Κοκό Σανέλ, 1957
Κοκό Σανέλ, 1957 © Lovelace/Daily Express/Hulton Archive/Getty Images
Fashion

Τι συμβαίνει, επιτέλους, με τις τσέπες των γυναικείων ρούχων;

Μία αναπάντεχη μορφή ανισότητας σε μια μικρή γωνιά των ρούχων μας
looksiteblackandwhite.jpg
Look Team
8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ
UPD
  • UPD
  • looksiteblackandwhite.jpg
    Look Team
  • 8’ ΔΙΑΒΑΣΜΑ

Η τσέπη στα γυναικεία ρούχα ήταν πολύ συχνά διακοσμητική και φυσικά υπήρχαν πολλοί λόγοι γι’ αυτή την παράλειψη

Γιατί τα ανδρικά ρούχα έχουν τόσες πολλές τσέπες, ενώ τα γυναικεία τόσο λίγες; Εδώ και αιώνες, η ταπεινή τσέπη αποτελεί σημείο τριβής στη διαχωριστική γραμμή των φύλων στη μόδα. Τώρα, με το hashtag #WeWantPockets (μτφρ.: θέλουμε τσέπες) να αποκτά δυναμική στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μήπως ήρθε επιτέλους η ώρα να αλλάξει αυτό;

Οι τάσεις στα social media συχνά είναι δύσκολο να ερμηνευθούν και, με την πρώτη ματιά, η πρόσφατη έξαρση από βίντεο στο TikTok όπου γυναίκες προσπαθούν να κρατήσουν όσο περισσότερα αντικείμενα μπορούν με τα χέρια τους, φαινόταν εξίσου ακατανόητη με πολλές άλλες viral μόδες. Όμως το «clawgrip» (η...νυχολαβή, το να αρπάζεις κάτι με τα νύχια) δεν είναι τόσο τυχαίο όσο φαίνεται και επαναφέρει ένα ερώτημα που μοιάζει ανούσιο αλλά ίσως και όχι τόσο: γιατί τα γυναικεία ρούχα δεν έχουν (αρκετές) τσέπες.

Έχει σχεδόν γίνει meme - μια γυναίκα να επαινεί το φόρεμα μιας άλλης, και η απάντηση να είναι ένα ενθουσιώδες: «Έχει και τσέπες!». Ξεχάστε την αναζήτηση για το τέλειο τζιν, το απόλυτο λευκό T-shirt ή το ιδανικό μαύρο φόρεμα —τίποτα δεν είναι τόσο βολικό σε ένα ρούχο, όσο λίγα εκατοστά τετράγωνου υφάσματος, ΤΣΕΠΕΣ!

Όμως πίσω από όλη αυτή τη χαριτωμένη έξαρση κρύβεται μια αληθινή απογοήτευση: η ταπεινή τσέπη αποτελεί εδώ και καιρό σημείο τριβής, ίσως το τελευταίο στις περί ισότητας συζητήσεις, αλλά ναι, η αδικία στις τσέπες εις βάρος των γυναικών δεν είναι κάτι καινούργιο – είναι μια απογοήτευση που κρατά αιώνες. Καθώς τα κινητά τηλέφωνα μεγάλωναν σε μέγεθος, οι γυναίκες συνειδητοποίησαν πόσο ανεπαρκείς ήταν οι τσέπες τους. Μια έρευνα της YouGov το 2020 στο Ηνωμένο Βασίλειο αποκάλυψε ότι τέσσερις στις δέκα γυναίκες απέρριπταν κάποιο ρούχο, μόλις διαπίστωναν ότι δεν είχε τσέπες.

Όμως, κι όταν υπάρχουν, αυτές είτε είναι μικρές είτε διακοσμητικές, καμία σχέση δηλαδή με τις τσέπες των ανδρικών ρούχων. Νωρίτερα φέτος, ένα οκτάχρονο κορίτσι έστειλε επιστολή στο βρετανικό σούπερ μάρκετ Sainsbury’s, ρωτώντας γιατί τα παντελόνια για κορίτσια είχαν ψεύτικες τσέπες ενώ των αγοριών ήταν αληθινές. «Τα κορίτσια χρειάζονται κι αυτά να κουβαλούν πράγματα!», έγραφε στην επιστολή της, αναγκάζοντας εκπρόσωπος της εταιρείας να εξετάσει το θέμα. «Οι τσέπες έχουν γίνει ένα συμβολικό και πολύ αμφιλεγόμενο στοιχείο τόσο της ανδρικής όσο και της γυναικείας ενδυμασίας», λέει η Καρολάιν Στίβενσον, διευθύντρια του προγράμματος Πολιτισμικών και Ιστορικών Σπουδών στο University of the Arts London.

