Βία: Όταν κόσμος σκοτώνεται για ψύλλου πήδημα
© Getty images/Unsplash
Opinion

Βία: Όταν κόσμος σκοτώνεται για ψύλλου πήδημα

Τα βλέπουμε και τα διαβάζουμε στις ειδήσεις, και τρομάζει το μάτι μας. Μερικές φορές τα ζούμε κιόλας… 

Η βία έχει κυριεύσει την καθημερινότητα μας, όχι μόνο στα δελτία ειδήσεων αλλά και δίπλα μας

Πριν λίγο καιρό καθόμουν σε μια θέση στο γεμάτο λεωφορείο Α7 πλάι σε μια ηλικιωμένη Φιλιππινέζα κυρία. Μπήκε ένα ζευγάρι, αγόρι-κορίτσι, όχι πάνω από 16 χρονών, με αγκαλιές, φιλιά και χάδια. Το αγόρι έσκυψε στη Φιλιππινέζα, την σκούντησε με το δάχτυλο και είπε, «Αντε, σ’κωθείτε να καθίσουμε εμείς!»

Η κυρία κοίταξε το παιδί χωρίς να καταλαβαίνει, με αμήχανο χαμόγελο. Το παιδί αγρίεψε, φώναξε «Είπα, σ’κωθείτε!»… Και επειδή δεν αξίζει τον κόπο να χτυπηθείς, ή ακόμα και να σφαχτείς για μια θέση στο Α7, σηκώθηκα όρθια αμέσως, τραβώντας την κυρία από το μπράτσο, να σηκωθεί και αυτή, παρόλο που δεν καταλάβαινε τι τρέχει.

Το ζευγάρι κάθισε εκεί που καθόμασταν εμείς πριν, συνεχίζοντας το χαμούρεμα. Κάποιοι επιβάτες μουρμούρισαν, κάποιοι απομακρύνθηκαν διακριτικά, κι εγώ κατέβηκα σε δύο-τρεις στάσεις μαζί με την κυρία, που ακόμα δεν είχε καταλάβει γιατί έχασε την ωραία θέση της. Δύο δεκαεξάχρονα πολύ κουρασμένα μας διέταξαν να σηκωθούμε; Σίγουρα δεν ήταν τα ίδια δεκαεξάχρονα που είχανε δείρει έναν υπάλληλο του μετρό, ή αυτά που σπάσανε στο ξύλο ένα συμμαθητή τους, ή εκείνα που κλώτσησαν στο κεφάλι μια φίλη τους; Γενικά, όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπη με πιθανή βία στην Αθήνα, σκέφτεσαι «γυρεύεις;» και διαλέγεις τις πιο ασφαλείς κινήσεις: την υποχώρηση και αποχώρηση. Η απειλή της βίας είναι κάτι που δεν μπορείς να αγνοήσεις, να κοιτάξεις από την άλλη, να κάνεις τη Φιλιππινέζα. Αποκλείεται να βρεις το δίκιο σου αν αντισταθείς, φωνάξεις ή σηκώσεις χέρι – κάτι που αρνούμαι καν να σκεφτώ, εκτός που θα ήμουν ντιπ άχρηστη αν τα πράγματα έφταναν σε αυτό το σημείο.

Βία: έχει κυριεύσει την καθημερινότητα μας

Είναι ένα θέμα η βία των εφήβων, που ξεχειλίζουν από ορμόνες, ενέργεια και θυμό, κι άλλο θέμα η βία κατά των γυναικών. (Μεγάλη παρένθεση, όχι άσχετη: το 2020 στην Ελλάδα καταγράφηκαν 8 γυναικοκτονίες, το 2021 ανέβηκαν στις 23. Το 2023 είχαμε 13 «γνωστές γυναικοκτονίες», με την έννοια ότι παίζει να έγιναν άλλες τόσες και να μην μαθεύτηκαν – γυναίκες που «έπεσαν από τις σκάλες/το μπαλκόνι», που «χτύπησαν το κεφάλι τους σε μια πόρτα κι έμειναν στον τόπο» ή «πέθαναν ξαφνικά στον ύπνο τους», και δεν πέρασαν σαν τυχαίοι θάνατοι. Στη Σουηδία, την προχώ χώρα που θαυμάζουμε (όχι εγώ, απαπα), οι γυναικοκτονίες είχαν αύξηση 120% από το 2017 ως το 2018 και παραμένουν σε υψηλό επίπεδο, όπως παραμένουν ψηλά στην Σλοβενία, Γερμανία, Ιταλία… και στην Ελλάδα, δυστυχώς. Κόσμος σκοτώνεται για ψύλλου πήδημα, και μεγάλο ποσοστό αυτού του κόσμου είναι γυναίκες).

