Μαζέψαμε τις πιο ενδιαφέρουσες και, με το θράσος της λεξιπλασίας σαν παιχνίδι, προσπαθήσαμε να δώσουμε και την ελληνική εκδοχή
Λέξεις και φράσεις που βαρεθήκαμε να ακούμε
Επαναλαμβάνονται σε τηλεοράσεις, ποστ, άρθρα και ειδήσεις και μας έχουνε σπάσει τα νεύρα
Λέξεις και φράσεις που ακούγονται συνέχεια και τις έχουμε σιχαθεί
«Εμβληματικός/ή/ό» είναι η λέξη-ήμαρτον γιατί τον τελευταίο χρόνο κολλάει σε όλα, ή «στα πάντα όλα», που επίσης είναι ενοχλητική φράση (αλλά την χρησιμοποιώ, για αυτό την αντιμετωπίζω με συμπάθεια): το «εμβληματικός/ή/ό» μπαίνει μπροστά σε ταινίες, βιβλία και έργα Τέχνης αλλά και σε πιάτα, επιδόρπια, σοκολατάκια, ποτά, καθαριστικά, σαπούνια, μπαχαρικά και κοκτέιλ. Συχνά χρησιμοποιείται στο άσχετο, πχ «αυτός ο εμβληματικός χαρακτήρας/αναπτήρας/πυροσβεστήρας», ή «ένα εμβληματικό εύρημα», για να δώσει βαρύτητα σε κάτι που θέλει να τονίσει το άτομο που την χρησιμοποιεί. Πριν γίνει εμβληματικό το εμβληματικό, είχανε περάσει χρόνια και ζαμάνια χωρίς κανείς να αναφέρεται σε αυτή την ενοχλητική λέξη.
Το «αποτύπωμα». Κατά το «ο μάγειρας έχει αφήσει το αποτύπωμά του στο πιλάφι». Κάπως τον φαντάζεσαι τον μάγειρα να τσαλαπατάει ιδρωμένος το πιλάφι του, και δεν είναι ωραία εικόνα, πόσο μάλλον ορεκτική.
«Τοξικός» και «τοξικότητα». Πάνε κι έρχονται, καθώς σχέσεις, φιλίες, εργασιακά περιβάλλοντα αλλά και πτήσεις (!), συναντήσεις, άρθρα, ποστ, γνωστοί μας ή «καφέδες» με φίλους γίνονται τοξικοί. Χρειάζεται λίγο χρόνο ο τοξικός για να δράσει, οπότε αν η πτήση είναι για Θεσσαλονίκη, δεν προλαβαίνει να κάνει δουλειά, άρα χρησιμοποιείται λάθος (όταν αναφέρεται σε κάτι που κρατάει δευτερόλεπτα).
«Το αφήγημα». Παλιά λέγαμε «οι π@π@ριές του», τώρα είμαστε στο «αφήγημα». Πόσο πιο to the point ήταν η παλιά έκφραση.
«Επική απάντηση». Οτιδήποτε από το «άιντε από κει!», το «συμφωνώ με το αφήγημα», το «σάλτα και κουρέψου», μέχρι βαθύτατα αποστομωτικό λογύδριο για οτιδήποτε, αν δεν είναι «εμβληματικό», είναι «επικό». Κυρίως όταν πρόκειται για βλακείες.
«Ένα τσουνάμι γνώσεων». Πάνω που κοντεύουμε να ξεχάσουμε το ίδιο το τσουνάμι (2011 στην Ιαπωνία το τελευταίο, ερμ, επικό), επανέρχεται η λέξη στην μεταφορική της έννοια. Μπορεί να είναι «τσουνάμι απόψεων, πολιτικών πεποιθήσεων, οραματισμών, θεωριών».
«Γνώμη μου…» Όταν μιλάει κάποιος και λέει, «ξεκάθαρα», τη γνώμη του και όχι τη γνώμη του γείτονα. Είναι αντίστοιχο με το «προσωπικά» (των ‘90ς) απλώς πιο πολύ-φορεμένο.
«Ήρεμα ρωτάω». Πέρασε μία κορύφωση χρήσης η φράση, όλος ο κόσμος έλεγε «ήρεμα ρωτάω», το βλέπαμε σε memes, δεν θυμάμαι πού αλλού, και πάνω που σκεφτόμασταν ότι πήγε στην ευχή του θεού, ορίστε που επανέρχεται. Άνθρωποι που δεν το περιμένεις σου λένε «ήρεμα ρωτάω» και γελάνε αμήχανα όταν τους κοιτάζεις αμήχανα, ή με βαθύ μίσος. Να μη ρωτάνε, και να κάτσουν ήρεμα εκεί που κάθονται.
«Το ακούω αυτό που λες…» Πολύ συχνό στην τηλεόραση, όπου όλοι ντεμέκ ακούνε αυτό που τους λέει ο άλλος, ενώ στην πραγματικότητα ακούνε τον σκηνοθέτη από το κοντρόλ που τους λέει στο ακουστικό «μάζεψέ το»
«Θέλω να πω την αλήθεια μου». Φράση πολύ ριαλιτάδικη, πάντα το άτομο θέλει να πει την αλήθεια του μπροστά σε κάμερα ή σε μικρόφωνο αλλιώς θα έλεγε αυτό που ήθελε χωρίς εισαγωγή κι όποιον πάρει ο Χάρος.
«Αφήστε με να ολοκληρώσω». Τραγικά τηλεοπτική φράση που όμως έχει περάσει στην καθημερινότητα – άκουσα άνθρωπο να την λέει σε δύο άλλους ανθρώπους μέσα σε λεωφορείο. Περίμενα μια στάση, αλλά δεν ολοκλήρωσε.
«Κομπλέ». Το λένε ΣΥΝΕΧΕΙΑ τα αγόρια, 14-20 ετών, για οτιδήποτε, σαν απάντηση ή παρατήρηση που σημαίνει «οκέι». «Έφαγες;» «Κομπλέ». «Θα φας;» «Κομπλέ». Σε γραπτό μήνυμα γίνεται ακόμα πιο πιτσικωτό: κπλε. Επειδή τα δύο επιπλέον γράμματα, όμικρον και μί, βαραίνουν τη λέξη, που να κάθεσαι να τα πληκτρολογείς, είναι δουλίτσα…
«Ούτε καν». Χρησιμοποιείται εναλλάξ με το «κομπλέ» για να δηλώσει (α) ό,τι και το κομπλέ ή (β) το εντελώς αντίθετό του: «Έφαγες;» «Ούτε καν». «Θα φας;» «Ούτε καν». Τα έφηβα το πάνε και το φέρνουν – «Να μιλήσουμε μια στιγμή;» «Ούτε καν!» «Θα γυρίσεις πριν τις 12.00;», «Ούτε καν!»
«Είσαι εντάξει με αυτό;» Το λένε ΟΛΟΙ οι ρόλοι στα σίριαλ, ακόμα και στα βίνταζ, λες και ο κόσμος χρησιμοποιούσε μια τέτοια κουλή φράση το 1950 ή ΄70. Στην πραγματική ζωή, δεν είναι καλό σημάδι όταν κάποιος σε ρωτάει «Είσαι εντάξει με αυτό;» Σημαίνει πως θα σου δώσει (πολύ) λιγότερα λεφτά από ότι είχε ορκιστεί αρχικά, ότι σου την φέρνει με σόκιν τρόπο, ότι ξέρει πόσο ΔΕΝ είσαι εντάξει και πάει να τα πασαλείψει. Γενικά, είναι από τις φράσεις που όταν τις ακούς ψάχνεις το τσίγκινο σωβρακάκι σου.
«Υπέρτατος/η/ο». Και πάλι, μπορεί να είναι γιατρός, ηθοποιός, ντιζέζ, μάγειρας, ένας τύπος άσχετος, ο καιρός, μία πρώην σου – γουατέβερ. Δεν έχει σημασία, πάντως είναι αριστούργημα ο άνθρωπος, άρα υπέρτατος. Είναι θέμα χρόνου να γίνει υπερτατότατος.
«Συμπερίληψη». Υπάρχει «περίληψη» και υπάρχει «συμπεριλαμβάνω», δεν είμαι γλωσσολόγος αλλά μια και είναι ήδη περίληψη, πόσο πιο περιληπτική μπορεί να γίνει, ή τι ακόμα συμπεριλαμβάνει η περίληψη ώστε να γίνεται συμπερίληψη; Ήρεμα ρωτάω.
«Ξεκάθαρα». Όταν δεν αρκεί η δήλωση, πχ «Σε αγαπάει η Μέλπω» παρά χρειάζεται ενίσχυση, άρα η Μέλπω «σε αγαπάει ξεκάθαρα». Άλλος πάλι μπορεί να είναι «ξεκάθαρα νικητής», «ξεκάθαρα απατεώνας» ή ακόμα και «ξεκάθαρα θολός». Θα ήταν καλύτερα αν ήταν θολά θολός, πάντως. Ξεκάθαρα.
«Αικόνικ». Το γράφω με ελληνικά γράμματα γιατί το ακούμε συχνότερα από ότι το διαβάζουμε, και το ακούμε με Ελληνική προφορά: σημαίνει – ναι, σωστά μαντέψατε – εμβληματικός…
«Ισχύει». Αντίστοιχο με το «κομπλέ», αυτό είναι το «ναι» με περισσότερα γράμματα. Δεν τα βγάζεις πέρα με την πιτσιρικαρία, αλλού κόβει γράμματα κι αλλού τα προσλαμβάνει όπως είναι . «Θα φας;» «Ισχύει». «Έφαγες;» «Ισχύει». Και όταν βρέχει ισχύει, και όταν δεν βρέχει. Κομπλέ.
«Ενσυναίσθηση». Λέξη άγνωστη μέχρι πριν μερικά χρόνια, τώρα έχει την τιμητική της, κι ας την υπογραμμίζει με κόκκινο το αυτόματο διορθωτήρι όταν γράφουμε σε υπολογιστή ή σε κινητό. Κι ενώ η σημασία της είναι ωραία, γαληνευτική, ευχάριστη…. η λέξη αποκτάει το φιγουρατζίδικο ύφος όλων των παραπάνω λέξεων και φράσεων, που άμα τις πετυχαίναμε στο δρόμο θα τις χαστουκίζαμε.
Από μόνες τους οι λέξεις ή φράσεις δεν έχουνε κάτι το επιλήψιμο, απλώς η επανάληψη και η λάθος χρήση τους τις κάνει κουραστικές. Ξεκάθαρα.