Στις επιδείξεις μόδας για τη σεζόν φθινόπωρο/χειμώνας 2025-26, που καθορίζουν τις τάσεις των επόμενων μηνών, υπήρχαν σημάδια ότι η βιομηχανία αρχίζει να δίνει σημασία. Πολλά μοντέλα περπάτησαν στις πασαρέλες με τα χέρια χωμένα βαθιά στις τσέπες τους – αποπνέοντας μια επιπλέον δόση αυτοπεποίθησης σε σχέση με εκείνα που άφηναν τα χέρια τους να αιωρούνται ελεύθερα. Στον οίκο Simone Rocha, η ηθοποιός Φιόνα Σο είχε τα χέρια της κρυμμένα μέσα σε ένα μαύρο σατέν φόρεμα σε σχήμα αυγού. Υπήρχαν πολλές τσέπες και στις συλλογές των Prada και Louis Vuitton. Το αν πρόκειται για μια ουσιαστική αλλαγή ή απλώς για μια παροδική στιγμή στον κύκλο της μόδας – ή αν θα περάσει τελικά στα ρούχα που φορούν οι γυναίκες στην καθημερινότητά τους – μένει να φανεί.

Η ιστορία της τσέπης

Οι τσέπες στα γυναικεία ρούχα ήταν για πολύ καιρό κάτι δευτερεύον. «Τον 16ο και 17ο αιώνα, οι γυναίκες είχαν ένα είδος τσέπης», λέει η Στίβενσον. «Είχαν τις λεγόμενες “δετές τσέπες”, που δένονταν γύρω από το σώμα και φοριούνταν κάτω από τις φούστες, οι οποίες είχαν σχισμές στα πλάγια ώστε να μπορείς να φτάσεις στο εσωτερικό τους». Αυτές οι δετές τσέπες ήταν συχνά περίτεχνα διακοσμημένες και χρησιμοποιούνταν για την αποθήκευση αντικειμένων όπως κλειδιά, χρήματα, μαντήλια και σετ ραπτικής, καθώς και πολύτιμα είδη όπως ρολόγια, ταμπακιέρες και φιαλίδια με αρώματα. «Συμβόλιζαν μια αίσθηση αυτονομίας», εξηγεί η Στίβενσον. «Αλλά εξαφανίστηκαν στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν εισήχθη το στιλ της εποχής Regency και οι σιλουέτες έγιναν πολύ πιο αδύνατες και οι ενδυμασίες πολύ πιο εφαρμοστές».

Με την εξαφάνιση των τσεπών, χάθηκε και αυτή η αυτονομία. «Αν ως γυναίκα δεν μπορείς να πάρεις τα πολύτιμά σου μαζί στον δημόσιο χώρο, γίνεσαι πολύ πιο ευάλωτη και εξαρτημένη από άνδρες ή υπηρέτες», λέει η Στίβενσον. Όλα όσα θα μπορούσαν να μπουν σε μια τσέπη – χρήματα, κλειδιά, σημειώματα – συμβόλιζαν πράγματα που θεωρούνταν ότι δεν αφορούσαν τις γυναίκες, όπως η ιδιοκτησία, η εξουσία και η ιδιωτικότητα. Κάποιες γυναίκες άρχισαν να κρατούν μικρές τσάντες αντί για τσέπες. «Αυτό ήταν επίσης κάτι που σε έκανε πιο ευάλωτη, γιατί σήμαινε ότι δεν μπορούσες να χρησιμοποιήσεις τα χέρια σου πραγματικά», προσθέτει η Στίβενσον.

Αν και η έλλειψη τσεπών ήταν αναμφίβολα εξίσου απογοητευτική για τις γυναίκες τότε όσο και σήμερα, δεν αναδείχθηκε πραγματικά ως πολιτικό ζήτημα μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. «Οι σουφραζέτες διεκδικούσαν ψήφο για τις γυναίκες, αλλά και τσέπες», λέει η Στίβενσον. Σατιρικά σκίτσα της εποχής κορόιδευαν τις σουφραζέτες που έβαζαν τα χέρια τους σε μεγάλες τσέπες όπως οι άνδρες. «Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η τσέπη έγινε ένα από τα συμβολικά μέσα αντίδρασης απέναντι στην επιθυμία της γυναίκας για ανεξαρτησία και ελευθερία», λέει η Ελίζαμπεθ Έβιτς Ντίκινσον, συγγραφέας μιας νέας βιογραφίας για μια γυναίκα που ήταν αποφασισμένη να λύσει το πρόβλημα των τσεπών: την Αμερικανίδα σχεδιάστρια μόδας Κλερ Μακκάρντελ.

