Ουρανία Πολυκανδριώτη: «Να κλείσω την πόρτα πίσω μου»
Πώς λειτουργεί το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» στη σημερινή Ελλάδα;
Ιστορίες για τη Γυάλινη Οροφή: Η ιστορία της Ουρανίας Πολυκανδριώτη (Διευθύντρια Ερευνών, Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών) στη στήλη που ενώνει τις γυναίκες από τη Story Mentor.
Τι ενώνει γυναίκες με διαφορετικά επαγγέλματα, όπως μια δικηγόρο, μια χημικό, μια καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο, μια βιολόγο, μια διευθύντρια ιδρύματος και μια υπεύθυνη μάρκετινγκ; Οι ιστορίες τους. Ιστορίες που μιλούν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες όταν θέλουν να εξελιχθούν επαγγελματικά, να διεκδικήσουν την αμοιβή που τους αξίζει, να ενισχύσουν τη δημόσια παρουσία τους, να μπουν σε ένα διοικητικό συμβούλιο, να προωθηθούν στην πολιτική ή να υπάρξουν σύμφωνα με τις επιθυμίες τους.
Οι ιστορίες αυτές, αληθινές και ειπωμένες με τα δικά τους λόγια, δείχνουν πώς λειτουργεί το φαινόμενο της «γυάλινης οροφής» στη σημερινή Ελλάδα. Υπερβαίνοντας τις έρευνες, τις στατιστικές και τα απρόσωπα ποσοστά που συνήθως χρησιμοποιούμε για να μιλήσουμε για δυσκολίες και αποκλεισμούς, οι προσωπικές μαρτυρίες μιλούν απευθείας στην καρδιά.
Τις «Ιστορίες για τη Γυάλινη Οροφή» βρίσκει και επιμελείται η μη κερδοσκοπική οργάνωση Story Mentor (www.storymentor.gr). Αυτή είναι η ιστορία της Ουρανίας Πολυκανδριώτη (Διευθύντρια Ερευνών, Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών).
Αλήθεια, μπορώ να κλείσω την πόρτα πίσω μου; Πώς είναι να είσαι γυναίκα και να διεκδικείς το δικαίωμα να κλείνεις την πόρτα πίσω σου;
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Ο χώρος στον οποίο εργάζομαι είναι ακαδημαϊκός, με εξειδίκευση στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Οι ανθρωπιστικές επιστήμες διαθέτουν συνήθως πολυάριθμο γυναικείο πληθυσμό και, συνεπώς, το να είσαι γυναίκα δεν φαίνεται να συνιστά απαραίτητα εμπόδιο, όπως συμβαίνει σε μια ανδροκρατούμενη επαγγελματική αρένα. Ωστόσο, είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι ο ακαδημαϊκός χώρος είναι απαιτητικός και ανταγωνιστικός, είναι ένας χώρος στον οποίο δεν κρίνεσαι από το απτό και ενδεχομένως προφανές κριτήριο για πολλούς, όπως είναι το ύψος των αποδοχών σου ή των κερδών που εξασφαλίζεις για τον εργοδότη σου, αλλά, αντίθετα, κρίνεσαι από τις πνευματικές σου επιδόσεις, από τις γνώσεις σου και από τα επιστημονικά σου αποτελέσματα, καθώς βέβαια και από τις διοικητικές ικανότητές σου. Ο ακαδημαϊκός χώρος είναι ένας χώρος στον οποίο εκτίθεσαι δημοσίως, αποδεικνύοντας ή και επιδεικνύοντας την πνευματική σου επάρκεια και, βέβαια, ανεβαίνοντας τις βαθμίδες της ιεραρχίας. Πάνω απ’ όλα, όμως, ο ακαδημαϊκός χώρος είναι ένας χώρος που σε απορροφά, διεισδύει στη ζωή σου, σε απασχολεί πρακτικά και πνευματικά συνεχώς και αδιαλείπτως, δεν γνωρίζει από αργίες και Σαββατοκύριακα, γιατί επιβάλλεται ως κατάσταση στην καθημερινότητά σου. Και αυτή είναι η μεγαλύτερη δυσκολία. Ιδίως για τις γυναίκες. Γιατί η απομόνωση, κάποτε, είναι απαραίτητη. Είναι απαραίτητο να μπορείς να κλείνεις την πόρτα πίσω σου όταν χρειάζεται. Απομόνωση στη βιβλιοθήκη ή στο σπίτι, για να διαβάσεις, να γράψεις, απλώς και μόνο για να σκεφτείς το άρθρο ή, ακόμα χειρότερα, το βιβλίο που ετοιμάζεις. Σε κανέναν όμως δεν είναι ευχάριστο να κλείνεις την πόρτα πίσω σου. Το δικαίωμα στην απομόνωση δεν περισσεύει από πουθενά. Γιατί είσαι γυναίκα, σύζυγος, μητέρα.
