Η Ρεβέκκα Καμχή γράφει για τη γνωριμία της με τον καλλιτέχνη Κωνσταντίνο Κακανιά και για την αναδρομική του έκθεση στην γκαλερί της
- CITY GUIDE
- PODCAST
-
10°
Πενθερουδάκης, 75 χρόνια ελληνικό κόσμημα
Το κοσμηματοπωλείο Πενθερουδάκης, εδώ και 75 χρόνια δημιουργεί “easy chic” χειροποίητα κοσμήματα με διαχρονικότητα, απλότητα και ελληνικότητα
Είναι λίγα τα ελληνικά brands που αντέχουν στο χρόνο και είναι ακόμη λιγότερα αυτά που μπορούν να γιορτάζουν τα 75 τους χρόνια. Γι’ αυτό αποφάσισα να συναντήσω από κοντά την οικογένεια που κρατά τόσα χρόνια το γωνιακό «στολίδι» της Βουκουρεστίου, το κοσμηματοπωλείο Πενθερουδάκης, αναλλοίωτο στο χρόνο. Ανεβαίνοντας τον πιο κοσμικό πεζόδρομο των Αθηνών, θυμήθηκα τότε που ήμουν παιδί που μετά τη βόλτα μας στους εύζωνες στο Σύνταγμα, η γιαγιά μου με πήγαινε όλο χαρά στο Πενθερουδάκη για να ψωνίσουμε τα γούρια μας- εκείνη πάντα έβρισκε ακόμη κάτι που της «γυάλιζε». «Αυτά θα στα δώσω όταν μεγαλώσεις», μου έλεγε και εγώ περίμενα όλο ανυπομονησία να έρθει αυτή τη στιγμή. Μέχρι που ήρθε και μαζί με αυτή, συνέπεσε και η επίσκεψη μου στο χώρο. Αυτή τη φορά όχι ως πελάτισσα, αλλά ως κάποια που ήθελε να μάθει από πρώτο χέρι την ιστορία της τέχνης του ελληνικού κοσμήματος.
Πριν χτυπήσω το κουδούνι χάζευα τις βιτρίνες του. Τρία τετράγωνα παράθυρα που περισσότερο μοιάζουν με προθήκες μουσείων που φιλοξενούν έργα τέχνης. Θυμήθηκα όλες εκείνες τις θεματικές βιτρίνες, που οι περαστικοί κοντοστέκονταν: τις αφίσες της Μελίνας Μερκούρη, της Τζένη Καρέζη και της Ζωής Λάσκαρη από το Μπουένος Άιρες, τα μολυβένια τσολιαδάκια, τις μαυρόασπρες φωτογραφίες από τη μικρασιατική καταστροφή, τα γλυπτά γυμνών γυναικείων σωμάτων τυλιγμένα με κορδέλες, τους χαριτωμένους πιγκουίνους. Όσο παρατηρούσα, δε μπορούσε να φύγει από το μυαλό μου μία από τις αγαπημένες μου –και νοσταλγικές- μελωδίες, «Το βαλς των Χαμένων Ονείρων». Μάλλον όχι τυχαία, αφού υπάρχει ο αστικός μύθος ότι ο Μάνος Χατζιδάκις αγόραζε στη μητέρα του δώρα από το διάσημο αυτό κοσμηματοπωλείο της Βουκουρεστίου. Εκεί με περίμεναν, ο Μάνος Πενθερουδάκης και τα παιδιά του, Αλεξία και Χάρης Πενθερουδάκη.
Το κοσμηματοπωλείο Πενθερουδάκης στη Βουκουρεστίου από το 1948
«Ξεκινάμε μια εποχή, το 1948, που αν δει κανείς τη Βουκουρεστίου από φωτογραφίες θα εκπλαγεί. Δεν υπήρχε τίποτα. Ο πατέρας μου ήταν αυτός που παρέσυρε ένα κύμα και σιγά-σιγά άρχιζαν να εμφανίζονται καταστήματα. Είχε πάντα καλό γούστο και από αυτό ορμώμενος ξεκίνησε. Δούλευε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Δεν άντεχε όμως το ωράριο, γι’ αυτό και έφυγε. Μάζεψε κάποια χρήματα και έτσι ακολούθησε το ταλέντο του», μου αναφέρει ο Μάνος Πενθερουδάκης. Στο άκουσμα μιας τόσο παλιάς ημερομηνίας, δε μπορούσα παρά να ρωτήσω ποια είναι η «συνταγή» που όλα αυτά τα χρόνια παραμένουν στην κορυφή της κοσμηματοποιίας. «Είναι ένας χώρος με αισθητική και αγάπη για το κόσμημα. Δε θεωρούμε ότι πετύχαμε κάτι τόσο τρομερό για να βγούμε έξω και να το πανηγυρίσουμε. Αυτά τα 75 χρόνια βασιστήκαμε στη σοβαρότητα, τη συνέπεια και την απλότητα. Εμπνευστήκαμε από την ελληνικότητα είτε ως γιορτή χαράς είτε ως δική μας στόχευση να φτιάξουμε ένα αποκλειστικά ελληνικό brand. Έχοντας πάντα την κουλτούρα συνεχούς ανάπτυξης», μου απαντάει.
