Έχουμε αραιώσει αρκετά το σεξ
Μήπως είστε ερωτομανείς;
Άνδρες και γυναίκες πιστεύουν, χωρίς πραγματικές ενδείξεις, ότι κάποιος αγαπημένος «άλλος» ανταποδίδει το πάθος τους
Είναι στ' αλήθεια ερωτευμένος/-νη μαζί σου ή έχεις ερωτομανία;
Η ερωτομανία, ή το «σύνδρομο Clérambault», είναι η παραληρητική ανάγκη να μας αγαπούν, η οποία εμφανίζεται ως πεποίθηση ότι μας αγαπούν: διαφέρει από την εμμονή του ανεκπλήρωτου έρωτα διότι οι πάσχοντες από αυτή την εμμονή συνήθως παραδέχονται ότι το αντικείμενο της λατρείας τους δεν ανταποκρίνεται. Η ερωτομανία είναι μορφή ψύχωσης όπου ακόμα και το μίσος για τον άλλον μεταμφιέζεται σε «απατηλή πεποίθηση ότι μας αγαπούν»: όπως στην αυταπάτη της καταδίωξης, κατά την οποία το άτομο πείθεται ότι είναι αντικείμενο φανταστικής κακίας, ο ερωτομανής φαντάζεται ότι είναι αντικείμενο στοργής και πόθου. Ερμηνεύει όλες τις χειρονομίες και τα μηνύματα ως επιβεβαιωτικά της αγάπης των άλλων· συχνά, καθώς βρίσκει κρυφά νοήματα στη συμπεριφορά τους, τα ανταποδίδει: ο ερωτομανής επιστρέφει τη στοργή του «θαυμαστή» του με δώρα, με τηλεφωνήματα, με γράμματα. Η αυταπάτη μπορεί να μετατραπεί σε παρενόχληση και να εκφυλιστεί σε μια μορφή ζήλειας, ακόμα και σε έγκλημα πάθους.
Η ερωτομανία ή Σύνδρομο Clerambault
Ο όρος ερωτομανία επινοήθηκε στον 18ου αιώνα. Αρχικά σήμαινε την παθολογική ανάγκη για έρωτα και τη μελαγχολία που συνδέεται με το υπερβολικό ρομαντικό πάθος, από τον έρωτα χωρίς ανταπόκριση. Από τις αρχές του 20ού αιώνα η σημασία του τροποποιήθηκε στην παραληρητική πεποίθηση του ατόμου ότι το αγαπά κάποιος άλλος. Επί αιώνες, η ιατρική αντιμετώπιζε το παραλήρημα, τη «μανία» με επεμβάσεις (στις γυναίκες) όπως η ωοθηκεκτομή, ή ακόμα και η υστερεκτομή· μέχρι τη δεκαετία του 1960, παρά τη διάδοση του φροϋδισμού, επικρατούσε σκοταδιστική νοοτροπία: λίγοι είχαν κατανοήσει την ανάλυση του Φρόυντ για την ερωτομανία ως απόκλιση, μαζί με άλλες μορφές παράνοιας, ως καθήλωση της ψυχικής ανάπτυξης στο ναρκισσιστικό στάδιο και της απόρριψης (Verwerfung) της ομοφυλοφιλίας που υποτίθεται ότι συμβαίνει παραλλήλως.
Το 1921 ο Γάλλος ψυχίατρος Gaëtan Gatian de Clérambault περιέγραψε την ερωτομανία ως μια συστηματοποιημένη αυταπάτη που αναπτύσσεται σε φάσεις, ενώ το 1932, ο Jacques Lacan αφιέρωσε το δεύτερο μέρος της ιατρικής διατριβής του στη μελέτη ενός «ερωτικού εξαρτημένου». Αλλά, οι ψυχιατρικές μελέτες ελάχιστα επηρέασαν τις ρομαντικές αυταπάτες των ανθρώπων στην καθημερινότητα: πολλοί έχουν την ψευδαίσθηση του «έρωτα με την πρώτη ματιά» ή του «έρωτα της ζωής τους», ενώ δυσκολεύονται να πιστέψουν ότι ο αγαπημένος άλλος δεν ενδιαφέρεται καθόλου γι’ αυτούς. Συχνά η ερωτομανία συνδυάζεται με ιδέες μεγαλείου που δεν αναπτύσσονται σε σημείο μεγαλομανίας αλλά περιορίζονται σε αυτό που ο Clérambault αποκαλεί «σεξουαλική υπερηφάνεια», δηλαδή την πεποίθηση και την επιθυμία του ατόμου να ασκεί ακαταμάχητη σεξουαλική έλξη. Ορισμένοι «ασθενείς» ζουν ολόκληρη τη ζωή τους με αυτό το παραλήρημα, με διανοητικές κατασκευές που, όχι σπάνια, ενισχύονται από φαντασιώσεις (π.χ. μια τυχαία συνάντηση εκλαμβάνεται ως «μοίρα») κι από αστρολογικούς υπολογισμούς («ταιριάζουν τα ζώδιά μας»). Ένα ακόμα χαρακτηριστικό της ερωτομανίας είναι η προσήλωση σε άτομα με υψηλή κοινωνική θέση ή/και γενικώς παραδεκτή κοινωνική λάμψη: έτσι, ο ερωτομανής αποκτά αξία και κοινωνική αναγνώριση, εξ αντανακλάσεως.
Η ερωτομανία αφορά σχεδόν εξίσου άνδρες και γυναίκες, ετεροφιλόφυλους και ομοφυλόφιλους. Αλλά μπορεί να επεκταθεί σε μυστικιστικά επίπεδα: το άτομο θεωρεί ότι το αγαπά ο Θεός αυτοπροσώπως· ότι «τον κοιτά», «τον ακούει», «τον προσέχει» κτλ. Γενικά, έναντι των ερωτομανών, η ψυχιατρική ερευνά τη συναισθηματική στέρηση κατά την παιδική ηλικία, τη μοναξιά, τα γεγονότα απώλειας ή χωρισμού, τα ναρκισσιστικά τραύματα με απώλεια αυτοεκτίμησης, την επιρροή των μέσων ενημέρωσης που καλλιεργούν το «σύνδρομο της Σταχτοπούτας» (η οποία επενδύει τα πάντα σε έναν γοητευτικό Πρίγκιπα).
Στον κινηματογράφο, ερωτομανείς χαρακτήρες έχουμε δει στο “Play Misty for Me’’ με τον Clint Eastwood (1971), στην «Ιστορία της Αντέλ Ουγκό» του François Truffaut (1975) με την Isabelle Adjani, στο «Μοιραία σχέση» (1988) του Adrian Lyne, με την Glenn Close και τον Michael Douglas, στο “À la folie...pas du tout’’ (2002), της Lætitia Colombani, με την Audrey Tautou. Όλοι αυτοί οι χαρακτήρες, ο καθένας με τον τρόπο του, αρνείται να δεχθεί την απόρριψη: ιδιαίτερα, στην ταινία της Lætitia Colombani, η ηρωίδα, η νεαρή Angélique, έχει τη φαντασίωση ενός αμοιβαίου πάθους με έναν άνδρα που δεν ξέρει καν την ύπαρξή της. Η ερωτική ιστορία —ανύπαρκτη στην πραγματικότητα— εξελίσσεται σε θρίλερ: θρίλερ είναι συνήθως ο ορίζοντας της ερωτομανούς συμπεριφοράς.