξης, κόβει το δέρμα της στον ώμο από μία λαμαρίνα.
Η μεγάλη του φήμη όμως ήρθε με την Barbarella.
Το νέο poster girl της διαστημικής εποχής ήταν η Τζέιν Φόντα/Μπαρμπαρέλα στην ομώνυμη ταινία του 1968, ένα κορίτσι που ταξίδευε στο διάστημα και λάτρευε το σεξ, δημιούργημα του Ροζέ Βαντίμ που την έντυσε με τα φουτουρολογικά ποπ κοστούμια του ενδυματολόγου Jacques Fonteray, όλα βασισμένα στα ρούχα του Rabanne ο οποίος έκανε το εμβληματικό πράσινο φόρεμα που τόνιζε τα μάτια της Φόντα. Η δουλειά του Rabanne αγκαλιάστηκε από τον κόσμο της μουσικής. Μεγάλη φαν των ρούχων του ήταν η τραγουδίστρια/εικονική μποέμ των Παρισίων, Françoise Hardy καθώς και η Mylène Farmer που ανέθεσε στον Rabanne να σχεδιάσει όλα τα ρούχα της περιοδείας της του 1996. Το ίδιο τον αγάπησαν και κάποιες “αντισυμβατικές” φιγούρες κινηματογραφικών σταρ που έφεραν το νέο είδος γυναίκας στην οθόνη, η κάθε μία με τον τρόπο της: η Mia Farrow, η Audrey Hepburn, η Brigitte Bardot και η Jane Birkin.
Τα αρώματα και ο αποκρυφισμός
Το 1968, ο Rabanne άρχισε να συνεργάζεται με την εταιρεία αρωμάτων Puig η οποία ανέλαβε τη διανομή των αρωμάτων του. Το 1969 κυκλοφόρησε το πρώτο του - και αναμφισβήτητα το πιο δημοφιλές - άρωμα, που ονομαζόταν Calandre, ένα δύσκολο να ταξινομηθεί γυναικείο άρωμα με τόνους εσπεριδοειδών, περγαμόντου, λουλουδάτη καρδιά με λευκό τριαντάφυλλο, πελαργόνιο και υάκινθο, με ξυλώδη βάση και άρωμα πούδρας. Η επιτυχία ήταν τεράστια.
Το 1976, η εταιρεία έχτισε ένα εργοστάσιο αρωμάτων στο Chartres της Γαλλίας.
Το 1994, ο Rabanne κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το άρωμα με το όνομα XS. Το άρωμα 1 Million, το οποίο κυκλοφόρησε το 2008, ήταν το τελευταίο άρωμα στο οποίο ο Paco Rabanne θα έπαιζε ρόλο στην ανάπτυξή του και θεωρείται ένα από τα πιο δημοφιλή ανδρικά αρώματα παγκοσμίως.
Το Lady Million, ένα άρωμα αναγνωρίσιμο από τα διακριτικά χρυσά μπουκάλια του, είχε επίσης ισχυρή παρουσία στην αγορά μέχρι και σήμερα, το 2023.
Ο Paco Rabanne ήταν γνωστός και για τα προχωρημένα οράματά του και τα ενδιαφέροντά του στον αποκρυφισμό. Ακόμα και το όνομα “Paco Rabanne“ το επέλεξε γιατί είχε 11 γράμματα που θεωρούσε ότι ήταν τυχερός αριθμός. Υπήρξε ένας πραγματικός οραματιστής στον κόσμο της μόδας βλέποντας ολοκάθαρα το μέλλον όταν, στη δεκαετία του 1970, προέβλεψε τον ρόλο του Διαδικτύου στη λιανική και το μάρκετινγκ και ήταν ένας από τους πρώτους σχεδιαστές που κυκλοφόρησε άρωμά του στο διαδίκτυο στα μέσα της δεκαετίας του 1990, χρησιμοποιώντας τον τότε νέο ιστότοπο ηλεκτρονικού εμπορίου CyberShop.