Πολιτικό ζήτημα η τσέπη;! Ω, ναι

Στο βιβλίο «Κλερ Μακκάρντελ: The Designer Who Set Women Free», η Ντίκινσον εξετάζει πώς η Μακκάρντελ –μια εξαιρετικά επιτυχημένη σχεδιάστρια έτοιμων ενδυμάτων και μία από τις πρώτες που απέκτησε δική της ετικέτα – πρωτοστάτησε στο μοντέρνο αμερικανικό στυλ σχεδιάζοντας ρούχα που ταίριαζαν όχι μόνο στο σώμα των γυναικών, αλλά και στη ζωή τους. «Η Μακκάρντελ πίστευε βαθιά ότι τα ρούχα πρέπει να είναι όμορφα, πρακτικά και άνετα, και κατανοούσε ότι οι τσέπες είναι κάτι παραπάνω από απλός αποθηκευτικός χώρος», εξηγεί η Ντίκινσον.

«Κατανοούσε την ψυχολογία της ένδυσης και ότι μερικές φορές απλώς χρειάζεσαι να κάνεις κάτι με τα χέρια σου. Η ιδέα του να βάλεις το ένα χέρι στην τσέπη και να γείρεις προς τα πίσω σε κάνει να φαίνεσαι κυρίαρχος. Σε κάνει να φαίνεσαι αβίαστα cool. Υπάρχει ένα είδος οπτικής δήλωσης στο να έχεις το χέρι σου μέσα σε μια τσέπη». Δεν ήταν η πρώτη σχεδιάστρια του 20ού αιώνα που έδωσε τσέπες στις γυναίκες – η Κοκό Σανέλ το είχε ήδη κάνει για όσες μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τα ρούχα της, και οι κομψές δημιουργίες της παρουσιάζονταν από αστέρες όπως η Όντρεϊ Χέπμπορν, η Μέριλιν Μονρόε και η Τζάκι Κένεντι.

Όμως η Μακκάρντελ σχεδίαζε για διαφορετικό κοινό. «Αυτό που ήταν τόσο σημαντικό με τη Μακκάρντελ ήταν ότι ήταν από τις πρώτες που συνδύασαν τον υψηλό σχεδιασμό με τη μαζική παραγωγή». Η Ντίκινσον υποστηρίζει ότι, για τη Μακκάρντελ, τα ρούχα ήταν μια φυσική έκφραση των ιδεών, της ταυτότητας και των επιθυμιών των γυναικών. «Οι τσέπες ήταν μέρος ενός συστήματος που έθεσε σε εφαρμογή, το οποίο σκεφτόταν κάθε πτυχή του πώς ντύνεται μια γυναίκα. Το σκέφτηκε επειδή αυτό ήταν το ποια ήταν. Ήταν εργαζόμενη γυναίκα, ανύπαντρη μέχρι τα 40 της, και δεν ήταν ιδιαίτερα πλούσια».

Η Μακκάρντελ δεν είχε χρόνο για τα επαναλαμβανόμενα επιχειρήματα κατά των τσεπών – όπως το ότι χαλούν τη σιλουέτα. «Κατανοούσε την κατασκευή των ρούχων και πώς να τοποθετήσει την τσέπη τέλεια ώστε να λειτουργεί με το ένδυμα και να έχει απόλυτη λογική. Τα ρούχα της ήταν πολύ απλά και κομψά, αλλά τεχνολογικά προηγμένα». Ελευθερία κινήσεων. Η σχεδιάστρια είχε σύμμαχο την θρυλική αρχισυντάκτρια του Harper’s Bazaar, Νταϊάνα Βρίλαντ, η οποία εξέφραζε ανοιχτά την αγάπη της για τις τσέπες, προτείνοντας κάποτε ένα ολόκληρο τεύχος αφιερωμένο σε αυτές.

Το (καθόλου) αστείο στην όλη υπόθεση ήταν ότι οι προϊστάμενοι της Βρίλαντ έπρεπε να της υπενθυμίσουν ευγενικά ότι μεγάλο μέρος των εσόδων (από διαφημίσεις) του περιοδικού προερχόταν από τις τσάντες μεγάλων οίκων. Αυτό εξακολουθεί να ισχύει και σήμερα. «Η βιομηχανία της μόδας έχει συμφέρον να έχουν οι γυναίκες τσάντες, οπότε είναι λογικό να προωθεί την ιδέα ότι οι γυναίκες πρέπει να κουβαλούν τα προσωπικά τους αντικείμενα σε κάτι ξεχωριστό και όχι μέσα σε μια τσέπη πάνω στα ρούχα τους», λέει η Στίβενσον. Αργότερα, η Βρίλαντ ζήτησε από τη Μακκάρντελ να σχεδιάσει ένα φόρεμα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, με αποτέλεσμα το εμβληματικό “pop-over”, ένα απλό φόρεμα τύπου wrap με μια μεγάλη τσέπη.

