Ο έρωτας τελικά δεν έχει καμία σχέση με τα μεγάλα σχέδια και τα κοινά πλάνα
Οι μέρες που συνέχισα να βρίσκομαι στον παράδεισο μεταφορικά συνεχίστηκαν. Όσο ο Απόλυτος συνέχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα στη δουλειά του και γκρίνια στο σπίτι του κατά την επιστροφή του εκεί, τόσο η δική μας παράνομη σχέση συνέχισε να δυναμώνει. Ξαφνικά εκείνος ήθελε να με βλέπει πιο συχνά, να μου μιλάει περισσότερο, να περνάει χρόνο μαζί μου, μέχρι που μου υποσχέθηκε κιόλας ότι θα κάνουμε περισσότερα πράγματα μαζί όπως πχ. να πάμε για επετειακό δείπνο στο αγαπημένο μου εστιατόριο.
Είχα βρει τον προσωπικό μου παράδεισο και είχα αυτοεξοριστεί εκεί, όπου δεν υπήρχε τίποτα άλλο, μόνο οι δυο μας και ο ήχος από τις ανάσες μας. Οι φίλες μου φυσικά εξακολούθησαν να μην καταλαβαίνουν για ποιον λόγο συνέχιζα μία σχέση που δεν οδηγούσε πουθενά. Από έρωτα! Για το ταξίδι αυτό, που είναι τόσο ονειρεμένο ώστε να ξεχνάς τον προορισμό για τον οποίο ξεκίνησες. Ίσως να είχα βολευτεί και λίγο γιατί στον παραμυθοκόσμο που είχα φτιάξει, ένιωθα ευτυχισμένη.
Και δεν χρειαζόταν να βγαίνω άλλα ραντεβού με προβληματικές προσωπικότητες όπως ο τύπος που όταν του είπα ότι «όλα πάνε καλά στην καριέρα μου», φρόντισε να βγάλει όλα τα κόμπλεξ του λέγοντας «και τι θα κάνεις αν απολυθείς;». Ή ο άλλος τύπος που γνώρισα στο facebook και σχολιάζει ακατάπαυστα τα status μου αλλά ξέχασε ότι είχαμε κανονίσει για καφέ! Ή ο τρίτος ο καλύτερος που ήλθε από πόλη της επαρχίας για να με δει και τελικά πέρασε τη νύχτα εξερευνώντας το Κολωνάκι.
Τους είχα βαρεθεί όλους. Ο Απόλυτός μου έμοιαζε να είναι το μόνο γοβάκι που ταίριαζε στο δικό μου πόδι. Αυτός που με καταλαβαίνει, αυτός που με νοιάζεται, αυτός που με κάνει να νιώθω ασφάλεια στην αγκαλιά του, αυτός που με απελευθερώνει σεξουαλικά. «Νομίζω ότι είμαι στον παράδεισο» του είπα καθώς ήμασταν αγκαλιασμένοι στο κρεβάτι. Την άλλη μέρα μου έστειλε μήνυμα: «Με κάνεις να χαμογελώ».
Χαμογέλασα κι εγώ, καθώς κατευθυνόμουν προς το μπάνιο για το καθιερωμένο βραδινό τελετουργικό ομορφιάς. Καθώς χαμογελούσα στον καθρέπτη με ικανοποίηση (γιατί ο άνδρας που αγαπώ χαμογελάει εξαιτίας μου), βρέθηκα για πρώτη φορά αντιμέτωπη με την ανακάλυψη που με έκανε να παγώσω από τον τρόμο: ένα τεράστιο μωβ-μαύρο σημάδι, που έμοιαζε με διογκωμένη ελιά, είχε κάνει την εμφάνισή του στο δεξί μου μπράτσο. Το μόνο που ήξερα είναι ότι δεν υπήρχε εκεί πριν και ότι το χρώμα του ήταν τόσο έντονο ώστε να φαίνεται κάτω από το λευκό μου t-shirt. «Δεν είναι φυσιολογικό αυτό, αλλά εντάξει, δε θα είναι τίποτα» συνέχισε ο αφελής ερωτευμένος εαυτός μου και σίγουρη ότι θα επιβεβαιωθώ τηλεφώνησα στο δερματολόγο μου για να κλείσω ραντεβού την ερχόμενη εβδομάδα.
