Είναι η Γκουίνεθ Πάλτροου μια σύγχρονη Μαρία Αντουανέτα;

Πόσο τραγικό είναι να «χάνεις μισή μέρα σκι»;

Γκουίνεθ Πάλτροου: Μερικές σκέψεις με αφορμή το ατύχημα στο χιονοδρομικό, τη στάση της στη δίκη, την Goop, τις προκλητικές δηλώσεις και συμπεριφορές.

Την περιμένουν στη γωνία, την έχουν στην μπούκα, την κράζουν για όλα: γιατί βάφτισε την κόρη της Apple (Μήλο), γιατί προωθεί τα κρυπτονομίσματα, γιατί δημιούργησε κερί στο οποίο έδωσε το άρωμα του αιδοίου της, γιατί δεν είναι «κορίτσι της διπλανής πόρτας» αλλά μια ατσαλάκωτη κιουρία που μιλάει για το αιδοίο της.

Αν και χωρίς να εμπλέκεται αιδοίο αυτή τη φορά, το 2016 η Γκουίνεθ Πάλτροου ενόχλησε το λαϊκό αίσθημα όταν πρωταγωνίστησε σε ένα ατύχημα «προνομιούχων» με φόντο χιονισμένες πλαγιές της Γιούτα -στο μυαλό των περισσοτέρων, στα χιονοδρομικά τραυματίζονται οι προνομιούχοι, τα φραγκάτα πλεϊμπόις και τα ματσωμένα πλεϊγκέρλς.

Όσοι, για τους προσωπικούς τους λόγους, δεν τη χωνεύουν έβαζαν χέρι στη φωτιά ότι είναι η φταίχτρια. Κι ας μην ήταν αυτόπτες μάρτυρες. Αυτή είναι, που θα έλεγε και ο σύντροφος Κουτσούμπας. Τελικά, η Πάλτροου αθωώθηκε, αλλά όσοι παρακολούθησαν την πρόσφατη οκτώ ημερών διαδικασία-παρωδία νιώθουν δικαιωμένοι για όσα της σούρνουν. Έδειξε το ποιόν της.

Μπορεί το διακύβευμα της συγκεκριμένης δίκης να ήταν ένα τίποτα σε σύγκριση με όσα σοβαρά παίζονταν στη διαμάχη ανάμεσα στον Τζόνι Ντεπ και την Άμπερ Χερντ, όμως και πάλι εκδηλώθηκε αδικαιολόγητα έντονο ενδιαφέρον - τόσο το περιεχόμενο της διένεξης όσο και τα διεκδικούμενα χρήματα ήταν αμελητέα. Τα 300.000 δολάρια που ζητούσε ο Σάντερσον από την Γκουίνεθ είναι μάλλον ψίχουλα για εκείνη, αν αναλογιστεί κανείς πως μια μέρα έσκασε στο δικαστήριο με χρυσή αλυσίδα 65.000 δολαρίων. Γιατί επομένως τόσος ντόρος; Γιατί όπου Γκουίνεθ και διασκέδαση. 

Άξια συμπρωταγωνίστριά της σε αυτή τη δικαστική κωμωδία ήταν και η συνήγορος του αντιδίκου. Ακουγόταν σαν γκρούπι της Πάλτροου, επανειλημμένα την επαίνεσε για τις στιλιστικές της επιλογές, το ύψος της, τα μεγάλα φιλοδωρήματα που δίνει στην πλέμπα, τη φιλία της με την Τέιλορ Σουίφτ! Κάτι σαν ρεπόρτερ στη Μύκονο που βρίσκει έναν σταρ νάρκισσο και αρπάζει την ευκαιρία να κάνει μια μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία ξεκινώντας με γλείψιμο. 

Anyway. Οι haters περίμεναν την καταδίκη της για να ανοίξουν σαμπάνιες και μετρούσαν κάθε της κίνηση, μορφασμό, στιλιστική λεπτομέρεια, παραδοχή, για να τη σκίσουν στα social media. Αναφορικά με το πρώτο πήγαν κουβά, αλλά το δεύτερο τούς έδωσε πολύ φαγάκι. 

Λουσμένη από μια αυτοκρατορική αύρα, έμπαινε αγέρωχη στην αίθουσα με εκλεπτυσμένα ρούχα που έκαναν τους New York Times να την ανακηρύξουν ιέρεια του «courtcore», outfit δικαστηρίου ας το αποκαλέσουμε. Τα σοβαρά μπλε σακάκια, τα γραφειοκρατικά πουκάμισα, λευκά ή μπλε, κουμπωμένα μέχρι το τελευταίο πάνω κουμπί, η τσάντα-statement Celine και τα χρυσά γυαλιά ηλίου σαν αυτά που φορούν οι αεροπόροι βροντοφώναζαν την απαγορευτική τους τιμή για τους απλούς ανθρώπους.