Κοσμήματα Pentheroudakis
Όλα τα κοσμήματα Πενθερουδάκης είναι χειροποίητα, σχέδια αποκλειστικά δικά τους, με φανερές ελληνικές επιρροές. Η υψηλή κοσμηματοποία αντανακλάται στον τρόπο επεξεργασίας του χρυσού σε όλους τους χρωματισμούς του, στο δέσιμο, στη λάμψη, στην κομψότητα των σχεδίων και στη διακριτικότητά τους. Άλλα είναι πιο απλά, άλλα με πολύτιμους λίθους. Όλα όμως έχουν ένα κοινό: την ιδιαίτερη φόρμα και τη στιλιστική ταυτότητα που μεταφέρει μηνύματα μέσα από διαφορετικές εποχές. Είναι διαχρονικά κομμάτια που δεν ακολουθούν μόδες, οι οποίες έρχονται και παρέρχονται, αλλά τις δημιουργούν. «Το ωραίο είναι όταν βλέπω φίλες να φορούν ένα κόσμημα, το οποίο αναγνωρίζω ότι είναι δικό μας, αλλά δεν το έχουν αγοράσει από εμένα. “Μα ναι μου το έχει δώσει η μαμά μου”, μου απαντούν. Κάποια παλιά κομμάτια μπορούν να μπουν σήμερα ατόφια στη βιτρίνα μας», λέει ο Χάρης Πενθερουδάκης.
Τα κοσμήματα Πενθερουδάκης «αφηγούνται» το πάντρεμα του παλιού με το νέο, γιατί η ιστορία πάντα αποτελεί οδηγός. «Πάντα κοιτάς την ιστορία του κοσμήματος και προσπαθείς να την αποτυπώσεις σε ένα μοντέρνο και σύγχρονο σχέδιο. Ποτέ δεν κάνουμε πιστό αντίγραφο κάποιου αντικειμένου του μινωικού, μυκηναϊκού πολιτισμού κλπ, αλλά πάντα υπάρχει έμπνευση από το σχέδιο. Καμιά φορά η επιρροή είναι τόσο κρυμμένη που δε μπορείς να τη δεις. Κάτι σου θυμίζει, αλλά το τι, είναι απροσδιόριστο. Μας αρέσει το design να μην είναι ποτέ σταθερό. Έγκειται στη φαντασία του καθενός το τι βλέπει», μου εξηγεί η Αλεξία Πενθερουδάκη. «Το παλιό πάντα καθοδηγεί. Σχέδια που έχουν γίνει 40 χρόνια πίσω, τα κοιτάμε και σκεφτόμαστε νέους τρόπους να τα παρουσιάσουμε», συμπληρώνει ο Χάρης.
Τα περισσότερα κοσμήματα φοριούνται κάθε ώρα και σε κάθε περίσταση, αρκεί να κάνουν την κάθε γυναίκα χαρούμενη και αυτό είναι κάτι που έχουν καταφέρει. «Με συγκινεί όταν βλέπω στο δρόμο μια ωραία, καλοντυμένη κυρία να φοράει κοσμήματα μας. Βλέπεις ένα φίνο άνθρωπο να σε επιλέγει και αυτό σε τιμάει», μοιράζεται η Αλεξία. Με δύο λόγια όπως αναφέρει και ο Μάνος Πενθερουδάκης, είναι κοσμήματα “easy chic” - δύο λέξεις που μεταφέρουν ακριβώς τι είναι οι δημιουργίες Πενθερουδάκης, ποια είναι η αισθητική τους και ποια η ιστορία τους.