Την άλλη μέρα μου τηλεφώνησε ο Απόλυτος για να του φτιάξω το κέφι όπως είπε αφού τα πράγματα στη δουλειά του πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο. «Να σου έλθω μετά τη δουλειά; δεν έχω πού να πάω» είπε μεταξύ σοβαρού και αστείου, κάνοντάς με να καταλάβω ότι τελικά οι όροι αντιστρέφονται στη ζωή και τα θύματα ενίοτε γίνονται θύτες. Επιστρατεύοντας το μακάβριο χιούμορ μου σκέφτηκα πόσο τραγικό θα ήταν να έπαιρνε τώρα διαζύγιο από τη χαρωπή νύφη του περασμένου καλοκαιριού κι εγώ να ήμουν ετοιμοθάνατη! Η σύζυγος είχε αρχίσει να ξεθωριάζει στην καρδιά του κι εμείς διανύαμε το peak του έρωτά μας. Κι αν ήμουν άρρωστη;
Δεδομένου ότι ο μόνιμος δερματολόγος μου ήταν απασχολημένος και αφού η υπερφυσική ελιά μου είχε γίνει έμμονη ιδέα, αποφάσισα να απευθυνθώ στο φίλο μίας φίλης μου που έκανε την ειδικότητά του στη δερματολογία. Καθώς κανονίσαμε για καφέ μία όμορφη ηλιόλουστη μέρα (κι ενώ στο μεταξύ είχα επαναλάβει χίλιες φορές τη φράση «Θα φοράω πάντα αντιηλιακό και δε θα ξανακάνω solarium») o Δ. έχασε το χαμόγελο από το πρόσωπό του, τη στιγμή που σήκωσα το μανίκι στο πουκάμισό μου.
«Δεν τα βλέπω καλά τα πράγματα. Θα μπορούσε να είναι μελάνωμα» απεφάνθη. «Πρέπει να σε δει ΆΜΕΣΑ γιατρός». Η έκφραση στο πρόσωπό του με έκανε να καταλάβω ότι είναι σκούρα τα πράγματα. Γυρνώντας στο σπίτι μου, προετοιμάστηκα για το χειρότερο άρχισα να σκέφτομαι ότι δεν θέλω να πεθάνω τόσο νέα. Μπορεί ο τάφος μου να γράφει ότι πέθανα από έρωτα σαν μία μεταμοντέρνα Ιουλιέτα. Όλη μου η ζωή άρχισε να περνάει μπροστά από τα μάτια μου, όπως τότε που έπεσα σε κενό αέρος σε μία πτήση πάνω από τον Ατλαντικό. Όπως και τότε, η πρώτη εικόνα που πέρασε από τη μνήμη μου ήταν το πρόσωπό του.
Μήπως να του το έλεγα; ήθελα τόσο να τον πάρω τηλέφωνο, αλλά η κουλτούρα «είμαι η δυνατή γυναίκα που τα ξεπερνά όλα μόνη της υπερίσχυσε». Πέρασα άπειρα λεπτά διαβάζοντας για τον καρκίνο του δέρματος και όταν τελικά κοιμήθηκα έβλεπα εφιάλτες όλο το βράδυ. Μέχρι σήμερα πίστευα ότι οι μεγαλύτερες αδικίες της ζωής έχουν πάντα σχέση με την αγάπη, όταν όμως βλέπεις την προοπτική μίας αρρώστιας να σου χτυπάει την πόρτα, το συνειδητοποιείς: από έρωτα δεν πέθανε ποτέ κανείς. Και ναι, υπάρχουν πιο τραγικά πράγματα …