Γιατί οι σχέσεις έχουν γίνει τόσο δύσκολες;

Πόσα ηλεκτρομαγνητικά κύματα μας χωρίζουν άραγε; #milametondiplanosou...

Διαβάζεται ακούγοντας αυτό:

Fishbach - Mortel (Clip officiel)

«Γιατί οι σχέσεις έχουν γίνει τόσο δύσκολες;» με ρώτησε μια φίλη την Πέμπτη το βράδυ. Ίσως επειδή οι άνθρωποι κοιτάζονται περισσότερο στις οθόνες και όχι στα μάτια. Είμαστε σε ένα συνοικιακό αγαπησιάρικο μπαρ, που κάλλιστα θα μπορούσε να είχε πρωταγωνιστήσει σε ελληνική ταινία γυρισμένη στα τέλη του ’90. Μόλις έχουμε καθίσει, δεν έχουμε καν προλάβει να παραγγείλουμε τα ποτά μας, και ζητάω τον κωδικό για το ίντερνετ από τη σερβιτόρα. «milametondiplanosou, μια λέξη, με λατινικούς χαρακτήρες και μικρά γράμματα», μου λέει η κοπέλα και αισθάνομαι αυτομάτως ηλίθια. Η φίλη ασχολείται με την οθόνη της και εγώ προσπαθώ να εξερευνήσω τους γνώριμους ιθαγενείς του μπαρ. Ζευγάρια που ερωτοτροπούν, παρέες που μιλούν έντονα και καπνίζουν πολύ και κοιτούν το κινητό τους ή μιλούν σε αυτό. Πόσα ηλεκτρομαγνητικά κύματα μας χωρίζουν άραγε; 

«Ναι οι σχέσεις έχουν γίνει δύσκολες, πάντα έτσι ήταν, ίσως όμως η Κρίση μεγάλωσε το βαθμό δυσκολίας τους», μου είπε ένας αγαπημένος φίλος στο τηλέφωνο. Σκέφτομαι αυτόματα λέξεις από Α, όπως αργία, ανεργία, ανία, απογοήτευση, και ύστερα λέξεις από Δ, όπως δουλειά, χωρίς δουλειά, με δουλειά δουλεία. Τα ψυχολογικά και τα οικονομικά πάνε μαζί, είναι αλληλεξαρτώμενα. Με τόσα μαθηματικά πού καιρός για σχέσεις; «Βλέπω τις ζωές των άλλων και εγώ αισθάνομαι σαν ένα βρωμερό κακόμοιρο σκουλήκι», μου είπε μια φίλη. Ανατρέχω στην οθόνη του κινητού μου και στα κοινωνικά δίκτυα και παντού εντοπίζω λαμπερές φωτογραφίες, πρόσωπα επιτυχημένα, αυτό-αναφορικές σημειώσεις επιτυχίας, κανένα ψεγάδι. Κάποτε η «ευμάρεια» κρυβόταν στα πλούσια προάστια ή σε συγκεκριμένες γειτονιές -άβατα- της πόλης, τώρα κρύβεται σε οθόνες.

Την προηγούμενη εβδομάδα είδα ξανά τον «Κολυμβητή», μια ταινία του 1968. Η ψηλή φιγούρα του γοητευτικού Μπαρτ Λάνκαστερ αναδύεται μέσα από τα γαλαζοπράσινα νερά μιας πισίνας ενός πλούσιου σπιτιού, στα προάστεια του Κονέκτικατ. Ο ήρωας σαν ένας aμερικάνος Οδυσσέας έχει επιλέξει να επιστρέψει σπίτι του, με έναν διαφορετικό «ομηρικό» τρόπο, κολυμπώντας και βουτώντας από πισίνα σε πισινά. Ο τραγικός «Κολυμβητής» του Φρανκ Πέρι, βασισμένος στο ομότιτλο διήγημα του Αμερικάνου συγγραφέα Τζον Τσίβερ, ξεκινά ένα αναίμακτο ταξίδι επιστροφής χωρίς μάχες, χωρίς το μένος των θεών, χωρίς μίσος μα μήτε και αγάπη. Κανείς δε μπορεί να τον σώσει. Ο Νεντ ο ήρωας που υποδύεται ο Λάνκαστερ ζει στον δικό του προστατευόμενο κόσμο, έναν κόσμο γεμάτο ψευδαισθήσεις, επιφανειακά υποδειγματικό, σκληρό και έντονα παρασκηνιακό. Κάπως έτσι είναι και ο κόσμος των οθονών μας. Τι περίεργο να ζεις τη ζωή σου μέσα από οθόνες.

Βρήκα το βιβλίο με τα διηγήματα του Τσίβερ καταχωνιασμένο σε ένα ντουλάπι της κουζίνας μου. Διάβασα ξανά τον «Κολυμβητή». Ο Τσίβερ σα μεγάλος συγγραφέας κατανοεί και δικαιολογεί τον ήρω;a του, τα πάθη του, τις αδυναμίες του και αυτό το πετυχαίνει με τη γραφή του, καθώς αναδεικνύει την ανθρώπινή του υπόσταση, όπου το καλό και το κακό μοιραία συνυπάρχουν. Και έτσι πετυχαίνει να τον συμπαθήσουμε και εμείς, οι αναγνώστες του. Οι κολυμβητές των οθονών, φαινομενικά δύσκολα αποκρυπτογραφούνται, φαντάζουν ισχυροί, εύρωστοι, ψυχροί, σκληροί, αόρατοι και άπιαστοι, χαμένοι στα δικά τους ραδιοκύματα. Και όμως παραμένουν για πάντα άνθρωποι. Το ξέρω, όλα είναι δύσκολα, όλα φαντάζουν δύσκολα, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι και ακατόρθωτα.

Τα λέμε την επόμενη Κυριακή….

Top Reads

Δείτε ακόμα

Στην Athens Voice