Οι ράτσες της ψηφιακής Αθήνας
kiss&tell της Τζίνας Κωνσταντοπούλου #4
Το blog για συλλεκτικές στιγμές στην πόλη
Positive dressing Πώς να ντύνεσαι και να σκέφτεσαι θετικά. Και το αντίστροφο.
H Mαργαρίτα επιβεβαιώνει αυτό που υπαινίσσεται το όνομά της. Ένας χαρούμενος, αισιόδοξος άνθρωπος με αντικαταθλιπτικές εμπνεύσεις. Την ακούω να μιλάει στον Πολυχώρο Υγείας Παυλίδης, στην Ερμού. Η αίθουσα είναι γεμάτη, ο κόσμος κάθεται στις καρέκλες, στα σκαλάκια, μερικοί είναι όρθιοι. Κάποιοι έφυγαν άπραγοι αφού δεν γινόταν να μπουν μέσα. Η φάση μου θυμίζει λίγο κρυφό σχολειό κι ας έχει η ομιλία της Μαργαρίτας Γουργουρίνη ως τίτλο «Νιώσε καλά μέσα στα ρούχα σου». Το λέω γιατί σε μια πρώτη ανάγνωση, όταν ζεις σε περιβάλλον κρίσης, θα’ λεγες ότι τα ρούχα δεν παίζουν ως προτεραιότητα στην καθημερινή σκέψη σου.
Τα φαινόμενα μας απατούν, όμως, άλλη μία φορά. Η Μαργαρίτα το ξέρει αυτό από πρώτο χέρι. Αλλιώς γνωστή ως Μiss Gourgourini, είναι η μαμά του wearthistoday.com (με ένα κλικ κάθε μέρα, σου δίνει απάντηση στο τι να φορέσεις, είτε είσαι αγόρι είτε είσαι κορίτσι – πάντα σύμφωνα με τη τρέχουσα θερμοκρασία της Αθήνας. Και να το αγοράσεις on line αν θες).
Kι επειδή είναι μεγάλο πράγμα η σωτηρία της ψυχής, αναρωτιέμαι πως μπορείς να την πετύχεις φορώντας έστω το σωστό ρούχο. «Η κρίση που γνωρίσαμε στις δεκαετίες του 40 και του 50, ήταν ένα απίστευτο δράμα. Πόλεμος και Φτώχεια. Κι όμως, οι γυναίκες δεν σταμάτησαν να ντύνονται και να θέλουν να είναι όμορφες», λέει η Μαργαρίτα κι από κάτω κάποιοι, μεταξύ τους κι εγώ κρατάμε σημειώσεις στα retro τύπου τετραδιάκια που μας έχει μοιράσει. Μερικά πράγματα όταν τα γράφεις τα εμπεδώνεις καλύτερα. Όπως ότι οι γυναίκες τις μέρες του κραχ φορούσαν κόκκινο κραγιόν πιο πολύ από ποτέ. Κι αν δεν είχαν καλσόν να βάλουν, είχαν όμως φαντασία, διάθεση και τον πόθο να ζωγραφίσουν με ένα μολύβι μια μαύρη γραμμή ως άλλη ραφή στη γάμπα τους. Μετά, άνοιγαν την πόρτα κι έβγαιναν έξω για να κερδίσουν κάτι καλύτερο. «Όταν ντυνόμαστε, είναι ένας τρόπος που έχουμε για να δηλώσουμε ότι θέλουμε να συνεχίσουμε να ζούμε», λέει αποστομωτικά.
Έχει πολλές γυναίκες εδώ μέσα, έχει όμως κι άντρες που ακούν, μπορώ να πω, με πιο τεντωμένο αυτί απ’ ότι ίσως θα περίμενα. Άλλωστε είναι μύθος πως οι άντρες δεν περνάνε χρόνο μπροστά από τον καθρέφτη ή ότι δεν λένε ποτέ «δεν έχω τι να φορέσω». Όταν η Μαργαρίτα μας θυμίζει ότι οι Πέρσες ήταν οι κομψότεροι πολεμιστές και πως δεν παρέλειπαν να περιποιούνται το μούσι τους με λάδια, χμ, πως να το πω, η αίθουσα γέμισε ψίθυρους που ενώθηκαν σε λέξεις όπως «πρώτοι hipsters». Κοιτάω τον μουσάτο δίπλα μου που παρακολουθεί τα χείλη της Μαργαρίτας με ανασηκωμένο φρύδι –ξέρω πως αν δεν το κάνει ήδη, η έκφρασή του μαρτυρά πως από αύριο δεν θα ΄χει καμιά δικαιολογία να μην υιοθετήσει το συγκεκριμένο grooming tip.