Αλλά είχε ξεπεράσει ακόμα και το ίδιο το ίντερνετ: Ο Rabanne πίστευε ότι είχε δει τον Θεό τρεις φορές, ότι είχε γνωρίσει τον Ιησού, ότι τον επισκέφτηκαν εξωγήινοι, ότι ήταν 75.000 ετών και ότι είχε πολλές προηγούμενες ζωές. Σε μία από αυτές τις ζωές ήταν πόρνη κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λουδοβίκου XV και σε μία άλλη έλεγε ότι δολοφόνησε τον Τουταγχαμών. Ανάμεσα στις προβλέψεις του ήταν και ότι ο ρωσικός διαστημικός σταθμός Mir θα έπεφτε στο Παρίσι (δεν έπεσε τελικά). Οι New York Times τον περιέγραψαν κάποτε ως “μελλοντολόγο, κουτιριέρ, μυστικιστή, τρελό, ντανταϊστή, γλύπτη, αρχιτέκτονα, αστρολόγο, αρωματοποιό, καλλιτέχνη και προφήτη”.
Ο Σαλβαδόρ Νταλί όλα αυτά τα συνόψισε σε κάτι πιο απλό: τον αποκάλεσε απλώς τη Δεύτερη Ιδιοφυΐα της Ισπανίας. Το 1994, ο Rabanne έγραψε και το βιβλίο “Έχει αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση; Μέσα από το σκοτάδι στον Διαφωτισμό”.
“Πριν εξαφανιστώ από αυτόν τον πλανήτη “
Το 1981, ξεκίνησε μία σειρά με έπιπλα σπιτιού, το 1983 μια σειρά έτοιμα ενδύματα για άνδρες, το 1990 γυναικεία έτοιμα ενδύματα. Κάποια στιγμή έφτασε να έχει υπογράψει 140 σειρές με το όνομά του. Ο Rabanne αποσύρθηκε το 1999, αν και ο οίκος Puig συνέχισε να κυκλοφορεί νέα αρώματα υπό την επωνυμία του, με πιο διάσημο το 1 Million. Το 2005, ο Rabanne άνοιξε στη Μόσχα, στη Ρωσία, την πρώτη έκθεση των σχεδίων του. Το σκεπτικό του για την παρουσίαση των σχεδίων τότε ήταν: “Είμαι 72 ετών και ήθελα να παρουσιάσω τα σχέδιά μου φέτος πριν εξαφανιστώ από αυτόν τον πλανήτη. Δεν τα έχω δείξει σε κανέναν εκτός από τον Σαλβαντόρ Νταλί πριν από 30 χρόνια, ο οποίος μου είπε να συνεχίσω να σχεδιάζω” . Ένα από τα ασπρόμαυρα σκίτσα απεικονίζει ένα παιδί να αφήνει ένα περιστέρι και ένα λευκό μπαλόνι στον ουρανό, το οποίο εμπνεύστηκε από την τελετή μνήμης για την επίθεση το 2004 στο Μπεσλάν της Βόρειας Οσετίας, στην οποία 319 όμηροι σκοτώθηκαν, μεταξύ των οποίων 186 παιδιά, 12 στρατιωτικοί και 31 όμηροι. Ο Rabanne ήθελε τα χρήματα από τις πωλήσεις των σχεδίων του να πάνε στις γυναίκες του Μπεσλάν.
Το 2006, ο Rabanne επισκέφθηκε το Κίεβο της Ουκρανίας. Σχολιάζοντας την Πορτοκαλί Επανάσταση είπε, “Η Ουκρανία μου θυμίζει ένα λουλούδι που ξεδιπλώνει τα πέταλά του μπροστά στα μάτια μου”.
Ο Paco Rabanne πέθανε στο σπίτι του στο Portsall στη Γαλλία, στις 3 Φεβρουαρίου 2023, σε ηλικία 88 ετών.
Η πιο διάσημη φράση του ήταν: “Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, για να κάνουμε ένα μεγάλο άλμα προς τα εμπρός, είναι πάντα απαραίτητο να κάνουμε μερικά βήματα πίσω”.
Δειτε περισσοτερα
Το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη Παιχνιδιών και τώρα κυκλοφορεί και σε βιβλίο
Η λαμπερή ιστορία της γυναίκας που επαναπροσδιόρισε τη μόδα
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της