Ποια θα ήταν η εξελικτική πορεία στον ίδιο αυτό επαγγελματικό χώρο για έναν άντρα; Το ερώτημα μπορεί να απαντηθεί με ένα απλό κοίταγμα στους άνδρες συναδέλφους. Από προσωπική εμπειρία, μπορώ να πω ότι οι άνδρες συνάδελφοί μου εξελίχθηκαν με πολύ γοργότερους ρυθμούς, είχαν και έχουν τη δυνατότητα να μένουν έως αργά το βράδυ στο γραφείο μελετώντας, μπορούν πολύ πιο εύκολα να φεύγουν μακριά από το σπίτι τους για να κλειστούν σε μια βιβλιοθήκη ή να συμμετέχουν σε συνέδρια στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, να ενημερώνονται για τα τεκταινόμενα πολύ πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά, για να έχουν απλώς την ελευθερία να αφήνουν τη σκέψη τους να τρέχει ακόμα πιο ελεύθερη, αλλού... Όταν επιστρέφουν σπίτι τους, μπορούν να συνεχίζουν να είναι αφοσιωμένοι στο συγγραφικό τους έργο, να κλείνουν την πόρτα πίσω τους, να εργάζονται και να απομονώνονται ανεμπόδιστα και, το κυριότερο, να έχουν κάθε δικαίωμα και κάθε δυνατότητα να διαμαρτύρονται όταν τους ενοχλούν! Οι άνδρες συνάδελφοί μου εξελίχθηκαν πιo γρήγορα και ανέλαβαν θέσεις ευθύνης. Η απομόνωση μιας γυναίκας, έστω και αν είναι περιστασιακή, έστω και αν είναι επαγγελματικά επιβεβλημένη και δικαιολογημένη, δεν είναι ποτέ δικαιωμένη στο οικογενειακό της περιβάλλον. Δεν μπορείς να κλείσεις την πόρτα πίσω σου χωρίς ενοχές…
Από την άλλη, στο εργασιακό περιβάλλον, κανείς δεν φάνηκε να αναγνωρίζει την ανάγκη και την υποχρέωση να φροντίζω το σπίτι μου και τα παιδιά μου, ακόμα και όταν βρίσκονταν σε βρεφική ηλικία. Το μήνυμα «η σύμβασή σας δεν αναγνωρίζει άδεια τοκετού και ως εκ τούτου πρέπει να επιστρέψετε στην εργασία σας το συντομότερο δυνατόν» το έλαβα μόλις ένα μήνα αφού είχα γεννήσει τις δίδυμες κόρες μου, όταν η πρώτη, η μεγάλη μου κόρη ήταν μόλις 2,5 ετών. Και στην απορία μου γιατί να εξακολουθώ να είμαι συμβασιούχος, αφού ήταν φανερό ότι η εργασία μου έχαιρε εκτίμησης και οι συμβάσεις ανανεώνονταν τακτικά, η απάντηση ήταν ότι η διάκριση μεταξύ μιας μόνιμης θέσης και ενός ανασφάλιστου συμβασιούχου ήταν μόνο τυπική και καθόλου ουσιαστική. Αφού εγώ είχα τη σύμβασή μου, μπορούσαμε να εξασφαλίσουμε τη μόνιμη θέση για κάποιον άλλον, άντρα, φυσικά, ερευνητή. Το αντικείμενο της εργασίας μας θα ήταν άλλωστε το ίδιο. Με τη διαφορά, βέβαια, ότι μόνο η θέση του μόνιμου προέβλεπε άδεια τοκετού... όπως και ένα σταθερό μισθό...