Η Μαργαρίτα μιλάει για τα ρούχα ως μέσα έκφρασης της εικόνας μας και του ρόλου που θέλουμε να παίξουμε. Τα λέει ωραία, κι όχι απλά επειδή έχει πλασαριστεί στο χώρο κι ως fashion editor. Πίσω από τον κατατοπισμένο λόγο της κρύβονται οι σπουδές της στο σχέδιο Θεατρικών Κοστουμιών, στη Φλωρεντία. Συν τοις άλλοις, έχει δουλέψει ως buyer για ελληνικές εταιρείες του ελληνικού, λιανικού εμπορίου κι αν ήθελε θα μπορούσε πολύ εύκολα να σε ψαρώσει για τα ενδυματολογικά γούστα της ελληνίδας. Ευτυχώς, δεν θέλει.
Ξαφνικά, μια κυρία σηκώνει το χέρι. Εκφράζει με μια γλυκιά σχεδόν αγωνία στη φωνή, την απορία της: «Όταν φοράμε ένα φουλάρι τι πρέπει να προσέχουμε»;
Ουπς. Παύση. H Μαργαρίτα την κοιτάει διερευνητικά. Μετά σκάει ένα συγκρατημένο χαμόγελο και ακούγεται να λέει, «Κοιτάξτε, όταν έχετε ένα φουλάρι, θα κοιτάτε το κάδρο που σχηματίζεται από το κούρεμα μέχρι το ντεκολτέ σας».
«Μα έχω μια συνάδελφο στο γραφείο που όποτε εμφανιζόμαστε με φουλάρι, μας περνάει από ιερά εξέταση. Πάντα θα βρει κάτι λάθος και θα μας κολλήσει στο τοίχο που το φορέσαμε λάθος».
«Α, με συγχωρείτε αλλά δεν μας ενδιαφέρει τι λέει η fashion police του γραφείου. Eσείς, σας παρακαλώ, κοιτάξτε να φοράτε το φουλάρι που σας αρέσει και να περνάτε καλά», κι εκεί κλείνει το θέμα, με την κυρία της παραδίπλα καρέκλας δικαιωμένη κι ανακουφισμένη. Εκείνη τη στιγμή, νομίζω όλοι λίγο πολύ σκεφτήκαμε ότι θα θέλαμε να ήμασταν από μια μεριά την επόμενη φορά που θα έσκαγε στο γραφείο της, φορώντας το φουλάρι που θα την έκανε να νιώθει καλά, μπροστά στη συνάδελφο/κριτή.
Ο λόγος της Μαργαρίτας γίνεται ταξίδι στο χρόνο. Μας περνάει από όλες τις δεκαετίες εξηγώντας όσο πιο απλουστευτικά και παραστατικά γίνεται, τις τάσεις που έπαιζαν ως άλλοι στιλιστικοί νόμοι. Και το αντίκρισμα που είχαν ως ισχύουσα κουλτούρα μόδας στην κοινωνία της εποχής. Πάρε τα 80ς, σου λέει, «Δυνατοί ώμοι σαν αντρικοί, σημάδι κυριαρχίας και εξουσίας, το μόνο πράγμα που αποζητούσαν οι γυναίκες εκείνη την εποχή, λίγο μετά την εμφάνιση του Aids όπου η in extremis σεξουαλικότητα γίνεται περισσότερο από εμφανής. Γιατί πλέον δεν είναι αθώα, ''απαλή" αλλά εξουσιαστική». Ναι, θυμάμαι πολύ καλά. Ήταν τότε που όλες γούσταραν να μεταμορφωθούν σε υπεργυναίκες κι αντί να σταυρώνουν θηλυκά τα πόδια κάτω από την pencil skirt, να τα απλώνουν ευθαρσώς πάνω στο γραφείο τους.
Η Μαργαρίτα αγαπά όλες τις δεκαετίες και τα στυλ που χάρισαν, «ανά περιόδους ανακαλύπτω καινούρια κομμάτια τους. Αυτό είναι το απίθανο με την Ιστορία και τους ανθρώπους. Πάντα υπάρχει κάτι καινούριο να σε συνεπάρει». Ο σχεδιαστής που έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά της, και το καταλαβαίνεις έτσι όπως χρωματίζεται η φωνή της μιλώντας μπροστά από το σχετικό slide, είναι ο Yves Saint Laurent. Γιατί, «δεν υπάρχει καλύτερος από αυτόν. Κοίταξε το μέλλον της γυναίκας και της το έδωσε. Με σεμνότητα και λεπτότητα, χωρίς απαιτήσεις - ήταν ο μεγαλύτερος φεμινιστής. Μια απόλυτη ευφυία, τον λατρεύω - πάντα ανατρέχω σε αυτόν πάντα βρίσκω κάτι καινούριο».