Το σχεδιαστικό κομμάτι, με εμπειρία στο χώρο του κοσμήματος και αντίστοιχες σπουδές σε Ελλάδα και εξωτερικό, έχουν αναλάβει πλέον η Αλεξία και ο Χάρης, η τρίτη γενιά της οικογενειακής επιχείρησης και αναρωτιόμουν πώς είναι για αυτούς να έχουν αναλάβει κάτι τόσο «μεγάλο» που καλούνται να το εξελίξουν. «Το να μεγαλώνεις μέσα σε μια οικογένεια και μια δουλειά σε βάζει από μόνο του σε ένα κλίμα. Πάντα υπάρχουν επιλογές να κάνεις ό,τι θες στη ζωή σου και εδώ υπήρχε. Αλλά μεγαλώνοντας με αυτόν τον τρόπο ζωής, τελικά αποκτάς γούστο και σε πολλά άλλα πράγματα. Όσο αποκτάς γούστο, μένεις μέσα σε αυτό. Λίγο το κόσμημα, λίγο η τέχνη, γενικότερα σε βάζουν σε ένα σκηνικό. Λειτουργείς και με τις αξίες και τις παρακαταθήκες που έχεις πάρει. Αξίες που έχουν πάρει από έναν άνθρωπο. Πρώτα τον παππού, μετά τον πατέρα και ακολουθούν το brand. Εν γνώσει μας η τρίτη γενιά στις επιχειρήσεις είναι πιο δύσκολη λαμβάνοντας υπόψιν παγκόσμια στατιστικά. Τα δύσκολα είναι μπροστά μας αλλά είμαστε διατεθειμένοι να ανταπεξέλθουμε και να φτάσουμε τα 100 χρόνια», αναφέρουν.
Ένας ακόμη λόγος που το κοσμηματοπωλείο Πενθερουδάκης παραμένει πρώτη αγοραστική επιλογή ενός καλού κοσμήματος είναι η εχεμύθεια και η εμπιστοσύνη που χτίζεται με τον κόσμο. Έχοντας ακούσει ότι εκεί ψώνιζαν πολλοί επιφανείς έλληνες και ξένοι της ελίτ και του κόσμου της τέχνης, ρώτησα θέλοντας να μάθω ποιοι ήταν αυτοί. «Δε θυμάμαι.. », μου απάντησε ο Μάνος Πενθερουδάκης, αν και γνωρίζαμε και οι δύο ότι δεν ισχύει. «Είναι μια πολύ προσωπική στιγμή χαράς του καθενός. Μένει εδώ. Η εμπιστοσύνη έχει να κάνει και με μια φερέγγυα σκέψη ότι τίποτα δε θα διαρρεύσει. Εκείνοι σε προτιμούν και εσύ δε μπορείς να τους εκθέσεις. Για εμάς όμως δεν έχει σημασία ποιος έρχεται. Μπορεί να μπείτε για ένα πολύ απλό πράγμα, και θα αντιμετωπιστείτε με τον ίδιο τρόπο με αυτόν που θα μπει για κάτι πολύ καλό και ακριβό», συνέχισε. Όσο και αν ήθελα να ικανοποιήσω την περιέργεια μου, η απάντηση του κ. Πενθερουδάκη με αφόπλισε. Περισσότερο γιατί σεβάστηκα τον επαγγελματισμό του, κάτι που είχε κάνει ο ίδιος πρώτα.
Καθ’ όλη τη συζήτηση, έριχνα κλεφτές ματιές στα σκουλαρίκια που φορούσε η Αλεξία. Ήταν χρυσά με διακριτικά διαμάντια.“Half moon” (=μισοφέγγαρα) τα έλεγαν. Εμένα πάλι μου θύμιζαν ήλιους ή φλεγόμενους τροχούς. Αλλά στην τελική αυτό δεν είναι τέχνη; Να την αποκωδικοποιείς όπως σου αρέσει, να τη διαβάζεις με το δικό σου τρόπο και να συνεχίζεις να εμπνέεσαι από αυτήν. Και στο κοσμηματοπωλείο Πενθερουδάκης αυτό κάνουν. Τέχνη για τότε, για τώρα και για πάντα. Με σοβαρότητα, απλότητα και ταλέντο. Και στα 100 χρόνια…
Δειτε περισσοτερα
Μια Θεσσαλονικιά ποιήτρια του Μεσοπολέμου έρχεται πάλι στο προσκήνιο
«Η αρχιτεκτονική είναι η τέχνη της διάρκειας»
Η Kovacs μιλάει στην Athens Voice λίγες μέρες πριν τη συναυλία της στην Αθήνα
Οι ταινίες, οι αριθμοί, οι αλλαγές, οι διαμάχες
Ένα φαινόμενο που η παρουσία του μεταξύ ψηφιακού κόσμου και αληθινών γειτονιών καταργεί τα όρια μεταξύ κατασκευασμένου και υπαρκτού