Το αποτέλεσμα ήταν ότι πράγματι επέστρεψα στην εργασία μου το συντομότερο δυνατόν, μόλις μέσα σε ένα μήνα. Και όταν εμφανιζόμουν στο γραφείο, ξενυχτισμένη, η διευθύντριά μου παρατηρούσε, απορούσε, αλλά αναφωνούσε: αντέχεις! Συνέχισε! Και συνέχισα. Συνέχισα γιατί αγαπούσα πολύ και εξακολουθώ να αγαπώ τη δουλειά μου. Αγαπώ όμως τρελά και τα παιδιά μου. Και επένδυσα στη δουλειά μου και τα έβγαλα πέρα και με τα παιδιά μου. Αλλά έπαψα να κοιμάμαι, τεμάχισα το 24ωρο σε όσα περισσότερα και σε όσο περισσότερο παραγωγικά κομματάκια μπορούσα, έστηνα ποικίλους μηχανισμούς υποστήριξης συνδυάζοντας τα ασυνδύαστα, εξοικονομούσα χρόνο και χρήμα, χωρίς σύζυγο πια... έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα. Σε όλα τα επίπεδα. Έτρεχα στα συνέδρια και κλεινόμουν στις βιβλιοθήκες, ξενυχτούσα με τα παιδιά μου και με τα γραπτά μου, έτρεχα πίσω από τους καυστηρατζήδες, τους μαστόρους, τους δασκάλους στο σχολεία, στα παιδικά πάρτυ, να μαγειρέψω, να διαβάσω τα κορίτσια, να φύγουμε διακοπές, να είμαστε χαρούμενες, όσο γίνεται πιο ξένοιαστες, να τα κάνουμε όλα...
Τα καταφέραμε. Σήμερα πια έχω ανέβει τις βαθμίδες στον επαγγελματικό μου χώρο, έχω αναλάβει θέσεις ευθύνης, διευθύνω ομάδες, διδάσκω, διαβάζω και δημοσιεύω, συμμετέχω σε συνέδρια και ερευνητικά προγράμματα. Οι κόρες μου πήραν πτυχίο και έκαναν και μεταπτυχιακά, έχουν όλες μια επαγγελματική απασχόληση. Και μένουμε ακόμα όλες μαζί. Ή σχεδόν όλες. Σιγά-σιγά, μία-μία, σταδιακά αποχωρεί... χειραφετείται... παίρνει τον δρόμο της... όπως αρμόζει.
Ποια θα ήταν, λοιπόν, η επαγγελματική μου πορεία αν δεν ήμουν γυναίκα με παιδιά και μάλιστα σε μια μονογονεϊκή οικογένεια;
Η απάντηση είναι εύκολη: θα ήμουν σαφώς πιο ξεκούραστη, θα είχα μεγαλύτερη επιστημονική παραγωγή, θα είχα εξελιχθεί σε συντομότερο χρόνο, θα είχα αποδοχή από την ευρύτερη οικογένεια και θα είχα ξεδιψάσει γρήγορα τη φιλοδοξία μου. Θα είχα όμως χάσει το πιο σημαντικό: την πολυπαραγοντική αίσθηση μιας ολοκληρωμένης ζωής, γεμάτης συναίσθημα και δημιουργία, τη δυνατότητα της μέγιστης αφοσίωσης στο πιο σημαντικό έργο από όλα: στην πραγμάτωση μιας κοινής, ισορροπημένης, αγαπημένης, συντροφικής οικογενειακής ζωής. Θέλω να πιστεύω ότι αυτό, το πιο δύσκολο στοίχημα από όλα, το κερδίσαμε οι κόρες μου κι εγώ, όλες μαζί και καθεμιά ξεχωριστά.
Θέλω, όμως, επίσης, να ελπίζω ότι o στόχος αυτός θα πάψει να αποτελεί ένα δύσκολο στοίχημα για τις γυναίκες, ότι η κοινωνία θα αποδεχθεί τον διττό στόχο που καλούμαστε να εκπληρώσουμε στον χώρο της δουλειάς μας και στον χώρο της οικογένειάς μας, έτσι ώστε, αντί να επιχειρούμε επικίνδυνες ακροβασίες, να μπορούμε να απολαμβάνουμε με χαρά τη συνθετότητα και τη δημιουργικότητα του συναρπαστικού μας ρόλου.