Στην Ελλάδα λέμε ότι «όλα αυτά ήταν άγνωστα παλιά» μάλλον επειδή εξιδανικεύουμε το παρελθόν: λίγο να ξεσκονίσει κανείς παλιές εφημερίδες της δεκαετίας του '60-'70, ανακαλύπτει ένα σκασμό φόνους, επιθέσεις, σφαγές, δολοφονίες, τα πάντα. Δεν ήταν συνηθισμένα τα ξεκαθαρίσματα λογαριασμών με Καλάσνικωφ, αλλά οι καραμπίνες, οι ματσέτες και τα κουζινομάχαιρα πήγαιναν κι ερχόντουσαν. Η φράση «Σικάγο γίναμε» πρωτο-ακούστηκε στα ‘70ς στην Αθήνα, όταν το Σικάγο ήταν η πατρίδα της εγκληματικότητας. Η έκρηξη βίας ξεκίνησε από την Αμερική, λέγεται ότι έσκασε στα ‘70ς αλλά το πιθανότερο είναι ότι δεν σταμάτησε ποτέ η βία στην Αμερικάνικη ήπειρο, από την εποχή των Κονκισταδόρων και μετά.

Απλώς από τα ΄70ς ξεκίνησε η τηλεόραση ή μάλλον η εξουσία της τηλεόρασης, η είδηση, με μάτια και με φρύδια, που έφτανε αιματοβαμμένη σε όλες τις γωνίες της Αμερικής… και της Ευρώπης, σιγά-σιγά. Η ταινία «Το Δίκτυο» (σκηνοθετημένη από τον Σίντευ Λιούμετ, 1976) είχε θέμα την επιρροή της τηλεόρασης στο κοινό: λέγεται ότι αφορμή ήταν η αυτοκτονία στον αέρα μιας τηλεπαρουσιάστριας, της Christine Chubbuck, που αυτοπυροβολήθηκε στο κεφάλι το 1974 ενώ έλεγε τις ειδήσεις. Το «Δίκτυο» βέβαια μιλάει για την εποχή προ ίντερνετ, όταν η τηλεόραση ήταν η μοναδική πηγή ενημέρωσης, πέρα από τις εφημερίδες.

Τώρα η είδηση φτάνει στο κοινό αυτόματα, την ώρα που διαδραματίζεται – η δολοφονία του Ναβάλνι έγινε γνωστή σε όλο τον κόσμο μέσα σε λίγη ώρα. Οι πυρκαγιές στην Βικτώρια της Αυστραλίας εξελίσσονται σε λάιβ μετάδοση σε διάφορα σάιτ. Οι μαθητές που έδειραν συμμαθητή τους συνεχίζουν να το κάνουν σε βίντεο και φωτογραφίες, ο τύπος που πήγε να σφάξει τη γυναίκα του με κουζινομάχαιρο (ευτυχώς δεν τα κατάφερε) φαίνεται ενώ παρκάρει σε σημείο που δεν πιάνουν οι κάμερες. Οι οποίες πιάνουν σχεδόν τα πάντα: σκηνές βίας, ακραίου θυμού, φόνους, απόπειρες φόνων, ξυλοδαρμούς, οπαδική βία, μπουνίδια, κλωτσίδια, πυροβολισμούς, εκρήξεις και αιμόφυρτα θύματα.

Τα δύο δεκαεξάχρονα που μας σήκωσαν από τις θέσεις μας στο πολύπαθο Α7, βλέπουν συνέχεια τέτοια, και χειρότερα, στα κινητά τους. Τα παρακολουθούν με μουσική υπόκρουση, ενώ βρίσκονται οι ίδιοι σε εσωτερική απελπισία όσον αφορά το παρόν και το μέλλον τους. Ενώ γύρω τους όλες οι κουβέντες είναι για λεφτά που δεν υπάρχουν και για ευκαιρίες που αυτές κι αν δεν υπάρχουν. Ενώ οι ήρωές τους είναι οι «ασυμβίβαστοι επαναστάτες» όχι επιπέδου Ναβάλνι καθόλου, απλώς επιπέδου καρτουνίστικου υπερ-ήρωα, που πέφτει από τον έκτο όροφο και σηκώνεται χωρίς πόνο και χωρίς καρούμπαλα.

Το ότι τα δύο δεκαεξάχρονα στο Α7 δεν είναι τα δικά μου παιδιά ή αυτά των φιλενάδων μου, είναι μικρή ανακούφιση γιατί και αυτά τα δεκαεξάχρονα κάπου έχουνε μια μαμά που τραβάει τα μαλλιά της, ή όχι. Πάντως έχουνε συνηθίσει τη βία της καθημερινότητας, και ξέρουν ότι η απειλή της βίας πιάνει στο 80% των περιπτώσεων.

Σε ένα 20%, η απειλή της βίας απλώς οδηγεί σε περισσότερη βία. Αλλά αυτό δεν το ξέρεις όταν είσαι δεκαέξι χρονών…

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice