Η αρχή είναι να κατανοήσεις τους λόγους που σε κάνουν να αισθάνεσαι έτσι
Μια εξομολόγηση σε πρώτο πρόσωπο έτσι όπως θυμάται κάποιος τη μητέρα του όταν τη είδε για τελευταία φορά στην Εντατική του Ευαγγελισμού.
Της Δέσποινας Μπομπολάκη
Έχω μια υπερδύναμη. Τα τελευταία χρόνια, μόλις μπει Δεκέμβρης, μεταφέρομαι στη ΜΕΘ του Ευαγγελισμού για περίπου ένα μήνα. Στο μυαλό μου σχηματίζονται όλα πεντακάθαρα. Η αφίσα για το «Ετήσιο Συνέδριο Ελληνικού Οργανισμού Εγκεφαλικών» στο ισόγειο. Η μεγάλη στριφογυριστή σκάλα και όλα τα βήματα που έκανα στο πλατύσκαλο. Το τεράστιο ασανσέρ για τα φορεία. Το δικό μας φορείο, το φορείο που μας ενδιαφέρει, βγαίνει από το ασανσέρ με την όπισθεν. Τα γνώριμα κόκκινα μαλλιά εμφανίζονται πάνω από το μαξιλάρι. Τις περισσότερες φορές το μυαλό μου σταματάει εκεί.
Άλλοτε καταφέρνω να φτάσω στην αίθουσα αναμονής. Έχω τα μάτια κλειστά,όμως μπορώ να δω πάλι όλα εκείνα τα κενά βλέμματα όσων περιμένουν την προγραμματισμένη ιατρική ενημέρωση για τους δικούς τους: κάθε μέρα στις 3 το μεσημέρι. Αν μια μέρα δεν έβλεπα κάποια οικογένεια, αναρωτιόμουν τι να απέγιναν. Τώρα που τους ξαναφέρνω στο μυαλό μου, φαντάζομαι ότι για εκείνους όλα πήγαν μια χαρά, και θα έκαναν όλοι μαζί Χριστούγεννα στο σπίτι.
Αν οι σκέψεις συνεχίσουν και το μυαλό μου δεν έχει κολλήσει στα κόκκινα μαλλιά, σκέφτομαι τα φορεία που βγαίνουνε πού και πού από την Εντατική. Κάθομαι σε μια γκρι καρέκλα και κρατάω με τα χέρια το κεφάλι μου για να μην πέσει. Τα μάτια μου κοιτάνε το πάτωμα, αλλά και πάλι μπορώ να βλέπω τα φορεία να ξεμακραίνουν και να μπαίνουν στο διπλανό χώρο, εκεί που βρίσκονται τα χειρουργεία. Ζηλεύω τις οικογένειες που περιμένουν έξω από το χειρουργείο. Η αναμονή έξω από το χειρουργείο κρύβει μέσα ελπίδα, και δεν είμαι σίγουρη ότι το καταλαβαίνουν. Θέλω να πάω να τους το εξηγήσω για να μη στεναχωριούνται όσο περιμένουν. Η ελπίδα μέσα στο νοσοκομείο είναι μια πολυτέλεια που δεν έχουν όλοι. Τουλάχιστον όχι εμείς, όπως έχουν φροντίσει να μας ξεκαθαρίσουν από την πρώτη μέρα.
Αν θέλω, μπορώ να μεταφερθώ και πιο μέσα, στο δωμάτιο της Εντατικής. Το κρεβάτι με τα λευκά σεντόνια και τα κόκκινα μαλλιά κοιτάει ευθεία το χριστουγεννιάτικο δέντρο που έχουν στολίσει οι νοσηλεύτριες. Είναι μικρό και όμορφο, γεμάτο μπλε και κόκκινα στολίδια με γκλίτερ. Δίπλα στο δέντρο, μια ραφιέρα με φακέλους ασθενών. Ανάμεσά τους, βλέπω πάλι το γιατρό να τραβάει το φάκελο της μαμάς για να μας δείξει τη μαγνητική και να μας ξανα-εξηγήσει πώς και γιατί ακριβώς εμείς δεν έχουμε αυτό που έχουν όσοι περιμένουν έξω από το χειρουργείο - ελπίδα. Τον ακούω να μιλάει, όμως το βλέμμα μου χάνεται σε κάτι φακέλους παραδίπλα. Έχουν πάνω στα ονόματα των ασθενών γραμμένη με χοντρό κόκκινομαρκαδόρο τη λέξη «ΘΑΝΑΤΟΣ». Ο κόκκινος μαρκαδόρος είναι το μόνο που σκέφτομαι όσο ακούω το γιατρό να εξηγεί τα ανεξήγητα.
Όταν μπει ο καινούριος χρόνος, χαζεύω τα πιάτα με τα κομμάτια της βασιλόπιτας που έχουν ανταλλάξει οι νοσηλεύτριες δίπλα στο ωραίο τους δέντρο. Τις περισσότερες μέρες στο νοσοκομείο νιώθω ότι τους χαλάω τη γιορτινή ατμόφαιρα. Ξέρω ότι όταν τελειώνει η βάρδια προσπαθούν να κάνουν γιορτές, αλλά μέχρι τότε έχουν και όλους εμάς τριγύρω.
Καμιά φορά μεταφέρομαι ακριβώς πλάι στο κρεβάτι με τα κόκκινα μαλλιά. Φαντάζομαι το μόνιτορ δίπλα στο κρεβάτι να αλλάζει νούμερα και να αρχίζουμε να γελάμε κι εμείς, όπως η οικογένεια του παιδιού στο διπλανό κρεβάτι που έπεσε με το μηχανάκι αλλά τώρα αρχίζει να συνέρχεται. Τόσες μέρες, κοντά 3 βδομάδες, αυτό το πανέμορφο αγόρι κοιμάται δίπλα στη μαμά μου, και στο τέλος γίνεται καλά. Εντάξει λογικό. Σιγά μην τον άφηνε. Τους φαντάζομαι το βράδυ να ξυπνάνε και να τα λένε. «Άντε βρε, κοίτα να ζήσεις εσύ». Σκέφτομαι τι να κάνει τώρα το αγόρι και αν ξανανέβηκε στη μηχανή χωρίς κράνος. Φαντάζομαι πως όχι.
Πάνω από το κρεβάτι υπάρχει ένα παράθυρο. Ήταν Δεκέμβρης και έξω από το παράθυρο βλέπαμε πάντα νύχτα, κι έτσι τώρα στο μυαλό μου «Εντατική» σημαίνει «Σκοτεινός Χειμώνας». Αν κοιτάξω έξω από το παράθυρο μπορώ να δω τις πολυκατοικίες στη Μαρασλή με τα στολισμένα μπαλκόνια. Αναρωτιέμαι πώς να βιώνουν τα Χριστούγεννα όλοι όσοι ξέρω και όλοι όσοι θα γνωρίσω ποτέ. Θυμάμαι κάτι δικά μου ευτυχισμένα Χριστούγεννα που πέρασαν τόσο γρήγορα και χάθηκαν για πάντα. Σκέφτομαι το κόκκινο χρώμα που θα έχουν για πολύ καιρό οι γιορτές: κόκκινο σαν αστραφτερή μπάλα στο έλατο. Κόκκινο σαν το μαρκαδόρο στους φακέλους της Εντατικής. Κόκκινο σαν δυνατή φωτιά, και σαν πολύ μεγάλη αγάπη.
21/12/2019