Όμως οι προσπάθειες της Μακκάρντελ να προσφέρει στις γυναίκες μόδα που ανταποκρινόταν στη ζωή και τις φιλοδοξίες τους σύντομα παραμερίστηκαν από ένα νέο πρόσωπο στη μόδα. Κατά τη διάρκεια του πολέμου υπήρχε ανάγκη για πρακτικά ρούχα, αλλά μόλις τελείωσε, το “New Look” του Christian Dior προώθησε τη στενή γυναικεία μέση, τις φουσκωτές φούστες και μια σιλουέτα που παρέπεμπε σε μια παραδοσιακή ιδέα θηλυκότητας. Η φαντασία υπερίσχυσε της πρακτικότητας. Το 1954, ο Christian Dior φέρεται να δήλωσε: «Οι άνδρες έχουν τσέπες για να βάζουν πράγματα, οι γυναίκες για διακόσμηση». Είναι ειρωνικό, λοιπόν, ότι η συλλογή Dior για τη σεζόν φθινόπωρο/χειμώνας 2025-26 – η τελευταία που σχεδιάστηκε από την απερχόμενη Καλλιτεχνική Διευθύντρια Μαρία Γκράτσια Κιούρι – ήταν γεμάτη τσέπες.

Περιγράφοντας τα ρούχα στις σημειώσεις της επίδειξης, η Κιούρι ανέφερε: «Οι σιλουέτες είναι σταθερά στο παρόν, τονίζοντας τόσο τον λειτουργικό ρόλο της ένδυσης όσο και εκείνον που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες επιθυμίες». Έμοιαζε με πλήρη ανατροπή – αλλά με την Κιούρι, την πρώτη γυναίκα καλλιτεχνική διευθύντρια του οίκου, να αντικαθίσταται πλέον από τον Τζόναθαν Άντερσον – και με πολλούς άλλους οίκους, όπως οι Chanel, Versace, Celine και Alexander McQueen, να διευθύνονται από άνδρες, μπορούμε πραγματικά να περιμένουμε ότι οι τσέπες θα παραμείνουν προτεραιότητα; Τόσοι άντρες σχεδιαστές θα θυμηθούν ότι έχουμε ανάγκη και από τσέπες; «Έχουμε απομακρυνθεί από το να είναι οι γυναίκες οι κυρίαρχες σχεδιάστριες ρούχων», λέει η Ντίκινσον.

«Και με αυτό, πιστεύω ότι απομακρυνόμαστε από την οπτική της γυναίκας και η μόδα γίνεται ξανά για τη γυναίκα ως αντικείμενο που φοράει ρούχα, αντί για τη γυναίκα ως αυτόνομο άτομο που κινείται στον κόσμο με πράγματα που έχουν νόημα για τη ζωή της». Η Στίβενσον συμφωνεί ότι η πρακτικότητα δεν αποτελεί προτεραιότητα, τουλάχιστον στη μόδα υψηλής ραπτικής. «Η βιομηχανία της μόδας δεν δίνει προτεραιότητα στην ιδέα της γυναικείας αυτονομίας ή ανεξαρτησίας όταν σχεδιάζει. Όλα καταλήγουν σε αυτήν την εξιδανικευμένη γυναικεία σιλουέτα». Με τη βιομηχανία της πολυτελούς μόδας να βρίσκεται σε αναταραχή και τα κέρδη να καταρρέουν, ίσως ήρθε επιτέλους η στιγμή να σταματήσουμε να λέμε στις γυναίκες τι χρειάζονται – και να αρχίσουμε να τις ακούμε.