Φτάνοντας στο σήμερα, παίρνει μια έκφραση που συμπυκνώνεται σε ένα τεράστιο Ουφ! Γιατί, εγώ κι εσύ, σήμερα οφείλουμε μόνο να χαιρόμαστε για τον απλούστατο λόγο ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν τάσεις. Δεν υπάρχει κανονικά η λέξη μόδα. Υπάρχουν μόνο ρούχα που θα σε κάνουν να νιώσεις καλά. Επειδή σου πάνε. Επειδή θέλεις να τα φορέσεις και να παίξεις το δικό σου ρόλο μέσα σε αυτά. Επειδή θέλεις να πάρεις μέρος στην μεγαλύτερη επανάσταση που έχει γίνει στη μόδα κι είναι ακριβώς αυτό: ότι δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα όπως τάσεις της σεζόν. «Υπάρχει πολύ πληροφορία εκεί έξω, τεράστια ποικιλία, άρα ελευθερία να φορέσουμε αυτό που θέλουμε». Αυτό που νιώθουμε, με δυο λόγια.
Και το αύριο, τι θα φέρει για εμάς, μέσα από τα ρούχα μας; «Το μέλλον είναι απόλυτα φεμινιστικό γιατί πια μπορούμε να διαλέξουμε να ντυθούμε και να γίνουμε ό,τι θέλουμε! Από την καθαρότητα του Raf Simmons, το σκοτάδι του Riccardo Tisci, την νέα απλότητα των Αμερικάνων Σχεδιαστών, το άτακτο σέξυ των Ιταλών», είναι η πληρωμένη απάντηση.
Είχαμε και μια στιγμή αυτογνωσίας κατά την ομιλία της Μαργαρίτας. Μας ζήτησε να γράψουμε 3 πράγματα στα τετράδιά μας.
1. Ένα ή περισσότερα πρόσωπα που μας εμπνέουν.
2. Την εικόνα που βγάζουμε προς τα έξω.
3. Αυτό που θέλουμε να γίνουμε.
Κάντο κι εσύ. Δεν είναι και τόσο εύκολο αλλά είναι διαφωτιστικό. Οι πιο πολλοί ήταν αμήχανοι. Η διπλανή μου, μου παραπονέθηκε πως η δική της διπλανή την αντιγράφει. Το χειρότερο δηλαδή που μπορείς να κάνεις και με το ντύσιμό σου: να κοπιάρεις το στυλ ενός άλλου με ευκολία, σαν φαγητό που καταπίνεις χωρίς να μασάς. Η Μαργαρίτα μας προσφέρει κι άλλη έμπνευση, μας ζητάει να δούμε το mix&match του στυλ μας ως μια συνταγή ενός καλού pop τραγουδιού, «κάτι δηλαδή που παραμένει φρέσκο, αμετάβλητο και αγαπητό. Βάζεις μια δόση από κάτι παλιό και αναγνωρίσιμο, όπου το μεταφράζεις με τον δικό σου τρόπο, για να προσθέσεις από πάνω κάτι εντελώς καινούριο».
Να και μερικές, χρήσιμες συμβουλές: «Είναι ένας μυστηριώδης κανόνας αλλά δουλεύει πάντα. Η ιδέα είναι πως αν ξεφύγεις από την διχρωμία, ή το μονόχρωμο και συνδυάσεις 3 χρώματα μεταξύ τους, ακόμα και ενδεχομένως άσχετα, το αποτέλεσμα παραμένει πολύ πιο ενδιαφέρον και καινούριο». Ή, αν θες να πας σε επόμενη, στιλιστική πίστα, παίξε με 1 χρώμα και 2 prints. «Μάθε ποιο είναι το νούμερο σου και αγάπησε το. Χαμογέλα. Πρόσεχε τα παπούτσια σου να είναι πάντα σε καλή κατάσταση ή τουλάχιστον απεριποίητα με άποψη. Να έχεις πάντα ένα λευκό πουκάμισο». Η αναφορά στο λευκό πουκάμισο δεν είναι τυχαία. Για τη Μαργαρίτα ένα καθαρό, φρεσκοσιδερωμένο, πάλλευκο πουκάμισο είναι το πιο αντικαταθλιπτικό ρούχο που μπορεί να σκεφτεί. «Αν κλείσεις τα μάτια και το σκεφτείς να το φοράς δεν νιώθεις τέλεια;».
Σκέφτομαι ότι δεν έχω ούτε ένα στη ντουλάπα μου. Αύριο κιόλας, θα πάω να πάρω ένα. Το μόνο που με προβληματίζει είναι το καλοσιδερωμένο της υπόθεσης.