Στα λόγια της ήταν μετρημένη, δασκαλεμένη(;) να απαντά με κοσμιότητα, προσήνεια και ένα χαμόγελο στα χείλη. Τέρας ψυχραιμίας ακόμα κι όταν στην ερώτηση ποια ζημιά υπέστη απάντησε «έχασα μισή μέρα σκι»! Η φράση έγινε viral και συνόψισε την εν γένει υπεροπτική, μαριαντουανετική της συμπεριφορά. Αν είσαι καχύποπτος, δεν τσιμπάς ότι της ξέφυγε μια τέτοια εκτός τόπου και χρόνου κουβέντα. Είσαι σχεδόν σίγουρος πως είναι ευφάνταστη κινηματογραφική ατάκα. Και η Γκουίνεθ Πάλτροου είναι το έργο. Και από μέσα της ξεκαρδίζεται!

Τι συμβαίνει με αυτό το καψερό κορίτσι και λέει αυτά που λέει και όλοι το κυνηγούν; Γιατί είναι τόσο υπερβολικά πρόθυμο να προκαλεί και να γεννά αγανάκτηση και να τροφοδοτεί το μίσος προς το πρόσωπό του; Είναι μια αούα σύγχρονη Μαρία Αντουανέτα που ζει στο βασίλειό της μαζί με τον Λουδοβίκο της περιφρονώντας τους κοινούς θνητούς; Ή είναι μια Τζένη Καρέζη στο «Μια τρελή τρελή οικογένεια», που έχει πλήρη συναίσθηση των πραγμάτων και κυρίως των νόμων της διαφήμισης, και έχει διαλέξει τη φάση «άσε με τώρα, παίζω»; Ηθοποιός με Όσκαρ είναι στην τελική. 

Κάποια στιγμή η Πάλτροου αποφάσισε να μην είναι ηθοποιός αλλά επιχειρηματίας. Και το προϊόν που θα εμπορεύεται θα είναι η ίδια, ο εαυτός της· η Goop είναι η πρόφαση. Το brand ευεξίας που δημιούργησε απευθύνεται σε λευκές γυναίκες που φτυαρίζουν τα χρήματα, έχουν άπλετο ελεύθερο χρόνο και το μόνο τους μέλημα-ενδιαφέρον είναι οι φόρμουλες αντιγήρανσης, τα χαλάκια της γιόγκας, οι πετσέτες της σάουνας, οι κλειτοριδικοί δονητές. Καρτούν δηλαδή. Η Γκουίνεθ είναι το απόλυτο role model και έχει βάλει όλο της «το είναι» για να πετύχει το εγχείρημα. Το παίζει γκουρού υγείας και ευεξίας προτάσσοντας το αψεγάδιαστο σώμα της, εμπορεύεται πανάκριβα συμπληρώματα διατροφής, ευαγγελίζεται δίαιτες που κάνουν τους διατροφολόγους να ωρύονται, διαβεβαιώνει τις γυναίκες πως ο ατμός στο αιδοίο κάνει θαύματα. Την ίδια στιγμή λανσάρεται και ως ακτιβίστρια. Σε συμφραζόμενα woke culture, η Γκουίνεθ βρήκε το αφήγημά της πουλώντας εκτός από κρέμες αντιγήρανσης και γυναικεία ενδυνάμωση. Ας μη γινόμαστε ισοπεδωτικοί. Ναι, πραγματικά η Γκουίνεθ Πάλτροου συμβάλλει στη γυναικεία ενδυνάμωση μιλώντας χωρίς ταμπού για την καλοπέραση του αιδοίου, καλό θα ήταν όμως να μην το έκανε με το αζημίωτο.

Στα 90s, στα χρόνια του ΠΑΣΟΚ (ωραία χρόνια!) η Goop θα περνούσε ως μια διασκεδαστική εκκεντρικότητα και θα ασχολούνταν μαζί της ελάχιστοι. Θα ήταν ένα κλασικό «άσε μας, κουκλίτσα μου». Σήμερα, στην εποχή της cancel culture με το παραμικρό, θεωρείται από τους πολλούς όχι απλώς ένα άχρηστο αλλά ένα ενοχλητικό brand που θα πρέπει να σβήσει από τον εμπορικό χάρτη μαζί με τη δημιουργό του. Πλάι στους πολλούς βέβαια, υπάρχουν οι λίγοι και εκλεκτοί, ακροατήριο της Γκουίνεθ και πελάτες της Goop, που την ακολουθούν, την εμπιστεύονται, την επιβραβεύουν αγοράζοντας τα This Smells Like My Vagina κεριά των 75 δολαρίων. Οι υπόλοιποι ας ανάψουν παντεσπάνι.