Όσον αφορά τη μαζική και γρήγορη μόδα, οι κατασκευαστές θέλουν να παράγουν όσο το δυνατόν φθηνότερα – κάτι που συχνά σημαίνει καθόλου επιπλέον ύφασμα ή περίπλοκες σχεδιαστικές λεπτομέρειες (παρόλο που οι τσέπες θεωρούνται δεδομένες στα ανδρικά ρούχα). Όλα αυτά οδήγησαν κάποιες γυναίκες να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους. Η Τζούλι Σιγκίελ ίδρυσε τη δική της σειρά ρούχων «The Pockets Project» το 2021, αφού απογοητεύτηκε από την έλλειψη αλλαγής στον χώρο της μόδας. «Αυτό που με ενοχλεί είναι ότι ακόμα και σε σιλουέτες που μπορούν εύκολα να φιλοξενήσουν τσέπες, δεν τις βλέπουμε ή καταλήγουμε με αυτές τις μικροσκοπικές τσέπες. Υπάρχουν τόσα πολλά γυναικεία σύνολα που θα μπορούσαν να έχουν μεγάλες τσέπες.

Τελικά συνειδητοποίησα ότι αν ήθελα να γίνει η αλλαγή, θα έπρεπε να την κάνω εγώ η ίδια και να δημιουργήσω φορέματα που θέλω να φοράω – με μεγάλες τσέπες». Η Σιγκίελ λέει ότι μόλις συνειδητοποίησε την ανισότητα στις τσέπες, δεν μπορούσε να σταματήσει να παρατηρεί τις επιπτώσεις στην καθημερινότητά της. «Πάρε για παράδειγμα το εργασιακό περιβάλλον», λέει. «Όταν μπαίνεις σε μια αίθουσα συνεδριάσεων ως γυναίκα κρατώντας τσάντα, είναι σχεδόν σαν να είσαι φιλοξενούμενη στον χώρο. Αντίθετα, ένας άνδρας που μπαίνει με όλα του τα πράγματα στις τσέπες του, είναι απόλυτα άνετος. Αυτός είναι ο χώρος του. Λατρεύω μια καλή τσάντα. Με βοηθά να κουβαλώ πολλά πράγματα. Αλλά σε ορισμένες καταστάσεις, περνά πιο ισχυρό μήνυμα το να μην έχω τίποτα μαζί μου».

Η επιχείρησή της έχει γνωρίσει επιτυχία, με πολλές σειρές να εξαντλούνται και νέα σχέδια και χρώματα να προστίθενται – ενώ πολλές γυναίκες μοιράζονται μαζί της τις δικές τους απογοητεύσεις... τσέπης. «Μια γυναίκα μου έγραψε ότι όταν παντρευόταν ζήτησε από τον ράφτη να προσθέσει τσέπες στη ολόσωμη φόρμα του γάμου της, και εκείνος αρνήθηκε επειδή “δεν θα έδειχνε σωστό”. Το βρήκα απίστευτο», λέει η ίδια. Η Σιγκίελ είναι αισιόδοξη ότι η αλλαγή βρίσκεται στον αέρα. «Νιώθω ότι σημειώνουμε πρόοδο. Έχει περάσει καιρός από τότε που πήγα για ψώνια και είδα ψεύτικη τσέπη». Η Ντίκινσον είναι λιγότερο βέβαιη και πιστεύει ότι η Κλερ Μακκάρντελ θα ήταν συγκλονισμένη που η μόδα δεν έχει ακόμη βρει τρόπο να είναι ταυτόχρονα κομψή και πρακτική.

«Η Μακκάρντελ πίστευε ότι δεν δημιουργούσε απλώς ένα σύστημα για την παραγωγή ρούχων, αλλά μια βιομηχανία που θα έφερνε στο προσκήνιο την οπτική των γυναικών. Νομίζω ότι θα φρίκαρε σήμερα βλέποντας πόσο λίγες γυναίκες βρίσκονται στο τιμόνι των μεγάλων brands».Φαίνεται πως ο αγώνας για ισότητα στις τσέπες έχει ακόμη δρόμο μπροστά του. «Γιατί είναι ακόμα τόσο δύσκολο να ντυθεί μια γυναίκα στον κόσμο σήμερα;» ρωτά η Ντίκινσον. «Η ιδέα ότι η τσέπη εξακολουθεί να θεωρείται αξεσουάρ και όχι αναγκαιότητα είναι σοκαριστική».

ΠΗΓΗ: BBC.com

Δειτε περισσοτερα

Φραντσέσκα Ντιοταλέβι
Φραντσέσκα Ντιοταλέβι: Το να γράψω για τη Βίβιαν Μάιερ υπήρξε άσκηση λεπτότητας, σεβασμού και θάρρους

Με αφορμή το βιβλίο «Με τη δική σου ματιά μονάχα», η συγγραφέας μιλά αποκλειστικά στην Athens Voice για την πρόκληση να μετατρέψει την κρυφή ζωή της Μάιερ σε μια δυνατή μυθοπλαστική αφήγηση